Tα ιδρυτικά μέλη τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας

(Μέρος Γ΄)

 

 

Νικόλαος Δραγούμης

Ο Νικόλαος Δραγούμης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1809. Ήταν γιος τού λόγιου και φιλικού Mάρκου Δραγούμη. Όταν ξέσπασε η Επανάσταση κινδύνευσε να συλληφθεί γιατί ο πατέρας του, που ήταν μέλος τής Φιλικής Εταιρίας, διέφυγε στην Οδησσό. Σώθηκε μετά από παρέμβαση ενός Τούρκου οικογενειακού φίλου και κατέφυγε στην Ελλάδα.

Με την υπόλοιπη οικογένειά του πήγε στα Ψαρά και από εκεί στην Πάρο και τη Νάξο. Το 1825 μετέβη στο Ναύπλιο. Το 1827 ορίσθηκε γραμματέας στην Εθνοσυνέλευση τής Ερμιόνης και τής Τροιζήνας. Το 1828 εργάστηκε στο γραφείο τού Ιω. Καποδίστρια, το οποίο διηύθυνε ο Σπυρίδων Τρικούπης. Μετά τη δολοφονία τού κυβερνήτη εργάστηκε σε δημόσια υπηρεσία για αρκετά χρόνια. Επί Όθωνος κατέλαβε πολλές πολιτικές και διοικητικές θέσεις. Το 1839 εγκατέλειψε τη θέση του και πήγε με την πλευρά των Συνταγματικών. Διετέλεσε σύμβουλος τού Υπουργείου Εξωτερικών μέχρι το 1845. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος τής ΦΕ και διετέλεσε μέλος τού Δ.Σ. της το διάστημα 1850-1851 και Γενικός Γραμματέας τού ΔΣ από το 1860 μέχρι το 1862.

dragoymis nikolaos2[1]Εργάστηκε εντατικά για τη συνταγματική μεταπολίτευση τού 1843. Συνέβαλε στην επιτυχία της με τα άρθρα του, από το 1840, στην εφημερίδα «Αιών» και σε εφημερίδες τού εξωτερικού. Ήταν αγγλόφιλος και ασυμβίβαστος με την φιλογαλλική πολιτική τού Κωλέττη. Αντιπολιτεύτηκε την πολιτική του με κάθε τρόπο και με σφοδρότατα άρθρα στην «Αθηνά», αλλά και με την έκδοση πολιτικών φυλλαδίων στα Ελληνικά και τα Γαλλικά.

Εκλεγόταν δημοτικός σύμβουλος από το 1856 ώς το 1862. Συνεργάστηκε με το περιοδικό «Ευτέρπη» τού Γρ. Καμπούρογλου. Μαζί με τον Αλέξανδρο. Ρίζο Ραγκαβή και τον Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο ίδρυσαν το επιστημονικό και λογοτεχνικό οικογενειακό περιοδικό «Πανδώρα». Κατατάσσεται στους κυριότερους εκπροσώπους τής Αθηναϊκής σχολής. Ήταν μέλος τής Εταιρείας Φίλων τού Λαού. Το 1874 δημοσίευσε τα απομνημονεύματά του με τίτλο «Ιστορικαί Αναμνήσεις», στα οποία απεικονίζεται η ελληνική πραγματικότητα από τον απελευθερωτικό αγώνα ώς το 1863. Πέθανε στην Αθήνα το 1879.

 

Ανδρέας Κομπάτης 

Ο Ανδρέας Κομπάτης ήταν «φιλόμουσος και φιλογενέστατος ανήρ». Επί σειρά ετών ήταν σύμβουλος στον Δήμο Αθηναίων. Υπήρξε ακόμα ιδρυτικό μέλος και έφορος τής Αρχαιολογικής Εταιρείας. Τη θέση αυτή εγκατέλειψε λόγω προβλημάτων στην υγεία του. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος τής ΦΕ. Στο αρχείο της αναφέρεται ως κτηματίας.

 

Mamoukas

Ανδρέας Ζ. Μάμουκας

Ο Έλληνας λόγιος Ανδρέας Μάμουκας γεννήθηκε στη Χίο τον Ιούνιο τού 1801. Ανήκε σε οικογένεια γενουατικής καταγωγής. Ο πατέρας του ήταν έμπορος. Φοίτησε στη σχολή τής Χίου το 1810 και είχε δασκάλους τον Νεόφυτο Βάμβα και τον Κωνσταντίνο Βαρδαλάχο. Τον Ιούνιο τού 1822 κατέφυγε στη Σμύρνη, όπου ασχολήθηκε με το εμπόριο. Όταν επέστρεψε στη Χίο συνελήφθη από τους Τούρκους και φυλακίστηκε στο Κάστρο. Ο πατέρας του απαγχονίστηκε. Το 1822 απέδρασε και κατετάγη εθελοντικά στο σώμα τού Λυκούργου Λογοθέτη. Τον Ιούνιο του 1822, μετά την αποτυχία του κινήματος κατέφυγε στη Σμύρνη, όπου έγραψε τα απομνημονεύματά του. Από τη Σμύρνη πέρασε στην επαναστατημένη Ελλάδα, όπου ο Μιαούλης τον διόρισε γραμματέα στον σπετσιώτικο στόλο. Το 1827 συμμετέσχε στην αποτυχημένη εκστρατεία τού Φαβιέρου στη Χίο.

Επί Καποδίστρια υπήρξε πρωτοκολλητής και επεξεργαστής δικαστικών λογαριασμών (1828) και αργότερα εργάστηκε στη γραμματεία τού Υπουργείου Δικαιοσύνης. Μετά τη δολοφονία τού Καποδίστρια υπηρέτησε ως δημόσιος υπάλληλος στη Σύρο. Το 1834 μετετέθη ως τμηματάρχης στο Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημόσιας Εκπαίδευσης, όπου παρέμεινε μέχρι τον θάνατο του.

Ήταν ιδρυτικό μέλος τής Φ.Ε. Προφανώς έσπευσε να ενισχύσει την εκπαίδευση αλλά και την ιδέα τού Κοκκώνη. Διετέλεσε επίσης μέλος τού Δ.Σ. τής ΦΕ από το 1860 έως το 1866. Το 1837, όταν ιδρύθηκε το Σχολείο τής Φ.Ε., ήταν υπουργικός σύμβουλος επί των Εκκλησιαστικών.

Εκλέχθηκε βουλευτής Σύρου στις εκλογές τού 1847 και τού 1850. Το 1856 έγινε Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι τον θάνατό του το 1884. Από τη θέση αυτή εργάστηκε για την οργάνωση των εκκλησιαστικών πραγμάτων και τον διακανονισμό των σχέσεων τής εκκλησίας με την πολιτική αρχή. Ιδιαίτερα μερίμνησε για την τακτοποίηση των μοναστηριακών θεμάτων και την ίδρυση ιερατικών σχολών.

