Επιμελήτριες. Οι αφανείς ηρωίδες των Αρσακείων Σχολείων
«Ας φιλοτιμώνται λοιπόν όχι μόνον διά τής αδιακόπου αυτών επιτηρήσεως και διά των συμβουλών των, αλλά κυρίως διά τού ιδίου αυτών παραδείγματος και τής αρίστης διαγωγής να συντελώσιν εις την ηθικήν μόρφωσιν σεμνών και εναρέτων κορασίων»
"Οδηγίαι και καθήκοντα των επιμελητριών τού Αρσακείου Παρθεναγωγείου"
H λειτουργία ενός οικοτροφείου θηλέων στην Αθήνα τού 19ου αι. δεν ήταν εύκολη υπόθεση και αυτό το γνώριζε πολύ καλά η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. Εκτός από το διδακτικό προσωπικό, το οποίο διεκπεραίωνε άριστα το εκπαιδευτικό έργο, υπήρχαν ακόμα 2 κατηγορίες προσωπικού: οι επιμελήτριες και το προσωπικό υπηρεσίας. Το προσωπικό υπηρεσίας φρόντιζε για την καθαριότητα και τη συντήρηση τού κτηρίου, των αιθουσών αλλά και των κοιτώνων, τής τραπεζαρίας, των μαγειρείων, των κήπων, τού ιατρείου και τού ναού. Όμως το προσωπικό αυτό δεν επιτρεπόταν να έρχεται σε επικοινωνία με τις μαθήτριες. Οι επιμελήτριες πάλι, όπως μας πληροφορεί ένα βιβλίο τού 1863 με τίτλο «Οδηγίαι και καθήκοντα των επιμελητριών τού Αρσακείου Παρθεναγωγείου τής Φ.Ε.», ήταν επιφορτισμένες με πολλά καθήκοντα: παιδαγωγικά, οργανωτικά και εκπαιδευτικά. Οι επιμελήτριες βρίσκονταν σε συνεχή επικοινωνία με τις μαθήτριες, τις οποίες συνόδευαν παντού και τις φρόντιζαν. Αν κρίνουμε από τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντά τους, θα καταλάβουμε ότι είχαν μόρφωση και δεξιότητες στη χειροτεχνία. Σύμφωνα με τον Κανονισμό τής Φ.Ε., ήταν απόφοιτες τουλάχιστον τού Β΄ έτους τού Διδασκαλείου. Παράλληλα θα πρέπει να ήταν σοβαρές και μετρημένες, με καλή συμπεριφορά και λελογισμένη αυστηρότητα.
Οι «εσωτερικές» μαθήτριες τoύ Αρσακείου ήταν κυρίως υπότροφες δήμων και περιφερειακών κοινοτήτων, που πλήρωναν τα δίδακτρα των μαθητριών με στόχο, ως διπλωματούχες δασκάλες, να επιστρέψουν στα χωριά τους και να διδάξουν Ελληνικά στις νέες κοπέλες τής περιοχής. Φοιτούσαν όμως και κόρες εύπορων οικογενειών τής περιφέρειας, οι οποίες είχαν πάει στην Αθήνα για να σπουδάσουν και να γνωρίσουν έναν διαφορετικό τρόπο ζωής. Η διαβίωση, λοιπόν, στο οικοτροφείο δεν έπρεπε να είναι πολυτελής και εξεζητημένη, αλλά σωστή και σύμφωνη με τους κανόνες τής υγιεινής. Και φυσικά η αυστηρότητα ήταν απαραίτητη, γιατί κανένας δεν θα εμπιστευόταν τα κορίτσια του σε ένα «φιλελεύθερο σχολείο». Δεν γνώριζαν τότε ότι η παιδεία που χορηγείται σε ένα έστω και αυστηρό σχολείο δεν μπορεί παρά να δημιουργήσει «φιλελεύθερους πολίτες».
