O ναός τής Αγίας Αναστασίας τής Ρωμαίας στο Αρσάκειο Μέγαρο

 

Το σχέδιο που είχε εκπονήσει ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου για το κτήριο τού «Σχολείου Κορασίων τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας» στην οδό Πανεπιστημίου προέβλεπε και την οικοδόμηση ναού. Όμως, παρά τις μεγάλες συνεισφορές των ομογενών σε χρήματα και υλικά οικοδομών, ο προϋπολογισμός τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας γρήγορα ξεπεράστηκε. Το χρέος της μεγάλωσε και έτσι το ΔΣ έσπευσε να αναζητήσει ένα μεγάλο ευεργέτη ο οποίος θα συνεισέφερε ποσό ικανό για την αποπεράτωση τού κτηρίου. Στο πλαίσιο των ενεργειών αυτών δύο σύμβουλοι, ο Ανέστης Χατζόπουλος και ο Δαμιανός Γεωργίου, απευθύνθηκαν στον φίλο τους Απόστολο Αρσάκη, τον Έλληνα γιατρό και πολιτικό που ζούσε στο Βουκουρέστι, και ζήτησαν τη βοήθειά του.

Τον Οκτώβριο του 1850 επέστρεψε από τη Ρουμανία ο Ανέστης Χατζόπουλος εξουσιοδoτημένος από τον Απόστολο Αρσάκη να ανακοινώσει στο ΔΣ τής Εταιρείας την απόφασή του να καταβάλει όχι μόνο τα χρήματα που ήταν αναγκαία για την αποπεράτωση τού παρθεναγωγείου και τού ιερού ναού, αλλά και να αποζημιώσει την Εταιρεία για όσα είχε δαπανήσει μέχρι τότε για την αγορά τού οικοπέδου και την οικοδομή. Το ΔΣ τής Εταιρείας, μετά από έκτακτη συνεδρίαση, απέστειλε ευχαριστήριο επιστολή προς τον ευεργέτη, με την οποία τού ανακοίνωνε και την απόφασή το νέο σχολείο να ονομάζεται «Αρσάκειο» και ο ιερός ναός να τιμάται στο όνομα τού Αγίου τον οποίο θα προσδιόριζε ο ίδιος. Εκεί δε, κατ’ έτος, να τελείται αρχιερατική λειτουργία υπέρ τής σωτηρίας τού ιδίου και των οικείων του. Με απαντητική επιστολή του ο Αρσάκης ανακοίνωσε την επιθυμία του ο ναός να τιμηθεί στο όνομα τής Αγίας Αναστασίας τής Ρωμαίας, τής οποίας το όνομα έφερε η αγαπημένη του σύζυγος. Από τότε, συνυφασμένος με την ιστορία των Αρσακείων ο μικρός αυτός ναός αποτέλεσε τόπο λατρείας και προσευχής των μαθητριών τού Σχολείου.

img035

Η είσοδος τού ιερού ναού τής Αγίας Αναστασίας τής Ρωμαίας ήταν από την εσωτερική αυλή τού Αρσακείου Μεγάρου. (Αρχείο ΦΕ)

Κτισμένος σύμφωνα με το σχέδιο τού Καυταντζόγλου έτσι ώστε να ενώνει τα δύο άκρα των πτερύγων του σε σχήμα Π κτηρίου, ο ναός τού Αρσακείου είχε σχήμα ελλειψοειδές, το δάπεδό του ήταν μαρμάρινο και το τέμπλο κάρυνο με ωραίες αγιογραφίες. Η εγκατάσταση τού Σχολείου στο νέο οικοδόμημα έγινε τον Νοέμβριο τού 1852 χωρίς ιδιαίτερη τελετή, γιατί δεν κατέστη δυνατόν να παρευρεθεί ο ίδιος ο Απόστολος Αρσάκης. Η τελετή των εγκαινίων απεφασίστηκε να γίνει μαζί με τα θυρανοίξια τού ιερού ναού, τα οποία μετά από πολλές αναβολές πραγματοποιήθηκαν τελικά στις 22 Μαΐου 1855. Όμως ούτε και τότε μπόρεσε να παρευρεθεί ο ευεργέτης λόγω των «πολιτικών περιστάσεων» όπως είπε ο ίδιος. Γεγονός ήταν ότι το 1854-1855 είχε ξεσπάσει ο Ρωσοσυμμαχικός πόλεμος και τα γαλλικά στρατεύματα που είχαν καταλάβει τον Πειραιά έγιναν αιτία να ενσκήψει στην Αθήνα η μεγάλη επιδημία της πανώλης, θύμα τής οποίας ήταν και ο Γ. Γεννάδιος. Παρά την απουσία του όμως, ο Απόστολος Αρσάκης προσέφερε για τα εγκαίνια τού ναού ιερά σκεύη, έναν Επιτάφιο, πέντε αργυρά καντήλια, ένα δισκοπότηρο με όλα τα αναγκαία και έναν χρυσοκέντητο Σταυρό πάνω σε βελούδο για την Ωραία Πύλη.