Ο Μάμουκας είχε πάντα στενούς δεσμούς με την ιδιαίτερη πατρίδα του την οποία βοήθησε ιδιαίτερα. Ήταν άνθρωπος με μεγάλες διαχειριστικές και διοικητικές ικανότητες, ήπιο χαρακτήρα και μόρφωση η οποία του επέτρεψε να διαπρέψει στη δημόσια διοίκηση τον 19ο αιώνα.

 

Γεώργιος Θ. Παγών

Ο Γεώργιος Θ. Παγώντας ή Παγών γεννήθηκε το 1806. Σπούδασε Γυμναστική στην Γερμανία και μετεκπαιδεύθηκε στο Μόναχο, στη δημόσια σχολή Γυμναστών. Υπήρξε ο πρώτος Έλληνας δάσκαλος Γυμναστικής μετά την απελευθέρωση τής Ελλάδος. Πίστευε στην ισορροπία σώματος και πνεύματος, όπως επέβαλλε όχι μονό η αρχαία ελληνική ρήση αλλά και η θεωρία που τότε αναπτύχθηκε στην Ευρώπη από τους Guts - Muths και Jahn. Το 1836 επανήλθε στην Ελλάδα και έσπευσε να γίνει μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Ήταν ο πρώτος Έλληνας γυμναστής και δάσκαλος στο Ορφανοτροφείο τής Αίγινας και στο Βασιλικό Διδασκαλείο. Ίδρυσε το πρώτο γυμναστήριο στην Ελλάδα και δίδαξε Παιδαγωγική στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Μερίμνησε για την εισαγωγή τού μαθήματος τής Γυμναστικής στο Αρσάκειο. Έγραψε πολλά βιβλία σχετικά με τη γυμναστική, τον αθλητισμό και όχι μόνο, όπως το «Περίληψις τής Γυμναστικής» (1837), «Επιτομή εκ τής περιλήψεως τής γυμναστικής» (1855). Υπηρέτησε τη γυμναστική περισσότερο από 40 χρόνια. Ο Παγώνδας πέθανε στην Αθήνα τον Νοέμβριο τού 1868. Η εφημερίδα «Εμπρός» έγραψε γι’ αυτόν στις 4-1-1918: «Ο Παγών πέθανε από ένδεια. Παυθείς εις το γήρας του από την θέσιν τού Διδασκάλου Γυμναστικής περιῆήλθε εις εσχάτην ένδειαν από την οποίαν και απέθανε».

 

200px Neofytos Metaxa[1]

Νεόφυτος Επίσκοπος Αττικής

Ο κατά κόσμον Νικόλαος Μεταξάς γεννήθηκε το 1762 στην Αθήνα. Ήταν γόνος γνωστής αθηναϊκής οικογένειας, σπούδασε κοντά στον ελληνιστή Ι. Βενιζέλο και τον μαθηματικό Ιωάννη Βόδα. Χειροτονήθηκε διάκονος το 1792 στη Μονή Πεντέλης και πήρε το όνομα Νεόφυτος. Παρά το ότι επιθυμούσε να συνεχίσει τις σπουδές του στην Ιταλία, προσκλήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον θείο του Μητροπολίτη Καισαρείας Γρηγόριο. Επέστρεψε στην Ελλάδα και έγινε επίσκοπος Ταλαντίου (Αταλάντης) το 1803. Από τότε άρχισε η δράση του υπέρ των αδικουμένων και καταπιεζομένων χριστιανών. Χάρη στις ικανότητες του κατόρθωσε να κατευνάσει την ορμή τού Αλή πασά, ο οποίος μάλιστα τον χρηματοδότησε για να ανοίξει σχολή στην Αταλάντη. Κατά την προεπαναστατική περίοδο ανέπτυξε πατριωτική δράση. Ευλόγησε την κήρυξη τής Επαναστάσεως στην Στερεά Ελλάδα μαζί με τον Σαλώνων Ησαΐα. Είχε ηγετικό ρόλο στην εξέγερση τής Αταλάντης. Προσπάθησε να βοηθήσει τον Αθανάσιο Διάκο στην Αλαμάνα, όπου είχε περικυκλωθεί από τους Τούρκους, αλλά δεν πρόλαβε να αποτρέψει τον θάνατό του. Συμμετείχε στη Γερουσία Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος, όπου ήταν πρόεδρος τού Δικανικού. Ακόμα έλαβε μέρος στην Α΄ Εθνοσυνέλευση στην Επίδαυρο (1821), καθώς και στις υπόλοιπες.

Το 1828 συμμετείχε στην 5μελή εκκλησιαστική επιτροπή που όρισε ο Καποδίστριας. Το 1833 ενθρονίστηκε Μητροπολίτης Αθηνών και το 1836 έγινε ισόβιος πρόεδρος τής Ιεράς Συνόδου τής Εκκλησίας τού Βασιλείου τής Ελλάδος.

Ήταν ιδρυτικό μέλος τής Φ.Ε. και ως Επίσκοπος Αθηνών τέλεσε και τον αγιασμό τον Σεπτέμβριο τού 1837 στο πρώτο Σχολείο τής Φ.Ε., που στεγαζόταν στην οικία Βιτάλη – Συριανού στην οδό Καραϊσκάκη και Ερμού, στου Ψυρρή.

Παράλληλα με την εκκλησιαστική και την εθνική του δράση ανέπτυξε και μεγάλη συγγραφική δραστηριότητα. Μεταξύ των συγγραμμάτων του ήταν «Λόγος παραινετικός» (1825), «Ορθόδοξος ομολογία ήτοι πίστεως έκθεσις» (1828), «Εγχειρίδιον περιέχον τα επτά Μυστήρια» (1832) κ.ά. Απεβίωσε το 1861 στην Αθήνα.

 

