«Αι Απόκρεω τής ζωής». Η Αποκριά τού 1884 στο Αρσάκειο
Η γιορτή τής Αποκριάς ήταν για την πόλη τής Αθήνας έσπουδαίο γεγονός. Οι εκδηλώσεις ξεκινούσαν από τού Ψυρρή και κατέληγαν στην πλατεία Φιλομούσου Εταιρείας, στην Πλάκα. Ομάδες μεταμφιεσμένων τριγυρνούσαν στην πόλη πεζοί ή πάνω σε ένα κάρο, παίζοντας σκετσάκια και διακωμωδώντας γνωστά γεγονότα. Ο Γεώργιος Δροσίνης στα «Σκόρπια φύλλα τής ζωής μου» γράφει: «Οι απόκριες στην Πλάκα ήταν η γενική σύναξη των μασκράδων και θυμούμαι ακόμα πως τις δύο τελευταίες Κυριακές εμείς τα παιδιά ζητούσαμε να μας φέρουν το μεσημεριανό φαΐ στο παράθυρο για να μη χάσουμε ούτε για λίγη ώρα το ατελείωτο πέρασμά τους. Και τι δεν περνούσε από το παράθυρό μας εκείνο! Η φοβερή καμήλα […], το γαϊτανάκι με πολλά καλοντυμένα ζευγάρια που το έπλεκαν και το ξέμπλεκαν χορεύοντας πόλκα […]. Και την Καθαρή Δευτέρα γενικό πέρασμα των μασκαράδων, με τις προσωπίδες φορεμένες πίσω από το κεφάλι σαν υπακοή στο τραγούδι που αποτελούσε το πρόσταγμα τής ημέρας που το αντιλαλούσαν πίπιζες και νταούλια.»
«Μασκαράδες και πολίται
Στις κολόννες να βρεθήτε»
Και όλη αυτή η καταλαγιασμένη από τον πολιτισμό «κορυβαντιώσα ευθυμία» δεν ήταν δυνατόν να περάσει απαρατήρητη από τις εσωτερικές μαθήτριες τού Αρσακείου. Κλεισμένες στο σχολείο τους, αρκετά μακριά από τα γεγονότα, μάθαιναν από τις εξωτερικές συμμαθήτριές τους τα νέα από τον έξω κόσμο και η μοναξιά τους γινόταν ακόμα μεγαλύτερη. Γνώριζαν καλά ότι το καρναβάλι αποτελούσε και στην Αθήνα περίοδο γενικής αναστάτωσης, οι καταστηματάρχες φοβούνταν για μικροκλοπές και δεν άνοιγαν τα μαγαζιά τους την Κυριακή τής Τυρινής και οι εργάτες δεν πήγαιναν στις δουλειές τους, με αποτέλεσμα εφημερίδες να μη μπορούν κα εκδοθούν λόγω τής απουσίας των τυπογράφων τους. Τα αυστηρά ήθη τής εποχής δεν επέτρεπαν σε καμία περίπτωση οι Αρσακειάδες να λάβουν μέρος σε παρόμοιες εκδηλώσεις, οι οποίες εμπεριείχαν και σατιρικά ποιήματα, τολμηρή φρασεολογία και ενίοτε πολιτική κριτική.
Στα Πρακτικά του ΔΣ βλέπουμε ότι και το Αρσάκειο αντιμετώπιζε προβλήματα κάθε χρόνο τις απόκριες. Τον Φεβρουάριο του 1859 διαβάζουμε: «Επειδή τινες εκ των μαθητριών εξελθούσαι τήν τελευταίαν Κυριακήν τών Απόκρεω δεν επέστρεψαν το Εσπέρας καθ΄ά παρηγγέλθησαν εις το Παρθεναγωγείον απεφασίσθη να τιμωρηθώσι. Τιμωρία δε να είναι να μην εξέλθωσι κατά τάς εορτάς του Πάσχα». Στα πρακτικά του ΔΣ της 26ης Φεβρουαρίου 1875 διαβάζουμε: « Πολλά κοράσια κατά την τελευταίαν έξοδον μετημφιέσθησαν και παρευρέθησαν εις συναναστροφάς ουχί τόσον ευϋπολήπτους και προσεφέρθησαν απρεπώς». Η Διευθύντρια Αμεναΐς Καβανιάρη πρότεινε « Να εμποδιστή του λοιπού η έξοδος τών καρναβαλιών, αντ΄ αυτής δε να γίνωνται εντός του καταστήματος συναναστροφαί» . Στις 14 Ιανουαρίου τού 1877 το ΔΣ αναγκάσθηκε να πάρει αυστηρότερα μέτρα. « Επειδή ήλθεν εις γνώσιν του Συμβουλίου ότι κοράσια εξερχόμενα εις συγγενείς μη έχοντας οικογενείας ευρίσκονται εκτεθειμένα, ενεκρίθη το προσεχές Σάββατο των Απόκρεω να εξέλθωσι εκείνα τα κοράσια, όσα έχουσι γονείς ενταύθα και να διανυκτερεύσωσι παρ΄αυτοίς το Σάββατον και την Κυριακήν και να επανέλθωσι την Δευτέραν το πρωΐ. Όσα δε έχουσι συγγενείς και κηδεμόνας έχοντας οικογενείας να εξέλθωσι την Κυριακήν το πρωΐ και να επανέλθωσι το εσπέρας, εις όσα δε δέν έχουσι εί μη συγγενείς και κηδεμόνας ανυπάντρους και άνευ οικογενείας δεν επιτρέπεται η έξοδος».
