H ανακοίνωση τής δωρεάς τού Αποστόλου Αρσάκη
Ο ενθουσιασμός των πρώτων ετών μετά την ίδρυση τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και η επιτυχής λειτουργία των Σχολείων της σύντομα κατέστησαν τη Φ.Ε. βασικό φορέα για την εκπαίδευση των κοριτσιών. Το πρώτο ΔΣ με ζήλο επιδόθηκε στην ανάπτυξη των δραστηριοτήτων της, εκμεταλλευόμενο στο έπακρο τις σχέσεις των μελών του και στο εσωτερικό τής Ελλάδας αλλά και στον Ελληνισμό τού εξωτερικού, o οποίος θαύμαζε τους Έλληνες και τους ηρωικούς τους αγώνες για την ελευθερία. Από παντού συγκεντρώνονταν στο ταμείο τής ΦΕ παντός είδους εισφορές όχι μόνο από τους ομογενείς αλλά και από τους Έλληνες εντός ή εκτός τού απελευθερωθέντος ελληνικού κράτους. Άλλωστε το μοναδικό εισόδημα τής Εταιρείας την εποχή εκείνη ήταν οι εισφορές των μελών και τα στοιχειώδη δίδακτρα που πλήρωναν οι μαθήτριες. Με τα χρήματα αυτά συντηρούσε το Αλληλοδιδακτικό σχολείο, το Διδασκαλείο, το Οικοτροφείο, πλήρωνε τα ενοίκια των σχολικών κτηρίων και κάλυπτε τους μισθούς των εκπαιδευτικών.
Με το πέρασμα τού χρόνου ο αριθμός των μαθητριών αυξήθηκε, οι ανάγκες τού Σχολείου μεγάλωναν και η εξεύρεση κατάλληλου κτηρίου ικανού για την στέγασή του γινόταν ολοένα δυσκολότερη. Έτσι το 1842, με τη μεσολάβηση τής βασίλισσας Αμαλίας, η ΦΕ αγόρασε από τη Μονή Ζωοδόχου Πηγής, που βρισκόταν στο Γαύριο τής Άνδρου, ένα οικόπεδο 8.620 τετραγωνικών πήχεων, προς 2 δραχμές τον πήχη, στη γωνία των οδών Πανεπιστημίου (τότε ονομαζόταν Μεγάλο Βουλεβάρτο) και Πεσμαζόγλου (τότε ονομαζόταν Μενάνδρου). Με την παρέμβαση τού Όθωνα «η συγκατάθεσις τής αγοράς» έγινε «κατά την αίτησιν τής Εταιρείας». Αργότερα η Μονή προσέφερε δωρεάν στη ΦΕ το υπόλοιπο τμήμα τού οικοπέδου που τής ανήκε.
Έτσι η Εταιρεία συγκέντρωνε πλέον χρήματα για την οικοδόμηση ιδιόκτητου σχολικού κτηρίου. Στις 13 Νοεμβρίου 1846 ο Γενικός Γραμματέας Ευστάθιος Σίμος ανακοίνωσε στη Γενική Συνέλευση των εταίρων τής ΦΕ ότι «… Από τας τεχνικάς χείρας τού αρχιτέκτονος Λ. Καυταντζόγλου παρέλαβε το ΔΣ το σχέδιον τού κτηρίου τής Εταιρείας επεξειργασμένον και μεθ’ ώριμον σκέψιν και επίκρισιν επί τέλους παρεδέχθη και επεκύρωσεν». Γεμάτοι υπερηφάνεια στις 9 π.μ. τής 10ης Μαρτίου 1846 ο Πρόεδρος τής ΦΕ Ανδρέας Μεταξάς με τα μέλη τού ΔΣ τής Εταιρείας, παρουσία τού Μητροπολίτη Αθηνών και πολλών επισήμων, έθεσαν τον θεμέλιο λίθο για την οικοδόμηση τού πρώτου ιδιόκτητου Σχολείου τής ΦΕ. Όλοι τους εύχονταν οι εργασίες να προχωρήσουν γρήγορα, ώστε να πραγματοποιηθεί ένα όνειρο 10 ετών. Στη θεμελίωση τού κτηρίου ήταν παρούσα η βασίλισσα Αμαλία ως επίτιμη πρόεδρος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, πολλοί επιφανείς σύμβουλοι, όπως ο Αλ. Μαυροκορδάτος, ο Ι. Κωλέττης, ο Δ. Ζαΐμης, αλλά και πολλοί από τους δοξασμένους στρατηγούς τού 1821.
