Εκτύπωση
Κατηγορία: Μικρασιατικά
Εμφανίσεις: 1443

Το Ομήρειο Παρθεναγωγείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Σμύρνης.
«Το αδελφόν σχολείον»

 

Υπάρχουν κάποιες συμπτώσεις στην ιστορία των πόλεων, των εκπαιδευτηρίων και των ανθρώπων που είναι δύσκολο να τις παραβλέψει ο μελετητής τής Ιστορίας. Όταν το 1836 ο Ιωάννης Κοκκώνης έπεισε τα μέλη τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας να ιδρύσουν σχολείο θηλέων προσπαθώντας να ανακόψει τις δραστηριότητες ξένων μισιοναρίων, οι οποίοι βλέποντας την αδυναμία τού κράτους να οργανώσει την γυναικεία εκπαίδευση ίδρυαν παρθεναγωγεία, για να εκπαιδεύσουν τις Ελληνίδες, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι, μετά από 50 χρόνια, κάτι αντίστοιχο θα συνέβαινε στην Σμύρνη.

Ήταν η εποχή που Γάλλοι και Γερμανοί άρχισαν να ιδρύουν πλήρη και καλώς οργανωμένα σχολεία. Πολλές Ελληνίδες μαθήτριες προτιμούσαν να φοιτήσουν σε αυτά, διότι παρείχαν άριστη διδασκαλία ξένων γλωσσών και τεχνικών μαθημάτων. Ακόμα διέθεταν οικοτροφείο, κάτι που διευκόλυνε την φοίτηση Ελληνίδων από το εσωτερικό τής Σμύρνης και τής Μ. Ασίας. Στα ξένα σχολεία διδάσκονταν ακόμα μουσική, ζωγραφική και χορός, εφόδια απαραίτητα για την κοσμοπολίτικη ζωή τής Σμύρνης. Το διάστημα 1875-1880 σχεδόν το 80% των μαθητριών φοιτούσε στα ξένα σχολεία με δίδακτρα 8.000 χρυσές λίρες το έτος. Τα παρθεναγωγεία αυτά όμως δεν έκαναν μόνο θρησκευτική αλλά και πολιτική προπαγάνδα, με στόχο να επηρεάσουν τους κατοίκους τής Σμύρνης που δεν ήταν Οθωμανοί. Κατά την διδασκαλία τής Ιστορίας και τής Γεωγραφίας τόνιζαν το μεγαλείο των ξένων κρατών, στηριζόμενα στην θεωρία τού Φαλμεράυερ που υποστήριζε ότι η φυλή των αρχαίων Ελλήνων χάθηκε και ότι οι σύγχρονοι Έλληνες δεν είναι απόγονοι των αρχαίων.

omirio

Το Ομήρειο Παρθεναγωγείο στη Σμύρνη (Απο το Βιβλίο "Η Παιδεία στη Σμύρνη" του Χρ. Σολωμονίδη)

Το γεγονός προκάλεσε την αντίδραση των ορθόδοξων Σμυρνιών. Ο ελληνικός Τύπος τής Σμύρνης επιτίθετο εναντίον όσων επιβουλεύονταν την ορθόδοξη πίστη και την ελληνικότητα. Οι Έλληνες τής Σμύρνης αποφάσισαν τότε να ιδρύσουν ένα ελληνικό παρθεναγωγείο εφάμιλλο των ξένων ως προς την εμφάνιση και την λειτουργία. Το τουρκικό Υπουργείο Παιδείας, μετά τις παρεμβάσεις των ξένων προξενικών αρχών, δεν έδινε την σχετική άδεια. Όμως δεν υπήρχαν και τα χρήματα που απαιτούσε ένα τέτοιο εγχείρημα. Όταν στις 23 Μαρτίου 1880 έγινε μεγάλος σεισμός στην Χίο, εκπρόσωποι των ξένων σχολείων έσπευσαν να παραλάβουν αρκετά ορφανά, για να τα εκπαιδεύσουν με υποτροφία στο παρθεναγωγείο τους. Το γεγονός χαροποίησε τους Έλληνες της Σμύρνης αλλά πολύ γρήγορα οι ξένοι μισιονάριοι δήλωσαν στην ελληνική κοινότητα ότι για να συνεχίσουν το έργο τους θα έπρεπε τα παιδιά να αλλάξουν όνομα και θρησκεία. Η Μητρόπολη τής Σμύρνης αντέδρασε και με την βοήθεια των ελληνικών αρχών τής πόλης ανέλαβε εκείνη την μόρφωση και την περίθαλψή τους.

