Η «Αρσακειώτισσα δασκάλα» και ο «διττός στόχος»
Η κριτική που ασκήθηκε στη ΦΕ γιατί δεν διαχώρισε το Διδασκαλείο από το Παρθεναγωγείο.
Τη σιγαλιά των τοίχων σου δεν φτάνει να χαλάσει
Τού κόσμου τ’ αναγάλλιασμα, το βούισμα και η έννοια.
Και κρύβεις από ταις ματιαίς την ανθισμένη πλάσι,
Κάθε σμαράγδινη ομορφιά σε βάθη ζαφειρένια.
Το ποίημα αυτό, με τον τίτλο «Το Παρθεναγωγείον», δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Εστία» (έτος ΙΑ΄, αρ. 564) στις 19 Οκτωβρίου 1886. Σε αυτό ο Κωστής Παλαμάς δεν κρύβει τον θαυμασμό του αλλά και τις μεγάλες προσδοκίες του για το Σχολείο τής ΦΕ. Την ίδια εποχή, η εφημερίδα «Άστυ» (έτος Β΄, αρ.58, 26 Οκτωβρίου 1886) σε άρθρο με τίτλο «Το Αρσάκειον» γράφει ότι το ίδρυμα αυτό «Συνετέλεσε εις την ηθικήν ανάπλασιν τού Γένους ημών», ενώ η «Εστία» τής 13ης Απριλίου 1886 επαινεί τους ανθρώπους «οίτινες συνετέλεσαν εν πάση αφιλοκερδεία εις την πρόοδον και βελτίωσιν τής εκπαιδεύσεως των Ελληνίδων». Τα θερμά αυτά λόγια βέβαια ελέχθησαν με την ευκαιρία τής επετείου τής συμπλήρωσης πενήντα χρόνων από την ίδρυση τής ΦΕ και αντικατόπτριζαν μια πραγματικότητα. Ένα ίδρυμα, η ύπαρξη τού οποίου ήταν αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας, εστίασε τις προσπάθειές του στην εκπαίδευση των κοριτσιών, αξιώθηκε να λάβει μια μεγάλη οικονομική βοήθεια από τον Απόστολο Αρσάκη και συνέχιζε απτόητο το έργο του, χωρίς να παρεκκλίνει ουσιαστικά από τον ιδρυτικό του στόχο «την βελτίωση τής παιδείας των Ελληνοπαίδων». Παρά τις οποιεσδήποτε διαφωνίες ορισμένων κύκλων, δύσκολα μπορεί να θεωρηθεί παρέκκλιση από ένα τέτοιο στόχο η «εκπαίδευση των Ελληνίδων». Στον τομέα αυτό το κράτος είχε κάνει ελάχιστα, διότι δεν είχε την οικονομική δυνατότητα για περισσότερα.
Το οικοδομικό τετράγωνο τού Αρσακείου από τη ΝΑ πλευρά. Τα παλαιά κτήρια δεν επαρκούσαν για να δημιουργηθούν νέες αίθουσες, γι’ αυτό και η ΦΕ αποφάσισε, στις αρχές τού 20ού αιώνα, να προχωρήσει σε ανοικοδόμηση ολόκληρου τού οικοδομικού τετραγώνου. (Αρχείο ΦΕ)
Τα πράγματα όμως δεν ήταν πάντα ρόδινα. Η οργάνωση τού Σχολείου βασίστηκε στο οικονομικώς και κτηριακώς εφικτό, το οποίο βέβαια συν τω χρόνω βελτιωνόταν, αλλά σίγουρα απείχε από το επιθυμητό. Έτσι μερικά χρόνια μετά, στο περιοδικό «Νουμάς», το μαχητικό περιοδικό των δημοτικιστών δημοσιεύθηκαν 44 «Σατιρικά Γυμνάσματα» τού Κωστή Παλαμά, με τα οποία ο ποιητής, σε μια άγονη περίοδο τού Ελληνισμού (1907-1909), προσπάθησε να χτυπήσει κάθε τι σαθρό, φαύλο και ψεύτικο. Σε ένα μάλιστα από αυτά αναφέρεται στις Αρσακειάδες δασκάλες με απαξιωτικό τρόπο. Συγκεκριμένα σε ένα ποίημα (Δεύτερη σειρά, 3, 1912 Άπαντα, Ε. Μπίρης-Γκοβόστης,1964, σ. 253), αναζητώντας γύρω του τα «σωστά» και τα «μεγάλα» τής φυλής, που πλέον δεν τα βρίσκει, γράφει:
«……………………………………….....
«Προδότες οι Τρικούπηδες. Κρεμάλα!
Κι οι Ψυχάρηδες; Γιούχα! Πλερωμένοι
Να η Ελλάδα. Αρσακιώτισσα Δασκάλα
Με λογιότατους παραγιομισμένη.
Και ποια είναι τα σωστά, ποια τα μεγάλα,
πού την οργή τους δίνουν και τη χάρη;»
……………………………………………..