Δεν γνωρίζουμε τα ονόματά τους, όμως η μορφή τους έχει αποτυπωθεί σε πολλές φωτογραφίες. Εδώ, μαθήτριες τάξης τού Αρσακείου που παρακολουθούν μάθημα στην αίθουσα συνεδριάσεων. Η δασκάλα διακρίνεται με τα μαύρα και το βιβλίο στο χέρι. Δίπλα στον πίνακα η νέα κοπέλα με το άσπρο πουκάμισο είναι η επιμελήτρια. (Φωτογραφία τού 1912, Αρχείο Φ.Ε.)
Κάθε επιμελήτρια αναλάμβανε μία ομάδα εσωτερικών κοριτσιών, τα οποία έπρεπε να επιτηρεί συνεχώς, στους κοιτώνες, στους διαδρόμους, στις αίθουσες διδασκαλίας, στον ναό, στον περίπατο και στα γεύματα. Οι επιμελήτριες διέμεναν στον ίδιο κοιτώνα με την ομάδα των μαθητριών για τις οποίες ήταν υπεύθυνες, δύο σε κάθε κοιτώνα. Ξυπνούσαν πριν από αυτές, ντύνονταν, ετοιμάζονταν και όταν κτυπούσε το 2ο κουδούνι φρόντιζαν να σηκωθούν οι μαθήτριες, να πλυθούν και να ντυθούν ευπρεπώς. Πρόσεχαν ώστε «να μην παρεκτρέπονται εις άτοπα λόγια ή κινήματα, εντός ή εκτός των κοιτώνων». Κάθε μαθήτρια είχε το δικό της νερό, σαπούνι, κτένι και πετσέτα. Πρώτο καθήκον τής επιμελήτριας ήταν να μάθει για την υγεία των κοριτσιών. Σε περίπτωση που κάποια μαθήτρια δεν αισθανόταν καλά ειδοποιούσε τη διευθύντρια, η οποία έδινε την άδεια η μικρή ασθενής να πάει στον κοιτώνα των νοσηλευόμενων, για να μην διαταραχθεί η υγεία των υπολοίπων. Εκεί θα ήταν υπό την επίβλεψη ειδικευμένου προσωπικού και ιατρών. Αν δεν υπήρχε πρόβλημα υγείας για κάποια μαθήτρια, τότε οι επιμελήτριες φρόντιζαν κάθε μαθήτρια να στρώνει το κρεβάτι της, επιτηρώντας πάντα να μην πετάνε τα κορίτσια σκουπίδια αλλά να τα ρίχνουν στον σάκο απορριμμάτων που βρισκόταν δίπλα στους νιπτήρες,. Οι ίδιες ανέβαιναν σε μια μικρή φορητή σκάλα για να ανοίξουν τα παράθυρα τού κοιτώνα, ώστε να ανανεωθεί ο αέρας στην αίθουσα μετά την αποχώρηση των κοριτσιών. Γιατί, σύμφωνα με το σχέδιο τού Καυταντζόγλου, τα παράθυρα βρίσκονταν σε ύψος 2 μέτρων από το δάπεδο, προκειμένου να προστατεύονται οι Αρσακειάδες από τα αναιδή βλέμματα των κατοίκων των απέναντι κτηρίων. Όταν όλες οι μαθήτριες είχαν φύγει, κλείδωναν τον κοιτώνα και παρέδιδαν το κλειδί στη διευθύντρια. Μόλις κτυπούσε το κουδούνι οδηγούσαν με τάξη τις μαθήτριες στον χώρο τής προσευχής και κάθονταν μπροστά τους, δίνοντας πρώτες το καλό παράδειγμα. Μετά την προσευχή οδηγούσαν με πειθαρχία τις μαθήτριες στην τραπεζαρία για το πρωϊνό πρόγευμα, το οποίο επέβλεπαν οι δύο επιμελήτριες τής τραπεζαρίας.
Οι κοιτώνες τού Αρσακείου. Διακρίνονται τα κρεβάτια των μαθητριών, τής επιμελήτριας στην κορυφή τής αίθουσας και τα παράθυρα που βρίσκονταν πολύ ψηλά. (Φωτογραφία τού 1886, Αρχείο τής Φ.Ε.)
