Δημοσιεύματα τού καθημερινού Τύπου για το Σχολείο τής Εταιρείας 1850-1860

 

Και πάλι κριτική στη «Φιλοπαιδευτική»

99CAFBF040B30E9D0607E7BEAA1C53DA

Ο Όθων και η Αμαλία, έφιπποι, κάνουν βόλτα στους στύλους τού Ολυμπίου Διός. Η Αμαλία και ο Όθων είχαν ενστερνιστεί τη Μεγάλη Ιδέα και ήρθαν έτσι σε ρήξη με τους Αγγλογάλλους και τις Μεγάλες Δυνάμεις.

Είχαν παρέλθει 16 σχεδόν χρόνια από την εποχή που ετέθη θέμα αλλαγής τού ονόματος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και η εφημερίδα «Αθηνά» δεν είχε μεταβάλει την επικριτική στάση της απέναντι στη Φ.Ε., εξακολουθώντας να αντιπολιτεύεται τις εκάστοτε κυβερνήσεις τής χώρας αλλά και ό,τι αυτές υποστήριζαν. Το 1856 πρωθυπουργός τής Ελλάδας ήταν ο Δ. Βούλγαρης, γνωστός για τις μεθόδους που μετήρχετο για να κερδίσει τις εκλογικές αναμετρήσεις, κάτι που ο αρθρογράφος φυσικά δεν ενέκρινε. Όμως και για την Ελλάδα το 1856 ήταν έτος ταραγμένο πολιτικά. Το κλίμα είχε επιβαρυνθεί λόγω τής κατάληψης τού Πειραιά και των Αθηνών από τις αγγλικές και τις γαλλικές δυνάμεις, διότι ο Όθων υποδαύλιζε την εξέγερση των Ελλήνων στις υπόδουλες περιοχές τής Ηπείρου, τής Θεσσαλίας και τής Μακεδονίας, ενέργεια αντίθετη προς τα συμφέροντά τους. Τό «Υπουργείο Κατοχής», όπως ονομάσθηκε η κυβέρνηση Αλέξ. Μαυροκορδάτου (που ήταν και πρόεδρος τής Φ.Ε.), ανέλαβε την εξουσία μετά την παύση τής κυβερνήσεως τού Αντ. Κριεζή από τον Όθωνα. Οι δυνάμεις κατοχής εξανάγκασαν την Ελλάδα να τηρήσει ουδετερότητα στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο. Φυσικά ο βίος τής κυβερνήσεως εκείνης ήταν βραχύς. Η κυβέρνηση τού Δημ. Βούλγαρη, που διαδέχθηκε την προηγούμενη, είχε τα ίδια χαρακτηριστικά υποτελείας. Όταν γραφόταν το άρθρο αυτό ο γνωστός για τις εκλογικές του ατασθαλίες πολιτικός ήταν πρωθυπουργός ήδη ένα έτος και ο συντάκτης θεωρεί ότι οι πολιτικές ατασθαλίες έχουν επηρεάσει και τη διοίκηση τής ΦΕ.

 

Είναι αλήθεια ότι οι κυβερνώντες την Ελλάδα τον 19ο αιώνα, αλλά κυρίως οι βασίλισσες (αρχικά η Αμαλία και αργότερα η Ολγα), είχαν θέσει το Αρσάκειο υπό την προστασία τους και το βοηθούσαν να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε δυσκολία. Ο συντάκτης τού άρθρου θεωρεί ότι το γεγονός αυτό επηρέασε αρνητικά τη νοοτροπία των διοικούντων το Σχολείο, τους έκανε να αισθάνονται παντοδύναμοι και γι’ αυτό έγιναν αντιπαθείς. Εδώ φαίνεται καθαρά ότι η θέση τού συντάκτη οφείλεται κυρίως στις αντίθετες πολιτικές του απόψεις από τους διοικούντες και υποστηρίζοντες τη Φ.Ε. Πάντως, παρά τις οποιεσδήποτε διαφορές του με τη διοίκηση τής Φ.Ε., ο συντάκτης αναγνωρίζει το γεγονός ότι έχει εκπληρώσει με επιτυχία τον βασικό της στόχο, δηλ. τη μόρφωση διδασκαλισσών, οι οποίες θα μπορούσαν να διδάξουν ανά την Ελλάδα και τον εκτός αυτής Ελληνισμό, τις νέες κοπέλλες, τις μελλοντικές μητέρες που θα αναθρέψουν σωστά τα Ελληνόπουλα. Είναι σαφές ότι ο συντάκτης τού άρθρου θεωρούσε ότι η μόρφωση των «κορασίων» εἱναι αναγκαία μόνο για να γίνουν καλές μητέρες και να αναθρέψουν σωστά τα τέκνα τους. Πολλοί από τους υποστηρικτές τής γυναικείας εκπαίδευσης είχαν την ίδια άποψη και ούτε που υποψιάζονταν το γεγονός ότι όποιος λαμβάνει το θείο δώρο τής εκπαίδευσης μπορεί να το χρησιμοποιήσει όπως εκείνος θέλει, χωρίς να μπορεί κανένας να θέσει περιορισμούς.

alexmavrokordatosag1[1]

Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος (1791-1865) ήταν από τις περισσότερο αμφιλεγόμενες προσωπικότητες τού Αγώνα. Διπλωμάτης και πολιτικός, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή τής Ελλάδας κατά τη διάρκεια τής Επανάστασης αλλά και μετά. Ανιψιός τού πρίγκιπα Ι. Καρατζά, διετέλεσε πρόεδρος τής Α΄ Εθνοσυνέλευσης, τού Εκτελεστικού και τού Βουλευτικού. Εναντιώθηκε στον Καποδίστρια γιατί υποστήριζε την αγγλική πολιτική. Διετέλεσε πρωθυπουργός 5 φορές.

Το 1856 πρόεδρος τής Φ.Ε .ήταν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, αντιπρόεδρος ο Νικόλαος Θεοχάρης, γραμματεύς ο Ευστάθιος Σίμος και μέλη οι Κωνσταντίνος Κοντογόνης, Δαμιανός Γεωργίου, Γεώργιος Κωνσταντινίδης, Παναγιώτης Γιαννόπουλος, Δρόσος Δρόσος, Στέφανος Κουμανούδης, Σταμάτιος Δάρας, Δημήτριος Λεβίδης, Νικόλαος Χατζόπουλος. Εξ αυτών ο Αλ. Μαυροκορδάτος μέχρι το 1855 ήταν ο πρωθυπουργός τού «Υπουργείου Κατοχής», όπως ειρωνικά ονόμασαν την κυβέρνηση που διασφάλισε την ουδετερότητα τής Ελλάδος στον Ρωσοτουρκικό πόλεμο, αντίληψη αντίθετη με τη γραμμή τής εφημερίδας. Ο αντιπρόεδρος τής Φ.Ε. Νικόλαος Θεοχάρης είναι παλαιός γνώριμος τής εφημερίδας. Είναι αυτός που σε προηγούμενο δημοσίευμα αναφέρεται ως προστάτης τού Κοκκώνη και των υποστηρικτών του στο να παραμείνει το όνομα «Φιλεκπαιδευτική». Δεν χρειαζόταν ο συντάκτης περισσότερα για να ξεκινήσει επίθεση εναντίον τού Συμβουλίου τής Φ.Ε. και να επικρίνει το έργο του. Φθάνει μάλιστα στο σημείο να επικαλεστεί δημοσιεύματα σατιρικών εφημερίδων από αυτές που κυκλοφορούσαν στην Αθήνα και ασκούσαν κριτική στην εξουσία. Και αυτό ενώ ήταν σε όλους γνωστό ότι η κριτική αυτή άλλοτε καλυπτόταν από μια έξυπνη σάτιρα, ενώ άλλοτε ήταν σκληρή και βασιζόταν σε ανώνυμες ή και επώνυμες καταγγελίες πολιτών.