Εορτασμός της Καθαρής Δευτέρας στις κολόνες
Έτσι, από την εποχή που ήταν διευθύντρια η Αμεναΐς Καβανιάρη, είχε καθιερωθεί το Σάββατο των Απόκρεω να διοργανώνονται στην αίθουσα τελετών τού Σχολείου γιορτές για την ψυχαγωγία των μαθητριών. Σ’ αυτές περιλαμβάνονταν αστεία σκετσάκια, μικρές θεατρικές παραστάσεις και χορός μέχρι τις 12 τα μεσάνυχτα. Στις γιορτές μπορούσαν να είναι παρόντες οι κηδεμόνες των μαθητριών, αν ήταν στην Αθήνα, και πολλές φορές παρευρίσκονταν η βασίλισσα Όλγα και μέλη τής βασιλικής οικογενείας. Με τον τρόπο αυτό οι μικρές μαθήτριες εκτονώνονταν από τις πιέσεις που σωρεύονταν όλη τη χρονιά λόγω των μαθημάτων, τής αυστηρότητας και των απαγορεύσεων και είχαν τη δυνατότητα να γιορτάσουν και αυτές, με τον δικό τους «επιτρεπόμενο» τρόπο, τις Αποκριές.
Γυναίκες με εθνικές ενδυμασίες στις Κολόνες κατα τον εορτασμό της Καθαρής Δευτέρας
Για κάποιον λόγο, που δεν είναι γνωστός μέχρι σήμερα, τις Απόκριες τού 1884 το Δ.Σ. απαγόρευσε την οργάνωση τής αποκριάτικης γιορτής στο Αρσάκειο. Ήταν μόλις ένας χρόνος που η Γιοχάνα Κλέμπε είχε αναλάβει τη διεύθυνση τού Σχολείου. Πρόεδρος τής Φ.Ε. ήταν ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος, ο οποίος τρία χρόνια πριν είχε προχωρήσει στον διαχωρισμό τού Αρσακείου Διδασκαλείου από το Παρθεναγωγείο. Κανείς δεν ξέρει ποιοι ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στην απόφαση αυτή. Φαίνεται ότι την εποχή εκείνη τα μέλη τού Δ.Σ. τής Φ.Ε. ήταν ιδιαίτερα συντηρητικά. Ήδη από τις 15 Ιανουαρίου 1875 είχε αποφασιστεί κατά τον εορτασμό τής Αποκριάς να μη γίνουν θεατρικές παραστάσεις, αλλά απλή διασκέδαση χωρίς προσκλήσεις. Ο δε σύμβουλος Μητσόπουλος ζήτησε να σημειωθεί στα πρακτικά η γνώμη του, ότι είναι ενάντιος στο ανέβασμα παραστάσεων στο Αρσάκειο. Γι’ αυτό και την 1η Νοεμβρίου 1867 δεν πραγματοποιήθηκε παράσταση κατά την τελετή απονομής των βραβείων στο τέλος τού σχολικού έτους. Αυτές οι απόψεις πρέπει να επικράτησαν και κατά τις Απόκριες τού 1884. Το γεγονός προκάλεσε αναστάτωση μέσα και έξω από το Σχολείο. Οι μαθήτριες απογοητεύθηκαν. Γιατί τόση αυστηρότητα; Γιατί τους στέρησαν τη γιορτούλα τους; Με μαυρισμένη καρδιά, αφού δεν είχαν και άλλο τρόπο αντίδρασης, έμειναν κλεισμένες στο Οικοτροφείο, προσπαθώντας να αφουγκραστούν κάτι από τον έξω κόσμο, κάποιον ήχο, κάποιο τραγούδι ή κάποιον ξεχασμένο καρναβαλιστή που θα επέστρεφε στο σπίτι του στα Εξάρχεια ή στη Νεάπολη.
