Ελένη Μονοχάρτζη. Μια Αρσακειάδα που αγωνίστηκε για το πτυχίο της
Μια συγκινητική ιστορία από τα Πρακτικά τού Δ.Σ. τής Φ.Ε.
Το Διοικητικό Συμβούλιο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας στις 14 Ιανουαρίου 1880 είχε πολλά θέματα να συζητήσει. Μεταξύ αυτών και διάφορες αιτήσεις που αφορούσαν σε θέματα φοίτησης των μαθητριών τού Σχολείου. Την προσοχή όλων όμως τράβηξε μία αίτηση σχετικά με τη διακοπή τής φοίτησης μιας μαθήτριας .
Ο κοιτώνας όπου διέμεναν οι εσωτερικές μαθήτριες τού Αρσακείου. (Αρχείο ΦΕ)
«Ανεγνώσθη αίτησις συγγενικού συμβουλίου εγκεκριμένου υπό τού Ειρηνοδικείου, όπερ απεφάνθη ότι ελαττωθείσης τής περιουσίας τής Ελένης Μονοχάρτζη εγκρίνει την αποχώρησιν αυτής από το Αρσάκειον διδομένης υπό την κηδεμονίαν των προς μητρός πάππου και προμήτορος ιδίως δε τού κ. Ν. Μάγνητος, όστις να την συντηρή δαπανών μόνον 50 δραχμάς κατά μήνα».
Η Χαλκίδα τον 19ο αιώνα (Επιστολικό Δελτάριο 19ου αι.)
Η Ελένη Μονοχάρτζη ήταν από τη Χαλκίδα. Οι γονείς της, ευκατάστατοι άνθρωποι, θέλησαν να προσφέρουν στην κόρη τους την καλύτερη δυνατή εκπαίδευση, γι’ αυτό και αποφάσισαν να τη στείλουν εσωτερική στο Αρσάκειο, για να σπουδάσει, να γίνει δασκάλα και να εργασθεί μέχρι να έρθει η στιγμή να παντρευτεί. Όμως δυστυχώς το όνειρο τους αυτό δεν το είδαν να πραγματοποιείται. Και οι δύο βρήκαν αιφνίδιο θάνατο και η τύχη τής ορφανής Ελένης ήταν πλέον στα χέρια των συγγενών της.
Τάξη τού Αρσακείου τον 19ο αιώνα (1886) (Αρχείο ΦΕ)
Τον θάνατο των γονιών της πληροφορήθηκε η Ελένη στο Αρσάκειο. Της συμπαραστάθηκαν όλοι προσπαθώντας να ρίξουν βάλσαμο στον μεγάλο της πόνο. Κανείς δεν φανταζόταν τότε ότι ο Γολγοθάς τής Ελένης είχε μόλις αρχίσει. Όταν ένα κορίτσι έμενε ορφανό την εποχή εκείνη, την κηδεμονία της αναλάμβανε το οικογενειακό συμβούλιο. Έτσι, λίγο καιρό αργότερα, ο Ν. Μάγνης, εκπροσωπώντας την οικογένειά της, τής ανήγγειλε ότι αποφάσισαν να διακόψει τη φοίτησή της στο Αρσάκειο, γιατί δεν υπήρχαν τόσα χρήματα, αλλά και γιατί η μόρφωση που τής παρείχε το Σχολείο δεν της ήταν απαραίτητη. Τής αποκάλυψε δε ότι είχε έρθει στην Αθήνα να υποβάλει αίτηση προκειμένου να σταματήσει η φοίτησής της από το νέο σχολικό έτος. Η 15χρονη κοπέλα τα έχασε. Αυτό το δεύτερο χτύπημα δεν το περίμενε. Άρχισε να κλαίει απελπισμένη. Δεν σταμάτησε να κλαίει ώρες, μέρες, εβδομάδες. Μάταια προσπαθούσαν να την παρηγορήσουν οι φίλες της και οι δασκάλες της. Ακόμα και η διευθύντρια, η Μαυρέττα Κίτσου, τής μιλούσε καθημερινά και προσπαθούσε να τη συνεφέρει. «Μα γιατί;» αναρωτιόταν. «Σε έναν χρόνο τελειώνω. Δεν υπάρχουν λεφτά ούτε για έναν χρόνο; Θέλω να πάρω το δίπλωμά μου. Θέλω να γίνω δασκάλα.» Το κλάμα της συγκλόνισε όλο το Σχολείο. Δεν έτρωγε, δεν μιλούσε σε κανέναν. Μόνο έκλαιγε. Η διευθύντρια κατάλαβε ότι έπρεπε να παρέμβει. Πήγε στον πρόεδρο Νικόλαο Μαυροκορδάτο και τού μίλησε για την απελπισία και την απόγνωση τής μικρής. Τον παρακάλεσε να σκεφτεί μήπως υπήρχε κάποια λύση στο ζήτημα. Μια μέρα μάλιστα την παρουσίασε στον Γενικό Γραμματέα Χρ. Φιλαδελφέα, ο οποίος μίλησε με τη μικρή Αρσακειάδα, τής έδωσε συγχαρητήρια για τη φιλομάθειά της και τής υποσχέθηκε ότι θα κάνει ό,τι μπορεί προκειμένου να διευθετήσει το θέμα της και να μη σταματήσει τις σπουδές της.