Τότε ο Παύλος Αθηνογένης αποφάσισε να ιδρύσει την «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης» για την λειτουργία ελληνικού παρθεναγωγείου με οικοτροφείο. Η Εταιρεία αναγνωρίστηκε αμέσως από το Υπουργείο Εξωτερικών τής Ελλάδας. Ο Αθηνογένης μάλιστα, ως αντιπρόσωπος τής Τράπεζας Κωνσταντινουπόλεως και τού εμπορικού οίκου τού Γεωργίου Ζαρίφη στην Σμύρνη, πέτυχε, μέσω των διασυνδέσεών του στην Κωνσταντινούπολη, να εκδοθεί εντός λίγων μηνών σουλτανικό φιρμάνι που χορηγούσε στην Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης άδεια ίδρυσης και λειτουργίας τής σχολής. Για την πραγμάτωση αυτού τού σκοπού η Εταιρεία εξέδωσε μετοχές και σε ελάχιστο χρόνο συγκεντρώθηκε το ποσό των 20.000 χρυσών λιρών. Αγοράσθηκαν μάλιστα για την στέγαση τού σχολείου πέντε οικήματα στην οδό Μανίφικου, στις Χουρμαδιές. Τα οικήματα διαρρυθμίστηκαν καταλλήλως και εξοπλίσθηκαν με το πλέον σύγχρονο εποπτικό υλικό.

Πρώτος πρόεδρος τής «Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Σμύρνης» εξελέγη ο Παύλος Αθηνογένης, γενικός γραμματέας ο Διονύσιος Μαρκόπουλος, ο οποίος έγινε πρόεδρος τής Εταιρείας το 1902, και ταμίας ο Έκτωρ Κοσσαντέλης. Την πρώτη Εφορεία τού σχολείου αποτελούσαν οι Γ. Βάφας (μέλος τής Φ.Ε.-Αρσακείου), Ματθαίος Παρανίκας, Δημ. Φωτιάδης, Ιακ. Σαμιωτάκης, Ιω. Μαρτζέλας, Γ. Λάτρης (μέλος τής Φ.Ε.-Αρσακείου), Σ. Καρακούσης, Κ. Λαμπρινούδης, Δ. Μαρκόπουλος, Ι. Μισθός, Φωκίων Βουτσινάς, Αριστοτ. Ψαράς και Έκτωρ Κοσσαντέλης.

 

smyrni022[ 

Η Ελένη Λουΐζου με Ομηρειάδες στην Σμύρνη (Wikipedia)