Τα σχέδια τού Λύσανδρου Καυταντζόγλου για το Αρσάκειο. Aρχείο Μουσείου Μπενάκη
Οι εργασίες τής ανοικοδόμησης ξεκίνησαν και έφτασαν μέχρι το δάπεδο τού 2ου ορόφου με την οικονομική συνδρομή των ομογενών. Την εποχή εκείνη, βέβαια, η κατακευή μιας τόσο μεγάλης οικοδομής ήταν εγχείρημα δύσκολο και πολυδάπανο. «Άπαντα τα υλικά πλην των λίθων και τής ασβέστου έπρεπε να εισαχθώσι εκ τού εξωτερικού. Το Δ.Σ. παρήγγειλε την ξυλικήν, αξίας 15.000 δρχ., εις το Γαλάζιον τής Ρουμανίας», γράφει ο Στέφανος Γαλάτης στην ανέκδοτη Ιστορία τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Τελικά την ξυλεία προσέφεραν οι Έλληνες τής Ρουμανίας και μάλιστα την απέστειλαν δύο φορές, γιατί το πλοίο που έκανε τη μεταφορά την πρώτη φορά βυθίστηκε. Τόσος ήταν ο ενθουσιασμός για την ανοικοδόμηση τού Παρθεναγωγείου, ώστε ακόμα και λίθους από την Ακρόπολη μετέφερε ο στρατός για να ολοκληρωθεί η οικοδομή. (Οι λίθοι αυτοί επεστράφησαν στο μνημείο κατά την αποκατάσταση τού Αρσακείου Μεγάρου από τη ΔΕΠΟΣ την δεκαετία τού 1980). Όμως, παρά τις μεγάλες συνεισφορές των ομογενών σε χρήματα και υλικά οικοδομών, ο προϋπολογισμός γρήγορα ξεπεράστηκε. Το χρέος τής Εταιρείας μεγάλωνε. «Έως τότε η οικοδομή έβλαπτεν αντί να ωφελήση, διότι ενέκρωνε τα δι’ αυτήν καταβαλλόμενα κεφάλαια, και ενώ τούτο εγίνετο, η Εταιρεία ευρίσκετο υπό το βάρος τής δαπάνης 8.000 δραχμών ετησίων ενοικίων». Ο φόβος τής οικονομικής καταστροφής τής ΦΕ ήταν πλέον ορατός. Η αγωνία των υπευθύνων μεγάλωνε. Ο Σίμος και τα μέλη τού ΔΣ βάσιζαν την πρόβλεψή τους για γρήγορη αποπεράτωση τής οικοδομής στην ελπίδα ότι η ροή εισφορών από τις κοινότητες τού εξωτερικού θα συνεχιζόταν. Κάτι τέτοιο όμως δεν συνέβη. Παράλληλα, το 1848 ήταν έτος αναταραχής για την καθεστηκυΐα τάξη σε ολόκληρη την Ευρώπη, με σειρά πολιτικών αναταραχών, που σε ορισμένες χώρες έγιναν γνωστές ως «Άνοιξη των Εθνών». Eπαναστατικά κινήματα άρχισαν να ξεσπούν σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη. Γι’ αυτό, αλλά και λόγω ελλείψεως χρημάτων, οι εργασίες για την ανοικοδόμηση τού Σχολείου διακόπηκαν.
Ο Απόστολος Αρσάκης, πίνακας τού Κ. Δούκα. Από την Πινακοθήκη τής ΦΕ
Για να αντιμετωπιστεί το μεγάλο αυτό οικονομικό πρόβλημα, το ΔΣ τής Φ. συνέστησε επιτροπή, αποτελούμενη από τον συνταγματάρχη Λ. Λόντο, τον σεβάσμιο δάσκαλο Νεόφυτο Βάμβα, τον γυμνασιάρχη Γεώργιο Γεννάδιο, τον Αρχιμανδρίτη Μισαήλ Αποστολίδη και τον Ανέστη Χατζόπουλο, με στόχο τη συγκέντρωση συνδρομών καθώς και δωρεών. «Ω! Κύριοι, ο χρόνος ήθελε μ’ επιλήψει διηγούμενον αν έμελλα να σας εκθέσω πόσας θύρας εκρούσαμεν, πόσας επιστολάς εγράψαμεν, πόσους λίθους προς τον σκοπόν εκινήσαμεν. Δεν έλειψαν να μάς κατηγορήσουν ως οχληρούς, ως προάγοντας εις το έπακρον την τέχνην τής επαιτείας, ως καταχρώμενους τής καλής προαιρέσεως των ομογενών μας», παραδέχθηκε ο Ε. Σίμος.