Το 1891 οι εικόνες τού τέμπλου αντικαταστάθηκαν με νέες τού ζωγράφου και αγιογράφου Δημητρίου Γεωργαντά από την Τήνο. Ο Γεωργαντάς είχε σπουδάσει ζωγραφική στο «Σχολείο των Τεχνών» με δάσκαλο τον Νικηφόρο Λύτρα και συνέχισε στην Ακαδημία τού Μονάχου πλάι στον Νικόλαο Γκύζη. Στη βάση τής θολωτής στέγης υπήρχαν μικρά πολύχρωμα γυάλινα παράθυρα, από τα οποία έμπαινε φως αρκετό, ώστε να δημιουργείται στο εσωτερικό τού ναού κατανυκτική ατμόσφαιρα. Η είσοδός του βρισκόταν στην εσωτερική αυλή τού Σχολείου. Στην αυλή, μπροστά στην είσοδο τής Αγίας Αναστασίας εορτάστηκε το 1886, παρουσία των βασιλέων και των αρχών τής χώρας, η πεντηκονταετηρίδα τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Τα πρώτα χρόνια τής λειτουργίας τού ναού δεν υπήρχε τακτικός ιερέας. Στα πρακτικά τής Εταιρείας αναφέρεται ότι από το 1864 ο ιερέας εξομολογούσε τις μαθήτριες, ενώ το 1867 διορίστηκε τακτικός ιερέας, στον οποίο από το 1869 ανέθεσε το ΔΣ να εξηγεί κάθε Σάββατο το Ευαγγέλιο στις εξωτερικές μαθήτριες, οι οποίες μετά το μάθημα επέστρεφαν σπίτι τους και έτσι δεν εκκλησιάζονταν στην Αγία Αναστασία. Στην αρχή υπήρχε μόνο ένας ψάλτης, αργότερα προσελήφθη και δεύτερος. Κάθε Κυριακή και επίσημη θρησκευτική εορτή εκκλησιάζονταν στον ναό όλες οι εσωτερικές μαθήτριες μαζί με το προσωπικό τού Σχολείου. Όπως αναφέρει μάλιστα και η Ελένη Ζουζακίδου-Πολυζοπούλου, μία Αρσακειάς των αρχών τού 20ού αιώνα: «Σεβάσμιος γέρων λευΐτης προσήρχετο κατά τας Κυριακάς και τας εορτάς διά τα εκκλησιαστικά καθήκοντα διακονούμενος υπό δύο μικρών μαθητριών εξησκημένων εις την υπηρεσίαν. Ετέρα μικρά επίσης ησχολείτο με την πώλησιν των κηρίων. Εις το άκουσμα τής καμπάνας, με ευλάβειαν και θρησκευτικήν συναίσθησιν αι νεαραί προσήρχοντο εις τον χώρον τής κοινής λατρείας και κατελάμβανον τας θέσεις των. Χάρμα οφθαλμών αι Αρσακειάδες με την ομοιόμορφον και σεμνήν περιβολήν των, όταν με το βιβλίο τής εκκλησιαστικής μουσικής ανά χείρας (εις ευρωπαϊκήν παρασημαντικήν) έψαλλον μελωδικώτατα όλους τους ύμνους και τας ωδάς τής ακολουθίας και ανεγίγνωσκαν εκ περιτροπής τας καθημερινάς προσευχάς και την ερμηνείαν τού Ευαγγελίου. Τόση ήτο η έκστασις, τόση η κατάνυξις και η μυστικοπάθεια ώστε να μεταρσιώνῃ την ψυχήν και το πνεύμα εις κόσμους άλλους υψηλοτέρους. Και το ωχρόν φως των κανδηλών και ο καπνός τού θυμιάματος μαζί με τας ηλιακάς ακτίνας, όταν εισεχώρουν διά των πολυχρώμων υάλων τού θόλου, προσέδιδον όψιν φαντασμαγορικήν, πλήρη μυστηρίου. Και αι νεαραί απεχώρουν τού οίκου τής προστάτιδος Αγίας αφού έψαλον με γοργόν ρυθμόν τον ωραίον της ύμνον.»