Το λογοτεχνικό περιοδικό «Νουμάς» κυκλοφόρησε από το 1903 έως το 1931. Ήταν δημιούργημα τού Δημήτρη Ταγκόπουλου και έδωσε αγώνα για την επικράτηση τής Δημοτικής. ( Τευχος του Νουμά 29 Ιουνίου1903
Ο μεγάλος ποιητής ήταν οργισμένος με όλους όσοι ξεσήκωναν κατά καιρούς τον κόσμο προσπαθώντας να δημιουργήσουν οπαδούς, ενώ το ζητούμενο θα έπρεπε να ήταν όχι η επικράτηση τού ενός ή τού άλλου κόμματος αλλά το καλό τής πατρίδας. Στιγμάτιζε τα κακώς κείμενα τής πολιτείας για να ξυπνήσει τους άρχοντες να πάρουν τον δρόμο τής αλήθειας και τής αναδημιουργίας. Δεν δίστασε μάλιστα να αναφερθεί σε δύο σημαντικές προσωπικότητες που θέλησαν να προσφέρουν σημαντικό έργο στην Ελλάδα και να αλλάξουν παρωχημένες καταστάσεις, αλλά συνάντησαν την αντίδραση των συντηρητικών δυνάμεων. Παράλληλα το Αρσάκειο, με την πολύτιμη προσφορά σε πανελλαδική κλίμακα και όχι μόνο, ως ίδρυμα είχε πάντα τον σεβασμό και τη βοήθεια των κυβερνώντων και την προστασία των βασιλέων. Όπως είναι φυσικό, το γεγονός αυτό έθεσε τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στο στόχαστρο των αντιπάλων τής καθεστηκυίας τάξης, οι οποίοι την κατηγόρησαν για συντηρητισμό και «λογιοτατισμό», ξεχνώντας ότι η παιδεία δεν είναι ποτέ συντηρητική. Η παρεχόμενη γνώση σε συνδυασμό με την κρίση τού ατόμου που τη λαμβάνει επιφέρει νομοτελειακά πρόοδο. Για να αποκτήσουν τα «κοράσια» το δίπλωμα τής δασκάλας, ο μοναδικός τρόπος ήταν να φοιτήσουν στα Διδασκαλεία τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Λόγω τού ότι αυτό ήταν το μόνο κοινωνικά αποδεκτό γυναικείο επάγγελμα, το Διδασκαλείο αποτελούσε πόλο έλξης για άπορες μαθήτριες που σπούδαζαν με έξοδα τού Δήμου, τού Κράτους και τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Πίσω όμως από όλα αυτά όμως υπάρχει μια αλήθεια που επισημάνθηκε από τα πρώτα χρόνια λειτουργίας τής ΦΕ.
Στην πρόσκληση προς τους γονείς των υποψηφίων μαθητριών που απηύθυνε η ΦΕ διά τού Τύπου, μεταξύ άλλων λέει «Εις το ανώτερον σχολείον, όπου θέλουν διδάσκεσθαι αι μέλλουσαι να γίνωσι διδασκάλισσαι υπότροφοι τής Εταιρίας, ημπορούν να συνδιδάσκωνται και άλλων πολιτών κοράσια, όσα έχουν χρείαν ανωτέρας παιδείας». Ο διττός αυτός σκοπός τού Σχολείου πολύ σύντομα προβλημάτισε τους εταίρους. Στην Ε΄ Γενική Συνέλευση τής Εταιρείας (1838) για πρώτη φορά γίνεται λόγος για τη δημιουργία ενός νέου Σχολείου, μεσαίου, «εις το οποίον θέλουσι διδάσκεσθαι των ευκαταστάτων τα κοράσια πληρώνονται μικρά τινα δίδακτρα». Το σχήμα αυτό που από τότε είχε προταθεί δεν εφαρμόστηκε για δύο σοβαρούς λόγους. Η εφαρμογή του απαιτούσε χώρο στον οποίο να στεγάζονται οι παράλληλες τάξεις και μεγαλύτερο αριθμό καθηγητών.
Η οικία Δοσίου, όπως είναι σήμερα. Στο κτήριο αυτό στεγάστηκε το Σχολείο της ΦΕ πριν κτιστεί το ιδιόκτητο κτήριο στην Πανεπιστημίου. (Αρχείο ΦΕ)
Την εποχή εκείνη η ΦΕ ενοικίαζε κτήρια για τη στέγαση τού Σχολείου και τού Οικοτροφείου της. Οι αιτήσεις εγγραφής ήταν τόσο πολλές, ώστε μέσα σε 14 χρόνια αναγκάστηκε να ενοικιάσει 6 διαφορετικές κατοικίες στην προσπάθειά της να βρει κατάλληλες και ευρύχωρες αίθουσες για να στεγάσει τις μαθήτριες. Την περίοδο εκείνη όμως μοναδικό εισόδημα τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας ήταν οι εισφορές των μελών της και τα όποια δίδακτρα εισέπραττε. Ήδη από το 1850 ο Γεώργιος Γεννάδιος είχε επισημάνει ότι η εκπαίδευση τής δασκάλας και η μόρφωση τής οικοδέσποινας, μιας ορισμένης μάλιστα κοινωνικής τάξης, ήταν δύο στόχοι που διέφεραν μεταξύ τους σε ουσιαστικά σημεία. Οι δύο αυτές κατηγορίες μαθητριών παρακολουθούσαν το ίδιο ακριβώς πρόγραμμα μαθημάτων, εκτός από τη θεωρία και την εφαρμογή τής Αλληλοδιδακτικής Μεθόδου, που έπρεπε να διδάσκεται στις υποψήφιες δασκάλες το τελευταίο εξάμηνο των σπουδών Στο Διδασκαλείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας φοιτούσαν κορίτσια που επιθυμούσαν να διδαχθούν όσα μαθήματα έπρεπε να γνωρίζει «ένα κοράσιον μέλλον να ζήση εν τη κοινωνία», δηλαδή όσες κοπέλες ήθελαν να έχουν ένα ακόμα προσόν για έναν καλό γάμο, αλλά και οι μέλλουσες δασκάλες, οι οποίες έπρεπε να είναι σωστά καταρτισμένες για να επιτελέσουν το έργο τους.
