Το « Σχολείο τής Εταιρείας» στην οικία Χωματιανού – Λογοθέτη
Το αρχοντικό Χωματιανού – Λογοθέτη είναι ένα από τα τρία παλαιότερα σπίτια τής πόλεως των Αθηνών. Βρίσκεται το Μοναστηράκι, στην οδό Άρεως, η οποία τότε λεγόταν «Πλατειά Ρούγα τού κάτω Συντριβανίου». Απέναντί του ήταν οι φυλακές τού Παλιού Στρατώνα καθώς και το πολύβουο παζάρι τής Αθήνας κατά την οθωμανική περίοδο. Εκτός από μαγαζιά και καφενέδες, βέβαια, υπήρχαν και ιδιωτικές κατοικίες. Στην οδό Πανδρόσου βρίσκονταν κυρίως τα καταστήματα υφασμάτων, στην Ηφαίστου τα σαγματοποιεία, ενώ το λαχανοπάζαρο και η ψαραγορά βρίσκονταν γύρω από τη Βιβλιοθήκη τού Αδριανού. Το σταροπάζαρο γινόταν στην πύλη τής Ρωμαϊκής αγοράς, ενώ κατά μήκος τής οδού Πανός βρίσκονταν πολλά καφενεία.
Η οδός Άρεως. Δεξιά στο βάθος η οικία Λογοθέτη και αριστερά η Βιβλιοθήκη τού Αδριανού (Χειροποίητο χαρακτικό του Αndrea Gasparini, Roma 1844.
Το Σχολείο τής Φ.Ε. στεγαζόταν στην οικία Βιτάλη Συριανού στού Ψυρρή, αλλά το κτήριο ήταν μικρό και δεν επαρκούσε για τις ανάγκες τού Σχολείου. Στα Πρακτικά τής ΦΕ διαβάζουμε: «Η συρροή των μαθητριών ηνάγκασε το Δ.Σ. να ενοικιάση και ετέραν οικίαν διά τας υποτρόφους όπου εσυστήθη και το ανώτερον σχολείον εις το οποίον διδάσκονται τα προκηρυχθέντα εις την εγκαθίδρυσιν αυτού μαθήματα». Έτσι νοικιάστηκε συμπληρωματικά και η οικία Βενθύλου. Όμως και πάλι τα κτήρια δεν επαρκούσαν. Και πάλι ο Κοκκώνης στην «Έκθεσιν γενομένη εις την Δ΄ Γενικήν Συνέλευσιν τής Φ.Ε. την 3/10/1837» αναφέρει: «Aφού η Εταιρία αποφάσισε να δεχθή 10 υποτρόφους, εκ των οποίων 5 ήδη μετά τής διδασκαλίσσης κ. Ελένης Πιτταδάκη συνοικούσιν εις έν στενάχωρον οίκημα, αφού τινές των ενταύθα έδειξαν την επιθυμίαν τού να εγκατατάξωσι μεταξύ των υποτρόφων τας θυγατέρας των ως συσσίτους πληρώνοντες τα προς τροφήν και διδασκαλίαν των, αφού τέλος και εις αυτό το κατώτερον σχολείον κατεγράφησαν 215 μαθήτριαι μη ευρίσκουσαι τόπον πού να σταθώσι μέσα εις το νυν σχολείον, το συμβούλιον ηναγκάσθη να φροντίση περί άλλου τινός ευρυχώρου καταστήματος και κεντρικωτέρου εν ταυτώ, εις το οποίον να περιέχωνται και τα δύο σχολεία. Προς τούτο δε εύρεν οικίαν παρά την εις την οδόν Αδριανο , την τού κυρίου Λογοθέτου, ήτις εχρημάτισεν πρότερον κατάστημα τού Ελεγκτικού Συνεδρίου και αυτήν ενοικίασεν δι’ έν έτος προς 240 δρχ. τον μήνα, εξ ων 40 υπεσχέθη να τας πληρώνη η Δημοτική Αρχή Αθηνών. Δεν εδίστασε δε να αποφασίση τούτο, διότι ήδη εξοδεύει περί τας 200 δραχ. εις ενοίκια διά τα δύο σχολεία και διά κατοικίαν των υποτρόφων και διδασκαλισσών. Έπειτα δεν ήταν δυνατόν εις ταύτας τας στενοχώρους οικίας να δοθή η απαιτούμενη ανάπτυξις εις τα σχολεία κατά τον σκοπόν τής Εταιρίας, ούτε να διατηρηθή η πρέπουσα ευταξία μεταξύ τοσούτου πλήθους μαθητριών και να γενή πρόοδος.»
