H καθ’ ημάς Ανατολή

 

«Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν. Έτυχε να ’ναι τα χρόνια δίσεχτα· πολέμοι, χαλασμοί, ξενιτεμοί· κάποτε ο κυνηγός βρίσκει τα διαβατάρικα πουλιά κάποτε δεν τα βρίσκει· το κυνήγι ήταν καλό στα χρόνια μου, πήραν πολλούς τα σκάγια· οι άλλοι γυρίζουν ή τρελαίνουνται στα καταφύγια»

Γιώργος Σεφέρης

 

Η Μικρά Ασία με τα αρχαία και μεσαιωνικά ονόματα των επαρχιών και με τις μεγάλες πόλεις (ελληνικά ή τουρκικά ονόματα). Αρχείο Κ.Μ.Σ.
Από τη Διπλωματική εργασία της Αγάπης Μ. Ευδωρίδου με τίτλο "Ο ελληνισμός στη Νικομήδεια και την περιφέρεια της" που υποβλήθηκε το 2010 στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας
της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ

Τα ποιήματα είναι αρωγοί τής ιστορικής μνήμης. Λέγονται σαν παραμύθι από γενιά σε γενιά. Κάθε ποίημα έχει ιδιαίτερη αξία και κάθε λέξη τη δική της ιερή σημασία. Ποιητικές αφηγήσεις μάς γνώρισαν τους Ομηρικούς ήρωες, τον αγώνα ανθρώπων που αντιτάχθηκαν στη μοίρα τους, όπως ο Οιδίποδας και η Αντιγόνη, και τον ηρωισμό τού Διγενή Ακρίτα. Με τον ίδιο τρόπο «τα σμυρνιώτικα, πολίτικα, μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα, λυπητερά»[1] θυμίζουν σε όλους μας σήμερα την καθ’ ημάς Ανατολή, τον τόπο καταγωγής πολλών Ελλήνων και τον τόπο δράσης πολλών σοφών, αγίων και ηρώων.

«Η Ελλάδα από τους αρχαίους χρόνους ήταν ένα έθνος με τόνο οικουμενικό, όχι μονάχα γιατί με τις αποικίες της έδενε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και γιατί με το πνεύμα της, τον στοχασμό και την τέχνη της, με τον πολιτισμό της δηλαδή, εξέφρασε για πρώτη φορά μέσα στην ιστορία τής ανθρωπότητας τον οικουμενικό άνθρωπο[2]

Πολύ πριν «απ’ την θαυμάσια πανελλήνια εκστρατεία, την νικηφόρα, την περίλαμπρη, την περιλάλητη την δοξασμένη» από την οποία βγήκε «ο ελληνικός καινούργιος κόσμος, μέγας, οι Αλεξανδρείς, οι Αντιοχείς, οι Σελευκείς κι οι πολυάριθμοι επίλοιποι Έλληνες Αιγύπτου και Συρίας και οι εν Μηδία και οι εν Περσίδι. Και όσοι άλλοι»[3], τα παράλια τής Μικράς Ασίας ήταν η ανάσα τού Ελληνισμού, οι αποικίες, οι εμπορικοί σταθμοί, ο πλούτος. Η διαμάχη Ελλήνων και Περσών είχε αφορμή τη Μικρασία, γιατί η ελληνικότητα και ο πολιτισμός της αποτελούσαν την καρδιά τής Ελλάδας στην Περσία.[4] Το πέρασμα τού Μεγάλου Αλεξάνδρου έφερε ακόμα περισσότερους Έλληνες στην περιοχή. Τη Ρωμαϊκή περίοδο από την περιοχή αυτή ξεκίνησε η διάδοση τού Χριστιανισμού. Εκεί βρίσκονται τα επτά μεγάλα χριστιανικά κέντρα και αυτός ήταν ο τόπος καταγωγής των περισσοτέρων αγίων και μαρτύρων. Η Μικρασία ήταν ο σιτοβολώνας τού Βυζαντίου και από τις ανατολικές επαρχίες της επανδρώνονταν τα στρατεύματα των «Θεμάτων». Στην Τουρκοκρατία, που κράτησε πεντέμισι αιώνες, η επιβίωση τής γλώσσας και τής θρησκείας κράτησε όρθιο το ελληνικό στοιχείο. Ακόμα και οι Καραμανλήδες στην Καππαδοκία, που ήταν υπό τουρκική κατοχή από τον 11ο αιώνα, όταν τους ετέθη το δίλημμα να επιλέξουν αν θα διατηρήσουν τη γλώσσα ή τη θρησκεία τους, προτίμησαν να διατηρήσουν τη θρησκεία, γιατί μέσω αυτής θα διατηρούσαν και τη γλώσσα. «Ο Μικρασιατικός πολιτισμός κατακεραύνωσε την ιστορική αντιξοότητα» είπε πολύ σοφά η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ.