Μάθημα Ραπτικής στο Αρσάκειο, από το Λεύκωμα τού 1912. Για λόγους φωτισμού η φωτογράφιση έγινε στην κεντρική αυλή τού Σχολείου. Οι μαθήτριες εξασκούνταν στο γάζωμα, το κόψιμο, το στρίφωμα, το τρύπωμα και την πρόβα. (Αρχείο ΦΕ)
Αυτό συνέβαινε διότι η ΦΕ δεν είχε προχωρήσει στον διαχωρισμό τού Ανώτατου Παρθεναγωγείου από το Διδασκαλείο, στο οποίο θα φοιτούσαν οι μέλλουσες δασκάλες. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα στο πρόγραμμα των διδασκομένων μαθημάτων να περιλαμβάνονται τα λεγόμενα «διακοσμητικά μαθήματα», όπως καλλιγραφία, ιχνογραφία, σκιαγραφία, χειροτεχνήματα, οργανική μουσική, χορός, ενώ στην τελευταία τάξη τού Διδασκαλείου δεν διδάσκονταν Αριθμητική και Γεωμετρία, διότι θεωρούνταν ακατάλληλα για τη φύση των γυναικών. Την κριτική του για το θέμα έκανε και ο Αλέξ. Ρίζ. Ραγκαβής λέγοντας: «Κατά τούτο λοιπόν νομίζομεν ότι θεμελιωδώς σφάλλεται το τής ΦΕ διδακτήριον‧ ότι ὁ σκοπός αυτού δεν είναι διακεκριμένος και η εν αυτώ διδομένη αγωγή ουδεμίαν έχει ειδικότητα, ώστε δι’ ουδεμίαν των τάξεων αίτινες μεταλαμβάνουσι αυτής δύναται αύτη να είναι εντελώς σκόπιμος» («Περί εκπαιδεύσεως» Νέα Πανδώρα, τόμος ς΄, 1855, σ 89 ). Ο Λέων Μελάς όμως από το 1861 είχε εισηγηθεί στην Επιτροπή Σχολείων: «Εθεωρήσαμεν αναγκαιότατον αι μαθήτριαι τής 5ης και ανωτάτης τάξεως, αι προτιθέμεναι να ασκήσωσι το διδασκαλικόν επάγγελμα, να ασκώνται συγχρόνως και περί την δύσκολον τέχνην τής διδασκαλίας παραδιδούσαι άπαξ τής εβδομάδος κατά σειράν ενώπιον των αρμοδίων διδασκάλων τα μαθήματα και τού Αλληλοδιδακτικού Σχολείου και των δύο κατωτέρων Ελληνικών τάξεων.» (Πρακτικά ΦΕ, 24 Δεκεμβρίου 1861, σ.16).Το θέμα όμως είχε αρχίσει να συζητείται ευρέως.