Όταν κτυπούσε το κουδούνι για τα μαθήματα, όλες οι επιμελήτριες των εσωτερικών αλλά και των εξωτερικών μαθητριών κατευθύνονταν στις τάξεις. Εκεί έπρεπε να παραμένουν κατά τη διάρκεια τής παράδοσης των μαθημάτων, γιατί επιτηρούσαν τις μαθήτριες και επέβαλαν την τάξη. Μάλιστα κάθε μία όφειλε να έχει τοιχοκολλημένο στην τάξη της το ακριβές πρόγραμμα των μαθημάτων που θα διδάσκονταν κάθε ημέρα. Δύο επιμελήτριες επιτηρούσαν τους διαδρόμους, διότι κανείς δεν μπορούσε να βρίσκεται εκεί παρά μόνο ορισμένες ώρες, λόγω υπηρεσίας. Μέσα στην τάξη οι επιμελήτριες, σύμφωνα με τον Κανονισμό, «οφείλουσι να διπλασιάσωσι τον ζήλον και την επιτήρησίν των όπως τα κοράσια διατηρώσιν ευταξίαν, σιωπήν και προσοχήν». Φρόντιζαν ώστε τα βιβλία των μαθητριών να είναι καθαρά και να μην περιέχουν τίποτα ξένο προς την εκπαίδευση. Επιθεωρούσαν τις τάξεις και τα θρανία να είναι καθαρά και φρόντιζαν να αερίζονται οι τάξεις κατά τη διάρκεια των διαλειμμάτων. Είχαν την ευθύνη τού εκπαιδευτικού υλικού των αιθουσών και φρόντιζαν να είναι καθαροί οι τοίχοι, οι πόρτες και τα τζάμια. Αν έβλεπαν κάτι που δεν πήγαινε καλά ειδοποιούσαν το προσωπικό υπηρεσίας να επιληφθεί. Οι επιμελήτριες είχαν το δικαίωμα να αναθέτουν σε μία από τις πρωτόσχολες[1] να φροντίζει ώστε στην έδρα να υπάρχει μελάνι, κιμωλία, σπόγγος. Η μαθήτρια αυτή αναπλήρωνε την επιμελήτρια εάν έβγαινε από την τάξη για υπηρεσία ή άλλη ανάγκη. Την προσφορά και την προθυμία των πρωτόσχολων σημείωνε η επιμελήτρια σε ειδικό βιβλίο.
H τάξη και η καθαριότητα στο γραφείο κάθε μαθήτριας και η διατήρηση σε καλή κατάσταση των τετραδίων και των βιβλίων ήταν υποχρέωση τής επιμελήτριας. Επέβλεπε επίσης ώστε οι μαθήτριες να κάθονται πάντα στην προκαθορισμένη θέση. Σε ιδιαίτερο βιβλίο σημείωνε τις παρεκτροπές και τις αρετές κάθε μαθήτριας.
Όταν τελείωνε το βασικό πρόγραμμα, οι επιμελήτριες οδηγούσαν τις μαθήτριες στην αυλή και φρόντιζαν να ανοίγουν τα παράθυρα για την ανανέωση τού αέρα τής τάξης. Επιτηρούσε μάλιστα ώστε «η έξοδος να γίνηται εν άκρα ησυχία και τάξει, η αυτή δε τάξις και ησυχία να διατηρείται και εν τη αυλή ή τοις διαδρόμοις».
Οι επιμελήτριες, μαζί με τις δασκάλες των εργοχείρων, ήταν παρούσες κατά την ώρα εξάσκησης των μαθητριών. Παρέδιδαν στις Αρσακειάδες τα κιβώτια τού εργοχείρου και επιστατούσαν ώστε η εργασία να γίνεται καθαρά, χωρίς αταξίες και ψιθύρους, και φρόντιζαν να ασχολούνται οι μαθήτριες μόνο με το εργόχειρό τους και μάλιστα «διδάσκουσι εις έκαστον κοράσιον τον τρόπον τής εργασίας του και την βελτίωσιν αυτής προσκαλούσαι την προσοχήν των κορασίων εις τα σφάλματα και ατελείας των έργων των.». Μερικές φορές μάλιστα διάβαζαν στις εργαζόμενες μαθήτριες κάποια βιβλία από αυτά που υπήρχαν στο Σχολείο. Ενεργό ρόλο είχαν και κατά τη διάρκεια τού μαθήματος τής Γυμναστικής: «Αι επιμελήτριαι παρούσαι πάντοτε οφείλουν να επιτηρώσι την καλήν και σεμνήν συμπεριφορά εκάστου κορασίου, κατά τε τους λόγους και τα κινήματα. Ιδίως εις το μάθημα τής Γυμναστικής αι επιμελήτριαι οφείλουσι να επιτηρώσι αυστηρώς όπως αι μαθήτριαι εκτελώσι τας διαταττομένας κινήσεις και να μην απασχολώνται εις άλλα ξένα τού μαθήματος έργα[2].».