Ο γράφων κατηγορεί το Δ.Σ. ότι δεν εισπράττει πλέον δωρεές, γιατί είναι αναξιόπιστο. Όμως το 1856 το κτήριο τής ΦΕ είχε ολοκληρωθεί χάρη στη μεγάλη δωρεά τού Απόστολου Αρσάκη που έγινε παντού γνωστή. Επίσης έχει ολοκληρωθεί και ο ναός τής Αγίας Αναστασίας, στα εγκαίνια τού οποίου όμως δεν ήρθε ο Αρσάκης, λόγω τής κατοχής των Αγγλογάλλων και τής επιδημίας τής πανώλης που ακολούθησε. Ήταν φυσικό να δημιουργηθεί στον κόσμο η εντύπωση ότι η Φ.Ε. δεν είχε πλέον ανάγκη χρημάτων και συνδρομών. Ακόμα ήταν φυσικό σε περιόδους ταραγμένες οι άνθρωποι να κρατούν τα χρήματά τους για ενδεχόμενες μελλοντικές δυσκολίες. Η μείωση, λοιπόν, των συνεισφορών δεν αποτελούσε ένδειξη έλλειψης εμπιστοσύνης προς το Δ.Σ. Η επόμενη μεγάλη δωρεά που θα έγινε στο Αρσάκειο ήταν αυτή τής Ελένης Τοσίτσα το 1857, για να κτιστεί το Τοσίτσειο στη γωνία των οδών Σταδίου και Τυπογραφίας, σήμερα Αρσάκη.

page 6[1]

Ο Μιχαήλ και η Ελένη Τοσίτσα. Το ζεύγος Τοσίτσα λίγο μετά τον γάμο του εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια τής Αιγύπτου. Ο πίνακας, που παρουσιάζει και τους δύο σε νεαρή ηλικία, φιλοτεχνήθηκε στην Αλεξάνδρεια από άγνωστο ζωγράφο.

Η δεύτερη κατηγορία ήταν ότι το Δ.Σ. διαχειρίζεται κακώς τα επιδόματα που παίρνει από το κράτος. Όμως, όπως αποδεικνύεται από την απάντηση που έδωσε η Φ.Ε., οι 10.000 δρχ στις οποίες αναφέρεται εδώ το δημοσίευμα δεν αποτελούσαν παγία ετήσια συνδρομή τού κράτους προς τη Φ.Ε. ούτε έκτακτο βοήθημα. Το ποσόν αυτό εδίδετο ετησίως για να συμπληρωθεί το ποσό των διδάκτρων και των σιτίων για τις υπότροφες μαθήτριες τού κράτους, για τις οποίες το κράτος πλήρωνε ελάχιστα δίδακτρα που δεν επαρκούσαν και για τη σίτισή τους.

Ως λύση των προβλημάτων τής Φ.Ε. ο συντάκτης τού άρθρου προτείνει να γίνει ανανέωση των μελών τής Φ.Ε. και νέες εκλογές μεταξύ πολιτών που διαθέτουν σύνεση και φρόνηση. Όμως ο τρόπος που εκλέγονταν τα μέλη τής Φ.Ε. καθοριζόταν από το Καταστατικό της. Σύμφωνα με αυτό τα νέα μέλη προτείνονται από το υπάρχον Δ.Σ. Αυτά με τη σειρά τους ασκούσαν έλεγχο στο Δ.Σ. τής Εταιρείας και εξέλεγαν το επόμενο. Ο παραλληλισμός αυτός με τους οπαδούς των πολιτικών κομμάτων, που δεν παίρνουν καμία θέση αν πρώτα δεν δηλώσουν πίστη στην εκάστοτε κυβέρνηση, είναι μάλλον αυθαίρετος, αφού η δεύτερη αυτή περίπτωση δεν επιβάλλεται από κανένα καταστατικό. Άλλωστε, αν ανατρέξουμε στα ονόματα των μελών τού Δ.Σ. τής Φ.Ε. τη δεκαετία 1846-1856, παρατηρούμε ότι στο διάστημα αυτό έγιναν 10 φορές εκλογές. Πρόεδροι διετέλεσαν οι Αν. Μεταξάς (1846-1850) και Αλ. Μαυροκορδάτος (1851-1856), ο οποίος συνέχισε να εκλέγεται στη θέση αυτή μέχρι το 1865, αντιπρόεδροι διετέλεσαν οι Χρ. Κλωνάρης (1846-1849), Αντ. Κριεζής (1850), Δρ. Μανσόλας (1851-1854), Μισ. Αποστολίδης (1855), Ν. Θεοχάρης (1856-), γραμματείς οι Δ. Φωτήλας (1846-1849), Ευστ. Σίμος (1850-1856) και μέλη οι Ι. Ψαρράς (6 χρόνια), Κ. Κοντογόνης (7 χρόνια), Δαμ. Γεωργίου (7 χρόνια), Δρ. Δρόσος (7 χρόνια), Δ. Λεβίδης (5 χρόνια), Αν. Χατζόπουλος (4 χρόνια), Ν. Χατζόπουλος (3 χρόνια), Κ. Ασώπιος (4 χρόνια), Θρ. Ζαΐμης (1 χρόνο), Στ. Δάρας (11 χρόνια), Π. Γιαννοπουλος (1 χρόνο), Π. Καλλιγάς (3 χρόνια), Λ. Ράλλης (1 χρόνο), Στ. Κουμανούδης (1 χρόνο). Παρατηρούμε, λοιπόν, ότι στο διάστημα αυτό σχεδόν αποχωρεί ο Κ. Κλωνάρης, δικαστικός, υποστηρικτής τού ονόματος «Φιλοπαιδευτική», τον οποίο ο συντάκτης τής εφημερίδας επαινούσε για τη στάση του στο θέμα τής διαμάχης. Φαίνεται καθαρά πως η μεγαλύτερη αντίδραση επικεντρώνεται μάλλον στο πρόσωπο τού Αλ. Μαυροκορδάτου και των συνεργατών του. Είναι φυσικό σε μια ταραγμένη εποχή, που το κίνημα κατά τού Όθωνα άρχιζε να φουντώνει, το γεγονός ότι ο Αλ. Μαυροκορδάτος ανέλαβε το «Υπουργείο Κατοχής», δηλ. τη διακυβέρνηση τής χώρας επί αγγλογαλλικής κατοχής, να προκαλέσει μεγάλη αντίδραση στους κύκλους των αντιβασιλικών.