Αρσακειάδες τού 1893. Διακρίνονται αναφορές σε ονόματα κάποιων εκ των εικονιζομένων: Χρυσάνθη, σειρά πρώτη εξ αριστερών, Νίνα σειρά πρώτη εκ δεξιών. Η Χρυσάνθη ήτο μία τάξη πιο μικρά (Αρχείο ΦΕ)
Το 1865 ο Ν. Σαρίπολος, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, σε υπόμνημά του προς το Υπουργείο Παιδείας «Περί τού κατωτέρου κλήρου και περί τής εκπαιδεύσεως» (Πανδώρα, τ. ς΄, 1865-6, σ. 111) γράφει ότι η κοινή εκπαίδευση κάνει κακό στις φτωχές κοπέλες, γιατί όταν επιστρέψουν στα σπίτια τους «αγύμνασται μείνασαι των οικιακών έργων απαξιούσι να σπιλώσωσι τας εαυτών χείρας περί ταύτα τυρβάζουσαι». Αλλά και ο Δ. Στρούμπος το 1855 έγραψε: «Ως γνωστόν και τού πένητος και τού πλουσίου το θήλυ παρακάθηται επί των αυτών ἐδωλίων‧ εκεί τοίνυν διδάσκονται μετά των ολίγων εργοχείρων ολιγώτερα γράμματα και ποτίζωνται το ελευθεριάζειν διά των φραγκικών λεξιδίων» («Το μέλλον, ήτοι περί ανατροφής και παιδεύσεως», Αθήναι 1855, σ. 27), θέτει μάλιστα όχι μόνο πρακτικό αλλά και ηθικό θέμα. Παράλληλα ο Βλ. Σκορδέλης το1899 γράφει: «Πολλάκις αι διδασκάλισσαι μάλιστα εν ταις επαρχίαις υποπίπτουσιν εις την καταφρόνησιν τάς κοινωνίας‧ πταίουσιν δε αυταί, διότι ζήσασαι χρόνον τινα εν τη πρωτευούση φαίνονται περιφρονούσαι τον επαρχιακόν βίον, μεταχειρίζονται γλώσσαν ακατάληπτον σχεδόν εις τους χωρικούς, ως δήθεν Ελληνίζουσαι, προσποιούνται ότι ουδέν ταις αρέσκει εκ τού τόπου» («Διδασκαλικός οδηγός ήτοι Θεωρητικός και πρακτικός οδηγός των Δημοτικών σχολείων και Παρθεναγωγείων», Αθήναι 1899, σελ. 2). Από ό,τι φαίνεται οι σχολιαστές θέτουν και ένα άλλο θέμα, ταξικό αυτή τη φορά. Η συνύπαρξη κοριτσιών τής αστικής τάξης με αυτά των επαρχιών φάνηκε να ενοχλεί ιδιαίτερα την κοινωνία τής εποχής και να έχει και συνέπειες. Η ΦΕ έσπευσε να λύσει το πρόβλημα αυτό χωρίζοντας τα Σχολεία της σε Εσωτερικό (για τις οικότροφες μαθήτριες που προήρχοντο κυρίως από την επαρχία) και Εξωτερικό (για τις Αθηναίες που ήθελαν να σπουδάσουν στο Αρσάκειο). Φρόντισε μάλιστα να απαγορεύσει κάθε επικοινωνία των μαθητριών των δύο Σχολείων.
Μαθήτριες τού Εξωτερικού Σχολείου το 1912. Οι μαθήτριες φορούσαν καπέλα, τα οποία κατά τη διάρκεια τού μαθήματος κρεμούσαν στις κρεμάστρες. Η αίθουσα φωτίζονταν και θερμαίνονταν με φωταέριο. Η φωτογράφιση πρέπει να έγινε χειμώνα, γιατί κάποιες μαθήτριες φορούν ζακέτες πάνω από τις γαλάζιες ποδιές τους (οι εσωτερικές φορούσαν λευκά, οι ημισύσσιτες μπλε και οι εξωτερικές γαλάζια). (Αρχείο ΦΕ)
Ο Ν. Δραγούμης, εκδότης τής «Πανδώρας» και ιδρυτικό μέλος τής ΦΕ πίστευε ότι «η συμβίωσις και η επί μακρόν διδασκαλία κορασίων διαφόρους ἐχόντων σκοπούς, βλάπτει την αγωγήν», γι’ αυτό θεωρεί απαραίτητο «το Παρθεναγωγείον να χρησιμεύση εις μόρφωσιν ιδίως διδασκαλισσών».
Αλλά και η απόφοιτος τού Αρσακείου Καλλιρρόη Παρρέν ξιφούλκησε με άρθρο της στην «Εφημερίδα των Κυριών» κατά τού Αρσακείου διαμαρτυρόμενη για το ότι οι υποψήφιες δασκάλες διδάσκονταν πολλά αντικείμενα άχρηστα γι’ αυτές και για την άσκηση τού επαγγέλματός τους. Η Παρρέν πίστευε ότι
«το σχολείον είναι η οδός δι’ ης η κόρη προπαρασκευαζομένη εις τας πραγματικότητας τού βίου εισάγεται εν τη κοινωνία» (Εφημερίς των Κυριών, έτ. Β΄, αρ. 65, 5 Ιουνίου 1891). Το θέμα τής εκπαίδευσης των γυναικών προωθήθηκε αισθητά από την Καλλιρρόη Παρρέν, η οποία με την «Εφημερίδα των Κυριών» ανέλαβε συστηματικό αγώνα για τα δικαιώματα τής γυναίκας. «Επείγουσα παρίσταται η ανάγκη όπως οι πατέρες τού έθνους μεριμνήσωσι περί τής βελτιώσεως τής εκπαιδεύσεως τού γυναικείου φύλου, πρόνοια δε ληφθή, όπως και εν τω Ελληνικώ Βασιλείω θεσπισθή και νομοθετηθή τελεία μέση εκπαίδευσις δι’ αυτό».