H εικόνα δημοσιεύθηκε σεΤεύχος τού περιοδικού "Ραμπαγάς"
Το γεγονός δεν πέρασε απαρατήρητο από τον συντάκτη τού σατιρικού περιοδικού «Ραμπαγάς». Το περιοδικό είχε ιδρυθεί το 1878 από τον Βλάση Γαβριηλίδη και τον Κλεάνθη Τριανταφύλλου και πήρε όνομά του από έναν διεφθαρμένο πολιτικό, ήρωα τής ομώνυμης κωμωδίας τού Βικτοριέν Σαρντού. Η αντιμοναρχκή θέση των άρθρων του οδήγησε πολλές φορές σε δίωξη των εκδοτών του.
Απόκριες στην παλιά Αθήνα, πίνακας του Νικόλαου Γύζη
Ένα δημοσίευμα λοιπόν τού «Ραμπαγά» αναφέρεται στην αψυχολόγητη αυτή «απαγόρευση». Και είναι γραμμένο με συμπάθεια προς τις εσωτερικες μαθήτριες τού Αρσακείου, τις οποίες παρομοιάζει με μεταξοσκώληκες μέσα στο κουκούλι Αυτό το κουκούλι μπορεί να τους παρείχε προστασία, τους στερούσε όμως την «απόκρεω τής ζωής», δηλ. την διασκέδαση. Ο συντάκτης τού «Ραμπαγά» πολύ σωστά δεν χρησιμοποιεί τον όρο «μορφωμένες», αλλά «χειραφετημένες», θεωρώντας σίγουρο ότι η μόρφωση των κοριτσιών νομοτελειακά θα οδηγούσε στη χειραφέτηση τους. Τους λέει ότι οι δυσκολίες τής ζωής είναι τόσες που κάποια στιγμή οι νεαρές κοπέλες θα νοσταλγήσουν τα προστατευμένα χρόνια τού Σχολείου. Ο συντάκτης υποστηρίζει ότι η απαγόρευση τής διασκέδασης δημιουργεί στις μαθήτριες ακόμα μεγαλύτερες προσδοκίες για την πραγματικότητα τής ζωής. Γι’ αυτό, απευθυνόμενος στα μέλη τού Δ.Σ. τής Φ.Ε., τους κατηγορεί ότι με την απαγόρευση ενίσχυσαν περισσότερο το θέλγητρο τού «απαγορευμένου καρπού» και τους συστήνει να μην είναι τόσο αυστηροί και να αφήνουν τα νεαρά κορίτσια να βλέπουν, έστω και μέσα από το τζάμι, τι γίνεται στη ζωή. Το άρθρο δημοσιεύτηκε την Πέμπτη 23 Φεβρουαρίου 1884, στο τεύχος αρ. 549 τού Στ΄ έτους τού περιοδικού «Ραμπαγάς».
Απόκριες στην παλιά Αθήνα, πίνακας του Νικόλαου Γύζη. Καρναβαλιστές εισέρχονται αιφνιδίως στην οικία Αθηναίου
«Όσω και αν ήναι υψηλοί και παχείς οι τοίχοι του παρθεναγωγείου, όσω και αν τίθεται εκεί μέσα υπό αεραντλίαν η καρδιά, όσω και αν θάπτεται ο μεταξοσκώληξ όστις λέγεται εσωτερική μαθήτρια εις το κουκούλι τού μαθητικού βίου, θα έλθη πάντοτε καιρός καθ’ ον η καρδία θα αναπνεύση τον ελεύθερον αέρα τής ζωής, καθ’ ον ο μεταξοσκώληξ θα διάσχιση το κουκούλι του και θα πετά ως χρυσαλίς εορτάζων την ελευθερίαν και την απόκρεω τού βίου και ζων την ζωήν τής ζωής!
Ναι! Ναι! Αλλά εν, εν μόνον δεν θα έλθη καιρός να ίδης πλέον και να χαρής, ω κόρη χειραφετηθείσα, εν μόνον, και τούτο είναι η μακαρία άγνοια των απόκρεω τής ζωής εν η διατελείς υπό τους αμείλικτους εκείνους κανονισμούς, εντός των ασκητικών εκείνων τοίχων. Ποσάκις δεν θα επιθυμήσεις την αυστηράν σαρακοστήν εκεί μέσα παρά την απόκρηα έξω!...