Το «Παρθεναγωγείον μετ’ Οικοτροφείου» εγκαινιάσθηκε τον Σεπτέμβριο τού 1881. Περιέλαμβανε νηπιαγωγείο διετούς φοιτήσεως, Ελληνικό Σχολείο πέντε τάξεων και γυμνάσιο τεσσάρων τάξεων. Κατά τον Κανονισμό του απέβλεπε «εις την ψυχικήν διάπλασιν και την προς το αγαθόν αγωγήν των μαθητριών». Το σχολείο δεν δεχόταν μόνο «ορθόδοξες» μαθήτριες αλλά σε αυτό μπορούσαν να φοιτήσουν και «μαθήτριαι ανήκουσαι εις παν έτερον ανεγνωρισμένον θρήσκευμα, μη ούσαι αι τελευταίαι υπόχρεοι να ακολουθώσι τα εις τας ορθοδόξους διδασκόμενα μαθήματα». Η Εφορεία του Παρθεναγωγείου μετακάλεσε διακεκριμένους καθηγητές και δασκάλους από την Αγγλία, την Γαλλία και την Γερμανία να διδάξουν τις ξένες γλώσσες και να εφαρμόσουν σύγχρονες εκπαιδευτικές μεθόδους. Η κατάταξη των νέων μαθητριών στις εκπαιδευτικές βαθμίδες γινόταν κατόπιν γραπτών εξετάσεων. Στο νηπιαγωγείο μπορούσαν να φοιτήσουν και αγόρια ηλικίας μικρότερης των δέκα ετών. Τα ετήσια δίδακτρα για τις οικότροφες ήταν 32 λίρες, για τις ημιοικότροφες 16 και για τις εξωτερικές 8 λίρες. Η δωρεάν φοίτηση προβλεπόταν μόνο για αριστούχες άπορες κοπέλες, απόφοιτες τής γ΄ ή δ΄ τάξης τού γυμνασίου που επιθυμούσαν να εγγραφούν στο Διδασκαλείο.

Τέσσερα χρόνια μετά την ίδρυσή του, το 1885, το «Ελληνικό Παρθεναγωγείο μετ’ Οικοτροφείου», όπως αρχικά ονομάστηκε, αναγνωρίστηκε από το Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης τής Ελλάδας ως ισότιμο και ισόβαθμο με το Αρσάκειο, το σχολείο τής «εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας». Είχε μόνο την υποχρέωση να συμμορφώνεται «προς το κατ’ έτος εγκρινόμενον υπό τού καθ’ ημάς Υπουργείου πρόγραμμα των διδακτέων εν τω Αρσακείω Μαθημάτων». Το παρθεναγωγείο παρείχε δημοτική και γυμνασιακή εκπαίδευση και περιλάμβανε επίσης διδασκαλείο, τού οποίου οι απόφοιτες διορίζονταν δασκάλες σε σχολεία τού εσωτερικού τής Σμύρνης. Τον Οκτώβριο τού 1886, ο Παύλος Αθηνογένης εισηγήθηκε στην Εφορεία τού Παρθεναγωγείου την μετονομασία τού Σχολείου σε «Ομήρειον», προς τιμήν τού «αθανάτου Σμυρναίου ραψωδού».

Το Νοέμβριο τού 1886 ολόκληρο το κτήριο τού σχολείου καταστράφηκε από πυρκαγιά. Αμέσως, στο ίδιο οικόπεδο αλλά και σε ένα διπλανό που αγοράστηκε για τον σκοπό αυτό, κτίστηκε νέο σχολικό κτήριο σε σχέδια του Σμυρναίου αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Λάτρη. Το νέο «Ομήρειο» αποτελούσε το πλέον σύγχρονο αρχιτεκτόνημα για την εποχή εκείνη ακόμη και όσον αφορά στον φωτισμό και τον αερισμό. Με μάρμαρα παντού, με ευρύχωρες και ηλιόλουστες αίθουσες διδασκαλίας και μεγάλη αίθουσα τελετών, διακοσμημένη με προτομές τού Ομήρου, τού Σωκράτη, τού Πλάτωνα και τού Ρήγα Φεραίου. Στην αίθουσα συνεδριάσεων υπήρχαν οι προσωπογραφίες των ιδρυτών του και οι προτομές των Παύλου Αθηνογένους και Διονυσίου Μαρκόπουλου. Διέθετε ακόμη βιβλιοθήκη, που αριθμούσε περισσότερους από 10.000 τόμους, υπόστεγο για γυμναστική και ανθόκηπο με μαρμάρινο συντριβάνι. Οι διπλοί πίνακες με μια περιστροφική κίνηση έδιναν την δυνατότητα στον καθηγητή να χρησιμοποιεί τέσσερεις επιφάνειες γραφής. Το Ομήρειο διέθετε και χημείο εξοπλισμένο με σύγχρονα για την εποχή τεχνολογικά μέσα. Μετά την εγκατάσταση τού σχολείου στα νέα του κτήρια, καμία σχεδόν Ελληνίδα μαθήτρια τής Σμύρνης δεν φοίτησε στα ξένα εκπαιδευτήρια. Αντίθετα έσπευδαν να εγγραφούν και άλλες μαθήτριες στο Ομήρειο, με την βεβαιότητα ότι δεν θα γίνουν θύματα προσηλυτισμού.