Ag An002

Το εσωτερικό τού ιερού ναού τής Αγίας Αναστασίας τής Ρωμαίας. Διακρίνεται το τέμπλο, ο ιερέας τού ναού και οι μαθήτριες που φρόντιζαν τον ναό. (Αρχείο ΦΕ)

Τον Σεπτέμβριο τού 1868 η βασίλισσα Όλγα επισκέφθηκε το Αρσάκειο και παρακολούθησε τη θεία λειτουργία. Εκείνη ζήτησε από το ΔΣ να δημιουργηθεί χορωδία για να ψάλλει κατά τον εκκλησιασμό. Οι σύμβουλοι Λεβίδης, Κοντογόνης και Ρομποτής αναζήτησαν τα κατάλληλα πρόσωπα για την οργάνωση τής χορωδίας. Τη διεύθυνση αρχικά, για λίγο χρονικό διάστημα, ανέλαβε η Γερμανίδα δις Bauman. Τη διαδέχθηκε ο Φαβρικέζης και ο Πολυκράτης. Επί πολλά χρόνια ο Ιωάννης Σακελλαρίδης δίδασκε βυζαντινή μουσική και μάλιστα εισήγαγε την τετραφωνία στον ναό τού Αρσακείου το 1879.

Η Αγία Αναστασία λειτουργούσε όλο το έτος. Το κορύφωμα όμως τής θρησκευτικής κατάνυξης στο Αρσάκειο ήταν η μυσταγωγία τής Μεγάλης Εβδομάδας. Διαβάζουμε στην εφημερίδα «Ἑφημερίς» στις 30 Μαρτίου 1874: «Συγκινητικώτερον πολύ ετελέσθη η λιτανεία τού Επιταφίου εν τω Αρσακείω. Παρθένων χείρες εκεί, δι’ όλης τής χθες, άνθεσιν έρραινον και εκόσμουν και εποίκιλλον τον επιτάφιον, ου πέριξ, την εσπέραν δι’ αγνών γλυκυτάτων φωνών έψαλλαν εν χορώ και αληθεί συγκινήσει τα λυπηρά κείνα άσματα·μεθ’ ο, εγένετο κύκλω τού καταστήματος και εκτός αυτού η λιτανεία συγκινούσα μέχρι βαθυτάτων τον τυχόν εκείθεν διελθόντα και ιδόντα εν τω σκότει τας ευσεβείς κόρας κρατούσας λαμπάδας και παρακολουθούσας το τίμιον σώμα τού Σωτήρος ημών.»

img035 (2)

Ο Ἑπιτάφιος, κεντημένος στη Ρωσία, δώρο τού Αποστόλου Αρσάκη το 1874. (Αρχείο ΦΕ)

Αλλά και το Μεγάλο Σάββατο, όπως μάς λέει η Ελένη Πολυζοπούλου: «Ο φιλότιμος κηπουρός από πρωίας ησχολείτο με την διακόσμησιν τού κήπου και τού κομψού περιπτέρου με τους πίδακας και τας περικοκλάδας, όπου ετελείτο η Ανάστασις τού Σωτήρος και όπου προσήρχοντο ιερείς και εκκλησίασμα με το ανέσπερον φως, μόλις δε ηκούετο το χαρμόσυνον άγγελμα ερρίπτοντο οι πατροπαράδοτοι πυροβολισμοί και η πομπή εν συνεχείᾳ κατηυθύνετο εις την τραπεζαρίαν διά το πασχαλινόν δείπνον.»

Ο Απόστολος Αρσάκης, το 1874, με επιστολή του προς το Διοικητικό Συμβούλιο τού Αρσακείου ανήγγειλε τη δωρεά ενός χρυσοκέντητου Επιταφίου, ο οποίος σήμερα βρίσκεται στον ναό τής Αγίας Αναστασίας στο Αρσάκειο Ψυχικού.

 

«Κύριοί μου,

Παρά την εσωτερικήν λατρείαν προς το υπέρτατον Ον, θεωρήσας ανέκαθεν και την εξωτερικήν ως λίαν αναγκαίαν και λίαν συντελεστικήν προς διαμόρφωσιν εδραίων και όντως χριστιανικών χαρακτήρων, έγνων εν ταις τελευταίαις τού βίου μου ημέραις να προικίσω το τω ονόματί μου φερόμενον Παρθεναγωγείον δι’ ιερού αφιερώματος χρησιμεύσοντος εις τας ιεροτελεστείας τού Ναού αυτού.

Το αφιέρωμα, συγκείμενον εξ ενός Επιταφίου εν Ρωσσία καλλιτεχνηθέντος και ενός Σταυρού χρυσοκεντήτου ενταύθα κατασκευασθέντος, πέμπω υμίν σήμερον, Κύριοι, διά τού αυτὀθι κυρίου Νικ. Χατζοπούλου, εύχομαι δε ίνα η χάρις των πανσέπτων παθών τού Κυρίου και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού σώζη και διατηρή εσαεί το εν λόγω καθίδρυμα και καθοδηγή δε και στηρίζη εις την οδόν την καλήν τας εν αυτή διδασκομένας, προς ευτυχίαν τού Έθνους και προς χαράν και καύχημα εμού. Την ευχήν ταύτην μετά βαθυτάτης συγκινήσεως και εγκαρδίου πόθου αποτείνω τω Κυρίω…

Δέξασθε την διαβεβαίωσιν τής εξαιρέτου υπολήψεώς μου.