Η πρώτη Ελληνίδα δημοσιογράφος, η «μεγάλη μορφή τού υγειούς φεμινισμού» όπως την αποκαλούσε ο Ξενόπουλος, η Καλλιρρόη Σιγανού-Παρρέν ήταν Αρσακειάς. Με άρθρα της στην «Εφημερίδα των Κυριών», την οποία άρχισε να εκδίδει το 1887, αγωνίστηκε για την πνευματική και την πολιτική χειραφέτηση αλλά και την ισοτιμία των γυναικών, άσκησε κριτική στο Αρσάκειο διότι δεν είχε προχωρήσει στον διαχωρισμό τού Διδασκαλείου από το Παρθεναγωγείο.
Το ΔΣ τής ΦΕ είχε γνώση τού θέματος και προσπαθούσε να το αντιμετωπίσει. Η λήψη όμως ριζικών αποφάσεων προσέκρουε σε πρακτικά και οικονομικά ζητήματα. Το 1871 ο Π. Ρομποτής διατύπωσε τον φόβο μήπως οι μαθήτριες τού Σχολείου, έχοντας ζήσει και εκπαιδευτεί σε πολυτελή τρόπο ζωής, δεν δέχονταν να τον αλλάξουν και κυρίως δεν επιθυμούσαν να επιστρέψουν στον τόπο τους (Πρακτικά ΦΕ 1871, σ. 47). Είναι αλήθεια ότι οι περισσότερες επεδίωκαν να διοριστούν στη Σύρο, στο Ναύπλιο, στην Αθήνα ή σε κάποια ελληνική κοινότητα τού εξωτερικού. Ο Ι. Βενέτης στο ΔΣ τής ΦΕ πρότεινε: «Εν γένει νομίζω ότι πρέπει να υπάρξῃ μια κυρία διαίρεσις των σχολείων τής Εταιρείας εις δύω» (Πρακτικά ΦΕ 1871, σ.52-53). Το εγχείρημα αυτό όμως δεν πραγματοποιήθηκε τότε. Το 1871 η ΦΕ διέθετε μεν το οικοδομικό τετράγωνο στην Πανεπιστημίου αλλά, αν εξαιρέσουμε το Αρσάκειο Μέγαρο, το Τοσίτσειο και το Νηπιαγωγείο επί τής οδού Σταδίου, τα υπόλοιπα κτήρια ήταν ιδιόκτητες οικίες οι οποίες σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να στεγάσουν τον αριθμό των μαθητριών που φοιτούσαν στο Σχολείο. Ο διαχωρισμός των Σχολείων απαιτούσε περισσότερες αίθουσες, που δεν υπήρχαν, και περισσότερους καθηγητές, κάτι που είχε μεγάλο κόστος, και το ΔΣ επιφυλάχθηκε να επανεξετάσει το θέμα.
Η τραπεζαρία στην οποία έτρωγαν οι εσωτερικές μαθήτριες στο Αρσάκειο Μέγαρο. Αν λάβουμε υπ’ όψιν τις συνθήκες διαβίωσης σε πολλά μέρη τής Ελλάδος την εποχή εκείνη αντιλαμβανόμαστε γιατί κάποιοι μιλούσαν για πολυτελή βίο. (Αρχείο ΦΕ)
Ξαφνικά από το 1872 μέχρι το 1889 ξέσπασε ένας ορυμαγδός αρνητικών εκθέσεων για τις Αρσακειάδες δασκάλες, οι οποίες κυρίως προέρχονταν από άρρενες επιθεωρητές. Ο Δ. Πετρίδης από τη Σύρο γράφει το 1880 («Περί των ἐεν Σύρα σχολείων», Παρνασσός, τ. Ε΄, 1881, σ. 122) «υστερούσι κατά τας γνώσεις ούτε θεωρητικώς διδαχθείσαι επαρκώς ούτε πρακτικώς ασκηθείσαι εν τω έργω». Ο Γ. Παπαβασιλείου γράφει από την Αρκαδία σε έκθεσή του το 1879. «Αι διδασκάλισσαι, αι πλείσται των εκ τού Αρσακείου απολυομένων εισί λίαν αγράμματοι και ουχί ως προσήκει τοις διδασκάλοις μεμορφωμέναι.» Ο Π. Παπακωνσταντίνου από τη Μεσσηνία το 1880 συμπληρώνει: «Τα κοράσια εξέρχονται τού σχολείου ατελέστερον ή ότε εισήλθον, διότι ουδέν καλόν προσεκτήσαντο», ενώ ο Π. Π. Οικονόμου το 1880, από την Άνδρο, συμπληρώνει σαρκαστικά: «Το Αρσάκειον δύναται να εναβρύνηται επί τοις μεγάλοις και πολυτελέσι οικοδομήμασι, και επί τω πλήθει των κατ’ έτος απολυομένων διδασκαλισσών, αλλ’ η ιστορία τής παιδαγωγίας θα απορήση επί τω γεγονότι ότι μαθήτριαι επί τόσον χρόνον παιδευόμεναι την εγκύκλιον και παιδαγωγικήν παίδευσιν, εξέρχονται τόσον απροπαρασκεύαστοι εις το έργον, ιδία δε αγνοούσαι τα στοιχεία τής Παιδαγωγικής.» (Οι εκθέσεις προέρχονται από το «Παράρτημα των εκπαιδευτικών νομοσχεδίων Γ. Θεοτόκη. Εκδιδόμενον κατ’ αίτησιν τής υπ’ αυτού ειδικής επιτροπής τής Βουλής τη επιστασία τού Γενικού Επιθεωτητού των δημοσίων σχολείων Χαρισίου Παπαμάρκου», Αθήνα 1890).