teliofites omiriades

Απόφοιτες Ομηρειάδες με τους καθηγητές τού Ομηρείου. Στο κέντρο η Ελένη Λουΐζου (Απο το βιβλίο Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία της  Μ. Βαϊάννη)

Το Ομήρειο, σε έμψυχο και σε άψυχο υλικό, ήταν εφάμιλλο με τα καλύτερα παρθεναγωγεία τής Ευρώπη. Ήταν στην ουσία ίδρυμα εθνικό και όχι ιδιωτικό. Το διοικούσε δεκαμελές ισόβιο συμβούλιο, που αρχικά αποτελείτο από τους ιδρυτές του και αργότερα από τους διαδόχους που οι ίδιοι υποδείκνυαν. Το συμβούλιο λογοδοτούσε κάθε χρόνο στον μητροπολίτη Σμύρνης και στον γενικό πρόξενο τής Ελλάδας. Ο ετήσιος προϋπολογισμός του ανερχόταν σε 10.000 χρυσές λίρες και καλυπτόταν από τα δίδακτρα και τα τροφεία. Κατά την Μικρασιατική Καταστροφή η αξία τού ακινήτου και των εγκαταστάσεών του ξεπερνούσε τις 50.000 χρυσές λίρες. Με την απελευθέρωση τής Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό, το κτήριο επιτάχθηκε και σε αυτό εγκαταστάθηκαν για μικρό χρονικό διάστημα Έλληνες στρατιώτες.

Το Ομήρειο ακολουθούσε κατά γράμμα το πρόγραμμα τού Αρσακείου. Η διδασκαλία των ξένων γλωσσών αποτελούσε μια από τις βασικές παροχές του. Η διδασκαλία τής Γαλλικής και τής Αγγλικής ήταν υποχρεωτική σε όλες τις τάξεις τού σχολείου. Στο άρθρο 21 τού Κανονισμού του αναφέρεται ότι «κατά τας ώρας τής τραπέζης και τα διαλείμματα, αι μαθήτριαι χρώνται εν ταις διαλέξεσιν αυτών τη γαλλική και αγγλική γλώσσα εναλλάξ». Υποχρεωτική ήταν επίσης η εκμάθηση φωνητικής, μουσικής, χορού και γυμναστικής. Αντιθέτως, προαιρετική ήταν η διδασκαλία τής γερμανικής, τής ιταλικής και τής αρμενικής γλώσσας. Μεγάλη έμφαση δινόταν στην ηθική και την σωματική αγωγή και στην προετοιμασία των κοριτσιών για τα οικογενειακά τους καθήκοντα. Ο εκκλησιασμός, η ανάγνωση τού Ευαγγελίου και η προσευχή κατείχαν σημαντική θέση στο πρόγραμμα των μαθητριών. Καθημερινά «αι οικότροφοι επί δίωρον καταγίνονται εις την ραπτικήν». Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον Κανονισμό τού σχολείου, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορούσε να συγκροτεί, όποτε έκρινε αναγκαίο, σώμα κοσμητριών από «συμπολίτιδας δέσποινας εκ των επί φιλομουσία και χριστιανική αρετή διακρινομένων αίτινες […] εποπτεύωσι την εν αυτώ ευταξίαν των μαθητριών». [1]