ionas

Ιωνάς πρώην Ηλείας

Ο Ιωνάς γεννήθηκε στους Άνω Λουσούς των Καλαβρύτων το 1764/65. Δεν έκανε πολλές σπουδές αλλά διακρίθηκε για την αγχίνοιά του. Εκάρη μοναχός στην Ιερά Μονή Μεγάλου Σπηλαίου. Το 1801 χειροτονήθηκε Επίσκοπος Δαμαλών (τού Δήμου Τροιζήνας) με έδρα τον Πόρο. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρία και εργάστηκε με ζήλο ώστε στην περιοχή του να στρατολογήσει πολλά στελέχη. Κατήχησε πολλούς κατοίκους τού Σοφικού και τού Κρανιδίου, γι’ αυτό και με την έναρξη τής Επαναστάσεως ο Δαμαλών Ιωνάς βρέθηκε επικεφαλής ικανού αριθμού ενόπλων. Έλαβε μέρος στην πολιορκία τού Ακροκόρινθου, στην οποία οι ελληνικές δυνάμεις ήλπιζαν πολλά, προκειμένου να πάρουν τους θησαυρούς τού Κιαμήλ Μπέη. Μετά την άλωση τής Τριπολιτσάς επανήλθε στην Κόρινθο και μπήκε στον Ακροκόρινθο πρώτος μετά τον Κολοκοτρώνη. Από τα πλούσια λάφυρα δεν πήρε τίποτα. Το 1825 τιμήθηκε με το αξίωμα τού μινήστρου τής Θρησκείας. Το 1830 ο Ι. Καποδίστριας τον διόρισε τοποτηρητή Ναυπλίας και μέλος τής εκκλησιαστικής επιτροπής για τη διευθέτηση εκκρεμοτήτων που αφορούν στη διοίκηση τής Εκκλησίας. Το 1833 οι Βαυαροί καταργούν την Επισκοπή του και τον τοποθετούν στην Ηλεία. Μετά 6 μήνες παραιτήθηκε από τη θέση του. Το 1834 εξελέγη Αρχιεπίσκοπος Κορινθίας. Υπήρξε μέλος τής Ιεράς Συνόδου και εκκλησιαστικών επιτροπών. Ήταν ιδρυτικό μέλος τής Φ.Ε. Πέθανε το 1853 στο Ναύπλιο.

 

EpiskoposKontudis

Δανιήλ Επίσκοπος Καρύστου

Ο Δανιήλ (κατά κόσμον Δημήτριος) Κοντούδης γεννήθηκε στη Χίο το 1801. Σε ηλικία μόλις οκτώ ετών παραδόθηκε από τους γονείς του στη Νέα Μονή τής Χίου, όπου το 1819 χειροτονήθηκε διάκονος και πήρε το όνομα Δανιήλ. Μετέβη για σπουδές στην Κωνσταντινούπολη, όπου ο Πατριάρχης Χρύσανθος ο από Σερρών, εκτιμώντας τις ικανότητές του, τον χειροτόνησε Μητροπολίτη Χίου τό 1825, σε ηλικία 24 ετών. Στις δύσκολες στιγμές του τόπου βοήθησε από το υστέρημά του τους δυστυχείς και απόρους, διέσωσε τους καταδιωκόμενους από το μένος των μουσουλμάνων και παρηγόρησε τους πάσχοντας και τους λυπημένους. Το 1827, όταν απέτυχε το δεύτερο επαναστατικό κίνημα στη Χίο, αναγκάστηκε μαζί με άλλους συμπολίτες του νά αναχωρήσουν για τη Σύρο. Παρέμεινε εκεί και λειτουργούσε για τους συμπολίτες του που είχαν καταφύγει στο νησί. Όσο ήταν στην Ερμούπολη, αγαπήθηκε και τιμήθηκε από όλους. Ονομάστηκε Επίσκοπος Καρυστίας. Εκεί παρέμεινε από το 1834 μέχρι το 1842. Την περίοδο που ήταν εκεί επεσκέφθηκε την περιοχή ο Όθωνας συνοδευόμενος από τον αρχαιολόγο Ρος. Τότε ήταν που ο Επίσκοπος Δανιήλ έγινε ιδρυτικό μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Το 1842 μετατέθηκε από την Ιερά Σύνόδο στη χηρεύουσα θέση τού Επισκόπου Σύρου και Τήνου. Εργάστηκε με ζήλο για τη διακόσμηση των εκκλησιών, την ίδρυση νέων ναών, την κατήχηση των ετεροδόξων, την εκπαίδευση των απόρων νέων, τη μόρφωση τού κλήρου, τη σύσταση ταμείου για τις ανάγκες των φτωχών και των ορφανών και διακρίθηκε για την αγαθοεργία και τη φιλανθρωπία του. Εκοιμήθη το 1862

 

Rizos Neroulos

Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός

Ο Έλληνας λόγιος και πολιτικός Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1778.Ο πατέρας του, Νερουλός, ήταν λόγιος και κατείχε τον βαθμό τού Καμαράση. Η μητέρα του ήταν το γένος Ρίζου, από την οποία πήρε και το διπλό όνομα «Ρίζος Νερουλός», ως αντιδιαστολή στον αρχαιότερο οικογενειακό κλάδο των Ρίζων Ραγκαβή. Πολύ μικρός έχασε τον πατέρα του και τον ανέλαβε ο θείος του Σαμουήλ Εφέσου, ο οποίος τού έδωσε πολύ καλή μόρφωση. Διδάχθηκε φιλοσοφία από τον Δανιήλ Φιλιππίδη. Είκοσι ετών ακολούθησε τον ηγεμόνα Κωνσταντίνο Υψηλάντη στη Μολδαβία. Ο Αλέξανδρος Σούτσος τον διόρισε αργότερα επιτετραμμένο του στην Πύλη. Μετά από 6 χρόνια διορίστηκε μεταφραστής τού Μεγάλου Διερμηνέα. Ο ηγεμόνας τής Βλαχίας Ιωάννης Καρατζάς τον επανέφερε και τον όρισε πρωθυπουργό τής Βλαχίας. Εκεί μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία. Μετά την αποτυχία τού κινήματος του Υψηλάντη στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες κατέφυγε στη Βεσσαραβία το 1822-1825 στην Πίζα το 1826-1827 στη Γενεύη. Στη Γενεύη ανέλαβε να διδάξει την ιστορία της νεοελληνικής φιλολογίας. Εκεί έγραψε την περίφημη «Ιστορία τής ελληνικής επαναστάσεως μέχρι το 1825». Στη Γενεύη γνωρίστηκε με τον Καποδίστρια, ο οποίος τον έφερε μαζί του στην Ελλάδα το 1828 ως προσωπικό του σύμβουλο. Αρχικά ανέλαβε το Υπουργείο Εξωτερικών. Διαφώνησε όμως με την κυβέρνηση και αποσύρθηκε από τον δημόσιο βίο στην Αίγινα. Μετά τον θάνατο τού Καποδίστρια επανήλθε στη θέση τού υπουργού Εξωτερικών και αργότερα Εκκλησιαστικών και Δικαιοσύνης. Τέλος έγινε μέλος τού Συμβουλίου Επικρατείας. Ο Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός κατάρτισε τον πρώτο νόμο περί Ανωτάτης Παιδείας που οδήγησε στην ίδρυση τού Πανεπιστημίου και στη σύσταση της Αρχαιολογικής Εταιρείας, της οποίας υπήρξε το 1837 ο πρώτος πρόεδρος, θέση την οποία διατήρησε για πολλά χρόνια. Ένα έτος πριν, το 1836 είχε ιδρυθεί η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, τής οποίας υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Ήταν ένας από τους δέκα πρώτους νομάρχες τής Ελλάδας: Το 1833 διορίστηκε νομάρχης Κυκλάδων. Διορίστηκε ακόμα πρέσβης τής Ελλάδας στην Κωνσταντινούπολη, όπου και πέθανε τον Δεκέμβριο τού 1849.