Εν Βουκουρεστίω, 4/14 Μαΐου 1874

 

Και άλλα αφιερώματα όμως κοσμούσαν τον ναό. Ο Έκτωρ Ρίκκης αφιέρωσε πολύτιμο πίνακα τής Σταυρώσεως τού Σωτήρος, και ο Στ. Φραγκιάδης το 1856 δώρισε πίνακα, αντίγραφο τού πίνακα τού Ραφαήλ με θέμα τη Μεταμόρφωση τού Σωτήρος. Και οι δύο αυτοί πίνακες σήμερα βρίσκονται στην Αγία Αναστασία στο Αρσάκειο Ψυχικού. Ο Ελευθέριος Ρηγάδης προσέφερε μαύρη ιερατική στολή για τις προηγιασμένες τελετές. Η σύζυγος τού Ρηγάδη προσέφερε ατλαζωτό κάλυμμα για την Αγία Τράπεζα και το 1874 κάλυμμα δισκοπότηρου, αέρα και μάκτρο χρυσοκέντητο πάνω σε ατλάζι. Τέλος, η κόρη τού Απόστολου Αρσάκη Ολυμπία Λαχοβάρη, η οποία διατηρούσε αλληλογραφία με την Εταιρεία μέχρι το 1893, απέστειλε πολύτιμα ιερά άμφια και σκεύη για την εκκλησία, καθώς και ένα αργυρό δοχείο Αγιασμού με επίπωμα που φέρει σταυρό και τρεις κηροστάτες.

Ο ναός τής Αγίας Αναστασίας στο κτηριακό συγκρότημα τού Αρσακείου στο κέντρο τής Αθήνας λειτούργησε μέχρι το 1930-31, οπότε το Σχολείο μεταφέρθηκε στο Ψυχικό. Τότε, το Διοικητικό Συμβούλιο τής Εταιρείας αποφάσισε, λόγω τής επικείμενης μεταφοράς των εσωτερικών Σχολείων στο Ψυχικό, να εκμεταλλευθεί εμπορικά τα κτήρια και να αξιοποιήσει την εσωτερική αυλή. Έτσι το 1930, προκειμένου να πραγματοποιηθεί το σχέδιο ανέγερσης κινηματοθεάτρου έπρεπε να αφαιρεθεί μέρος τής βορεινής πτέρυγας τού Αρσακείου Μεγάρου και να κατεδαφιστεί ο ναός τής Αγίας Αναστασίας. Για τον λόγο αυτό υποβλήθηκε ερώτημα στον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών για να διευκρινιστεί «ποίας υποχρεώσεις υπέχει η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία διά την κατεδάφισιν τού ναού». Πράγματι, στις 27 Φεβρουαρίου 1930 αποφασίστηκε η οικοδόμηση και η ενοικίαση τού κινηματοθεάτρου και ανακοινώθηκε ότι γύρω από τη θέση τής Αγίας Τράπεζας τού κατεδαφισθέντος ναού θα αναγερθεί ναΐδριο, μέσα στο οποίο και πάνω στη θέση που κατείχε η Αγία Τράπεζα θα έπρεπε να τοποθετηθεί πλάκα μαρμάρινη με την επιγραφή: «Η Θεία Λειτουργία ετελείτο εν τη θέσει ταύτη επί 81 συναπτά έτη». Τα ιερά σκεύη, οι φορητές εικόνες καθώς και ο χρυσοποίκιλτος Επιτάφιος, το δώρο τού Αποστόλου Αρσάκη, μεταφέρθηκαν στον ναό τής Αγίας Αναστασίας στο Αρσάκειο Ψυχικού. Το 1996, όταν το οικοδομικό τετράγωνο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας στο κέντρο τής Αθήνας αποκαταστάθηκε στην αρχική του μορφή από τη ΔΕΠΟΣ, στην κεντρική αυλή τού Μεγάρου σημειώθηκε ο τόπος όπου βρισκόταν ο ναός και κτίστηκε κόγχη στη θέση τού Ιερού. Όσο για τις νεαρές Αρσακειάδες, αυτές συνέχισαν να προσεύχονται στον καινούργιο ναό που κτίστηκε στο Αρσάκειο Ψυχικού και να λειτουργούνται εκεί μέχρι τις μέρες μας.

 

Παναγιώτα Αν. Ατσαβέ

φιλόλογος – ιστορικός