Ο πορθμός τού Ευρίπου (Επιστολικό Δελτάριο )
Το Δ.Σ. ανέθεσε το ζήτημα στον υπεύθυνο για θέματα Παιδείας Ιωάννη Βενέτη. Άρχισε τότε ένας πραγματικός μαραθώνιος συνεννοήσεων μεταξύ των οικείων της Ελένης και τού Δ.Σ. τής Φ.Ε. Οι μεν συγγενείς υποστήριζαν ότι για μια ορφανή κοπέλα το ζητούμενο θα έπρεπε να είναι ο γάμος και όχι οι σπουδές, οι δε Σύμβουλοι τής Φ.Ε. προσπαθούσαν να τους πείσουν ότι μια μορφωμένη δασκάλα θα μπορούσε να εργαστεί, ώστε να μην είναι βάρος στην οικογένεια, και φυσικά θα μπορούσε να κάνει έναν καλύτερο γάμο.
Το δίπλωμα τού Αρσακείου της Ελένης Μαυρομιχάλη (Ιστορικό και Εθνολογικό Μουσείο.)
Στα πρακτικά τού Δ.Σ. τής Φ.Ε. τής 5ης Οκτωβρίου 1880 διαβάζουμε και πάλι: «Ο κ. Βενέτης εδήλωσεν ότι η Μονοχάρτζη ακούσασα την διάθεσιν τού κηδεμόνος της ότι θέλει να την αποσύρη ανθίσταται και κατ’ ουδένα τρόπον δεν θέλει να αποχωρήση αλλά θέλει να τελειώσει τας σπουδάς της. Επειδή δε είναι τής Δ΄ τάξεως και μένει επτά έτη ήδη εν τω καταστήματι εγκρίνει το Συμβούλιον να την δεχθή με δρχ. 50 ανά μήνα όσον είναι το εισόδημά της, υποσχομένης. Εκείνη δε, μπορεί να αποζημιώση καθ’ ολοκληρίαν την Εταιρίαν αφού εκκαθαρίση την περιουσίαν της».
Από τις ημερομηνίες των δύο πρακτικών αποδεικνύεται ότι το θέμα απασχόλησε τη Φ.Ε. από τον Ιανουάριο μέχρι τον Οκτώβριο. Τα μέλη τού Δ.Σ. έπρεπε να έρθουν σε συνεννόηση με τους συγγενείς της μαθήτριας, να συζητήσουν μαζί τους και να τους προτείνουν λύσεις. Αυτό δεν ήταν τόσο εύκολο λόγω των αποστάσεων (Αθήνα-Χαλκίδα) και τής δυσκολίας των επικοινωνιών. Την ημέρα που ο Βενέτης (5 Οκτωβρίου) ανακοίνωσε την απόφαση τού Δ.Σ. γνώριζε πολύ καλά ότι αυτή ήταν αποδεκτή από τους συγγενείς τής μικρής Αρσακειάδας, αλλά και από τα μέλη τού Δ.Σ.