Το βιβλίο τού Ιάκωβου Ρίζου Νερουλού «Cours de Littérature Grecque Moderne» (Γενεύη, 1827) θεωρείται το πρώτο έργο ιστορίας τής νεοελληνικής λογοτεχνίας. Λιγότερο γνωστό αλλά σημαντικό θεωρείται το βιβλίο του «Histoire Moderne de la Grèce depuis la chute de l’Empire d’Orient» (Νεότερη Ιστορία τής Ελλάδος από την πτώση της Ανατολικής Αυτοκρατορίας) (Γενεύη, 1828), το οποίο είναι η πρώτη απόπειρα συγγραφής ιστορίας τής νεότερης Ελλάδας από Έλληνα ιστορικό. Η κύρια ιδέα στο έργο αυτό είναι η διατήρηση τού εθνικού χαρακτήρα των Ελλήνων στη διάρκεια τής τουρκοκρατίας. Σύμφωνα με τον Νερουλό, οι Έλληνες συνέχισαν να υπάρχουν ως ξεχωριστή πολιτικοκοινωνική οντότητα στο πλαίσιο τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο ίδιος δίνει ιδιαίτερη έμφαση στη συμβολή τής θρησκείας και τής Εκκλησίας στη διατήρηση τού εθνικού χαρακτήρα των Ελλήνων. Πιστεύει στην ιστορική αναγκαιότητα (νομοτέλεια) τής επανάστασης τού 1821, την οποία θεωρεί όχι αποτέλεσμα τής Ιστορίας αλλά τής "Θείας πρόνοιας". Κατά τη συγγραφή αυτού του έργου ο Νερουλός συνεργάστηκε με τον Καποδίστρια, με τον οποίο αντήλλασσε αλληλογραφία. Έχει γράψει ακόμα τρία θεατρικά έργα: τα «Κορακιστικά» το 1813 στην Κωνσταντινούπολη, την «Ασπασία» στη Βιέννη το 1813 και την «Πολυξένη» στη Βιέννη το 1814. Επίσης ένα ημιτελές ποίημα «Κούρκας αρπαγή» το 1816. Το 1823 τύπωσε στη Λειψία την «Ωδή προς Έλληνας» με εμφανείς τις αρχαϊστικές τάσεις.

 

Νικόλαος Ζαχαρίτσας

Η οικογένεια Ζαχαρίτσα ήταν από τις παλαιότερες και ισχυρότερες των Αθηνών. Στην επανάσταση τού 1821 πολλά μέλη της έδωσαν το «παρών» ανταποκρινόμενα στο πολεμικό σάλπισμα τής πατρίδας. Ο Νικόλαος Ζαχαρίτσας γεννήθηκε το 1801. Ήταν γιος τού δημογέροντα και φιλικού Παναγή Ζαχαρίτσα. Ο ίδιος διακρίθηκε σε πολλές μάχες τού επαναστατικού αγώνα . Νέος ζωηρός δεν δίστασε να θυσιάσει τα πάντα για την πόλη των Αθηνών. Αναμείχθηκε στη διχόνοια τού Ιωάννη Γκούρα με τον Σαρρή, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον Φαβιέρο και τους προκρίτους των Αθηνών. Εξελέγη δημογέρων πληρεξούσιος και ήταν δημοφιλής στην πόλη. Έγινε ιδρυτικό μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας το 1836.

Με διάταγμα του Όθωνα στις 12 Νοεμβρίου 1850 διορίστηκε δήμαρχος Αθηναίων. Λόγω τού επικρατούντος μικροκομματικού πολιτικού κλίματος και των συνεχών αντιπαραθέσεων, η εφημερίδα «Αιών» αποκαλούσε το Δημαχείο «Λησταρχείο» και με πρωτοσέλιδα έκανε λόγο για κλοπές, φόνους πλαστογραφίες και υπεξαιρέσεις. Έναν χρόνο αργότερα, με πρόσχημα μια ψευδή κατηγορία εναντίον του, παύθηκε από τα καθήκοντά του με Βασιλικό Διάταγμα. Παρά το γεγονός ότι απαλλάχθηκε με βούλευμα από τις κατηγορίες –που αφορούσαν στις παράνομες πράξεις ενός δημοτικού υπαλλήλου ο οποίος εξέδιδε ψευδή πιστοποιητικά– δεν κλήθηκε να αναλάβει εκ νέου τα καθήκοντά του. Έτσι το έργο του ως δημάρχου υπήρξε φτωχό. Τα αναγκαία δημοτικά έργα που προτάθηκαν με τον προϋπολογισμό δεν πραγματοποιήθηκαν, ο προϋπολογισμός αποδείχτηκε λανθασμένος και απραγματοποίητος. Ο δήμαρχος πολλές φορές εκτελούσε έργα χωρίς τη γνωμοδότηση τού Δημοτικού Συμβουλίου. Ο Νικόλαος Ζαχαρίτσας πέθανε στην Αθήνα το 1866.

 

200px Andronikos Paikos[1]

Ανδρόνικος Πάικος

Ο Ανδρόνικος Πάϊκος γεννήθηκε το 1776 στη Θεσσαλονίκη. Ήταν γόνος παλαιάς και πλούσιας οικογένειας. Σπούδασε Νομική στο Πανεπιστήμιο τής Πάδοβας τής Ιταλίας, όταν ξέσπασε η Επανάσταση. Τότε συγκέντρωσε πολεμοφόδια, ναύλωσε ένα πλοίο και ήρθε στην Ελλάδα μεταφέροντας μάλιστα για τον αγώνα και πολεμοφόδια που είχε αγοράσει ο ίδιος. Υπηρέτησε υπό τον Δ. Υψηλάντη. Έλαβε μέρος σε πολλές μάχες και σε μία μάλιστα τραυματίστηκε. Προήχθη μέχρι τον βαθμό τού λοχαγού. Μετά την άφιξη τού Καποδίστρια πήγε στη Γερμανία για να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα ασχολήθηκε με την πολιτική και χρημάτισε πολλές φορές υπουργός επί Όθωνος. Εξελέγη πληρεξούσιος στην Ε΄ Εθνοσυνέλευση τού 1832. Όταν αποχώρησε από το υπουργικό αξίωμα διορίσθηκε Εισαγγελέας τού Αρείου Πάγου.(1835-1837). Διετέλεσε και υπουργός Δικαιοσύνης (Γραμματεύς Επικρατείας τής Δικαιοσύνης) το Δημόσια Υπηρεσία. Κατέβαλε προσπάθειες για την ανάπτυξη του δικαστικού κλάδου. Μετά την έξωση του Όθωνα αρνήθηκε να δεχθεί οποιαδήποτε δημόσια θέση ή αξίωμα. Το 1836 έγινε ιδρυτικό μέλος τής Φ.Ε. Ήταν επίσης ιδρυτικό μέλος και τής Αρχαιολογικής Εταιρείας. Πέθανε το 1880 στην Αθήνα.