Από το δημοσίευμα καθίσταται σαφές ότι αυτόι΄που κατέκριναν τη Φ.Ε. προσπαθούσαν παράλληλα να πλήξουν και τους υποστηρικτές της. Παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφερον το γεγονός ότι ενώ η Φ.Ε. σπάνια απαντούσε στα επικριτικά προς αυτή άρθρα, προσπαθώντας να κρατήσει χαμηλό προφίλ, στο άρθρο αυτό έσπευσε να απαντήσει όπως θα δούμε παρακάτω.

IMG

«Αθηνά», έτος ΚΕ΄, αριθ. 2367 / Πέμπτη 26 Ίανουαρίου 1856

         

Η απάντηση τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας

Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία σπάνια απαντούσε στις κατηγορίες των εφημερίδων. Τις απαντήσεις έδιναν μέλη τού Δ.Σ. με εμπνευσμένους λόγους κατά τη διάρκεια εορτών, αποφοιτήσεων ή επετείων. Φαίνεται όμως ότι οι κατηγορίες τής εφημερίδας «Αθηνά» κρίθηκαν σοβαρές, ίσως γιατί άγγιζαν και θέματα τού Καταστατικού τής Φ.Ε. Έτσι λίγες μέρες μετά τη δημοσίευση των δύο άρθρων τής εφημερίδας εναντίον τής Φ.Ε. έστάλη στην εφημερίδα απάντηση με τις θέσεις τής Εταιρείας. Συγκεκριμένα, ο συντάκτης τής απάντησης υποστηρίζει ότι κάθε πρόταση εξυγείανσης τής Φ.Ε. η οποία είναι αντίθετη με το νόμιμο Καταστατικό της είναι έκνομος. Στη συνείδηση πολλών δεν είχε καταστεί σαφές ότι η δωρεά τού Αρσάκη δεν έγινε προς το ελληνικό κράτος αλλά προς τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, σωματείο ιδιωτικής πρωτοβουλίας, μη κερδοσκοπικό, με σκοπό τη μόρφωση των κορασίων και τη δημιουργία Διδασκαλείου Θηλέων. Αν τα εκάστοτε Δ.Σ. τής Φ.Ε. οδηγούσαν το Σχολείο από το κακό στο χειρότερο, τότε κακώς η εφημερίδα δεν έκρουσε τον κώδωνα τού κινδύνου νωρίτερα. Η Φ.Ε. θεωρεί ότι η «στεντορία κατάκρισις και η άδικος και εμπαθής καταφορά» αποβλέπουν σε κάτι άλλο και δεν αποτελούν απλώς κριτική. Η ίδια είναι σε θέση να ξεχωρίσει τον υπερβολικό έπαινο, αλλά δεν δέχεται την πλήρη απαξίωση.

Η Φ.Ε. θεωρεί ότι στην περίπτωσή της μια ισχυρή μειοψηφία προσπαθεί να επιβάλει τις απόψεις της στην πλειοψηφία των εταίρων και επειδή δεν το κατορθώνει καταφεύγει σε δημοσιεύσεις στον Τύπο, οι οποίες όμως μόνο καλό δεν κάνουν στο Σχολείο και στη φήμη του. Είναι μάλιστα σαφής ο υπαινιγμός της ότι πίσω από αυτές τις κατηγορίες βρίσκεται κάποιος δικαστικός. Δεν μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε ποιον εννοεί, αλλά υπάρχουν κάποιοι που βλέπουμε ότι δεν επανεκλέγονται στο Δ.Σ. Ακόμη η Φ.Ε. υπογραμμίζει ότι το πάθος με το οποίο ο συντάκτης τού άρθρου την αντιμετωπίζει είναι ύποπτο.

Η Φ.Ε. διευκρινίζει ακόμα ότι το Διοικητικό της Συμβούλιο διαχειρίζεται ένα κληροδότημα και σκοπός της είναι η εκπαίδευση ιδασκαλισσών. Δεν ήταν και δεν υπήρξε ποτέ φιλανθρωπικό σωματείο. Επειδή όμως ήταν υπό την προστασία τής βασίλισσας Αμαλίας πολλοί τη συνέκριναν με το Αμαλίειο Ορφανοτροφείο, το οποίο είχε ιδρυθεί το 1855 από τη «Φιλάνθρωπον Εταιρεία» με σκοπό την περίθαλψη και τη φροντίδα των παιδιων που έμειναν ορφανά εξ αιτίας της επιδημίας χολέρας που έπληξε τη χώρα. Ως νέο ίδρυμα, βέβαια, το Αμαλίειο είχε ανάγκη υποστήριξης και ορθώς ο Τύπος το εγκωμίαζε για το έργο του. Εκτός από την κοινωνική φροντίδα τα κορίτσια εκεί μορφώνονταν και αποκτούσαν τα κατάλληλα για την εποχή εφοδια. Ιδιαίτερα εκπαιδεύονταν στη χειροτεχνία, στο κέντημα, στην οικοκυρική. Επειδή το ίδρυμα κάλυπτε ανάγκες που είχαν πρόσφατα δημιουργηθεί, οι εφημερίδες ορθώς το επαινούσαν συνεχώς. Το γεγονός όμως ότι και τα δύο ιδρύματα απευθύνονταν σε κορίτσια και βρίσκονταν υπό την προστασία τής βασίλισσας Αμαλίας οδηγούσε αστόχως σε συγκρίσεις μεταξύ Αρσακείου και Αμαλιείου, ενώ τα δύο αυτά ιδρύματα είχαν εντελώς διαφορετικούς στόχους. Το Αρσάκειο προετοίμαζε δασκάλες οι οποίες θα δἰδασκαν την ελληνική γλώσσα στα νέα κορίτσια, ενώ το Αμαλίειο Ορφανοτροφείο προσέφερε στα ορφανά κορίτσια φροντίδα και στοιχειώδη επαγγελματικά εφόδια.

Amalieio

Στο κέντρο τής φωτογραφία αυτής τού Sebah Pascal, τού 1870, διακρίνεται το Αμαλίειο Ορφανοτροφείο, που ιδρύθηκε από τη βασίλισσα Αμαλία το 1855 για να περιθάλψει τα παιδιά που έμειναν ορφανά από την επιδημία χολέρας. Δεξιά κατεβαίνει η οδός Ηρώδου Αττικού και φαίνεται ο Εθνικός Κήπος. Σήμερα το κτήριο έχει κατεδαφιστεί και στη θέση του βρίσκεται το Μέγαρο Μαξίμου. Από το κτήριο σώζεται μόνο το εκκλησάκι των Ταξιαρχών, στο οποίο έχει τοποθετηθεί η καρδιά τού Αλέξανδρου Υψηλάντη από τους οικείους του.

