Ο Διδάσκαλος τού Γένους Νεόφυτος Βάμβας, μέλος τής Φ.Ε.
Ο Νεόφυτος Βάμβας, κατά κόσμον Νικόλαος, ήταν ένας από τούς σημαντικότερους Έλληνες λογίους.
Γεννήθηκε στη Χίο το 1776. Προερχόταν «εκ γονέων πενήτων μεν, πλουσίων όμως εις ευσέβειαν και αρετήν», όπως αναφέρει ο ίδιος. Ξεκίνησε τις σπουδές του στη Χίο, επιδεικνύοντας ιδιαίτερη φιλομάθεια, με ενδιαφέρον όχι μόνο για τη φιλολογία, αλλά και για τη φιλοσοφία και τις θετικές επιστήμες. Συνέχισε τις σπουδές του στη Σίφνο με δάσκαλο τον Μισαήλ τον Πάτμιο. Επανήλθε στη Χίο, όπου παρακολούθησε μαθήματα μαθηματικών από τον Δωρόθεο Πρώιο. Το 1791 χειροτονήθηκε διάκονος. To 1796 ακολούθησε τον Πρώιο στην Κωνσταντινούπολη και στο Βουκουρέστι. Στην Κωνσταντινούπολη έγινε δάσκαλος στην οικογένεια Μαυροκορδάτου, συμμετείχε στη σύνταξη τής «Κιβωτού», μεγάλου λεξικού τής ελληνικής γλώσσας, και έγινε μέλος τού «Μουσείου τού Γένους». Το 1804 ανέλαβε Σχολάρχης τής Μεγάλης τού Γένους Σχολής.
Ο Νεόφυτος Βάμβας , Προσωπογραφία, έργο του Διονυσίου Τσόκου. Εκτίθεται στο Μουσείο Μπενάκη
Το 1808 μετέβη στο Παρίσι, όπου γνώρισε τον Αδαμάντιο Κοραή, που τον βοήθησε στις σπουδές του και με τον οποίο διατήρησε φιλική σχέση. Στο Παρίσι παρακολούθησε τα μαθήματα τού χημικού Τhenard, το βιβλίο τού οποίου «Πραγματεία στοιχειώδους Χημείας» μετέφρασε στα Ελληνικά. Εκεί κέρδιζε τα προς το ζην με τη διδασκαλία τής ελληνικής γλώσσας και το εμπόριο χαλιών και εκεί μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Τον Απρίλιο τού 1821 πήγε στην Ύδρα για να πείσει τους αδελφούς Κουντουριώτη να απελευθερώσουν τη Χίο. Εκείνοι όμως δεν πείστηκαν. Στην Ύδρα γνώρισε τον Δ. Υψηλάντη, τον οποίο εκτίμησε ιδιαίτερα και τον ακολούθησε ως γραμματέας στις μάχες που έδωσε.
Ο Βάμβας με τις ομιλίες του ενθουσίαζε τους αγωνιστές και συμβίβαζε τις διενέξεις. Απογοητευμένος από τον εμφύλιο πόλεμο αλλά και από την καταστροφή τής πατρίδας του, τής Χίου, αποφάσισε να αφοσιωθεί στο εκπαιδευτικό του έργο. Εγκαταστάθηκε στα Επτάνησα, που ευρίσκονταν υπό αγγλική αρμοστεία, και το 1828 μετέβη στην Κέρκυρα, όπου δίδαξε στην Ιόνιο Ακαδημία.
Ο Νεόφυτος Βάμβας σε γκραβούρα που φέρει την υπογραφή του.
Το 1833 βρέθηκε στη Σύρο και ανέλαβε τη διεύθυνση τού εκεί σχολείου. Δίδαξε φιλοσοφία και φιλολογία, εξέδωσε βιβλία και μετέφρασε σε απλή γλώσσα την Παλαιά Διαθήκη. Το 1836 εγκαταστάθηκε στον Πειραιά. Στις 24 Απριλίου 1837 διορίστηκε καθηγητής τής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, όχι τής Θεολογίας, διότι θεωρείτο ριζοσπαστικός. Ο Δημαράς απέδωσε τον διορισμό του στη φιλία του με τον Αδ. Κοραή, τον οποίο θαύμαζε ο Μάουρερ και ο Κ. Σχινάς. Έγινε πρύτανης τού Πανεπιστημίου και χειροτονήθηκε αρχιμανδρίτης. Η μετάφρασή του τής Αγίας Γραφής προκάλεσε πολλές αντιδράσεις. Υποστήριξε «αυτοκέφαλον» τής Εκκλησίας τής Ελλάδας, δηλ. την απόσχισή της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Παρέμεινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο μέχρι το 1854.
Πέθανε στην Αθήνα στις αρχές του 1855.
Μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας έγινε το 1842 και στο βιβλίο των μελών της αναφέρεται ως Διδάσκαλος τού Γένους.
Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ
φιλόλογος - ιστορικός