Μικρές μαθήτριες τού Αρσακείου στην αίθουσα τελετών τού Σχολείου Η κυρία στο τελευταίο σκαλοπάτι δεξιά είναι η δασκάλα και μπροστά αριστερά η επιμελήτρια. (Φωτογραφία τού 1912, Αρχείο τής Φ.Ε.)
Την ώρα τού γεύματος οι επιμελήτριες οδηγούσαν με τάξη τις μαθήτριες, ευπρεπώς ντυμένες και χτενισμένες, στην τραπεζαρία, αφού πρώτα φρόντιζαν να έχουν πλύνει όλες τα χέρια τους. Εκεί τον κύριο λόγο είχαν οι επιμελήτριες υπηρεσίας, οι οποίες επιστατούσαν στο σερβίρισμα. Το γεύμα ξεκινούσε με προσευχή, την οποία απήγγειλε κάθε μέρα διαφορετική μαθήτρια εκ περιτροπής. Ύστερα οι επιμελήτριες των τάξεων έτρωγαν μαζί με τις μαθήτριες, διδάσκοντάς τους παράλληλα «να τρώγωσι ευπρεπώς, να κρατώσι πρεπόντως τα μαχαίρια, πιρούνια και κοχλιάρια, να μην τρώγουσι μετά βίας ή λαιμαργίας, να μην κάμνωσι θόρυβον διά τής γλώσσης, διά τού μασήματος, διά των ποτηρίων ή κοχλιαρίων˙ να μη συντρίβωσι ποτήρια ή πινάκια, να μη βρέχωσι, βρωμίζωσι, ή κόπτωσι τα τραπεζομάντηλα. Εις όλα δε ταύτα αι επιμελήτριαι πρέπει να δίδωσι το καλόν παράδειγμα διά τής ιδίας αυτών τάξεως και ευπρεπείας.».
Μετά το γεύμα ακολουθούσε λίγος χρόνος ανάπαυσης, κατά τον οποίο οι επιμελήτριες μπορούσαν να πιουν τον καφέ τους. Στο διάστημα αυτό οι μαθήτριες, υπό την επιτήρηση των πρωτόσχολων, τακτοποιούσαν τα βιβλία και τα τετράδιά τους. Την ώρα τής ανάπαυσης κάποιες από τις επιμελήτριες, εκ περιτροπής, επιτηρούσαν τις μαθήτριες.
Η τραπεζαρία τού Αρσακείου Ψυχικού (Φωτογραφία τού 1936, Αρχείο Φ.Ε.)
Κατά τις ώρες τής «εσπερινής μελέτης», όλες ο μαθήτριες συγκεντρώνονταν στον καθορισμένο χώρο και με ησυχία ξεκινούσαν τη μελέτη των μαθημάτων τους πάντοτε υπό την επίβλεψη τής επιμελήτριας. Αν οι μαθήτριες συναντούσαν κάποια δυσκολία μπορούσαν να σηκώσουν το χέρι και να ζητήσουν τη βοήθειά της. Καθ’ όλη τη διάρκεια τής μελέτης η επιμελήτρια περιφερόταν στην αίθουσα για να επιβλέπει με τι ασχολείται κάθε μαθήτρια. Σε κάθε αίθουσα μελέτης υπήρχαν μία ή δύο επιμελήτριες.