Η ἀποψη ότι η γυναίκα δεν χρειαζόταν πολλές γνώσεις, αφού είχε προορισμό τη δημιουργία οικογένειας, ήταν ευρύτατα διαδεδομένη την εποχή εκείνη και φαίνεται ότι την ασπαζόταν και ο συντάκτης τού άρθρου τής εφημερίδας «Αθηνά». Γι’ αυτό και κατηγορούσε το Αρσάκειο ότι διδάσκει στα κορίτσια πολύ περισσότερα πράγματα από αυτά που αντέχουν. Το επίσημο σχολείο δηλαδή καλείτο να απολογηθεί γιατί έκανε σωστά τη δουλειά του.

Σύμφωνα με τις κατηγορίες τής εφημεριδας, οι μαθήτριες τού Αρσακείου εθίζονταν σε πολυτελέστερη ζωή από αυτή που θα ζούσαν. Η Φ.Ε. απάντησε ότι οι περισσότερες από τις εσωτερικές μαθήτριες τού Αρσακείου ήταν κορίτσια από μικρές πόλεις ή και αγροτικές περιοχές, οι οποίες σπούδαζαν στο Αρσάκειο υπότροφες των δήμων τής πατρίδας τους με στόχο να επιστρέψουν εκεί και να διδάξουν τα κορίτσια τής πατρίδας τους. Αν οι όροι διαβίωσης στο οικοτροφείο ήταν πολυτελείς, τα κορίτσια αυτά δεν θα επιθυμούσαν να επιστρέψουν στον τόπο τους και δεν θα μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στις εκεί δυσκολίες, αφού θα είχαν καλομάθει στην πολυτελή ζωή. Από την άλλη πλευρά, υπήρχε ένας αριθμός μαθητριών οι οποίες ήταν γόνοι ευκατάστατων οικογενειών από ελληνικές πόλεις αλλά και παιδιά ομογενών. Δεν θα έπρεπε, λοιπόν, να υποβαθμίζεται πολύ το βιωτικό τους επίπεδο κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Έτσι, η Εταιρεία προσπαθούσε να βρει τη χρυσή τομή με λιτότητα μεν στη διαβίωση και την τροφή αλλά εμμονή στους κανόνες υγιεινής.

thumbnail by url[1]

Η Σεβαστή Μάνου, σύζυγος τού Κωνσταντίνου Μάνου, ήταν εξαιρετικά μορφωμένη. Από το 1842 ανέλαβε τη διεύθυνση τού Αρσακείου, θέτοντας γερά θεμέλια στην παρεχόμενη από το Σχολείο παιδεία. Το ΔΣ είχε άριστη συνεργασία μαζί της.

Διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου από το 1842 μέχρι το 1858 ήταν η Σεβαστή Μάνου από την Κωνσταντινούπολη, μια γυναίκα με μεγάλη μόρφωση. Γνώριζε άριστα Αρχαία Ελληνικά, Γαλλικά, Τουρκικά, Περσικά, ήταν ιστορικός και είχε μεγάλα διοικητικά προσόντα, κάτι που ήταν σπάνιο για τις Ελληνίδες τής εποχής εκείνης. Αυτή έβαλε τις βάσεις τής κλασικής παιδείας στο Αρσάκειο. Δεν μπορούσε λοιπόν κανείς να τής ασκήσει αρνητική κριτική. Όσο δε για την επιδότηση τού Σχολείου από το κράτος, η Φ.Ε. εξήγησε ότι δεν επρόκειτο για ιδιαίτερο κονδύλι, αλλά με τον τρόπο αυτό το κράτος πλήρωνε από 2 πηγές τα δίδακτρα και τα τροφεία για τις υποτρόφους του. Έτσι το Δ.Σ. απέρριψε όλες τις ιταμές κατηγορίες, θεωρώντας ότι οι νοήμονες αναγνώστες θα αντιληφθούν την αλήθεια.

Αξίζει να συμπληρώσουμε ότι το έργο τού Δ.Σ. επί προεδρίας τού Αλ. Μαυροκορδάτου, εναντίον του οποίου κυρίως εστρέφετο η κριτική τής εφημερίδας, ήταν σημαντικό. Επί των ημερών του έγινε η δωρεά τού Απόστολου Αρσάκη, ολοκληρώθηκε η οικοδόμηση τού ιδιοκτήτου σχολείου τής Εταιρείας, τού Αρσακείου, το 1851 αγοράσθηκε η οικία Βούρου, το 1857 η Ελένη Τοσίτσα προσέφερε 0.000 δρχ για την ανέγερση εξωτερικού αλληλοδιδακτικού σχολείου. Το Αρσάκειο με Βασιλικό Διάταγμα ανακηρύχθηκε Διδασκαλείο ισότιμο με τα κρατικά. Ιδρύθηκε η σχολική βιβλιοθήκη και το 1865 άρχισε να κτίζεται το πρώτο Τοσίτσειο Σχολείο.

F008

Το κτήριο του Τοσιτσείου όπως το αποτύπωσε ο φωτογραφικός φακός τού J. David το 1886.

T8 3a

«Αθηνά», έτος ΚΕ΄, αριθ. 2377 / Τρίτη 21 Φεβρουαριου 1856

 

Η δωρεά τού Έκτορος Τίκη

Η δημοσίευση αυτή μάς δίνει τη δυνατότητα να μάθουμε λεπτομέρειες για τον Έκτορα Τίκη, ο οποίος δώρισε την εικόνα «Η Σταύρωση τού Σωτήρος» που ακόμα και σήμερα ευρίσκεται στον ναό τής Αγίας Αναστασίας στο Αρσάκειο Ψυχικού. Το όνομά του αναφέρεται και στα αρχεία τής ΦΕ. Η Εταιρεία τον τίμησε με μετάλλιο και με δίπλωμα. Η καθιέρωση τής προσφοράς μεταλλίου και διπλώματος στους ευεργέτες αποσκοπούσε, όπως προαναφέρθηκε, στο να βρεθούν και άλλοι χορηγοί. Προφανώς οι δωρητές, περήφανοι για το μετάλλιο, το επεδείκνυαν σε άλλους και εκείνοι με τη σειρά τους μάθαιναν για το Αρσάκειο και γίνονταν και εκείνοι μέλη.