 

Γοδεφρίδος Φέδερ [Feder]

Ο Γοδεφρίδος Φέδερ γεννήθηκε το 1806 στη Βαυαρία. Το 1833 τον κάλεσε η Αντιβασιλεία στην Ελλάδα για να στελεχώσει τη Γραμματεία της. Το 1834 με Βασιλικό Διάταγμα διορίστηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο και το 1835 έγινε Αρεοπαγίτης. Όταν, εξ αιτίας τής καταδίκης τού Κολοκοτρώνη σε θάνατο, εξεγέρθηκε η Μάνη, η Αντιβασιλεία έστειλε τον στρατηγό Χριστ. Σμαλτς με 5 τάγματα να καταστείλουν τη στάση. Τα άγρια μέτρα που πήρε όμως ξεσήκωσαν ακόμα περισσότερο τους Μανιάτες. Τότε η Αντιβασιλεία ανακάλεσε τον Σμαλτς και έστειλε στη θέση του τον μειλίχιο έφεδρο λοχαγό Φέδερ με τον Θ. Γρίβα οι οποίοι με ήπια μέτρα κατέστειλαν τη στάση. Το 1836, θέλοντας να βοηθήσει την εκπαίδευση στην Ελλάδα, έγινε ιδρυτικό μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Όταν ιδρύθηκε το Πανεπιστήμιο Αθηνών το 1837 διορίστηκε καθηγητής στη Νομική Σχολή, όπου και παρέμεινε μέχρι το 1843, οπότε έφυγε από τη θέση ως αλλοδαπός. Μαζί με τον Κ. Προβελέγγιο και τον Γ. Βέλλιο συμμετείχε στην αναθεώρηση τής μετάφρασης στην ελληνική γλώσσα των δικαστικών κωδίκων τής Αντιβασιλείας. Συνέβαλε στην κατάρτιση Αστικού Κώδικα και στη σύνταξη πολλών νόμων. Ο βασιλιάς τής Βαυαρίας Λουδοβίκος τον διόρισε πρεσβευτή τής Βαυαρίας στην Ελλάδα. Το 1858 όμως απομακρύνθηκε από τη θέση κατ’ απαίτηση τού Όθωνα διότι ήρθε σε ρήξη με η βασίλισσα Αμαλία. Αργότερα επέστρεψε στη Γερμανία όπου πέθανε στο Μόναχο το 1892.

 

Petrakhs

Ανάργυρος Πετράκης

Ο Ανάργυρος Πετράκης γεννήθηκε στην Αθήνα τo 1793. Ήταν γόνος γνωστής οικογένειας με καταγωγή από τη Δημητσάνα και είχε εγκατασταθεί στην Αθήνα από τον 17ο αιώνα. Τα περισσότερα μέλη της οικογενείας είχαν ακολουθήσει τον ιερατικό ή τον μοναχικό κλάδο. Σε αυτούς οφείλεται και η ίδρυση τής Μονής Πετράκη. Μόνο ο Ανάργυρος Πετράκης, που τα χρόνια τής Επανάστασης σπούδασε γιατρός, δεν θέλησε να λάβει το μοναχικό σχήμα. Προεπαναστατικά διετέλεσε δημογέροντας και κριτής (δικαστής). Κατόπιν αναμείχθηκε στην πολιτική και το 1822 διορίστηκε δημογέροντας από τον Οδυσσέα Ανδρούτσο. Συμμετείχε ενεργά στην Επανάσταση και εξελέγη πληρεξούσιος στη Β΄ Εθνική Συνέλευση τού1823.

Οι εκλογές για την ανάδειξη τού πρώτου δημάρχου τής Αθήνας πραγματοποιήθηκαν μεταξύ 15 και 20 Μαρτίου 1835 και διήρκεσαν έξι ημέρες. Ο δήμαρχος δεν εκλεγόταν απευθείας από τον λαό. Οι ψηφοφόροι εξέλεγαν το δημοτικό συμβούλιο, το οποίο πρότεινε τρεις υποψήφιους δημάρχους από τους οποίους ο βασιλιάς θα επέλεγε τον ένα. Επελέγη τότε ο Ανάργυρος Πετράκης αντί τού πλειονοψηφήσαντος Δ. Καλλιφρονά. Στο πρώτο δημοτικό συμβούλιο συμμετείχαν ιστορικές προσωπικότητες, όπως ο Μακρυγιάννης, ο Γεννάδιος, ο Σκουζές, ο Γέροντας, ο Μπενιζέλος και ο Παλαιολόγος.

Όταν ο Πετράκης διορίστηκε δήμαρχος παρέλαβε μια πόλη σε φοβερή κατάσταση. Στον Δήμο Αθηναίων, ο οποίος συστάθηκε με Διάταγμα την 1η Oκτωβρίου 1834, περιλαμβάνονταν ακόμη τα Πατήσια και οι ευρύτερες περιοχές τού Φαλήρου και τού Κηφισού, καθώς και ολόκληρος ο Πειραιάς, μέχρι που έγινε ανεξάρτητος Δήμος. Το Ταμείο τού Δήμου ήταν τελείως αδειανό. Η Αθήνα τότε ήταν μια πόλη ερειπίων, χωρίς υποδομές, με τα νερά να λιμνάζουν. Παρ' όλα αυτά, ο πρώτος αυτός δήμαρχος προσέφερε σημαντικές υπηρεσίες στον τόπο τoυ και πραγματοποίησε πολλά έργα, άνοιξε δρόμους, κατασκεύασε εξυγιαντικά έργα, έχτισε το πρώτο δημοτικό σχολείο στην Πλάκα, δημιούργησε «Δημοτική φρουρά» για την ασφάλεια τής πόλης, την καθάρισε από τα σκουπίδια, ίδρυσε δύο λαϊκά ιατρεία για τους απόρους , ίδρυσε τη Δημοτική Βιβλιοθήκη, θεμελίωσε το Δημοτικό Νοσοκομείο (Ακαδημίας 50) και ξεκίνησε το χτίσιμο των τότε Ανακτόρων.

Ήταν απολύτως φυσικό ο δήμαρχος τής πόλεως να γίνει ένα εκ των ιδρυτικών μελών τής Φ.Ε., αφού όπως είδαμε συνεργαζόταν στον Δήμο με έναν εκ των βασικών ιδρυτών της, τον Γ. Γεννάδιο.

Την περίοδο τής δεύτερης δημαρχίας του το 1841 θεμελιώθηκε ο Μητροπολιτικός Ναός Αθηνών, δεντροφυτεύτηκε η πόλη, οργανώθηκε η αστυνομία προκειμένου να παταχθούν τα κακοποιά στοιχεία . Παραιτήθηκε από τη θέση τού δημάρχου κατά τη διάρκεια των γεγονότων τής επανάστασης τής 3ης Σεπτεμβρίου 1843. Πέθανε στην Αθήνα το 1876.

