Ηρακλής Μητσόπουλος. Ο πατέρας των Φυσικών επιστημών στην Ελλάδα
Ο Ηρακλής Μητσόπουλος γεννήθηκε στην Πάτρα το 1816 με καταγωγή από την Ήπειρο (οικογένεια Ρίζου). Ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές του στο περίφημο Κεντρικό Σχολείο τής Αίγινας με υποτροφία τού Ιωάννη Καποδίστρια και συνέχισε σπουδές στην Αθήνα. Από το 1837 έως το 1844 σπούδασε Φιλοσοφία και Φυσικές επιστήμες στα Πανεπιστήμια τού Μονάχου και τού Βερολίνου με υποτροφία τού ελληνικού κράτους κατόπιν συστάσεως τού Γεώργιου Γεννάδιου.
Ο Ηρακλής Μητσόπουλος, (σκίτσο απο το περιοδικό "Αττικόν Μουσείον" τομ.5 Νο 13,1892)Wikipedia
Στις 16 1ουνίου 1845 διορίστηκε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών έκτακτος καθηγητής τής Φυσιογραφίας (πρόκειται για κλάδο τής γεωγραφίας εξετάζει τα φυσικά χαρακτηριστικά ενός τόπου, όπως όρη, πεδιάδες, ύδατα, πανίδα, χλωρίδα, κλίμα κ.λπ.) και στις 9 Οκτωβρίου 1847 έγινε τακτικός καθηγητής. Αργότερα δίδαξε για 47 χρόνια Ζωολογία, Ορυκτολογία και Γεωλογία. Ήταν ο πρώτος που δίδαξε στην Ελλάδα Φυσικές επιστήμες, εισήγαγε τις φυσιογνωστικές σπουδές τής Ζωολογίας, τής Παλαιοντολογίας, τής Γεωλογίας και γι’ αυτό θεωρείται ως ο πατέρας των Φυσικών επιστημών στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τον Χαρίλαο Τρικούπη η διδασκαλία του ήταν «υπέρτατον μάθημα ανθρωπίνης καλλιεπείας».
Ο Μητσόπουλος διετέλεσε μέλος τού Δ.Σ. τής Αρχαιολογικής Εταιρείας από το 1851 μέχρι το 1855. Από το 1848 μέχρι το 1891 υπήρξε καθηγητής τού Αρσακείου Παρθεναγωγείου και τής Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, όπου δίδαξε Φυσική, Λογική και Ψυχολογία. Διετέλεσε επίσης μέλος τού Δ.Σ. τής Φ.Ε. από το 1867 μέχρι το 1877.
Διετέλεσε κοσμήτωρ τής Φιλοσοφικής Σχολής τα έτη 1850-1851, 1862-1863, 1871-1872, 1879-1880 καθώς και πρύτανης τού Πανεπιστημίου το έτος 1864-1865. Επειδή οι Έλληνες ονόμαζαν φιλοσοφία την ανθρώπινη γνώση στο σύνολό της, αρχικά η Φιλοσοφική Σχολή (γι’ αυτό και αποκαλείται «μητέρα Σχολή») περιελάμβανε το Φιλοσοφικό τμήμα, το Φυσικό τμήμα και το Μαθηματικό τμήμα.
Ο Μητσόπουλος υπήρξε συνιδρυτής τού Φυσιογραφικού Μουσείου και διευθυντής τού Ζωολογικού του τμήματος, ιδρυτής και πρόεδρος τού Ζωολογικού Μουσείου (στη βόρεια πτέρυγα τού κεντρικού κτηρίου τού Πανεπιστημίου), καθώς και ένας από τους πρώτους εισηγητές των ανασκαφών στο Πικέρμι το 1853, (σπήλαιο Πικερμίου), από όπου έγινε γνωστός διεθνώς και γι’ αυτό δόθηκε το όνομά του σε πολλά παλαιοντολογικά είδη, όπως το «Ithyringotherium Mitsopuli» και ένα γένος παλαιοντολογικών οστράκων, το οποίο ονομάσθηκε προς τιμήν του «Mitzopolines» (Μητσοπολίνες).
Το πέρασμά του από τη Φ.Ε. ήταν πολύ δημιουργικό. Εξόπλισε το Σχολείο με εποπτικό υλικό και ξεκίνησε τη δημιουργία συλλογής πετρωμάτων. Φαίνεται ότι ήταν άνθρωπος αυστηρός και πίστευε ότι η εκπαίδευση των θηλέων θα πρέπει να περιορίζεται στον γνωστικό τομέα. Αντιτάχθηκε στην προσπάθεια τής διευθύντριας Αμεναΐδος Καβανιάρη να οργανώσει θεατρικές παραστάσεις και αποκριάτικους εορτασμούς. Έτσι στα πρακτικά τού Δ.Σ. διαβάζουμε: «Στις 23/1/1874 ετέθη το ζήτημα αγοράς στολών για κάποια παράσταση, αλλά το Δ.Σ. αποφάσισε ότι οι παραστάσεις δεν αρμόζουν εις Παρθεναγωγείον».
«Στις 15/1/1875 αποφασίστηκε κατά τον εορτασμό τής Αποκριάς να μη γίνουν θεατρικές παραστάσεις αλλά απλή διασκέδαση χωρίς προσκλήσεις. Ο δε σύμβουλος Μητσόπουλος ζήτησε να σημειωθεί στα Πρακτικά η γνώμη του, ότι είναι ενάντιος στο ανέβασμα παραστάσεων στο Αρσάκειο.».
Μεταξύ των συγγραμμάτων του περιλαμβάνονται: Η μετάφραση από τα Γερμανικά τού συγγράμματος τού Γιούλιους Σμιθ, διευθυντή τού Αστεροσκοπείου Αθηνών, «Περί σεισμών Αιγίου και Κεφαλληνίας» (1867), ο πρυτανικός του λόγος «Περί τού ποιού των ουρανίων σωμάτων και ιδίως τού Ηλίου» (εκφωνήθηκε το 1864), «Εμπειρική Ψυχολογία», «Περί αρχιζώων», «Ζωολογία».
Πέθανε στην Αθήνα το 1892.
Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ
φιλόλογος - ιστορικός
- To κείμενο στηρίζεται σε στοιχεία από το Αρχείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, τα Πρακτικά τού Δ.Σ. τής Φ.Ε., τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια Πυρσός, τόμ. ΙΖ΄, και το Λεύκωμα Εκατονταετηρίδος Αρχαιολογικής Εταιρείας.