Εν τούτοις συλλυπούμεθα τας Αρσακειάδας διότι δεν είδον ούτε από τα τζάμια των καν την Απόκρῃα και τας συλλυπούμεθα διότι πας ο μη βλέπων τι, πας όστις εμποδίζεται να ίδη τι περίεργον σχηματίζει περί τούτου πολύ μεγαλυτέραν τής σπουδαιότητός του ιδέαν, αλλά συλλυπούμεθα έτι περισσότερον τους απαγορεύσαντας την αθώαν ταύτην διασκέδασιν εις τα κοράσια, διότι προσέθεσαν εις αυτήν, διά τής απαγορεύσεώς των, το γόητρον, το θέλγητρον, την ακαταμάχητον έλξιν τού απηγορευμένου καρπού την αείποτε ολεθρίαν, από τής πρώτης μέχρι τής τελευταίας Εύας.
Αρσακειάδες τού 1886 με την διευθύντρια Γιοχάνα Κλέμπε. Σε αυτές τις μαθήτριες δύο χρόνια πριν είχε απαγορευτεί ο καθιερωμένος εορτασμός τής Αποκριάς.
Ω αυστηροί τής νεότητος επόπται, λησμονείτε το σοφόν εκείνο «μηδέν άγαν»; Και δεν ηξεύρετε ότι «τα άκρα συναντώνται»; Δεν ηξεύρετε ότι ο υπερβολικός περιορισμός φέρει τ’ αποτελέσματα τής υπερβολικής ελευθερίας; Άφετε, άφετε την νεότητα να βλέπη ό,τι δεν είναι φόβος να την διαφθείρη. Έπειτα μία ύαλος όσο και αν ήναι διαφανής, είναι πάντοτε φραγμός φοβερός.
Είδατέ ποτε πτερωτόν έντομον κλεισμένον, περιωρισμένον εν τω σοβαρώ και ψυχρώ δωματίω σας, ενώ έξω το καλεί ο ήλιος, το άνθος, η ζωή εν τη φύσει, η άνοιξις παντού; Το έντομον αυτό προσκολλάται εις την ύαλον τού παραθύρου σας και βλέπον την έξω ζωήν, τανύει τα πτερά του διά να πετάξῃ έξω, μη υπολογίζον την σκληράν ύαλον αλλά πού να πετάςῃ!... Προσκόπτει ολοέν καί ολισθαίνει και πίπτει και πάλιν πτερυγίζει και πάλιν ορμά προς τα έξω και πάλιν πίπτει, έως ου αποκάμνει και περιορίζεται εις το βλέπειν μόνον εις το βλέπειν τουλάχιστον την έξω ζωήν!... Το πτερωτόν αυτό έντομον αν δεν θέλετε να το αφήσετε ελεύθερον να πετάξη, άφετέ το εκεί να βλέπη, τουλάχιστον όπισθεν τής υάλου! Αλλά τι λέγω! Ποσάκις δεν παίρνετε ασπλάχνως μία πετσέτα εις το χέρι, διά να το στερήσετε και αυτού τού βλέπειν διώκοντες αυτό! Ευτυχές αυτό αν ενώ το διώκετε δεν το φονεύσητε!...
Ω το πτερωτόν αυτό έντομον είναι ηαθώα νεότης. Άφετέ την να βλέπη και δεν θραύει την ύαλον…»
O tempora, o mores! Χρειάστηκαν πολλά χρόνια για να αποδειχθεί η αλήθεια των λόγων τού αρθρογράφου. Πόσος καιρός χρειάστηκε άραγε για να συνειδητοποιήσει η ελληνική κοινωνία «ότι ο υπερβολικός περιορισμός φέρει τ’ αποτελέσματα τής υπερβολικής ελευθερίας;». «Άφετε, άφετε την νεότητα να βλέπη ό,τι δεν είναι φόβος να την διαφθείρη.» . «Πας ο μη βλέπων τι, πας όστις εμποδίζεται να ίδη τι περίεργον σχηματίζει περί τούτου πολύ μεγαλυτέραν τής σπουδαιότητός του ιδέαν». Φαίνεται όμως ότι το πρόβλημα ήταν προσωρινό. Από το 1884, που ανέλαβε την Εποπτεία των Σχολείων ο Γ. Βιώνης και οι μετέπειτα Επόπτες, η αντιμετώπιση παρομοίων θεμάτων πέρασε στη δική τους αρμοδιότητα και τα χειρίστηκαν με πολύ ορθότερο παιδαγωγικά τρόπο.
Παναγιώτα Ατσαβέ
Φιλόλογος – ιστορικός
- Το κείμενο βασίστηκε σε στοιχεία από το Αρχείο τής Φ.Ε. και δημοσίευμα τής σατιρικής εφημερίδας «Ραμπαγάς».