 

AngelosGerontas[1]

Άγγελος Γέροντας

Ο Άγγελος Γέροντας γεννήθηκε στην Αθήνα το 1785. Η οικογένειά του, παλιά και αρχοντική, είχε καταγωγή από τον Μυστρά. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και γρήγορα εντάχθηκε στους άρχοντες τής πόλης. Το 1820 εξελέγη δημογέροντας. Τον ίδιο χρόνο μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και προετοίμασε με επιτυχία την εξέγερση τής επανάστασης στην Αθήνα. Συνελήφθη από τους Τούρκους το 1821 και φυλακίστηκε στην Ακρόπολη, όπου βασανίστηκε πολύ. Δραπέτευσε και κατέφυγε στην Αίγινα. Το 1822 πήρε το αξίωμα τού κριτή (δικαστή) και το 1824-25 του ανετέθη η είσπραξη τού φόρου τής δεκάτης από την Κηφισιά, το Μαρούσι και το Χαλάνδρι.

Επί Καποδίστρια έγινε κεντρικός επίτροπος τής Πελοποννήσου. Το 1831-1832 έγινε μέλος τής προσωρινής Δημογεροντίας. Το 1833-34 ήταν λιμενάρχης Πειραιά. Το 1835 ήταν δημαρχιακός πάρεδρος Αθηνών. Έγινε ιδρυτικό μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και δήμαρχος Αθηναίων από τον Ιανουάριο μέχρι τον Ιούνιο τού 1837.

Έγραψε σύντομα απομνημονεύματα που δημοσιεύτηκαν από τον Δημήτριο Καμπούρογλου στα «Μνημεία τής ιστορίας των Αθηνών» (τόμος Γ΄). Πέθανε το 1862 στην Αθήνα.

 

Χρήστος Τουφεξής

Ο Χρήστος Τουφεξής ήταν λόγιος. Από τις πηγές τής εποχής χαρακτηρίζεται ως φιλόκαλος και φιλόμουσος άνδρας. Το 1827 αναφέρεται το όνομά του στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως, διότι παρήγγειλε αριθμό πινάκων αλληλοδιδακτικής, αλλά και διότι βοήθησε στην ίδρυση του Ορφανοτροφείου στην Άνδρο. Το 1829 αναφέρεται το όνομά του στον κατάλογο «των Φιλομούσων και Φιλοκάλων συνδρομητών τού διά την εκπαίδευσιν των κορασίων τής Ερμουπόλεως συσταινομένου Αλληλοδιδακτικού σχολείου». Θα πρέπει να θεωρήσουμε φυσικό επακόλουθο το ότι με μεγάλη προθυμία έσπευσε να ενισχύσει την ιδέα τού Ιω. Κοκκώνη και να γίνει ιδρυτικό μέλος τής Φ.Ε. Το όνομά του αναφέρεται ακόμα στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως τού 1844 σε κατάλογο περί εκλογής των ορκωτών κριτών τού Νόμου.

 

Κοσμάς Κοκκίδης

Γεννήθηκε στο Γάνο Προποντίδας το 1799. Ήταν αγωνιστής τού απελευθερωτικού αγώνα και καθηγητής στη Σχολή Ευελπίδων. Στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως του 1844 αναφέρεται το όνομά του στον κατάλογο των κατοίκων τής Διοικήσεως Αττικής των εχόντων προσόντα ενόρκου για το 1845. Το 1859 δώρισε στο Μουσείο τής Αρχαιολογικής Εταιρείας δύο επιγραφές επί λίθου που βρήκε στο σπίτι του. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Πέθανε το 1867.

 

Ενρίκος Νικόλαος Ουλέριχος

Ο Ενρίκος Νικόλαος Ουλέριχος [Ulrich] γεννήθηκε στη Βρέμη και είχε μεγάλη φιλελληνική δράση. Ελάχιστα γνωρίζουμε για τη ζωή του. Οι περισσότερες πληροφορίες στηρίζονται στον πρόλογο τού 2ου τόμου τού έργου του «Reisen und Forschungen in Griechenland» τον οποίο έγραψε ο Α. Passaw. To βιβλίο εκδόθηκε στο Βερολίνο το 1836. Ο Ουλέριχος συνόδευσε τον Όθωνα στην Ελλάδα το 1832, μαζί με τους αξιωματούχους τής Αντιβασιλείας. Υπήρξε λάτρης τού αρχαίου ελληνικού κόσμου γι’ αυτό περιηγήθηκε και εξερεύνησε πολλά μέρη τής Ελλάδας. Το 1833 ανέλαβε να διδάξει στο σχολείο της Αίγινας Λατινικά και Γερμανικά. Το 1841 ανέλαβε την έδρα τής Ρωμαϊκής Φιλολογίας και Αρχαιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Άλλα έργα του είναι το «Reisen uber Delphi durch Phokien- Boetien bis Theben», «Τopographie von Theben», «Topographie der Hafen von Athen». Το 1843 εξέδωσε το πρώτο Λατίνο-Ελληνικό (Αρχαία Ελληνικά) λεξικό. Εξέδωσε ακόμα Λατινική Γραμματική, Λατινική Χρηστομάθεια. Το ίδιο έτος πέθανε σε νεαρή ηλικία.

 

Loudovikos Ros

Λουδοβίκος Ρος (Ross)

Ο Λουδοβίκος Ρος γεννήθηκε το 1806 στο Μπόρνχοβετ τού Χόλσταϊν, που τότε ανήκε στη Δανία. Παρακολούθησε κλασικά γράμματα σε ανώτερα γερμανικά εκπαιδευτήρια και σπούδασε κλασική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο τού Κιέλου (1825-29). Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στη Κοπεγχάγη και τη Λειψία. Μελέτησε κυρίως τους αρχαίους Έλληνες κλασικούς και ιδιαίτερα τον Αριστοφάνη και τον Πλάτωνα. Στην Ελλάδα ήρθε το 1832 ως υπότροφος τού βασιλιά τής Δανίας Φρειδερίκου Στ΄ με σκοπό να μελετήσει τις ελληνικές αρχαιότητες. Εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο και επισκέφθηκε πολλά μέρη τής Πελοποννήσου, τής Αττικής και τής Βοιωτίας. Παράλληλα γνωρίστηκε με πολλές πνευματικές προσωπικότητες τής εποχής. Μετά την άφιξη τού Όθωνα μπήκε στους κύκλους τής αυλής και τού διπλωματικού σώματος.

