H ιδέα της σύστασης ενδιάμεσου Σχολείου από τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία

 

Στα τέλη Μαΐου τού 1888 η «Εφημερίς των Κυριών» ξεκίνησε σκληρή κριτική και επίθεση κατά τού Αρσακείου σε πολλά επίπεδα. Στην αρχή μίλησε για την παλαιότητα των κτηρίων και τις ριζικές αλλαγές που έπρεπε να γίνουν σε αυτά. Η αλήθεια είναι ότι τότε στο οικοδομικό τετράγωνο υπήρχαν δύο παμπάλαια κτήρια, η οικία Βούρου στη γωνία Πεσμαζόγλου (τότε Μενάνδρου) και Σταδίου και η οικία Βάμβα στη γωνία Αρσάκη (τότε Τυπογραφίας) και Πανεπιστημίου. Και φυσικά δεν επαρκούσαν για να διδάσκονται οι μαθήτριες των δύο Διδασκαλείων (Εσωτερικού και Εξωτερικού), των 2 Νηπιαγωγείων και των Αλληλοδιδακτικών Σχολείων. Έτσι, ενώ τα δίδακτρα είχαν σχετικά αυξηθεί, το κτήριο δεν μπορούσε να εξυπηρετήσει τόσο μεγάλο αριθμό μαθητριών.

006 oikia vourou small (1)

Η οικία Βούρου, στη γωνία των οδών Μενάνδρου (σήμερα Πεσμαζόγλου) και Σταδίου (Αρχείο ΦΕ)

Η Εταιρεία είχε σκοπό να κατεδαφίσει όλα τα κτήρια, πλην τού Αρσακείου Μεγάρου και τού ναού τής Αγίας Αναστασία, και σύμφωνα με τα σχέδια θα οικοδομούσε ενιαίο κτήριο 3 ορόφων, στο ισόγειο τού οποίου θα στέγαζε καταστήματα, ενώ οι όροφοι θα χρησιμοποιούνταν για σχολείο, με αίθουσες εκδηλώσεων, γυμναστήρια και εργαστήρια. Και πάλι όμως υπήρξαν πολλές αντιδράσεις, γιατί θεωρήθηκε ότι δεν ταίριαζαν καταστήματα κάτω από ένα σχολείο θηλέων και ότι η Φ.Ε. αποσκοπούσε στο κέρδος.

Εκτός από τα κτήρια η «Εφημερίς των Κυριών» ζητούσε μεγάλες μεταρρυθμίσεις στο πρόγραμμα διδασκαλίας και ισχυριζόταν ότι το σχολείο αυτό δεν είχε κατανοήσει την αποστολή τής «κόρης», που δεν ήταν άλλη από το να μορφώνεται πνευματικά και ηθικά, καθώς και ότι το σχολείο είναι «η οδός δι’ ης η κόρη, προπαρασκευαζομένη εις τας πραγματικότητας τού βίου, εισάγεται εν τη κοινωνία.». Αποκαλούσε τη διαβίωση στο Οικοτροφείο μονότονη, τη διδασκαλία πληκτική και τις δασκάλες αυστηρές και απρόσωπες. Από όλη αυτή την κριτική εξαιρούσε τον Λέοντα Μελά, που, όπως έλεγε, ήταν ο μόνος που κατανόησε την αλήθεια για την εκπαίδευση των κοριτσιών, αφού ήταν επί σειρά ετών σύμβουλος τής Φ.Ε. και ήταν «ο δωρεάν παιδαγωγός τής εν αυτώ σπουδαζούσης θηλείας νεολαίας.».

 Leon Melas

Ο Λέων Μελάς. Σκίτσο από την «Ποικίλη Στοά», την Εθνική Εικονογραφημένη Επετηρίδα (Wikipedia)

Η Καλλιρρόη Παρρέν θεωρούσε ότι το Αρσάκειο, ακριβώς επειδή είχε κύρος και ισχύ, έπρεπε να προχωρήσει σε ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις, ώστε να γίνει περισσότερο προοδευτικό. Από την άλλη η Φ.Ε. γνώριζε πολύ καλά ότι στην Ελλάδα τού 19ου αι. λίγοι ήταν οι γονείς που θα έστελναν την κόρη τους να φοιτήσει σε ένα «προοδευτικό και φιλελεύθερο» σχολείο. Για τους περισσότερους η μόρφωση των κοριτσιών αποσκοπούσε στο να γίνουν καλύτερες σύζυγοι και μητέρες. Δεν ήταν λίγες οι φορές που το δίπλωμα τού Αρσακείου αποτελούσε προίκα για τις νεαρές απόφοιτες. Οι ηρωικές δασκάλες τού 19ου αι αντιμετώπισαν «των παθών τους τον τάραχο» για να γίνουν αποδεκτές στις περιοχές όπου διορίζονταν. Οι περισσότερες έπρεπε να παίρνουν μαζί τους και κάποιο μέλος τής οικογένειάς τους, γιατί το να μένουν μόνες μακριά από την οικογένεια ήταν «ηθικά επιλήψιμο». Και φυσικά σταματούσαν την εργασία μετά τον γάμο , αφού πλέον θα ασχολούντο με τις συζυγικές τους υποχρεώσεις και το μεγάλωμα των παιδιών τους.

kokkonis3[1]

O Iωάννης Κοκκώνης, πίνακας τού Σπυρίδωνος Προσαλέντη (Πινακοθήκη τής Φ.Ε.)

Το λάθος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας ήταν κάτι που είχε επισημανθεί ήδη από τον πρώτο χρόνο τής ιδρύσεως τού Σχολείου. Στην έκθεσή του κατά την 5η Συνέλευση των μελών τής Φ.Ε., τον Ιανουάριο τού 1838, ο Κοκκώνης είπε ότι το Δ.Σ. «ενέκρινε την σύστασιν και ενός άλλου σχολείου μεσαίου, εις το οποίον θέλουν διδάσκεσθαι τα κοράσια όσων επιθυμούν να πληρώσωσι 2-3 δραχμάς δίδακτρα ανά μήνα». Στην ουσία αυτό που σκέφτηκε το Δ.Σ. ήταν η δημιουργία ενός σχολείου στο οποίο θα φοιτούσαν ως εξωτερικές οι μαθήτριες που ήθελαν μόρφωση ανώτερη από αυτή τού Αλληλοδιδακτικού, αλλά δεν ήθελαν να τελειώσουν το Διδασκαλείο. Δυστυχώς η πρόταση αυτή, αν και έγινε αποδεκτή, δεν μπόρεσε ποτέ να εφαρμοστεί. Τα πρώτα χρόνια το Σχολείο τής Φ.Ε. στεγαζόταν σε ενοικιασμένα κτήρια. Για τη λειτουργία ενός τρίτου σχολείου χρειάζονταν αίθουσες, εξοπλισμός και προσωπικό, κάτι που απαιτούσε πολλά χρήματα, τα οποία όμως δεν διέθετε η Φ.Ε.

Μέχρι το 1852, που το σχολείο στεγαζόταν σε νοικιασμένα κτήρια, κάτι τέτοιο ήταν και πρακτικά αδύνατον. Ο Νικ. Δραγούμης, εκδότης τής «Πανδώρας»[1] και ιδρυτικό μέλος τής Φ.Ε., πίστευε ότι «η συμβίωσις και η επί μακρόν διδασκαλία κορασίων […] .διαφόρους εχόντων σκοπούς, βλάπτει την αγωγήν.» («Σύντομος απάντησις», Πανδώρα, τ. ΙΣΤ΄, σ. 164, 1865-1866). Βέβαια αναφερόταν κυρίως στη συναναστροφή των υποψήφιων διδασκαλισσών από την επαρχία με κορίτσια ανωτέρας κοινωνικής τάξεως.

Το 1871 ο Ι. Βενέτης διατύπωσε στη Συνέλευση των μελών τής ΦΕ την άποψή του για τη διάρθρωση τού Σχολείου: «Εν γένει νομίζω ότι πρέπει να υπάρξη μία κυρία διαίρεσις των σχολείων τής Εταιρείας εις δύω. Εις το μεν να διδάσκωνται τα μαθήματα όσα δέον να κατέχη το κοράσιον μέλλον να ζήση εν τη κοινωνία˙ εις το άλλο να εκπαιδεύωνται αι μέλλουσαι να γίνωσι διδάσκαλοι. Εις το δεύτερον τούτο τα μαθήματα να είναι περισσότερα και ανώτερα αφ’ όσα η μέλλουσα να διδάξη, διότι άλλως δεν καρποφορεί.» (Πρακτικά Φ.Ε. τού 1871, σ. 52-53). Η αλήθεια είναι ότι η εκπαίδευση των δασκάλων είχε καθοριστεί με το Νόμο τού 1831, σύμφωνα με τον οποίο οι φοιτητές τού διετούς Διδασκαλείου έπρεπε να είναι απόφοιτοι τής Β΄ τάξης τού Ελληνικού Σχολείου. Το Διδασκαλείο αυτό καταργήθηκε το 1864 και ανασυστάθηκε το 1878 με τριετή φοίτηση για τους αποφοίτους τής Α΄ τάξης τού Ελληνικού. Αντίθετα, για τις γυναίκες δεν υπήρχε Επαγγελματικό και Μέσο σχολείο, αλλά μετά το Δημοτικό φοιτούσαν στο Διδασκαλείο, που ήταν παράλληλα και σχολείο γενικής παιδείας.

Για μία ακόμα φορά η Φ.Ε. δεν προχώρησε στον διαχωρισμό τού Ανώτερου σχολείου σε Διδασκαλείο και Σχολείο Γενικής Παιδείας. Η αλήθεια είναι ότι δεν ήταν τόσο απλό. Στην ουσία απαιτούντο νέες αίθουσες (οι παλιές δεν επαρκούσαν ούτε για τις υπάρχουσες μαθήτριες) και πολύ περισσότερο προσωπικό. Η Φ.Ε. μόλις το 1868 είχε αγοράσει την οικία Βάμβα και ήταν πλέον ιδιοκτήτρια όλου τού οικοδομικού τετραγώνου στο οποίο σκόπευε να κτίσει νέο μεγαλύτερο κτήριο για να λύσει όλα τα υπάρχοντα στεγαστικά προβλήματα.

1886011

Μαθήτριες τού Αρσακείου με τις δασκάλες τους το 1886 (Αρχείο ΦΕ)

Εν τω μεταξύ Εκθέσεις επιθεωρητών έκριναν αρνητικά τις δασκάλες, κατηγορώντας τες για «ψιττακισμό» και αμέθοδο διδασκαλία. Βέβαια κανένας εκ των ανδρών επιθεωρητών δεν αναφέρθηκε στην αρνητική υποδοχή που συναντούσαν οι περισσότερες δασκάλες στα χωριά όπου διορίζονταν. Επίσης είναι γεγονός ότι το πρόγραμμα των Διδασκαλείων τού Αρσακείου συνδύαζε τις γνώσεις και τις δεξιότητες μιας δασκάλας με την κοινωνική μόρφωση και την καλλιέργεια που επεδίωκαν όσες δεν ήθελαν γίνουν δασκάλες. Αποτέλεσμα ήταν οι δασκάλες να διδάσκονται πολύ λίγες ώρες Μαθηματικά και πάρα πολλές ώρες φιλολογικά μαθήματα.

Φαίνεται ότι το 1861 το Αρσάκειο έκανε ένα βήμα μπροστά στο πρόγραμμά του. Ο Λέων Μελάς ,ως εισηγητής τής Επιτροπής των Σχολείων, ανακοίνωσε στα μέλη τής Φ.Ε.: «Εθεωρήσαμεν αναγκαιότατον ώστε αι μαθήτριαι τής 5ης και ανωτάτης τάξεως, αι προτιθέμεναι το διδασκαλικόν επάγγελμα, να εξασκώνται συγχρόνως και περί την δύσκολον τέχνην τής διδασκαλίας παραδίδουσαι άπαξ τής εβδομάδος κατά σειράν ενώπιον των αρμοδίων διδασκάλων τα μαθήματα και τού Αλληλοδιδακτικού σχολείου και των κατωτέρων Ελληνικών τάξεων.» (Πρακτικά τής Φ.Ε. 24 Δεκεμβρίου 1861). Την ίδια χρονιά άρχισε να διδάσκεται και το μάθημα τής Παιδαγωγίας και συγχρόνως ο δασκάλες έκαναν και δοκιμαστικές διδασκαλίες στο Αλληλοδιδακτικό.

Στις 24 Απριλίου 1881 το κράτος αποφάσισε να προχωρήσει προς την εξομοίωση τής εκπαίδευσης των δασκάλων και των διδασκαλισσών. Δημοσιεύτηκε διάταγμα με το οποίο για πρώτη φορά η Πολιτεία καθόριζε τον σκοπό τού Διδασκαλείου τής Φ.Ε. και τα μαθήματα που έπρεπε να περιλαμβάνει η εκπαίδευση των διδασκαλισσών. Αναφέρει μάλιστα στο άρθρο 3 ότι «η ηθική κυρίως μόρφωσις των ελληνίδων και η προπαρασκευή αυτών εις το διδασκαλικόν έργον» είναι ο σκοπός τού Διδασκαλείου. Με το διάταγμα αυτό η Φ.Ε. ήταν πλέον υποχρεωμένη να χωρίσει το Ανώτερο Παρθεναγωγείο από το Διδασκαλείο. Με το ίδιο διάταγμα αναγνωρίστηκε ως Διδασκαλείο ισότιμο με τα τού κράτους το Διδασκαλείο τού Αρσακείου τής Κέρκυρας[2].

Loipa 2004

Απόφοιτες τού Αρσακείου Κερκύρας το 1913 (Αρχείο ΦΕ)

Τα γεγονότα ανάγκασαν τη Φ.Ε. να συμμορφωθεί με τον νόμο και να χωρέσει στα υπάρχοντα κτήρια, πολύ στριμωγμένα είναι αλήθεια, το «Μέσον Σχολείον», στο οποίο είχε αναφερθεί ο Ι. Κοκκώνης, ονομάζοντάς το πλέον «Ανώτερον Παρθεναγωγείον».

Το 1900 άρχισε η ανοικοδόμηση τού τετραγώνου σε σχέδια πολλών αρχιτεκτόνων, στα οποία ο Τσίλλερ κλήθηκε να δώσει εξωτερική ομοιομορφία. Το Ανώτερο Παρθεναγωγείο συνέχισε τη λειτουργία του. Όμως ο αριθμός των εγγραφομένων μαθητριών ελαττωνόταν σταδιακά, αφού τον 20ό αιώνα οι μαθήτριες προτιμούσαν να στραφούν στα Αστικά σχολεία και αργότερα στα Ελληνικά και τα Γυμνάσια, για να πετύχουν την είσοδό τους στα Πανεπιστήμια.

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Το κείμενο βασίζεται σε στοιχεία από το Αρχείο τής Φ.Ε., Πρακτικά των Γενικών Συνελεύσεων τής Φ.Ε. και το βιβλίο τής Σιδηρούλας Ζιώγου-Καραστεργίου «Η Μέση Εκπαίδευση των κοριτσιών στην Ελλάδα (1830-1893)», Ιστορικό Αρχείο Ελληνικής Νεολαίας, 2, 1986.

 

[1] Η «Πανδώρα» ήταν λογοτεχνικό-οικογενειακό περιοδικό τού 19ου αι. Ιδρύθηκε το 1849 από τους Νικόλαο Δραγούμη, Κωνστ. Παπαρρηγόπουλο, Αλ. Ραγκαβή, Χρ. Α. Δούκα και Γ. Σκούφο. Το περιοδικό είχε 22 χρόνια ζωής και είναι σημαντικό για τη μελέτη τής πεζογραφίας τής περιόδου 1830-1880.

[2] Με υπουργική απόφαση τού 1879 είχε αναγνωριστεί ως ισοβάθμιο με το Διδασκαλείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας το Ζάππειο Παρθεναγωγείο τής Κωνσταντινούπολης, ενώ το Ομήρειο Παρθεναγωγείο Σμύρνης αναγνωρίστηκε το 1885.