Έτσι η 15χρονη Ελένη Μονοχάρτζη με την έντονη αντίδρασή της, πέτυχε αυτό που επιθυμούσε. Το μοναδικό της όπλο για διαμαρτυρία ήταν το ατελείωτο κλάμα. Και όμως με αυτό και μόνο κινητοποίησε τις δασκάλες της και τη διευθύντρια και έτσι προκάλεσε το ενδιαφέρον τού Δ.Σ. για το πρόβλημά της και είχε την κατανόησή του. Έκανε, λοιπόν, το όνειρό της πραγματικότητα. Διατύπωσε με θάρρος την επιθυμία της να ολοκληρώσει τις σπουδές της και να πάρει το πολυπόθητο πτυχίο, που θα τής έδινε επαγγελματικές προοπτικές. Κινητοποίησε έναν ολόκληρο μηχανισμό και νίκησε τις παρωχημένες αντιλήψεις που επικρατούσαν στην επαρχία την εποχή εκείνη. Η επιτυχία της ήταν πολύ μεγάλη. Κυρίως αν σκεφθεί κανείς ότι όλα αυτά συνέβησαν τον συντηρητικό 19ο αιώνα. Η μικρή Αρσακειάδα κέρδισε την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων της εποχής. «Ο επιμένων νικά» τής είχαν διδάξει οι καθηγητές της. Αυτό έκανε και εκείνη. Διεκδίκησε το μέλλον της και το κέρδισε.
Η Εφημερίδα των Κυριών αποτέλεσε το δημοσιογραφικό όργανο που αγωνιζόταν για τα δικαιώματα των γυναικών.
Οι αλλαγές που είχε επιφέρει η εκπαίδευση των γυναικών στην ελληνική κοινωνία ήταν μεγάλες και η μόρφωση που επί μία πεντηκονταετία περίπου προσφερόταν στα κορίτσια από τη Φ.Ε. είχε επηρεάσει την ψυχοσύνθεση και την προσωπικότητα των Ελληνίδων.
Και όλα αυτά συνέβησαν στην Αθήνα το 1880 όταν Πρόεδρος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας ήταν ο Νικόλαος Μαυροκορδάτος και Γενικός Γραμματέας ο Χρ. Φιλαδελφέας. Διευθύντρια τού Αρσακείου ήταν η Μαυρέττα Κίτσου, μια έμπειρη εκπαιδευτικός που είχε επί πολλά χρόνια υπηρετήσει στο Σχολείο. Δύο χρόνια πριν, το 1878, είχε αποφοιτήσει από το Αρσάκειο η Καλλιρρόη Σιγανού (Παρρέν), η οποία μετά 9 χρόνια εξέδωσε την «Εφημερίδα των Κυριών» για να διεκδικήσει τα δικαιώματα τής γυναίκας σε θέματα μόρφωσης και εργασίας. Έναν χρόνο πριν, το 1879, είχαν διεξαχθεί βουλευτικές εκλογές με βάση το πλειοψηφικό σύστημα και εκλογή με σφαιρίδια. Ήταν οι πρώτες εκλογές που ολοκληρώθηκαν μέσα σε μία ημέρα. Πλειοψήφησε ο Αλ. Κουμουνδούρος, ο οποίος ήταν πρωθυπουργός και τον Ιανουάριο τού 1880. Όμως μεταξύ τής σύγκλησης τής πρώτης και τής δεύτερης συνεδρίας τού Δ.Σ. τής ΦΕ (δηλ. μεταξύ Ιανουαρίου και Οκτωβρίου τοή 1880) πρωθυπουργός ήταν ο Χαρίλαος Τρικούπης. Η καινούργια Ελλάδα έπαιρνε σταδιακά νέα μορφή. Η μορφωμένη και εργαζόμενη γυναίκα θα κέρδιζε σιγά-σιγά τη θέση που τής άξιζε. «Η επιμένουσα νικά».
Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ
Φιλόλογος – ιστορικός
- Το κείμενο βασίζεται σε στοιχεία από τα Πρακτικά τού Δ.Σ. τής Φ.Ε., το Αρχείο τής Φ.Ε. και τα άρθρα τής Μαρίας Πρέκα «Αρσακειάδες δασκάλες 1880-1913. Ρητές και άρρητες οικογενειακές διαδρομές» και «Αρσακειάδες δασκάλες. Διαπραγμάτευση – Αναδιαπραγμάτευση εαυτού».