Το 1833 συνεργάστηκε με τον Άντολφ Βάισσενμπουργκ «διά την διατήρησιν αλλά και την ανεύρεσιν και συλλογήν των αρχαιολογικών θησαυρών τού βασιλείου» και διορίστηκε υποέφορος τής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας στην Πελοπόννησο, μαζί με τον Κυριάκο Πιττάκη (Στερεά Ελλάδα) και τον Ιωάννη Κοκκώνη (νησιά). Ο Ρος εργάστηκε για την αποκάλυψη, τη διάσωση και την αναστήλωση πολλών αρχαίων μνημείων. Πραγματοποίησε έρευνες στην Τεγέα, στο Γύθειο, στη Μεγαλόπολη, τη Σπάρτη και περιηγήθηκε πολλά μέρη τής Ελλάδας. Φρόντισε για την σύσταση τού πρώτου «Δημόσιου Κεντρικού Μουσείου» στο Θησείο (1835).Φρόντισε επίσης να απομακρυνθεί από την Ακρόπολη η βαυαρική φρουρά και τοποθέτησε απόμαχους στρατιωτικούς ως αρχαιοφύλακες. Φρόντισε για την ανάδειξη των μνημείων τού ιερού βράχου και το 1835-36 μαζί με τους αρχιτέκτονες Σάουμπερτ, Χάνσεν και Λωράν επιχείρησε την πρώτη αναστήλωση τού ναού τής Αθηνάς Νίκης.

Το 1836 έγινε ιδρυτικό μέλος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Τον ίδιο χρόνο κατηγορήθηκε ότι παραχώρησε επιγραφές προς δημοσίευση στον διάσημο φιλόλογο Α. Μπαικχ. Οι εφημερίδες έγραψαν εναντίον του και έτσι παραιτήθηκε από τη θέση του. Το 1837, όταν λειτούργησε το Πανεπιστήμιο Αθηνών, διορίστηκε ως ο πρώτος καθηγητής Αρχαιολογίας. Δίδαξε ώς το 1843 οπότε απαγορεύτηκε η συμμέτοχη των ξένων στις δημόσιες υπηρεσίες. Ο Όθων αναγκάστηκε να αποδεχθεί το μέτρο, προκειμένου να κατευνάσει τη λαϊκή εξέγερση. Το 1845 ο Ρος επέστρεψε στη Γερμανία και δίδαξε Κλασική Αρχαιολογία στο Πανεπιστήμιο τού Χάλλε, όπου και πέθανε το 1859 (αυτοκτόνησε λόγω υποτροπής μιας επώδυνης ασθένειας από την οποία υπέφερε).

 

Ιωάννης Κλάδος

Ο Ιωάννης Κλάδος με καταγωγή από τα Κύθηρα έζησε πολλά χρόνια στην Ύδρα όπου ήταν υποπρόξενος της Ρωσίας. Η διαμονή του εκεί και η θέση του τον έκανε φίλο με την οικογένεια Κουντουριώτη. Ήταν γιατρός. Εξέδωσε το 1836 διατριβή με θέμα «Περί της Χολέρας εν Αθήναις». Ήταν ο πρώτος που έκανε ανακοίνωση κατά την έναρξη των εργασιών της εν Αθήναις Ιατρικής Εταιρείας, με ανακοίνωσή του «Πει υδροφοβίας». Ήταν ιδρυτικό μέλος της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και της έν Αθήναις Ιατρικής Εταιρείας που ιδρύθηκε το 1837.

 

Kalifronas

Δημήτρης Καλλιφρονάς

Ο αγωνιστής και πολιτικός Δημήτριος Καλλιφρονάς, που ήταν γνωστός με το προσωνύμιο «φουστανελοφόρος», γεννήθηκε το 1805 στην Αθήνα. Καταγόταν από παλιά αθηναϊκή οικογένεια. Στη διάρκεια τής Επανάστασης, το 1825, εντάχθηκε στο στρατιωτικό σώμα τού Φαβιέρου και πολέμησε με ηρωισμό για τη σωτηρία τής Ακρόπολης από τα στρατεύματα τού Κιουταχή και μάλιστα τραυματίστηκε στη μάχη στον Ανάλατο. Μετά την Επανάσταση υπηρέτησε σε μεγάλες διοικητικές θέσεις. Ενδιαφέρθηκε πολύ για τα προβλήματα τής πόλης και λόγω τού κύρους που είχε στην Αθήνα τον αποκαλούσαν πολιτικό «αττικάρχη». Υπήρξε ιδρυτικό μέλος τής Φ.Ε. την οποία ως δήμαρχος Αθηναίων βοήθησε πολλές φορές. Δήμαρχος Αθηναίων διετέλεσε από το 1837 έως το 1841 και ήταν πρώτος πρόεδρος τού δημοτικού συμβουλίου της Αθήνας. Διακρινόταν για τις φιλελεύθερες αντιλήψεις του. Συμμετείχε σε όλες τις αντιοθωνικές εξεγέρσεις και πήρε μέρος στην επανάσταση τής 3ης Σεπτεμβρίου. Για τις αντιδυναστικές του ενέργειες καταδιώχθηκε και φυλακίστηκε. Εξελέγη πληρεξούσιος στην Α΄ Εθνοσυνέλευση τού 1843 και μέλος τής επιτροπής για τη σύνταξη σχεδίου Συντάγματος. Αναδείχθηκε βουλευτής από το 1844 ώς το 1892. Διετέλεσε πρόεδρος και αντιπρόεδρος τής Βουλής, υπουργός Δημόσιας Εκπαίδευσης και Εκκλησιαστικών (4 φορές) και υπουργός Ναυτικών (2 φορές). Πέθανε στην Αθήνα το 1897 σε ηλικία 97 ετών.

 

lidorikiw

Αναστάσιος Λιδωρίκης (Λοιδωρίκης)

Η οικογένεια Λιδωρίκη είχε καταγωγή από τη Δωρίδα. Ο Αναστάσιος γεννήθηκε το 1788 στο Παλαιοκάτουνο, το σημερινό Κροκύλειο Φωκίδας, τής επαρχίας Λιδωρικίου. Από παιδί εγκαταστάθηκε στα Γιάννενα για να παρακολουθήσει μαθήματα κοντά στον λόγιο τής εποχής Αθανάσιο Ψαλίδα. Διακρινόταν για την ευφυΐα του. Μπήκε στην υπηρεσία τού Αλή Πασά και έγινε από τους επιφανέστερους συμβούλους του, παίρνοντας τον τίτλο του μουχουρδάρη, δηλ. σφραγιδοφύλακα. Μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία και τις παραμονές τής Επαναστάσεως επανήλθε στο Λιδωρίκι και βοήθησε στην πορεία τής επανάστασης στην περιοχή του, διακινδυνεύοντας τη ζωή του. Εστάλη παραστάτης στις Συνελεύσεις και επανειλημμένως αντιπροσώπευσε τη Δωρίδα. Με την έναρξη τής Επανάστασης εκλέχθηκε βουλευτής. Αρνήθηκε να πάρει θέση κατά των Πελοποννησίων κατά τη διάρκεια τού εμφυλίου. Στην πολιορκία των Αθηνών πήγε με αποστολή τής κυβέρνησης στη Δυτική Ελλάδα για να ξεσηκώσει τους ευρισκόμενους εκεί στρατιωτικούς. Διορίστηκε διοικητής τής ανατολικής Ελλάδας και μέλος τής Γερουσίας. Έγινε ιδρυτικό μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Επί Όθωνα διορίστηκε διοικητής τής Καρύταινας και αργότερα τής Λειβαδιάς. Διετέλεσε βουλευτής, γερουσιαστής και βασιλικός επίτροπος στην Ιερά Σύνοδο. Πέθανε το 1868.