Η εφημερίδα «Αιών», στην οποία δημοσιεύτηκε η δωρεά, ήταν πολιτική εφημερίδα των Αθηνών που εξεδίδετο από το 1838 μέχρι το 1888. Εκδότης ήταν ο Ιωάννης Φιλήμων, ιστορικός τής Ελληνικής Επανάστασης. Υποστήριζε το ρωσικό κόμμα, αντιπολιτεύθηκε την απόλυτη μοναρχία και τοποθετήθηκε κατά τού αυτοκεφάλου τής ελληνικής Εκκλησίας.Τα κείμενά της περί κοινοβουλευτισμού αποτέλεσαν το πρόγραμμα τής επανάστασης τής 3ης Σεπτεμβρίου. Αργότερα αντιπολιτεύτηκε τον Ιωάννη Κωλέττη. Το 1854 τη διεύθυνση ανέλαβε ο ευρυμαθής και μαχητικός Τιμολέων Φιλήμων.    

«Ὑπάρχει ἐν ταῖς Ἀθἠναις ὁ κύριος Ἒκτωρ Τίκης, Κερκυραῖος την πατρίδα. Ὁ πεπαιδευμένος τοῦτος ὁμογενής ὑπηρέτησεν την Ἰόνιον Κυβέρνησιν ἐπί ὁλόκληρα εἰκοσιπέντε ἒτη ὑπό διαφόρους ἰδιότητας. Καθ΄ἃς ἐλάβαμεν πληροφορίας, διετέλεσε Καθηγητής, Γενικός Γραμματεύς τῶν Ἐπιμελητῶν τῆς Ἐκπαιδεύσεως, Γενικός Διευθυντής τῶν δημοτικῶν σχολείων τοῦ κράτους, Ἀρχειοφύλαξ τῆς Ἀκαδημίας, και Βιβλιοθηκάριος. Ἐκτός δε ἂλλων ἐκτάκτων ὑπηρεσιῶν, ἃς ἒλαβεν ἐκ διαλειμμάτων, συνησχολήθη και οὒτος μετά των ἀδελφῶν Ιονίων είς την εἰσαγωγήν τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης ὡς ἐπισήμου. Ὁ αὐτός κύριος Τίκης ἐδωρήσατο εἰς το Ἀρσάκειον Παρθεναγωγεῖον τον μέγαν πίνακα τῆς Σταυρώσεως τοῦ Σωτῆρος ἀξίας ἱκανῆς, τιμηθείς παρά τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἑταιρίας διά τοῦ ἀργυροῦ μεταλλίου και τοῦ διπλώματος τοῦ Εὐεργέτου.»

Η εικόνα της Σταύρωσης που προσέφερε ο Έκτωρ Τίκκης ή Ρίκκης στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία για τον ναό τής Αγίας Αναστασίας τής Ρωμαίας. Σήμερα βρίσκεται στον φερώνυμο ναό στο Αρσάκειο Ψυχικού.

 

Αρίστευσε στις εξετάσεις του Αρσακείου

Diplomata002

Το δίπλωμα που απένειμαν στις Αρσακειάδες το 1856 Πρόκειται για το δίπλωμα τής Άννας Δημητρίου Πρινάρη, που αποφοίτησε από το Διδασκαλείο της ΦΕ και φέρει τις υπογραφές τού προέδρου της ΦΕ Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τού εισηγητή τής επί των Σχολείων επιτροπής Κωνστ. Κοντογόνη, τής διευθύντριας τού Παρθεναγωγείου Σεβαστής Μάνου και τού γραμματέα τής Εταιρείας Ε. Α. Σίμου. Τα διπλώματα ήταν έργα τού χαράκτη Κ. Στερογιάννη σε σχέδια τού Ι. Κωνσταντίνου. Στο περίτεχνα διακοσμημένο πλαίσιο απεικονίζονται το Αρσάκειο, ο Παρθενώνας, το Πανεπιστήμιο, το Θησείο και μούσες. Το πλαίσιο κορυφώνεται σε μορφή ένθρονου αγγέλου κάτω από τον οποίο διακρίνεται η επιγραφή «Αρχή Σοφίας Φόβος Κυρίου».

Το δημοσίευμα αυτό μάς υπενθυμίζει ότι οι εξετάσεις στο Αρσάκειο γίνονταν προφορικά ενώπιον ακροατηρίου, το οποίο αποτελείτο από τους διδάσκοντες, τους Συμβούλους τής ΦΕ, αξιωματούχους τού Υπουργείου Παιδείας και πολλές φορές την ίδια τη βασίλισσα. Η αναφερόμενη εδώ Βιτώλια είναι η πόλη τού Μοναστηρίου. Προφανώς η μαθήτρια ήταν υπότροφη και είχε έρθει να παραλάβει το δίπλωμα τής δασκάλας, προκειμένου να διδάξει τα κορίτσια στην πατρίδα της.

 

«Μεταξύ των διακριθέντων κορασίων εις τας εξετάσεις τού Αρσακείου Παρθεναγωγείου, μ’ ευχαρίστησίν μας ίδομεν και την εκ Μακεδονίας κυρίαν Αικατερίναν Σωτηρίου Δαμιάνοβιτς, απαντήσασαν μετά πολλής ευστοχίας εις τα οποία εδιδάχθη μαθήματα και χειροτεχνήματα. Η νέα αυτή ηξιώθη και τού ανήκοντος διπλώματος με βαθμόν άριστα. Συγχαίρομεν λοιπόν τους γονείς αυτής και τάα τέκνα εκείνων τα οποία πρόκειται να εκπαιδευθώσι υπό τοιαύτην εξαίρετον νέαν, απερχομένην οσονούπω εις Βιτώλια τής Μακεδονίας, παρά τοις γονεύσιν αυτής.»

«Αθηνά», έτος ΚΗ΄, αριθ. 2782 / Τετάρτη 1η Ιουλίου 1859

 

H Λουίζα Κουρβουαζιέ και το έθιμο τού «Κλήδονα»