Η εσωτερική αυλή τής οικίας Λογοθέτη όπως αποτυπώνεται σε γκραβούρα τoy 1831(;Eργο του Otto von Stackelberg)
Σε αυτό το κτήριο, που βρισκόταν ουσιαστικά μέσα στο εμπορικό κέντρο τής Αθήνας, η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στέγασε για ενάμισι περίπου χρόνο το Προκαταρκτικό και το Ανώτερο Σχολείο της. Ήταν η πρώτη φορά που τα δύο Σχολεία και το Οικοτροφείο τής Φ.Ε. θα στεγάζονταν στο ίδιο κτήριο. Συνέχιζε πάντως να ενοικιάζει την οικία Βενθύλου ως βοηθητικό κτήριο. Το γεγονός ότι βρισκόταν στο κέντρο τής πόλεως δεν ήταν απαγορευτικό, διότι σήμαινε ότι η πρόσβαση στο σημείο ήταν εύκολη από όλες τις συνοικίες. Άλλωστε την ίδια εποχή η σχολή Χιλλ στεγαζόταν σε έναν παλιό τουρκικό πύργο κτισμένο στον χώρο τής Βιβλιοθήκης τού Αδριανού.
Βέβαια η οικία Λογοθέτη –Χωματιανού είχε τη δική της ιστορία. Μέχρι τις αρχές τού 21ου αι. από την οικία από αυτή σωζόταν μία καμάρα τής πύλης τού αρχοντικού, μία βρύση, ένα λίθινο εξωτερικό κλιμακοστάσιο και μία αυλή περιτριγυρισμένη από μεταγενέστερα κτίσματα. Στην αυλή τού αρχοντικού βρισκόταν το εκκλησάκι τού Αγίου Ελισσαίου, που ανήκε στην οικογένεια. Στο βιβλίο του «Αι παλαιαί Αθήναι» (1922), ο Δημήτρης Καμπούρογλου γράφει: «Ο Προφήτης Ελισσαίος τέλος σώζεται και λειτουργείται κανονικώς. Είναι μάλιστα δημοφιλέστατος εις τας γυναικείας ομάδας και πάντοτε φωτίζει και προστατεύει τα ωραία απομεινάρια τού αρχοντικού των Λογοθετών, εις ο περιεκλείετο». Περιηγητές τής Αθήνας το αναφέρουν διότι εκεί έγινε η κηδεία τής κόρης τού Αθηναίου άρχοντα Νικολάου Λογοθέτη, γύρω στο 1805. Καθώς οι δεισιδαιμονίες κυριαρχούσαν την εποχή εκείνη, ο θάνατός της σε πολύ νεαρή ηλικία αποδόθηκε σε μάγια, κάτι που σόκαρε τους κατοίκου τής πόλης και εντυπωσίασε όσους περιηγητές βρίσκονταν την εποχή εκείνη στην Αθήνα. Η κηδεία της έγινε παρουσία όλων των αρχόντων και τού ιερατείου των Αθηνών. Ο αρχαιολόγος και ιστορικός τής Τέχνης Μανόλης Χατζηδάκης σε ένα άρθρο του στο περιοδικό «Καλλιτεχνικά Νέα» (1943) έγραψε για τον ναό τής οικίας Χωματιανού ‒ Λογοθέτη: «Όμως η μικρή αυτή εκκλησία παρουσιάζει και ενδιαφέρον ιστορικό και αρχαιολογικό αξιόλογο, γιατί, μαζί με το μνημειώδες κλιμακοστάσιο που συνέχεται μ' αυτήν, αποτελεί ένα από τα λίγα παλαιά αθηναϊκά λείψανα. Είναι ό,τι μένει από το μεγάλο αρχοντικό τής σημαντικής αθηναϊκής οικογένειας Χωματιανού ‒ Λογοθέτου... Μα και το κτίριο το ίδιο ήταν ένα έξοχο δείγμα τής τέχνης των Αθηναίων μαστόρων στον καιρό τής Τουρκοκρατίας». Στα νεότερα χρόνια το εκκλησάκι είναι συνυφασμένο με τις περίφημες αγρυπνίες τού Σκιαθίτη κοσμοκαλόγερου τής ελληνικής λογοτεχνίας Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, ο οποίος ήταν εκεί δεξιός ψάλτης (1925).