Τελειόφοιτες τού Αρσακείου Διδασκαλείου Πατρών με τη διευθύντρια Μαρία Ξύδη στην εσωτερική αυλή τού παλαιού κτηρίου τού Αρσακείου Πατρών (οικία Νιανιάρα) (Αρχείο ΦΕ)
Οι άνδρες επιθεωρητές κατηγορούσαν στις εκθέσεις τους τις Αρσακειάδες δασκάλες για «ψιττακισμό» και «αμέθοδη διδασκαλία». Κανένας όμως από αυτούς δεν αναφέρθηκε στις δυσκολίες που αντιμετώπιζαν οι νεαρές δασκάλες οι οποίες, εκτός από την κυριαρχούσα άποψη περί της «ματαιότητος τής μορφώσεως των κορασίων», έπρεπε να αντιμετωπίσουν και κοινωνικές δεισιδαιμονίες των κατοίκων. Ο Σπ. Λάμπος, Γενικός Επιθεωρητής των Δημοτικών Σχολείων από το 1884 μέχρι το 1887, αναφερόμενος στις δασκάλες απόφοιτες τού Αρσακείου λέει: «Και θα κερδίσωσι τον άρτον αυτών εν ιδρώτι τού προσώπου, πορευόμεναι πολλάκις εις χωρία ανθρώπων αγροίκων και αφιλόξενων και μακράν εις απροσβάτους τής Μικράς Ασίας και τα’ης Μακεδονίας κώμας. Μακράν ηδυνάμην να γράφω περί των στεναχωριών υφ’ ων περιβάλλονται, περί τής συκοφαντίας ήτις πολλάκις αδίκως τας διαβάλλει.» («Το μέλλον των διδασκαλισσών», Εθνικόν Ημερολόγιον Κωνσταντίνου Φ. Σκώκου 1891, σ. 116). Αλλά και στο ΔΣ o Γραμματέας Χρ. Φιλαδελφεύς ομολογεί ότι στο Μενίδι «των παθών της τον τάραχον δοκιμάζει η διδάσκαλος. Καθ’ εκάστην την προσβάλλουσι παντοιοτρόπως».
Είναι γεγονός ότι πολύ υποβαθμισμένη στην εκπαίδευση των διδασκαλισσών ήταν η διδασκαλία των Μαθηματικών. Αξίζει να επισημανθεί το γεγονός ότι αυξάνονταν στα διδασκαλεία θηλέων οι ώρες διδασκαλίας στα μαθήματα που αφορούσαν στην υγιεινή και μειώνονταν οι ώρες των μαθημάτων τα οποία θεωρούσαν ότι προσθέτουν «διανοητικό φόρτο», όπως π.χ. τα Μαθηματικά. Μόνο στο πρόγραμμα τού 1897 (Β.Δ. 11ης Νοεμβρίου 1897) έγινε σαφής διαχωρισμός των προγραμμάτων τού διδασκαλείου και τού παρθεναγωγείου. Η παρέμβαση τού κράτους ανάγκασε τη ΦΕ να διαχωρίσει το Διδασκαλείο από το Ανώτατο Παρθεναγωγείο, τού οποίου οι μαθήτριες συν τω χρόνω μειώνονταν. Πρωτοπόροι στον αγώνα για τη διεκδίκηση ισότητας στις εκπαιδευτικές ευκαιρίες αγοριών κοριτσιών ήταν εκτός τής Κ. Παρρέν και η Σαπφώ Λεοντιάς. Η Καλλιόπη Κεχαγιά και η Αικατερίνη Λασκαρίδου θεμελίωσαν τις διεκδικήσεις αυτές. Η Παρρέν πίστευε ότι «Το σχολείον είναι η οδός δι’ ης η κόρη προπαρασκευαζομένη εις τας πραγματικότητας τού βίου εισάγεται εν τη κοινωνία» («Εφημερίς των Κυριών», έτ. Β΄, αρ. 65, 5 Ιουνίου 1891). Υποστήριξε την εκπαίδευση των γυναικών και την προώθησε σημαντικά. Με την «Εφημερίδα των Κυριών» μάλιστα ανέλαβε συστηματικό αγώνα για τα δικαιώματα τής γυναίκας. «Επείγουσα παρίσταται η ανάγκη όπως οι πατέρες τού έθνους μεριμνήσωσι περί τής βελτιώσεως τής εκπαιδεύσεως τού γυναικείου φύλου, πρόνοια δε ληφθή, όπως και εν τω Ελληνικώ Βασιλείω θεσπισθή και νομοθετηθή τελεία μέση εκπαίδευσις δι’ αυτό».