Το δημοσίευμα αυτό παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον όχι μόνο για τα τεκταινόμενα στο Αρσάκειο, αλλά κυρίως διότι είναι ενδεικτικό των ηθών που επικρατούσαν στην Αθήνα το 1859. Τη Σεβαστή Μάνου διαδέχθηκε στη διεύθυνση τού Αρσακείου Παρθεναγωγείου η Ελβετίδα Λουίζα Μυσσάρδ-Κουρβουαζιέ. Την είχε προτείνει στο Σχολείο η κυρία Εϋνάρδ, λόγω των τυπικών της προσόντων. Παρά το γεγονός ότι το συμβόλαιό της με τη Φ.Ε. ήταν πενταετές, στο Σχολείο έμεινε 2 χρόνια, μικρό δηλαδή χρονικό διάστημα, πράγμα που σημαίνει ότι οι σχέσεις της με το Δ.Σ. δεν ήταν οι καλύτερες. Μελετώντας τα πρακτικά τού Δ.Σ. τής Φ.Ε. αντιλαμβανόμαστε ότι το κυριότερό της ελάττωμα ήταν ότι, λόγω τού πείσματος που τη χαρακτήριζε, ερχόταν συνεχώς σε ρήξη με το προσωπικό τού Σχολείου, με αποτέλεσμα να υποβάλλονται στο Δ.Σ. παραιτήσεις προσωπικού μεσούντος τού σχολικού έτους. Εκτός αυτού παρατηρήθηκε ότι, ενώ έκανε προτάσεις προς το Δ.Σ. για να μειωθούν τα έξοδα λειτουργίας τού Σχολείου, αυτά συνεχώς μεγάλωναν με αποτέλεσμα να έρχεται το Συμβούλιο σε δύσκολη θέση. Έτσι, διαβάζουμε στα πρακτικά τού Δ.Σ. τής 13ης Ιανουαρίου 1859 ότι έχει ήδη διαπιστωθεί μείζον πρόβλημα ακαταλληλότητος τής διευθυντρίας, δυσλειτουργία τού Σχολείου και τού Οικοτροφείου, οπότε το Δ.Σ. μελετά πρόταση αποκατάστασης τού προσωπικού που έχει αδικηθεί από τη διευθύντρια. Ο Σίμος συγκεκριμένα είπε «Εφέρομεν την κυρίαν αυτήν με συμφωνίας ρητάς και ακριβώς ωρισμένας και αφού έλαβε γνώσιν τού ημετέρου Κανονισμού υπεχρεώθη εγγράφως να τηρήση απαραβάτως πάσας τας διατάξεις αυτού. […] Μάς εἶπεν ὁτι εύρεν υπηρεσίαν πολυάριθμον, ότι εξοδεύονται πολλά, πράγματι δε, και πρόσωπα ζητεί περισσότερα και τας δαπάνας ανεβίβασεν πολύ ανωτέρω τού προτέρου ποσού».

vrusi bw[1]

Σύμφωνα με το έθιμο του Κληδονα, οι κοπέλλες πίνουν το αμίλητο  νερό και παραμένουν σιωπηλές μέχρι να τους αποκαλυφθεί το όνομα του μελλοντικού τους συζύγου

Αρχικά υπήρξε κάποια κατηγορία για χαρτοπαιξία μεταξύ των διδασκαλισσών ή και χαρτομαντεία. Το δημοσίευμα τής εφημερίδας «Αθηνά», τού οποίου συντάκτης ήταν ο Γ. Καρύκης, διάβασε στο Δ.Σ. τής Φ.Ε. τής 28ης Ιουλίου 1859 ο σύμβουλος Κ. Ν. Αναργύρου και εζήτησε να το διαψεύσει διά τού Τύπου. Ο Κ. Ι. Βούρος συμφώνησε και ο Κ. Λ. Μελάς πρόσθεσε ότι διενήργησε έρευνα στο Σχολείο και «πολλάκις εξετάσας επείσθη ότι κατά το διάστημα τούτο χαρτιά δεν επαίχθησαν εντός τού καταστήματος υπό τής Διευθυντρίας

Ένα γεγονός όμως που συνέβη την ημέρα τής γιορτής τού Αγίου Ιωάννου τού Κληδονα θεωρήθηκε από τον συντάκτη τού άρθρου υψίστης σημασίας. Όπως είναι γνωστό, στις 24 Ιουνίου ο εορταμός τού Αγ. Ιωάννη συνοδεύεται από το παραδοσιακό έθιμο να περνούν οι συμμετέχοντες πάνω από τις φωτιές. Σύμφωνα με την παράδοση η φωτιά επιφέρει την κάθαρση και οι άνθρωποι απαλλάσσονται από το κακό. Η κατηγορία ήταν ότι η διευθύντρια επέτρεψε να τελεστεί το έθιμο στο Αρσάκειο και μάλιστα έλαβε και εκείνη μέρος σε αυτό. Στην ίδια συνεδρίαση τής 28ης Ιουλίου 1895 ο σύμβουλος τής Φ.Ε. Κ. Ν. Δραγούμης ανέφερε ότι «εάν τις έπταισε κατά τούτο βεβαίως δεν ήταν η Διευθύντρια, άλλ’ αυτός όστις επρότεινεν εις εκείνην να δώση την άδειαν». Πρόσθεσε δε ότι «εβεβαιώθη διά τής Α΄ Οικονόμου παρά τῶν επιμελητριών και των κορασίων ότι ανέκαθεν υπάρχει το έθος κατά την ημέραν ταύτην να ανάπτεται πυρά». Συμπλήρωσε δε ότι η διευθύντρια με επιστολή της ζητούσε από το Δ.Σ. «να αναιρεθώσι τα περιεχόμενα αυτού (του άρθρου) υπό τού Δ.Σ.» Το Συμβούλιο ανέθεσε στον Γραμματέα να συντάξει έγγραφο για να συζητηθεί στο επόμενο συμβούλιο. Έτσι στο Δ.Σ. τής 10ης Αυγούστου 1859 διαβάστηκε το εξής έγγραφο: «Εφημερίδες τινες τής πρωτευούσης εδημοσίευσαν διατριβάς περιεχούσας κατηγορίας κατά τής Διευθυντρίας τού Αρσακείου Παρθεναγωγείου και την μεν μίαν εξ αυτών, την τύπον έχουσαν αναφοράς, προ πολλού κατήγγειλεν το Συμβούλιον τής Φ.Ε. εις την εισαγγελίαν των εν Αθήναις Πλημμελειοδικών τας δε άλλας, ως γιγνώσκον τις ο συντάκτης αυτών και πόθεν κινούμενος έγραψεν, ενόμισεν περιττόν να αντικρούσῃ. Επειδή όμως η σιωπή αυτού παρεξηγήθη, απεφάσισε να αναγγείλη εις το Κοινόν ότι ο γράψας καταφέρεται κατά τής Διευθύνσεως τού Αρσακείου Παρθεναγωγείου, διότι δύω αυτού συγγενείς υπηρετούσαι πριν εν αυτώ εβιάσθησαν να αποχωρήσωσι. Το Δ.Σ. τής εταιρείας αδιαλείπτως φροντίζον περί τής ηθικής και διανοητικής μορφώσεως των εν τω καταστήματι είχε και έχει αείποτε άγρυπνον το όμμα επ’ αυτό, λαμβάνον τα προς επιτυχίαν τού σκοπού καταλληλότερα μέτρα.». Την επιστολή αυτή το Δ.Σ. απέστειλε στις 4 εφημερίδες που είχαν αναφερθεί στα συγκεκριμένα γεγονότα. Φαίνεται ότι η Λουίζα Κουρβουαζιέ δεν ικανοποιήθηκε από την απάντηση τής Εταιρείας στις εφημερίδες και ζήτησε να την αποκαταστήσουν. Το Δ.Σ. το αρνήθηκε και η δυσαρέσκειά της μεγάλωσε.