Η οικία Λογοθέτου όταν φιλοξενήθηκε εκεί ο λόρδος Έλγιν. Στη Γκραβούρα αποτυπώνεται η παρουσία των αρχαιοτήτων που αποσπάστηκαν από την Ακρόπολη. (ίσως σκίτσο του Λουζιέρι ή άλλου συνεργάτη του Έλγιν)
Ο Νικόλαος Λογοθέτης καταγόταν από τη Τζια. Νέος βρισκόταν στη δούλεψη τού αρχιναυάρχου τού οθωμανικού στόλου Τζανούμ Χότζα. Όταν έπεσε σε δυσμένεια, κατέφυγε στην Αθήνα και κρύφτηκε στο μοναστήρι τής Πεντέλης. Αργότερα κατοίκησε στην Αθήνα και νυμφεύθηκε την κόρη τού Βερνάρδου Καπετανάκη, που ήταν πρόξενος τής Μ. Βρετανίας, αξίωμα το οποίο κατάφερε να αποκτήσει και ο ίδιος. Λόγω τής θέσης και τής οικονομικής του κατάστασης έγινε ένας από τους «άρχοντες» των Αθηνών. Αγόρασε το σπίτι σε χαμηλή τιμή, όταν οι προηγούμενοι ιδιοκτήτες του έφυγαν από την Αθήνα μετά την αναχώρηση τού Μοροζίνι. Γκραβούρες και πληροφορίες περιηγητών τής εποχής αποδεικνύουν ότι στον χώρο αυτό ο λόρδος Έλγιν είχε τοποθετήσει προσωρινά τα μάρμαρα τής Ακρόπολης πριν τα μεταφέρει στην Αγγλία. Φαίνεται ότι ο Άγγλος αρχαιοκάπηλος τα συσκεύασε στον χώρο αυτό μέχρι να φορτωθούν στο πλοίο «Μέντωρ».
Μετά την απελευθέρωση το κτήριο νοικιάστηκε στο Ελεγκτικό Συνέδριο και αργότερα στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. Την περίοδο τής Κατοχής ο ναός γκρεμίστηκε από τον τότε ιδιοκτήτη του. Με το πέρασμα τού χρόνου η Εταιρεία Παπαδιαμαντικών Σπουδών ανέλαβε την πρωτοβουλία αποκατάστασης και αναστήλωσης τού ναού. Το οικοδομικό τετράγωνο τού Αγίου Ελισσαίου απαλλοτριώθηκε και ξεκίνησε η αναστήλωση τού ναού, την οποία επιχορήγησε οικονομικά το Υπουργείο Πολιτισμού το 2003. Το εγχείρημα αποπερατώθηκε το 2005, οπότε ετέθη και πάλι σε λειτουργία ο ναός. Παράλληλα απαλλοτριώθηκαν και άλλα γειτονικά σπίτια στο οικοδοµικό τετράγωνο Άρεως – Αδριανού – Βρυσακίου και Κλάδου, όπου ορίζεται η αυλή, η οποία περιελάμβανε εκτός από την οικία Λογοθέτου και την οικία Δραγούμη, με είσοδο από την οδό Κλάδου 8, καθώς και το επιλεγόμενο «σπίτι τού φονιά». Ευτυχώς είχε γίνει πλήρης αρχιτεκτονική αποτύπωση τού συγκροτήµατος πριν από το 1999, όταν ο µεγάλος σεισµός έδωσε το τελικό χτύπηµα στα κτίσµατα.
Σήμερα τα κτήρια αυτά έχουν αποκατασταθεί πλήρως από το Υπουργείο Πολιτισμού που τα ενέταξε στο πρόγραμμα ΕΣΠΑ. Στον χώρο αυτό πρόκειται να στεγαστεί το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης.
Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ
φιλόλογος ‒ ιστορικός
· Το κείμενο στηρίζεται σε στοιχεία από τα Πρακτικά των Γενικών Συνελεύσεων τής Φ.Ε., στα βιβλία τού Δημ. Γρ. Καμπούρογλου «Αι παλαιαί Αθήναι», τής Αρ. Σκουμπουρδή «Μοναστηράκι ‒ Πλάκα» και των Θανάση Γιοχάλα και Τόνιας Καφετζάκι «Αθήνα. Ιχνηλατώντας την πόλη με οδηγό την Ιστορία και τη λογοτεχνία».