Κάποιες ημέρες την εβδομάδα, ανάλογα με τον καιρό, οι μαθήτριες, χωρισμένες σε μικρές ομάδες, έβγαιναν περίπατο συνοδευόμενες από τις επιμελήτριες ή κάποιες δασκάλες και μερικές φορές από τη διευθύντρια ή και την υποδιευθύντρια τού Σχολείου. Οι επιμελήτριες φρόντιζαν «να επιτηρώσιν αν τα εξελευσόμενα κοράσια εκκαθαρίσθησαν πρεπόντως και ευπρεπώς ενεδύθησαν.». Ο περίπατος γινόταν με «βήμα γοργόν» χωρίς κάποια στάση, με στόχο να μην προλάβει κάποιος «λιμοκοντόρος» να ανταλλάξει κάποια επιστολή με τις Αρσακειάδες. Γι’ αυτό κατά τη διάρκεια τού περιπάτου έπρεπε «να περιπατώσι κοσμίως και σεμνώς και να μη γελώσι ή παρατηρώσι ατόπως τους διαβαίνοντας και να μη στρέφωσι ποτέ την κεφαλήν όπισθεν προς παρατήρησιν των διαβαινόντων.». Οι συνοδοί των μαθητριών, μάλιστα, έπρεπε να βαδίζουν «ουχί η μία πλησίον τής άλλης, αλλά κεχωρισμέναι, προς ακριβεστέραν επιτήρησιν.». Μόλις οι μαθήτριες επέστρεφαν στο Σχολείο από τον περίπατο, φρόντιζαν να τινάξουν τα ενδύματα τους, να τοποθετήσουν τα «σκιάδια, χειρόκτια, ενδύματα εις τους οικείους τόπους των» και να καθαρίσουν τα υποδήματα πριν τα τοποθετήσουν στα ντουλάπια. Τα κλειδιά κρατούσαν οι επιμελήτριες ή μία από τις μεγαλύτερες μαθήτριες που την είχαν ορίσει ως βοηθό «εις την επιστασίαν των ενδυμάτων».
Μαθήτριες τού Αρσακείου κατά τη διάρκεια τού διαλείμματος σε κάποιον εξώστη των νέων κτηρίων τού Αρσακείου (Φωτογραφία των αρχών τού 20ού αι. από το Αρχείο τού Ε.Λ.Ι.Α.)
Κατά την ώρα τού δείπνου, οι μαθήτριες οδηγούνταν στην τραπεζαρία και αμέσως μετά το δείπνο επέστρεφαν στους κοιτώνες τους. Κάθε μαθήτρια έπρεπε να τοποθετήσει τα ρούχα της «εις τους πόδας τής κλίνης, τα δε θυλάκιά των να κρεμώσι απέναντι των προσοψίων των.». Κάθε επιμελήτρια κρατούσε βιβλίο στο οποίο κατέγραφε τα ενδύματα των κοριτσιών, φρόντιζε να διατηρούνται σε καλή κατάσταση και κοινοποιούσε στην οικονόμο[3] ποια από αυτά χρειάζονταν επισκευή ή καθαρισμό και ποια χάθηκαν. Έπρεπε δε να ελέγχει η ίδια αν οι επιδιορθώσεις έγιναν σωστά. Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι κάθε επιμελήτρια είχε κλειδί «των αποπάτων» και δεν επέτρεπε σε δύο ή περισσότερα κορίτσια να πάνε συγχρόνως εκεί. Μάλιστα απαγορευόταν στις μαθήτριες να πιάνουν κουβέντα κατά την είσοδο ή και την έξοδό τους από τις τουαλέτες. Η παράβαση τιμωρείτο αυστηρά.