Η επικοινωνία τής Ελβετίδας διευθύντριας τού Αρσακείου με τις μαθήτριες, τους γονείς, τους υφισταμένους και τους συνεργάτες της ήταν δύσκολη, λόγω τού πείσματος και τής αίσθησης ανωτερότητας που τη χαρακτήριζαν. Συνηθισμένη στην αυτηρότητα των ευρωπαϊκών σχολείων, κατά τη διάρκεια των δημοσίων εξετάσεων ήταν αμίλητη και αυστηρή. Ως ξένη της ήταν δύσκολο να υιοθετήσει τις συναισθηματικές και κοινωνικές αξίες και αρχές τής ελληνικής κοινωνίας. Το Δ.Σ. τής Φ.Ε. απασχολήθηκε πολύ με το θέμα τής συμπεριφοράς τής διευθύντριας προς τους γονείς. Συγκεκριμένα στα Πρακτικά του τής 4ης Σεπτεμβρίου 1859 διαβάζουμε «απεφασίσθη δε να γίνη νέον έγγραφον προς αυτήν, εν ω να καταδεικνύη εντός τα άρθρα εκείνα τού κανονισμού, τα οποία δεν εξετελέσθησαν έως σήμερα ακριβώς, και να προτραπή να φέρεται μετά πραότητος ου μόνον προς τας Μαθητρίας κατά το Ζ΄ Αρθρ. 50 τού κανονισμού, αλλά και προς τους έξωθεν ερχομένους, ίνα επισκεφθώσι τους συγγενείς και προστατευομένους αυτών».

Το έθιμο του κλήδονα αναβιώνει μέχρι σήμερα σε πολλές περιοχές της Ελλάδος. Εδώ στο Κομνήνιο από την Εύξηνο Λέσχη Βέροιας 24-6-2017

Το «διασκέδασμα», κατά τον συντάκτην Γ. Καρύκη, βέβαια είναι ανοίκειο, γιατί κατά τη διάρκεια τής υπερπήδησης τής φωτιάς τα φορέματα των κοριτσιών σηκώνονται και μπορεί να φανούν οι γάμπες τους, κάτι ανεπίτρεπτο την εποχή εκείνη.Το πονηρό στο έθιμο τού Κλείδωνα δεν ήταν μόνο η υπερπήδηση τής φωτιάς αλλά το αμίλητο νερό που ανήμερα τής εορτής τού Αγίου έπιναν οι νεαρές κοπέλες και δεν μιλούσαν σε κανέναν μέχρις ότου δουν στον ύπνο τους τον άντρα που θα παντρευτούν. Σήμερα είναι δύσκολο να αντιληφθούμε γιατί το διασκεδαστικό έθιμο τού Κλήδονα θα μπορούσε να οδηγήσει σε «αναζωπύρωση τής πολύτιμης αιδημοσύνης των νεανίδων». Αλλά πάλι ας μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για τον συντηρητικό 19ο αιώνα και για έναν τόπο όπου ειδικά για το ήθος των κοριτσιών το «φαίνεσθαι» υπερείχε πάντοτε τού «είναι». Η απαντητική επιτολή τής Φ.Ε. άλλωστε νομίζω ότι μάς αφήνει να αντιληφθούμε πού οφείλεται το μένος που διακατείχε τον Γ. Καρύκη όταν συνέτασσε το άρθρο.

Το θέμα που θέτει ο συντάκτης είναι αν η διευθύντρια έπρεπε να κρατἠσει τη θέση της και την αυστηρότητά της και να μην παραστεί κατά τη διάρκεια τής τελετής, πόσω μάλλον να μη λάβει ποτέ μέρος σ’ αυτήν, για να μην πέσει στα μάτια τού βοηθητικού προσωπικού και των μαθητριών. Και συμπληρώνει ότι τώρα πια κανένας δεν θα φέρει το παιδί του στο Αρσάκειο, όταν γνωρίζει ότι η διευθύντρια συμπεριφέρεται τοιουτοτρόπως.

Κατά τον γράφοντα το έθιμο τού Κλήδονα ετηρείτο μόνο από «ταλαιπώρους τινάς οίτινες δεν είχον την τύχην ν’ αποκτήσωσι παιδιώθεν αγωγήν ευδαίμονα». Η καλή αγωγή λοιπόν γι’ αυτόν αντιμάχεται την ελληνική παράδοση. Το ελληνικό κράτος, μετά από 400 χρόνια δουλείας, απελευθερώθηκε από τον τουρκικό ζυγό και προσπάθησε να διαγράψει όλα όσα τού θύμιζαν το πρόσφατο παρελθόν του. Ανάμεσα σε αυτά ήταν και πολλές εκδηλώσεις αλλά και καθημερινές συνήθειες οι οποίες είχαν τις ρίζες τους στην ελληνική παράδοση (ενδυμασία, έθιμα κ,λπ,). Φαίνεται ότι ο συντάκτης τού άρθρου είναι οπαδός αυτής τής άποψης. Υποστηρίζει ότι αυτή η πράξη τής διευθύντριας θα είχε ως αποτέλεσμα να χαθεί το σέβας των μαθητριών, να πληγεί η κοινή υπόληψη, να εξουδετερωθεί ο φόβος που είναι απαραίτητος σ’ αυτήν την ηλικία, να χαλαρώσει ο ζήλος των μαθητριών προς το καλό και να παραγνωριστεί η διδασκαλική αξιοπρέπεια, σύμφωνα με τον γράφοντα. Δεν διευκρινίζει όμως αν η αιτία που «η φιλόπατρις καρδία θα θλιβεί» είναι επειδή η Διευθύντρια υπερπηδούσε μαζί με τις μαθήτριες τις φωτιές τού Κλήδονα ή γιατί η διευθύντρια δεν κατάλαβε τις κοινωνικές αντιλήψεις τού τόπου στον οποίο υπηρετούσε.

Σήμερα η όποια αξία τού κειμένου βασίζεται στο ότι αντικατοπτρίζει περισσότερο τα ήθη τής εποχής εκείνης παρά την άστοχη συμπεριφορά μιας διευθύντριας. Στο τέλος τού άρθρου του ο δημοσιογράφος τεχνιέντως αναφέρει τα ονόματα ιδιωτικών σχολείων τής εποχής. Την εποχή εκείνη στην Αθήνα ο Γρ. Γ. Παπαδόπουλος είχε ιδιωτικό εκπαιδευτήριο με την επωνυμία «Ἑλληνικό Εκπαιδευτήριο», το οποίο στεγαζόταν στο νεοκλασικό κτήριο, έργο τού Κλεάνθη, στη γωνία των οδών Ακαδημίας και Μασσαλίας, το οποίο λειτούργησε από το 1849 μέχρι το 1870. Αλλά και ο Δανιήλ και η Ασπασία Σουρμελή είχαν ιδρύσει το 1855 στην Αθήνα το «Ελληνικό Εκπαιδευτήριο Κορασίων». Με τον τρόπο αυτό ο συντάκτης προφανώς επιδιώκει να δείξει στους γονείς ότι υπήρχαν και άλλα σχολεία εκτός από το Αρσάκειο.