 

Αναστάσιος Λεονάρδος

Ο Αναστάσιος Λεονάρδος καταγόταν από τα Αμπελάκια τής Θεσσαλίας και ήταν λόγιος με σπουδές στο εξωτερικό. Σε διάφορες πηγές αναφέρεται ότι προσέφερε αρχαιότητες που βρέθηκαν στην οικία του για να εμπλουτιστεί το Εθνικό Μουσείο. Στην Εφημερίδα τής Κυβερνήσεως τού Βασιλείου τής Ελλάδος αναφέρεται ότι το 1837 ο Α. Λεονάρδος ήταν υπουργικός πάρεδρος. Συνεργάσθηκε με τον Αλ. Ρίζο Ραγκαβή, τον Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό και τον Μάμουκα στη «Γραμματεία επί των Εκκλησιαστικών και τής Δημοσίας Εκπαιδεύσεως». Ήταν ιδρυτικό μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.

 

Ιωάννης Ζαφειρόπουλος ή (Ζαφυρόπουλος)

Ο Ιωάννης Ζαφειρόπουλος καταγόταν από τον Αγιάννη τής επαρχίας τού Αγίου Πέτρου Πελοποννήσου. Ασχολήθηκε με το εμπόριο στη Μασσαλία μαζί με τον αδελφό τού Κωνσταντίνο. Ήταν μέλος τής Φιλικής Εταιρείας. Επέστρεψε στην Ελλάδα όταν άρχισε ο αγώνας. Ο αδελφός του Παναγιώτης είχε συστήσει σώματα με πολεμιστές από την Κυνουρία, μαζί με τους οποίους πολέμησε στις περισσότερες μάχες. Διακρινόταν για τη γενναιότητα και την τόλμη του. Συμμετείχε στις μάχες για την άλωση τής Τριπολιτσάς και στη μάχη τού Ναυπλίου, μετά την απελευθέρωση τού οποίου ορίστηκε διοικητής τής πόλεως. Συνελήφθη από τον Δράμαλη και απελευθερώθηκε με την ανακατάληψη τής πόλης από τους Έλληνες. Συμμετείχε στη Β΄ Εθνοσυνέλευση τού Άστρους το 1823. Κατά την εισβολή τού Ιμπραήμ έπεισε τους συμπολίτες του να βοηθήσουν στην επισκευή τού παλαιού φρουρίου του Άστρους με δικές του δαπάνες. Έγινε ιδρυτικό μέλος τής Φ.Ε. Το 1837 έγινε δήμαρχος Θυρέας (Άστρους). Το 1847 εξελέγη βουλευτής και γερουσιαστής. Πέθανε το 1854 κατά τη διάρκεια τής μεγάλης επιδημίας χολέρας στην Αθήνα.

 

 

Karatzas

Ιωάννης Καρατζάς

Ο Ιωάννης Καρατζάς ήταν Φαναριώτης, γιος τού Γεωργίου Καρατζά, ο οποίος ήταν γιατρός τού Σουλτάνου. Γεννήθηκε το 1754. Το 1807-1808 ήταν μεγάλος διερμηνέας. Από το 1812 μέχρι το 1818 διετέλεσε ηγεμόνας στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Στην περίοδο τής ηγεμονίας του ενδιαφέρθηκε για την εξάπλωση τής ελληνικής παιδείας. Αναδιοργάνωσε τα παλαιά σχολεία, ίδρυσε πολλά καινούργια και προστάτεψε τις επιστήμες. Αναδιοργάνωσε τη λειτουργία τού λυκείου διορίζοντας τέσσερεις Έλληνες εφόρους και διαθέτοντας χρήματα για τη βιβλιοθήκη και για δασκάλους, ενώ καθιέρωσε το σύστημα των ετήσιων εξετάσεων των μαθητών. Κατά τη διάρκεια τής ηγεμονίας του ίδρυσε στο Βουκουρέστι το 1817 το πρώτο μόνιμο θέατρο τής Βαλκανικής. Σημαντικό είναι και το νομοθετικό του έργο. Ο «Πολιτικός Κώδιξ Ουγγροβλαχίας» (1818) συντάχθηκε από τον Αθανάσιο Χριστόπουλο και είναι νομοθετική συλλογή όλων των κλάδων τού Δικαίου βασισμένη στο βυζαντινό και το γαλλικό Δίκαιο. Στην αρχή ο Καρατζάς είχε την εύνοια τού Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄. Όταν έπεσε στη δυσμένειά του εγκατέλειψε το Βουκουρέστι και πήγε στη Γενεύη και την Πίζα μαζί με τον ανιψιό του Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Εκεί συνδέθηκε με τον μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο καθώς και με φιλέλληνες και λογοτέχνες. Τότε ασχολήθηκε με μεταφράσεις έργων τού Κάρλο Γκολντόνι.

Ενδιαφέρθηκε για την ελληνική επανάσταση την οποία ενίσχυσε οικονομικά. Μάλιστα κάποιοι κύκλοι τον είχαν προτείνει και για ηγεμόνα τής επαναστατημένης Ελλάδας. Το 1830 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου έζησε ώς τα γεράματα.

Η απόφασή του να γίνει ιδρυτικό μέλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας δεν εξέπληξε κανέναν, γιατί πάντοτε ενίσχυε την ελληνική παιδεία, αφού στο παρελθόν είχε φροντίσει ιδιαίτερα για την παιδεία των Ελλήνων τής Βλαχίας μέσω τού Λυκείου του Βουκουρεστίου ώστε «να διδάσκεται με πολλήν ἀκρίβειαν ο Έλλην λόγος από τα σοφά συγγράμματα των αθανάτων Ελλήνων προγόνων μας», όπως έλεγε ο ίδιος. Αναδιοργάνωσε τη λειτουργία τού λυκείου διορίζοντας τέσσερεις Έλληνες εφόρους και διαθέτοντας χρήματα για τη βιβλιοθήκη και για δασκάλους, ενώ καθιέρωσε το σύστημα των ετήσιων εξετάσεων των μαθητών.

Παναγιώτα Αν. Ατσαβέ

φιλόλογος – ιστορικός