Το καθημερινό αυτό πρόγραμμα μεταβαλλόταν τις Κυριακές και τις άλλες γιορτινές ημέρες. Γι’ αυτό το Σάββατο το απόγευμα οι επιμελήτριες παρέδιδαν σε κάθε μαθήτρια τα ενδύματα που θα φορούσε την Κυριακή. Το πρωί τής Κυριακής «εκάστη επιμελήτρια οδηγεί κατά την ωρισμένην ώραν εις τον ναόν όλα τα υπ’ αυτήν κοράσια, επιτηρούσα όπως βαδίζωσι με σέβας και ησυχίαν». Μάλιστα οι επιμελήτριες με το παράδειγμά τους έπρεπε «να διδάσκωσιν εις τα κοράσια το προς τον Θεόν σέβας και συγχρόνως να απαγορεύσωσιν αυστηρώς πάσαν συνομιλίαν, βλέμμα, κίνημα ή γέλωτα άτοπον εντός τού Ιερού Ναού τού Υψίστου».Το απόγευμα τής Κυριακής, από τις 2 έως τις 4 μ.μ., ήταν η ώρα τού επισκεπτηρίου. Οι γονείς και οι κηδεμόνες των εσωτερικών μαθητριών μπορούσαν να τις επισκέπτονται για 15΄. Τότε, σύμφωνα με τον Κανονισμό, «αι επιτηρούσαι τας επισκέψεις επιμελήτριαι oφείλουσι να ενασχολώσι μετ’ άκρας προσοχής τους τε οφθαλμούς και τα ωτία αυτών». Συγκεκριμένα φρόντιζαν οι επισκέπτες να μην ανταλλάξουν φαγώσιμα, χρήματα ή έγγραφα και να μην μιλάνε παρά μόνο με την μαθήτρια που κηδεμόνευαν. Όσο και αν φαίνεται περίεργο σήμερα, η απαγόρευση αυτή προστάτευε τις μαθήτριες από τη «ζήλια» κάποιων συμμαθητριών οι οποίες δεν είχαν κοντά τους δικούς τους και δεν δέχονταν συχνά επισκέψεις. Θα ήταν κατανοητή αντίδραση για τα κορίτσια αυτής τής ηλικίας, αν έβλεπαν τη συμμαθήτριά τους να τρώει ένα γλυκό που οι ίδιες δεν είχαν. Τις υπόλοιπες ώρες των γιορτινών ημερών οι επιμελήτριες απασχολούσαν τις μαθήτριες «εις την μουσικήν, εις τον χορόν, εις παιχνίδια γυμναστικά, εις αναγνώσεις βιβλίων και εις περιπάτους˙ ώστε και κατά τας ημέρας αυτάς να μη μένωσι τα κοράσια αργά και ανεπιτήρητα και άνευ χαλινού τής τε γλώσσης, φαντασίας και διαγωγής.»[4].
Οι επιμελήτριες ήταν ακόμα επιφορτισμένες να κρατούν σημειώσεις για την καλή ή την κακή διαγωγή των Αρσακειάδων, τις οποίες καταχώριζαν σε ειδικό βιβλίο που παρέδιδαν στη διευθύντρια, στην οποία αντίστοιχα οι δασκάλες παρέδιδαν τις σημειώσεις που κρατούσαν για την πρόοδο ή την αμέλεια των μαθητριών. Επίσης οι επιμελήτριες φρόντιζαν να γίνεται εγκαίρως η είσπραξη των διδάκτρων.
Εσωτερικές μαθήτριες τού Αρσακείου Ψυχικού με την επιμελήτρια κατά την ώρα ελεύθερης απασχόλησης το 1936. Προφανώς πολλές από τις «Οδηγίες για τα καθήκοντα των επιμελητριών» τού 1863 είχαν ξεπεραστεί, όπως φαίνεται από την ύπαρξη τού ραδιοφώνου. Όμως και πάλι η επιμελήτρια ήταν παρούσα. (Φωτογραφία από το Αρχείο τής Φ.Ε.)