T11s8

«Αθηνά», έτος ΚΗ΄, αριθ 2785 / Σάββατο 11 Ἰουλίου 1859

 

Κατά τής διευθυντρίας τού Αρσακείου

1886 Arsakeiades

Αρσακειάδες του 1886 ποζάρουν στον φωτογραφικό φακό τού J. David για το φωτογραφικό λεύκωμα τής ΦΕ με την ευκαιρία τού τον εορτασμού τής Πεντηκονταετηρίδας.

Το 1859 πρόεδρος τής ΦΕ ήταν ο Αλ. Μαυροκορδάτος. Το Δ.Σ. τής Φ.Ε. γνώριζε ότι η συμπεριφορά τής Λουίζας Κουρβουαζιέ ήταν ενοχλητική. Η Εταιρεία προσπαθούσε να βρει διάδοχό της ικανή και σοβαρή, όμως δεν μπορούσε να αντεπεξέλθει στις οικονομικές απαιτήσεις των έμπειρων διευθυντριών. Τότε η βαρόνη Ιφιγένεια Σίνα πρότεινε την Αμεναΐδα Καβανιάρη, παιδαγωγό των παιδιών της. Και επειδή η ΦΕ δεν μπορούσε να καταβάλλει τον υψηλό μισθό της, η βαρόνη και ο σύζυγός της προσφέρθηκαν να καταβάλλουν τά χρήματα όσο καιρό θα παρέμενε διευθύντρια στο Αρσάκειο.

Μέχρι όμως να έρθει στην Ελλάδα η νἐα διευθύντρια η συμπεριφορά τής κ. Κουρβουαζιέ είχε απασχολήσει πολλές φορές το Δ.Σ. Διαβάζουμε στα Πρακτικά τού Δ.Σ. τής 18ης Δεκεμβρίου 1859: «Ενταύθα γενομένου λόγου περί τής Διευθυντρίας το Συμβούλιον ηναγκάσθη ν’ αναπολήση κ’ αύθις τας δυσκολίας εις τας οποίας ευρίσκεται σχεδόν αδιακόπως ένεκα τού αποτόμου αυτής χαρακτήρος, ενώ το Συμβούλιον επιθυμούν να καταστήση ωφελίμους τας γνώσεις της εφρόντισε πάντοτε ου μόνον να λαμβάνη όσα μέτρα αυτό ενόμιζεν, αλλά και όσα εκείνη υπέδειξεν ως συντελεστικά διά την πρόοδον τού καταστήματος, ενώ πολλάκις και πρόσωπα εκ των εν τω Παρθεναγωγείω απέβαλεν επί μόνω τω σκοπώ τού να στερεώση την αρμονίαν, η Διευθύντρια ανοικείως και τραχέως φερομένη αναγκάζει άλλους μεν να παραιτώνται άλλους δε μετά δυσαρεσκείας να μένωσι, και το Συμβούλιον να ευρίσκεται εις αδιάκοπον αγώνα… Το Συμβούλιον σκεπτόμενον, ότι όλαι αι προσπάθειαι αυτού εις περιστολήν τού τοιούτου χαρακτήρος τής Διευθυντρίας ματαιούνται επί μεγίστη ζημία τού Παρθεναγωγείου, απεφάσισεν να ἀντικαταστήσῃ αὐτήν». Tα Πρακτικά τής 8ης Ιανουαρίου 1860 αναφέρουν: «Ο Γραμματεύς παρηγγέλθη να ειδοποιήση την Διευθύντριαν περί τής αποφάσεως τού Συμβουλίου τής αφορώσης την απομάκρυνσί της και να προτρέψη αυτήν, χάριν τού συμφέροντός της, να δώση την παραίτησίν της» και τής εδόθησαν 900 φράγκα για να επιστρέψει στην Ελβετία και ολόκληρος ο μισθός τοῦ Ιανουαρίου. Τέλος στο Συμβούλιο της 13ης Ιανουαρίου 1860 διαβάσθηκε αναφορά της Διευθυντρίας με την οποία υπέβαλε παραίτηση.

Στο άρθρο αναφέρεται και η εφημερίδα «Μέριμνα» η οποία κυκλοφορούσε την εποχή εκείνη. Ο συντάκτης της με άρθρο του είχε υποστηρίξει τη διευθύντρια.

 

T12s7

«Αθηνά», έτος ΚΗ΄, αριθ. 2788 / Σάββατον 18 Ίουλίου 1859

 

Εγγραφές στο Σχολείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας

Το οικοδομικό τετράγωνο τού Αρσακείου από τη ΝΑ πλευρά. Τα παλαιά κτήρια δεν επαρκούσαν για να στεγάσουν νέες αίθουσες, γι’ αυτό και η ΦΕ αποφάσισε, στις αρχές τού 20ού αιώνα να προχωρήσει σε ανοικοδόμηση ολοκλήρου τού οικοδομικού τετραγώνου. Πρόκειται για την οικία Βούρου, την οποία αγόρασε η ΦΕ το 1851 Γραφική πινελιά αποτελεί η παρουσία τού κουλουρά στη γωνία επί τής οδού Σταδίου

Το 1859 η Φιλεκπαιδευτικη Εταιρεία είχε στη διάθεσή της το Αρσάκειο Μέγαρο και μέρος τής οικίας Βούρου. Ο αριθμός των υποψηφίων μαθητριών ήταν μεγάλος και το Σχολείο αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει ως αίθουσες ανήλιαγα υπόγεια. Είναι η εποχή που το Δ.Σ. αναζητεί πόρους για να κτιστεί ένα νέο σχολείο για τις εξωτερικές μαθήτριες. Στο αίτημα αυτό έσπευσε να ανταποκριθεί το 1865 η Ελένη Τοσίτσα. Η σύζυγος τού μεγάλου ευεργέτη Μιχαήλ Τοσίτσα αγόρασε οικόπεδο στη γωνία των οδών Σταδίου και Τυπογραφίας (σήμερα Αρσάκη) και έκτισε, σε σχέδια Λ. Καυτατζόγλου, το Τοσίτσειο Εξωτερικό Σχολείο, το οποίο άχισε να λειτουργεί το 1867. Εξωτερικό ονομαζόταν το σχολείο στο οποίο φοιτούσαν Αθηναίες που μετά το τέλος των μαθημάτων επέστρεφαν στο σπίτι τους. Εσωτερικό ονομαζόταν το σχολειο με τις οικότροφες μαθήτριες. Ο αριθμός των 45 μαθητριών ανά τάξη για το Ανώτερο Παρθεναγωγείο και 110 μαθητριών για το Αλληλοδιδακτικό Προκαταρκτικό φαίνεται μεγάλος για τα σημερινά δεδομένα, όμως οι αίθουσες διδασκαλίας ήταν πολύ μεγαλύτερες από τις σημερινές.

T13s10

«Αθηνά», έτος ΚΗ΄, αριθ. 2797 / Τετάρτη 19 Αυγούστου 1859

 

Παναγιώτα Α. Ατσαβέ

Φιλόλογος - Ιστορικός