Πράγματι τα μέλη τής επιτροπής είχαν εξαντλήσει σχεδόν κάθε δυνατότητα εξεύρεσης πόρων. Το θέμα άρχισε να συζητείται ευρύτερα και πολλές αντιβασιλικές εφημερίδες σχολίαζαν αρνητικά και δηκτικά την οικοδομή η οποία παρέμενε ημιτελής. Ο Δαμιανός Γεωργίου και ο Ανέστης Χατζόπουλος, πατέρας τού Νικολάου, που ήταν τότε εγκατεστημένος στη Ρουμανία, αποφάσισαν να πλησιάσουν τον γιατρό Απόστολο Αρσάκη στο Βουκουρέστι και να του μιλήσουν για τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία και το έργο που επιτελούσε στην Ελλάδα για τη μόρφωση των κοριτσιών. Σε αυτό συνηγόρησε και ο Θεόκλητος Φαρμακίδης. Αρχικά απέβλεπαν σε μικρή αλλά ουσιαστική βοήθεια εκ μέρους τού Ηπειρώτη γιατρού. Οι αλλεπάλληλες ερωτήσεις όμως τού Αρσάκη σχετικά με το Σχολείο άρχισαν να τους δίνουν ελπίδες για κάτι καλύτερο. «Θα το σκεφθώ, κύριοι, και θα σας απαντήσω» ήταν η λιτή απάντηση τού Αρσάκη. Μετά από δύο περίπου μήνες, κατά τους οποίους ο Αρσάκης φρόντισε να πληροφορηθεί τα πάντα για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία και αυτούς που τη διοικούσαν, κάλεσε τον Νικόλαο Χατζόπουλο και τού επέδωσε απαντητική επιστολή προς το ΔΣ τής ΦΕ αναγγέλλοντας τη δωρεά του. Την επιστολή θα μετέφερε στην Ελλάδα ο πατέρας τού Νικολάου Χατζόπουλου, Ανέστης. που ήταν μέλος τής επιτροπής.
Τον Δεκέμβριο τού 1850 το ΔΣ τής ΦΕ έμαθε τις καλές ειδήσεις. Τo μόνο που έμενε ήταν η έγκριση τής πρότασης τού Αρσάκη από τη Γενική Συνέλευση των εταίρων. Το νέο είχε διαρρεύσει, αλλά λίγοι γνώριζαν τις λεπτομέρειες. Γι' αυτό και περίμεναν με ενδιαφέρον τη Γενική Συνέλευση τής Τρίτης 24 Δεκεμβρίου 1850.
Όταν ο Γενικός Γραμματέας Ε. Σίμος ανέβηκε στο βήμα απόλυτη ησυχία επικράτησε στην αίθουσα. Με κομμένη την ανάσα οι εταίροι κοιτούσαν τον ομιλητή στα μάτια προσπαθώντας να εκμαιεύσουν τις ειδήσεις από το βλέμμα του. «Αλλ’ είναι τι, Κύριοι, μεταξύ πάντων, τού οποίου την εις άκρον χαροποιόν αναγγελίαν δεν δυνάμεθα ούτε στιγμή ν’ αναβάλωμεν• λέγομεν αγγελίαν επίσημον, διότι δεν είναι βεβαίως κανείς εξ υμών εις τού οποίου τας ακοάς δεν έφθασε το χαρμόσυνον άκουσμα. Εννοούμεν την μεγάλην και γενναίαν δωρεάν τού εν Βλαχία φιλογενεστάτου συμπολίτου μας κυρίου Αρσάκη.» [….] «Εις τον φιλογενή τούτον επεδαψίλευσεν ο Θεός τα δύο αγλαά και όχι πολύ συχνώς συναπαντώμενα δώρα, τής ευπορίας και τής παιδείας• τουτέστιν τον έβαλεν εις θέσιν και να διακρίνη και να πράξη, παντός άλλου ασφαλέστερον, το καλόν.» […] «Ιδών ότι το μέγιστον των προς το έθνος ευεργετημάτων είναι η εις το μέγιστον τού έθνους μέρος διάδοσις των αγαθών τής εις όλους εφικτής παιδείας, και ότι η πρώτη βάσις και το συντελεστικώτερον τούτου μέσον είναι η καλή αγωγή των γυναικών και των χρηστών μητέρων η μόρφωσις, διακρίνας οξυδερκώς και με ελληνικήν φιλοτιμίαν ότι εις το ευγενές τούτο στάδιον διακρίνεται ιδίως η ελευθέρα Ελλάς κατά την άμιλλαν τού πολιτισμού προς γείτονα δύναμιν σταθμήσας και παραδεχθείς εν γνώσει τας προτροπάς φίλων του, φίλων και μελών τής Εταιρείας, προς τους οποίους όλοι πρέπει να ευγνωμονώμεν, αλλά των οποίων δεν επαναλαμβάνω ενταύθα τα προσφιλή ονόματα φοβούμενος μη γίνω οχληρός εις την μετριοφροσύνην των, απεφάσισεν όχι μόνον ν’ αναλάβη ο ίδιος την ιδία δαπάνη τού Καταστήματός μας και τού εν αυτώ Ιερού Ναού αποπεράτωσιν, εντός τού ανωτάτου όρου προϋπολογισμού των διακοσίων πεντήκοντα χιλιάδων δραχμών, αλλά και ν’ αποζημιώση εντελώς την Εταιρείαν δι’ όσα μέχρι τούδε εις την οικοδομήν ταύτην εδαπάνησε και τα οποία υπερβαίνουν τας εκατόν χιλιάδας δραχμών.».
