Η είσοδος αρρένων στον «Παράδεισο» τού Αρσακείου τον 19ο αι.
Μπορεί να χρειάζονταν «διαβατήριο» όσοι περνούσαν από την οδό Σταδίου όταν σχόλαγε το Αρσάκειο, αλλά φαίνεται ότι για να εισέλθει κάποιος στον επίγειο αυτό «Παράδεισο» δεν χρειαζόταν απλώς άδεια αλλά και τύχη. Τις καθημερινές απαγορευόταν η είσοδος στο Σχολείο σε όσους δεν είχαν συγκεκριμένη εργασία. Οι γονείς και οι κηδεμόνες μπορούσαν να επισκεφθούν και να πληροφορηθούν για την πρόοδο των παιδιών τους μόνο συγκεκριμένη ημέρα και ώρα. Ακόμα και στις απογευματινές Σαββατιάτικες συγκεντρώσεις επιτρεπόταν η είσοδος μόνο στους γονείς και κηδεμόνες των μαθητριών που βεβαίως είχαν κάποια ηλικία. Η αποφοίτηση όμως των Αρσακειάδων ήταν σπουδαίο γεγονός για το Σχολείο αλλά και την αθηναϊκή κοινωνία. Εκτός από τους γονείς ήθελαν να παρευρεθούν και τα αδέλφια των μαθητριών. Αλλά και πολλοί δημοσιογράφοι παρακολουθούσαν την τελετή για να την περιγράψουν την επομένη ημέρα στην εφημερίδα τους.
Τον Ιούνιο τού 1876 κάποιοι δημοσιογράφοι έμειναν με το παράπονο γιατί δεν κατόρθωσαν να παραστούν στην τελετή αποφοίτησης και απονομής τού Ραλλείου και τού Μποτασείου βραβείου. Ένας από αυτούς φαίνεται ότι ήταν και ο δημοσιογράφος τής σατιρικής εφημερίδας «Αριστοφάνης». Την επόμενη ημέρα λοιπόν με μεγάλη δυσκολία περιέγραψε την τελετή απονομής τού Ραλλείου βραβείου στο φύλλο τής 30ής Ιουνίου 1876 (έτος Δ΄, αρ. 192) με τον δικό του τρόπο: «Προς αποφυγήν συνωστισμού στην είσοδο γινόταν αυστηρός έλεγχος διά να μην εισέλθουν κομψευόμενοι νεαροί και πλησιάσουν τα κοράσια». Αντίθετα, δικαίωμα εισόδου είχαν οι γονείς και οι κηδεμόνες των μαθητριών, οι σύμβουλοι και τα μέλη τής Εταιρείας, οι αξιωματούχοι τού Υπουργείου Παιδείας, οι δωρητές και οι κατά καιρούς επίσημοι. Όμως οι κομψευόμενοι νέοι φαίνεται ότι βρήκαν τον τρόπο να τρυπώσουν. Η απαγόρευση εισόδου στους δημοσιογράφους προφανώς έγινε διότι είχαν προλάβει οι ανεπιθύμητοι νεαροί να εισβάλουν στο κτήριο, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει χώρος για κανέναν άλλο. Ο «Αριστοφάνης» πάντως περιέγραψε την τελετή ως εξής:
Αναμνηστική φωτογραφία από την τελετή αποφοίτησης στο Αρσάκειο το 1912 στη μεγάλη αίθουσα Τελετών [από το φωτογραφικό Αρχείο τής Φ.Ε.]
«Tην Κυριακήν ετελέσθη εν τω Αρσακείῳ η εορτή τής απονομής τού Ραλλείου βραβείου. Πολύς κόσμος και μάλιστα πολλοί κύριοι κομψευόμενοι συνέρρευσαν εις την εορτήν ταύτην˙ αλλά δυστυχώς το αξιότιμον συμβούλιον τής εταιρίας απηγόρευσε την είσοδον εις πάντα έχοντα μικρόν μύστακα, την αφήκε δε ελευθέραν εις τους μεσήλικας και τινας άλλους χαίροντας προνόμιον εισόδου. Πολλοί δημοσιογράφοι, αν κι είχον εισιτήριον, δεν ηδυνήθησαν να εισέλθωσι με όλας τας παρατηρήσεις τας οποίας έκαμον εναντίον των διαμαρτυρήσεων τής κυράς Μπήλιως και τού θυρωρού. Τούτο νομίζομεν είναι ήκιστα κολακευτικόν διά τον Παρθενώνα τού Αρσακείου. Αφού αι μαθήτριαι έψαλον τον βασιλικόν ύμνον ο κύριος Χρ. Ν. Φιλαδελφεύς, διάσημος οικονομολόγος τού Αρσακείου, τρέμων και δακρύων εκ τής συγκινήσεως, απήγγειλε λογίδριον, δι’ ου συνεβούλευσε τας μαθητρίας, μεταξύ δε των άλλων σπουδαίων είπεν ότι ο Κάδμος πρώτος έφερεν εις την Ελλάδα τα γράμματα εκ τής Φοινίκης. Μετά το λογίδριον τούτο απενεμήθη το βραβείον εις την κυρίαν Λαχανά. Και εις ανώτερα, κυρία και εις ανώτερα!».
Έτσι έφτασε ο 20ός αιώνας. Η Αθήνα μεγάλωνε και πλέον η Ομόνοια ήταν μια κεντρική πλατεία τής πόλης, με έντονη εμπορική κίνηση. Το γύρω περιβάλλον, ο θόρυβος και η κοσμοσυρροή καθιστούσαν σχεδόν αδύνατη την ύπαρξη Σχολείου και μάλιστα θηλέων στο σημείο εκείνο. Γι’ αυτό το Δ.Σ. αποφάσισε να αναζητήσει οικόπεδο για την ανέγερση σχολείου εκτός τής πόλεως. Έτσι το 1927 η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία αγόρασε οικόπεδο 60 στρεμμάτων στο Παλαιό Ψυχικό, ένα από τα προνομιούχα προάστια τής Αθήνας, έναντι του ποσού των 900.000 δραχμών. Η μεγάλη του έκταση έδινε τη δυνατότητα να οικοδομηθεί εκεί σχολείο με χώρους άθλησης, ψυχαγωγίας, καθώς και οτιδήποτε άλλο θα έπρεπε να περιλαμβάνει ένα σύγχρονο για την εποχή σχολείο. Το 1933 έγινε η εγκατάσταση των μαθητριών και τού Διδασκαλείου. Το 1937 εγκαταστάθηκαν και οι υπόλοιπες τάξεις στο «Τοσίτσειο» στην οδό Αχαρνών.
Και ενώ η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία ήταν υπερήφανη για το νέο της εκπαιδευτήριο, οι Αθηναίοι δυσαρεστήθηκαν και δυσανασχέτησαν όταν μετά την μετεγκατάσταση και των τελευταίων τάξεων στο κτήριο τής οδού Αχαρνών με την επωνυμία «Τοσίτσειο», το 1937, το οικοδομικό τετράγωνο στο κέντρο τής Αθήνας ενοικιάστηκε για τη στέγαση του Ειρηνοδικείου και τού Πρωτοδικείου Αθηνών. Αντί για τα χαμογελαστά πρόσωπα και τις φωνές των κοριτσιών στο κτήριο θα κυκλοφορούσαν πλέον βλοσυροί δικαστές και αυστηροί αστυνόμοι. Η απότομη αλλαγή δεν ευχαρίστησε τους Αθηναίους. Έτσι την επόμενη μέρα διάβασαν στην εφημερίδα «Τα Αθηναϊκά Νέα» τους στίχους κάποιου σατιρικού ποιητή:
«Τι θλιβερή κατάστασις!
Τού Αρσακείου τις σκάλες
δεν θα τις ανεβαίνουνε
μαθήτριες και δασκάλες
Και μέσα εις τις αίθουσες
και εις τους διαδρόμους
αντίδικοι θα τρέχουνε
μαζί με αστυνόμους.»
Και συμπληρώνει σε άλλο ποίημα του:
«Εκεί μέσα όπου υπήρξαν
κάτι υπάρξεις τόσο αβραί
θα ακουστεί και χωροφύλαξ
με το «κάτσε κάτω ρε».
Το Αρσάκειο σήμερα [από το φωτογραφικό Αρχείο τής ΦΕ]
Τα χρόνια πέρασαν, οι κοινωνικές, πολεοδομικές και οικονομικές συνθήκες στην πόλη τής Αθήνας άλλαξαν. Το κτήριο όμως τού Αρσακείου στην Πανεπιστημίου μαζί με ολόκληρο το οικοδομικό τετράγωνο εξακολουθεί να παραμένει αγέρωχο, εμβληματικό, στο κέντρο πια τής πόλεως, και η ιστορία του αποτελεί μέρος τής ιστορίας τής ίδιας τής πόλεως των Αθηνών αλλά και τής ελληνικής εκπαίδευσης. Μπορεί να άλλαξε χρήσεις, να χρειάστηκε επισκευή και στήριξη, όμως είναι εκεί για να θυμίζει τα χρόνια που ο τόπος αυτός έκανε τα πρώτα του βήματα και πώς ένα σχολείο θηλέων με τις αποφοίτους του πέτυχε την πλέον ειρηνική κοινωνική αλλαγή, συμβάλλοντας στη δημιουργία τής φυσιογνωμίας τής σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.
Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ
φιλόλογος – ιστορικός
- Το κείμενο βασίζεται σε στοιχεία από το Αρχείο τής Φ.Ε. και δημοσιεύματα τού σατιρικού Τύπου.