Η Καλλιόπη Κεχαγιά, η πρώτη γυναίκα επόπτης των Σχολείων τής ΦΕ, ήταν από τις πλέον προβεβλημένες φεμινίστριες τού 19ου αι. Γεννημένη στην Προύσα τής Βιθυνίας, τελείωσε το Αρσάκειο, σπούδασε στην Αγγλία, ταξίδεψε σε Ευρώπη και Αμερική. Στην Ελλάδα εργάστηκε στην εκπαίδευση και συνέβαλε στην αναμόρφωση τού σωφρονιστικού συστήματος για τις γυναίκες.
Το πλήρωμα τού χρόνου όμως για τον χωρισμό τού Διδασκαλείου από το Παρθεναγωγείο είχε φτάσει. Στις 24 Απριλίου 1881 δημοσιεύτηκε το ΒΔ με το οποίο για πρώτη φορά το Υπουργείο Παιδείας επενέβη στη λειτουργία τού Αρσακείου καθορίζοντας τον σκοπό τού Διδασκαλείου και τα μαθήματα που πρέπει να διδάσκονται οι υποψήφιες δασκάλες. Το άρθρο 3 καθόριζε ότι σκοπός τού Διδασκαλείου ήταν «η ηθική κυρίως μόρφωσις των νεανίδων και η προπαρασκευή αυτών εις το διδασκαλικόν έργον». Το άρθρον 4 όριζε ότι στις 2 τελευταίες τάξεις (Δ΄ και Ε΄) οι μαθήτριες θα διδάσκονται «Εμπειρική Ψυχολογία μετά στοιχειώδους Λογικής, Παιδαγωγική και Διδακτική και Μεθοδική μετ’ ασκήσεων». Είναι η πρώτη φορά που το κράτος δείχνει να αντιλαμβάνεται ότι η εκπαίδευση των δασκάλων, ανδρών και γυναικών, πρέπει να είναι η ίδια και προσαρμοσμένη στις κοινωνικές απαιτήσεις και τις ανάγκες τής εποχής. Με το ίδιο ΒΔ τής 24ης Απριλίου 1882 αναγνωρίστηκαν ως Διδασκαλεία τού Κράτους τα Σχολεία τής ΦΕ στην Αθήνα και την Κέρκυρα. Λίγο αργότερα, το 1891, το κράτος αναγνώρισε ότι οι εξετάσεις που θα δίνουν οι υποψήφιες δασκάλες πρέπει να είναι ανάλογες με εκείνες των δασκάλων και κανόνιζε τις απολυτήριες εξετάσεις «προς τα εν τοις Διδασκαλείοις των αρρένων διατεταγμένα».
Απόφοιτες τού Αρσακείου Διδασκαλείου Αθηνών με τη διευθύντρια Μαρία Αλεξανδρίδου (Αρχείο ΦΕ)
Αξίζει να δούμε τη διαφορά στο πρόγραμμα των διδασκομένων μαθημάτων στην τελευταία τάξη τού Διδασκαλείου το 1870 (πριν από την παρέμβαση τού κράτους) και το 1886-1887 (μετά την παρέμβαση) όπως τον παρουσιάζει σε πίνακα η Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου στο βιβλίο της «Η Μέση Εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα» (Αθήνα 1986, ΙΑΕΝ, σ.187).
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 1870 ΤΑΞΗ Ε΄ ΄ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ 1886-1887 ΤΑΞΗ Δ΄
Μαθήματα ώρες Μαθήματα ώρες
Χριστιανική Ηθική 1 Ελληνικά 8
Ελληνικά 6 Ιστορία 2
Γαλλικά 5 Φυσιογνωστικά (Χημεία) 1
Οικιακή Οικονομία 1 Παιδαγωγικά 1
Παιδαγωγία 1 Διδακτικά 11
Φυσική Πειραματική 3 Γαλλικά 4
Κοσμογραφία 1 Ωδική 2
Ωδική 2 Χειροτεχνήματα 4
Διδακτική (εφαρμογή) 3 ________
Μέθοδος Νηπιαγωγίας 2 Σύνολο 33
______
Σύνολο 25
Χειροτεχνήματα και άσκηση στην οικιακή οικονομία κατά τις λοιπές εργάσιμες ώρες.
Πέραν των προβλημάτων που προξένησε το γεγονός ότι η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία δεν είχε διαχωρίσει τα δύο σχολεία, υπήρχε διαφοροποίηση στο περιεχόμενο τής εκπαίδευσης της δασκάλας, διότι δεν ήταν αντίστοιχη με αυτή των δασκάλων και σε χρονική διάρκεια αλλά και σε επίπεδο σπουδών. Αν αφαιρέσουμε τις 25 ώρες Γαλλικών που διδάσκονταν οι δασκάλες δεν υπήρχε ουσιαστική διαφορά στις ώρες διδασκαλίας. Όμως το πρόγραμμα στο διδασκαλείο αρρένων ήταν πιο πυκνό και εκεί διδάσκονταν Παιδαγωγικά από την Α΄ τάξη 27 ώρες, ενώ στο Διδασκαλείο τής ΦΕ τα Παιδαγωγικά διδάσκονταν μόνο στην τελευταία τάξη 9 ώρες (2 θεωρητικά + 7 ασκήσεις). Πρέπει να σημειώσουμε ακόμα ότι στις 153 ώρες τού Διδασκαλείου Θηλέων δεν περιλαμβάνονται οι ώρες πού διδάσκονταν τα Εργόχειρα και τη Ραπτική. Από όλα τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι τα διδασκόμενα στη ΦΕ μαθήματα καθιστούσαν σαφή τον διπλό σκοπό τού Σχολείου: να μορφώσει, δηλαδή, τις μέλλουσες δασκάλες αλλά και τις οικοδέσποινες.
Η προερχόμενη από δημοσίευμα εφημερίδας φωτογραφία εικονίζει απόφοιτες τού Αρσακείου Διδασκαλείου Κερκύρας μαζί με τους καθηγητές τους το 1928. (Αρχείο ΦΕ)
Η εκπαίδευση των κοριτσιών ήταν τόσο εμφανώς υποβαθμισμένη, ώστε σε όλα τα νομοσχέδια η μέση εκπαίδευση φαίνεται να προορίζεται αποκλειστικά και μόνο για μαθητές, ενώ τα Παρθεναγωγεία υπάγονται στον Γενικό Επιθεωρητή τής Δημοτικής Εκπαίδευσης. Και βέβαια προξενεί εύλογη απορία το γεγονός ότι η κριτική όλων και κυρίως τού Τύπου εστράφη εναντίον τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, αλλά κανείς δεν άσκησε πίεση για να δημιουργηθούν διδασκαλεία θηλέων από το κράτος. Μόλις το 1882 πέρασε από τη Βουλή νομοσχέδιο για την ίδρυση κρατικών διδασκαλείων θηλέων, αλλά άργησαν αρκετά να οργανωθούν και να λειτουργήσουν.
Τον 20ό αιώνα η ΦΕ, έχοντας λύσει το κτηριακό της πρόβλημα, συνέχισε να μορφώνει δασκάλες, περιζήτητες στην εκπαίδευση, με βάση το πρόγραμμα που επέβαλε το Υπουργείο αλλά και δικά της αντικείμενα μάθησης όπως ήταν η απαγγελία κ.ά.
Στο πίσω μέρος η φωτογραφία γράφει: «Από τας εορτάς τής Εκατονταετηρίδος τής ΦΕ. Αι Ἀρσακειάδες Πατρών τού Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου εν Αθήναις. Εν τω μέσῳ η Γενική Διευθύντρια κ. Περσεφόνη Παπαδοπούλου. Εν τη εικόνι αι καθηγήτριαι Καραθανασοπούλου, Οικονομοπούλου, ο Γυμνασιάρχης κ. Κ. Χ. Ρούνιος και οι καθηγηταί κ.κ. Αναστασιάδης, Βιδούρης και Βοσσολίνος. (Αρχείο ΦΕ)
Νέα εκπαιδευτικά νομοσχέδια πλέον αντιμετωπίζουν διαφορετικά την εκπαίδευση των γυναικών. Τον Νοέμβριο τού 1911 το ΔΣ τής ΦΕ προσεκλήθη να λάβει μέρος στη μελέτη που εκπονούσε το Υπουργείο Παιδείας για να καθοριστεί το κατάλληλο πρόγραμμα μαθημάτων για τα διδασκαλεία θηλέων. Το ΔΣ ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση με επιτροπή η οποία αποτελείτο από τους Γ. Αβέρωφ, Ἀγγ. Σίμο, Νικ. Μοσχοβάκη και Θ. Σκούρα. Ο Υπουργός Παιδείας Ι. Τσιριμώκος μαζί με τον Δ Γληνό συνέταξαν τα περίφημα «Νομοσχέδια Τσιριμώκου», που αποτέλεσαν αλλαγή στην εκπαιδευτική πολιτική. Με την μεταρρύθμιση τού 1929 τα πράγματα βελτιώθηκαν. Η πορεία τής γυναικεία εκπαίδευσης είχε αρχίσει να οργανώνεται αργά αλλά σταθερά. Τις βάσεις της όμως είχαν θέσει σε δύσκολες εποχές κάποιοι πρωτοπόροι, οι οποίοι εργαζόμενοι ακούραστα σε πανελλαδική κλίματα συνέβαλαν καθοριστικά στη δημιουργία τής μορφής τού νέου ελληνικού κράτους .
- Το κείμενο βασίζεται σε στοιχεία από το Αρχείο τής ΦΕ, την ανέκδοτη «Ιστορία τής ΦΕ» τού Στέφανου Γαλάτη, Δημαρά Α. «Η μεταρρύθμιση που δεν έγινε», Τεκμήρια Ιστορίας, τ. Α΄, Β΄, Σιδηρούλας Ζιώγου-Καραστεργίου «Η Μέση Εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα.» (1830-1893), Αθήνα 1986, «Η εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, Αρσάκεια-Τοσίτσεια Σχολεία 1836-1996. 160 χρόνια παιδείας», «Εκατονταετηρίς τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας 1836-1936»
Παναγιώτα Αν. Ατσαβέ
Φλόλογος – ιστορικός