Οι επιμελήτριες τού Αρσακείου έφεραν εις πέρας το βαρύ αυτό έργο επί 100 χρόνια. Διέμεναν στο Σχολείο και μπορούσαν να δεχθούν επίσκεψη μόνο από γονείς και αδέλφια σε καθορισμένη ημέρα και ώρα. Η έξοδός τους από το Σχολείο γινόταν με την άδεια τής διευθύντριας. Η συμβουλή τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας για να πετύχουν στο δύσκολο έργο τους βρίσκεται στο άρθρο 35 των Οδηγιών. Οι δασκάλες και οι επιμελήτριες οφείλουν να είναι αυστηρές αλλά ευπροσήγοροι, δίκαιες και αμερόληπτες προς όλα τα κορίτσια, διότι αυτά είναι σε θέση να διακρίνουν την αδικία και αντιλαμβάνονται τη μεροληψία. Γι’ αυτό πρέπει να τις συμβουλεύουν με ήρεμα λόγια και «προ πάντων διά τής ιδίας αυτών διαγωγής και τού παραδείγματος» πρέπει να εμπνέουν στις μαθήτριές τους «την αγάπην και τον φόβον τού Υψίστου Θεού, το σέβας και την προσήλωσιν εις την ορθόδοξον ημών θρησκείαν, την ευθύτητα, ειλικρίνεια και φιλαλήθειαν, φιλομάθειαν, φιλοπονίαν, σεμνότητα, αιδώ, οικονομίαν καθαριότητα και καλήν συμπεριφοράν, την αδελφικήν αγάπην και την προς αλλήλας αρμονίαν και ομόνοιαν. Και ταύτα πάντα διότι ο σκοπός τού καταστήματος δεν είναι μόνον το να διδάξη γράμματα εις τα κοράσια, αλλά να καταστήσει αυτά ηθικά, σεμνά φιλόπονα και κατ’ εξοχήν αληθώς Χριστιανάς, επ’ αγαθώ τής ελληνικής φυλής.».
Αυτές ήταν οι άγνωστες, τις περισσότερες φορές, κυρίες, οι αφανείς ηρωίδες τού Αρσακείου που εκλήθησαν σε νεαρή οι περισσότερες ηλικία να παίξουν τον ρόλο τής «μητέρας», τής «παιδαγωγού», τής δασκάλας κεντήματος, αλλά και τής κηδεμόνος των νεαρών κοριτσιών που είχαν σε τρυφερή ηλικία εγκαταλείψει το σπίτι και τους οικείους τους για να μορφωθούν και να γίνουν δασκάλες στο Αρσάκειο. Η συμβολή τους στην ανατροφή, τη φροντίδα και την εκπαίδευση των νεαρών Αρσακειάδων ήταν καθοριστική. Το βιβλίο «Οδηγίαι και καθήκοντα των επιμελητριών τού Αρσακείου Παρθεναγωγείου» μάς έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσουμε το δύσκολο και επίπονο έργο τους.
Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία συμπληρώνει, το 2023, 187 χρόνια ζωής. Για να αποδοθεί δικαιοσύνη πρέπει να κοιτάξουμε με σεβασμό και ευγνωμοσύνη όλους και όλες όσες βοήθησαν στην εδραίωση και τη λειτουργία τού Σχολείου αυτού.
Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ
φιλόλογος ‒ ιστορικός
- Το κείμενο βασίστηκε σε στοιχεία από το Αρχείο τής Φ.Ε. και το βιβλίο «Οδηγίαι και καθήκοντα των επιμελητριών τού Αρσακείου Παρθεναγωγείου», Αθήνα 1863.
[1] Πρωτόσχολος ήταν η μαθήτρια που διακρινόταν για τις επιδόσεις και τις γνώσεις της.
[2] Τότε το μάθημα τής Γυμναστικής γινόταν στην εσωτερική αυλή τού Σχολείου και ο μεγαλύτερος φόβος των διοικούντων την Φ.Ε. ήταν μήπως κάποιοι «αναιδείς νέοι» προσπαθήσουν από τα μπαλκόνια των διπλανών κτηρίων να παρενοχλήσουν τις Αρσακειάδες.
[3] Προφανώς ήταν η κυρία που συντόνιζε το προσωπικό υπηρεσίας.
[4] Όταν διευθύντρια τού Σχολείου ανέλαβε η Ελβετίδα Αμεναΐς Καβανιάρη, καθιέρωσε σε τακτά χρονικά διαστήματα να γίνονται επίσημες εορτές με απαγγελίες, θεατρικά έργα και τραγούδια, τις οποίες πολλές φορές παρακολουθούσε η βασιλική οικογένεια, αλλά πολλοί από τους Συμβούλους τής ΦΕ και κηδεμόνες των μαθητριών.