Οι σχέσεις τού Ομηρείου με το Αρσάκειο ήταν πάντα στενές. Πολύ συχνά συναντούμε αμοιβαία ανταλλαγή απόψεων των δύο σχολείων για παιδαγωγικά και διοικητικά θέματα. Η Φ.Ε. εφοδίαζε το Ομήρειο με βιβλία και εκπαιδευτικό υλικό. Οι δασκάλες οι οποίες δίδασκαν στο Ομήρειο εύρισκαν εργασία εκεί είτε κατόπιν συστάσεως τής Φ.Ε. είτε κατόπιν ενεργειών τού Συλλόγου «Ανατολή».

Αλλά το μεγαλύτερο ίσως δώρο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας στο Ομήρειο Παρθεναγωγείο Σμύρνης ήταν η πρόταση να διορισθεί στην θέση τής διευθύντριας η Ελένη Λουΐζου. Πολλές φορές η εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία ενίσχυε τις ικανές και φιλομαθείς αριστούχες απόφοιτές της να συνεχίσουν «σπουδές εν τη Εσπερία»[2], με στόχο κατά την επιστροφή τους να στελεχώσουν το Αρσάκειο και να εργαστούν σε αυτό παρέχοντας στις Αρσακειάδες καλύτερη και πιο σύγχρονη εκπαίδευση. Το 1881 ο Παύλος Αθηνογένης επικοινώνησε με την Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στην Αθήνα και ζήτησε να συστήσουν για την θέση τής Διευθύντριας τού Παρθεναγωνείου τής Σμύρνης μία Αρσακειάδα , που θα ήταν ικανή να αντεπεξέλθει στις περιστάσεις. Ο Χρήστος Νικολαΐδης Φιλαδελφεύς, επίτιμος Γραμματέας και σύμβουλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, παρά το γεγονός ότι η Ελένη Λουΐζου είχε σπουδάσει στο εξωτερικό με υποτροφία τής Φ.Ε., δεν δίστασε να την συστήσει ως την ικανότερη εκπαιδευτικό που διέθετε το Αρσάκειο, με μεγάλη μόρφωση και διδακτική εμπειρία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πρόταση αυτή ήταν αναμενόμενη, γιατί ο Χ.Ν. Φιλαδελφεύς είχε μικρασιάτικες ρίζες, αφού καταγόταν από την Φιλαδέλφεια τής Μικράς Ασίας. Εντυπωσιακό όμως είναι το γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας δεν έφερε καμία αντίρρηση και επέτρεψε στην Ελένη Λουΐζου να μεταβεί στην Σμύρνη και να αναλάβει την διεύθυνση τού Ομηρείου, επειδή θεωρούσε την εκπαίδευση των Ελληνίδων τής Μικράς Ασίας υπόθεση όλων των Ελλήνων.

scan Page 08

Η Ελένη Λουΐζου στο Βερολίνο  (Από το λεύκωμα "Φυσιογνωμίαι τινες Αρσακειάδων" έκδοση ΣΑΦΕ 1936)

Η Ελένη Λουΐζου διετέλεσε διευθύντρια τού Ομηρείου από την σύστασή του έως την Μικρασιατική Καταστροφή. Επί σαράντα και πλέον χρόνια ήταν η ψυχή και η ήρεμη δύναμη τού ιστορικού αυτού σχολείου. Με την οξυδέρκεια και την εργατικότητά της και με το κατάλληλο πρόγραμμα κατόρθωσε οι «Ομηρειάδες», όπως ονομάζονταν οι μαθήτριες τού σχολείου, να μιλούν άριστα Γαλλικά και Αγγλικά, χωρίς αυτό να αποβαίνει εις βάρος τής ελληνικής τους παιδείας.

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος – ιστορικός

 

 

[1] Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί και στο Αρσάκειο στην Αθήνα , αλλά το μέτρο δεν  κράτησε για πολύ.

[2] Στην Δύση, στην Ευρώπη.