Στη συνέχεια ο Ε. Σίμος διάβασε την αλληλογραφία τής ΦΕ με τον Απόστολο Αρσάκη, από την οποία προέκυπτε η επιθυμία του το Σχολείο τής Εταιρείας να φέρει το όνομα «Αρσάκειον» και να υπάρχουν πάντα 3 κορίτσια υπότροφα από την ιδιαίτερη πατρίδα του, την Ήπειρο. Οι συνεννοήσεις αυτές έγιναν τον Σεπτέμβριο τού 1850. Σε απαντητική επιστολή προς τον Αρσάκη το ΔΣ την 3η Οκτωβρίου 1850 δήλωσε ότι «παρεδέχθη ευγνωμόνως και ανεγνώρισεν τον ανωτέρω όρον, αλλ’ αποφάσισε προσέτι παμψηφεί, ως δείγμα διηνεκούς ευγνωμοσύνης, να ομολογήσει προς την Υμετέραν φιλογένειαν τα εξής:
Α. Το κατάστημα τούτο να φέρει την εις όλην την ελληνικήν φυλήν προσφιλή από τούδε επωνυμίαν Σας και αύτη να εγγραφή επί μαρμαρίνης πλακός επάνω τής μεγάλης αυτού Πύλης.
Β. Ο Ιερός Ναός να τιμηθή επ’ ονόματι τού Αγίου τον οποίον Υμείς θέλετε προσδιορίσει.
Γ. Να τελείται κατ’ έτος εν τω Ναώ τούτω δαπάνη τής Εταιρείας λειτουργία Αρχιερατική υπέρ σωτηρίας Υμών και των οικείων σας.
Δ. Να διατηρώνται διηνεκώς ως υπότροφοι τής Εταιρείας τρία κοράσια εκ τής ιδιαιτέρας Υμών πατρίδος, τής Ηπείρου. Επειδή δε διάφοροι ομογενείς συνεισέφεραν και δύνανται ακόμα να συνεισφέρωσι υπέρ τής οικοδομής ταύτης, τα βοηθήματά τούτων θέλουν αποτελέσει αποθεματικόν κεφάλαιον τής Εταιρείας, τα ονόματά τους θέλουν εγγραφεί επί μαρμαρίνης στήλης εγερθησομένης εντός τού καταστήματος.».
Το Αρσάκειο στην Πανεπιστημίου το 1886. Από το φωτογραφικό Αρχείο τής ΦΕ.
Η δωρεά τού Αρσάκη εντυπωσίασε τους Αθηναίους. ΟΙ περισσότεροι χαίρονταν για το νέο στολίδι που θα αποκτούσε η πόλη, άλλοι πάλι δυσανασχετούσαν λέγοντας ότι η επωνυμία «Αρσάκειο» θα επισκιάσει το όνομα τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Η βασίλισσα Αμαλία, ως προστάτις τής ΦΕ, εξ αρχής έδειξε την ευαρέσκεια της προς τον ευεργέτη. Εξουσιοδότησε το ΔΣ τής ΦΕ. να του εκφράσει τον έπαινό της και να του αναγγείλει ότι αποφάσισε να του απονείμει τον Σταυρόν των Ανωτέρων Ταξιαρχών τού Βασιλικού Τάγματος τού Σωτήρος. Φρόντισε μάλιστα να σταματήσει τις αντιρρήσεις όσων θεωρούσαν ότι θα χαθεί το όνομα τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας αν τα Σχολεία πάρουν το όνομα τού ευεργέτη. Έτσι, όταν η Γενική Συνέλευση των εταίρων τής Φ. διαλύθηκε, αφού απεδέχθη με χαρά και ανακούφιση την πρόταση τού Αρσάκη, είχαν διαλυθεί και όλοι οι φόβοι για την αδυναμία ολοκλήρωσης τού Σχολείου. Χαρούμενα τα μέλη τής ΦΕ αποχώρησαν για να γιορτάσουν τις Άγιες Ημέρες ήσυχοι για το μέλλον και την πρόοδο τού «Σχολείου τής Εταιρείας», που μελλοντικά όλοι θα αποκαλούσαν «Αρσάκειο».
Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ
φιλόλογος – ιστορικός
- Το κείμενο βασίστηκε σε στοιχεία από τα Πρακτικά τού ΔΣ τής ΦΕ, το Αρχείο τής ΦΕ και το βιβλίο τού Κ. Μαμμόπουλου «Ο Απόστολος Αρσάκης και η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία».