Τα εν Δήμοις Σχολεία τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας
Στόχος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας ήταν να εκπαιδεύσει δασκάλες, οι οποίες με τη σειρά τους θα δίδασκαν την ελληνική γλώσσα και την Ιστορία όπου υπήρχε Ελληνισμός, αλλά και σε περιοχές τού νεοσύστατου ελληνικού κράτους όπου οι κάτοικοι δεν χρησιμοποιούσαν τα Ελληνικά στις καθημερινές τους συναλλαγές. Έτσι, 30 χρόνια μετά την ίδρυση τού κεντρικού σχολείου στην Αθήνα, το Δ.Σ. τής Φ.Ε. αποφάσισε τη δημιουργία σε αυτές τις περιοχές μονοταξίων προκαταρκτικών σχολείων που θα λειτουργούσαν με την αλληλοδιδακτική μέθοδο. Στην πραγματικότητα εύρισκαν ένα κτήριο, το οποίο θα μπορούσε να φιλοξενήσει μία σχολική αίθουσα και έναν χώρο για τη διαμονή τής δασκάλας την οποία έστελναν στην περιοχή. Το ενοίκιο για το κτήριο επιβάρυνε τις τοπικές αρχές, ενώ η Φ.Ε. κατέβαλλε τον μισθό τής δασκάλας και την εφοδίαζαν με τα απαραίτητα βιβλία και τα εποπτικά μέσα τής εποχής. Έτσι, πάντα σε συνεργασία με τις τοπικές κοινότητες, λειτουργούσαν τα σχολεία τής Φ.Ε.
Το 1871, σε μία από τις συνελεύσεις τής Φ.Ε. συζητήθηκαν τα προβλήματα που αντιμετώπιζε η Εταιρεία στα αλβανόφωνα χωριά τής Αττικής, κυρίως λόγω τής αδιαφορίας των κατοίκων να διδαχθούν τα παιδιά τους Ελληνικά και να μορφωθούν. Ο πρόεδρος μάλιστα Π. Ρομποτής παραδέχθηκε ότι υπήρχαν σκέψεις να δοθούν υποτροφίες σε κοπέλες προερχόμενες από τους Δήμους αυτούς, οι οποίες, επιστρέφοντας στα χωριά τους, θα ήταν σε θέση να διδάξουν εκεί την Ελληνική. Ομολόγησε όμως ότι «ο φόβος μη εκπαιδευόμεναι εν τω καταστήματι και αλλάζουσαι βίον δεν θελήσωσι να επανέλθωσι εις τας πατρίδας των διδάσκαλοι ανεχαίτισεν ημάς να προβώμεν εις το μέτρον τούτο». Όπως πολύ σωστά επεσήμανε ο πρώτος Επόπτης τής Φ.Ε. Ι. Βιώνης, η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία θεωρούσε ότι «αποτελεί ασέβειαν εν τη χώρα εν τη οποία ωμιλείτο η θεία τού Πλάτωνος γλώσσα, εν τη οποία ο Δήμος ήκουεν από τής Πνυκός την συγκινούσαν τού Δημοσθένους γλώσσαν … να μη ομιλείται σήμερον.»
Πάντως η Φ.Ε. δεν ίδρυσε σχολεία μόνο σε περιοχές όπου χρησιμοποιούσαν την αρβανίτικη γλώσσα στις καθημερινές συναλλαγές. Αλλά ακόμα και σε περιοχές όπου δεν υπήρχε παρόμοιο θέμα, πολλοί γονείς αρνούνταν να μορφώσουν τα κορίτσια τους. Πίστευαν ότι η εκπαίδευση θα τα κορίτσια τους ανυπάκουα στους μέλλοντες συζύγους. Άλλοι υποστήριζαν ότι η μόρφωση δεν χρειάζεται στις γυναίκες, ενώ υπήρχαν και κάποιοι που θεωρούσαν τις μορφωμένες γυναίκες «ανήθικες» και έτρεμαν μήπως ο κόσμος χαρακτηρίσει έτσι τις κόρες τους.
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι την εποχή εκείνη πίστευαν πως όταν μια δασκάλα παντρεύεται πρέπει να σταματήσει να εργάζεται. Γι’ αυτό ζητούσαν αντικατάσταση των διδασκαλισσών που «περιήρχοντο εις τον εν συζυγία βίον». Έτσι το Υπουργείο Παιδείας αναγκάστηκε να στείλει στους νομάρχες τής χώρας, στις 2 Ιουλίου 1874, εγκύκλιο «περί των ὑπανδρευομένων δημοδιδασκαλισσών» με την οποία διαβεβαιώνει τους πολίτες «ότι εις τας εγγάμους διδασκάλους ευρίσκει τις πολύ περισσότερα εχέγγυα προς ηθοποίησιν τής κοινωνίας, και διά τούτο να τις προτιμά».
Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία όμως, παρά τις δυσχέρειες, προχώρησε στο εγχείρημά αυτό. Τα «εν –Δήμοις σχολεία» βέβαια δεν μακροημέρευσαν. Η βασικότερη αιτία ήταν η δυσκολία τής εποπτεία τους εκ μέρους τής Φ.Ε., αλλά και η άρνηση των γονέων να μορφώσουν τις κόρες τους. Τελικά, εξ αιτίας των μέτρων λιτότητας του Χαρίλαου Τρικούπη, τα Σχολεία έκλεισαν για οικονομικούς λόγους.
Θα πρέπει πάντως να δεχθούμε ότι ο εγχείρημα ήταν αξιοθαύμαστο για την εποχή εκείνη και αποδεικνύει ότι η μόρφωση των Ελληνίδων αποτέλεσε τον κυρίαρχο στόχο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας τον 19ο αι. και για μεγάλο μέρος τού 20ού.
Στον χάρτη σημειώνονται οι περιοχές (Δήμοι) τής Αττικής όπου ιδρύθηκαν και λειτούργησαν πολλά από τα «εν Δήμοις σχολεία» τής Φ.Ε. Προφανώς είναι περιοχές στις οποίες ομιλείτο η αρβανίτικη γλώσσα στις καθημερινές συναναστροφές και η Φ.Ε. με τον τρόπο αυτό συνέβαλε ουσιαστικά στην προσφορά ελληνικής παιδείας στα κορίτσια.