Priinhi

 Ο Ναός της Αθηνάς που ξεκίνησε ο Μαυσωλός και τον ολοκλήρωσε ο Μέγας Αλέξανδρος
στην Αρχαία Πριήνη. Στο βάθος ο Βράχος της Ακρόπολης. Wikipedia

 

Το Θέατρο της αρχαίας Μιλήτου  ( Aρχείο Αντ. Μαρκόπουλου)

 

Τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν το τέλος τού Α΄ Παγκοσμίου πολέμου οδήγησαν στην καταστροφή τής Σμύρνης και στη σφαγή πολλών Ελλήνων τής Μικράς Ασία. Ίσως η πιο εύγλωττη μαρτυρία για την σκληρότητα των γεγονότων τής εποχής είναι όσα έγραψε ο Αμερικανός πρόξενος στη Σμύρνη Τζωρτζ Χόρτον: «Ένα από τα δυνατώτερα συναισθήματα που πήρα μαζί μου απ’ τη Σμύρνη ήταν το συναίσθημα τής ντροπής, διότι ανήκα στο ανθρώπινο γένος».

Η Μικρασιατική Καταστροφή αποτελεί τη µεγαλύτερη τραγωδία που γνώρισε ο νεότερος Ελληνισµός. Είχε ως αποτέλεσμα, από ελληνικής πλευράς, 25.000 νεκρούς και τραυματίες στρατιώτες. Πάνω από 1.500.000 Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες των προγόνων τους και να έρθουν πρόσφυγες στην Ελλάδα κάτω από άθλιες συνθήκες, αφήνοντας πίσω τους πάνω από 600.000 νεκρούς.

«Με τι χαρά, με τι πνοή
τι πόθους και τι πάθος
πήραμε τη ζωή μας

λάθος. Κι αλλάξαμε ζωή.»[5]

Στα ερείπια τής Σμύρνης έσβησε το όνειρο τής Μεγάλης Ιδέας. Το σχεδόν χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος έπρεπε να στεγάσει και να περιθάλψει τον τεράστιο πληθυσμό των Μικρασιατών προσφύγων. Είχε όμως και την τύχη να υποδεχθεί 1.500.000 και πλέον υπέροχους, γνήσιους, συνειδητοποιημένους και εργατικούς Έλληνες, που τού χάρισαν μεγαλύτερη εθνική και θρησκευτική ομοιογένεια και επέφεραν μεγάλες οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές αλλαγές.

Smyrni

Η προκυμαία της Σμύρνης  όπως αποτυπώνεται σε  ταχυδρομική κάρτα. Wikipedia

Σήμερα οι χαμένες πατρίδες είναι κλεισμένες στις ψυχές μας και αποτυπώνονται στα έθιμα και στις παραδόσεις, στη θρησκεία, τη μουσική, στον χορό, στα μνημεία, στα κειμήλια, με δύο λόγια στην ιστορία τού πολιτισμού, σ’ αυτό που ονομάζουμε συνείδηση και πολιτισμική ταυτότητα. Αυτή είναι η ιστορική μνήμη τού ανθρώπου. Οι γενιές των προσφύγων έχουν πλέον φύγει. Οι απόγονοί τους κρατούν στις ψυχές τους τα ακούσματα, τα βιώματα και κυρίως τα συναισθήματα, που πέρασαν στο DNA τους.

Ο Άγιος Νικόλαος στο Κελεμπέσι (Γκιούλμπαχτσέ) όπως είναι σήμερα ( Αρχείο Αντ. Μαρκόπουλου)

«Κύριε, βοήθα να θυμόμαστε πώς έγινε τούτο το φονικό,·
την αρπαγή, τον δόλο, την ιδιοτέλεια,
το στέγνωμα τής αγάπης.·
Κύριε, βόηθα να τα ξεριζώσουμε
…»[6].

Το 2022 συμπληρώνονται 100 χρόνια από τα γεγονότα τού 1922. Η κατάρρευση τού Μικρασιατικού μετώπου και η ήττα τού ελληνικού στρατού, που είχαν ως τραγική συνέπεια τον ξεριζωμό των ελληνορθόδοξων πληθυσμών τής Μικράς Ασίας, αποτυπώθηκε στα λογοτεχνικά έργα τής γενιάς τού Μεσοπολέμου ή τής Γενιάς τού ’30. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Ι.Θ. Δημαράς: «Τα παιδιά των δεκαπέντε και των δεκαοχτώ χρόνων θα μεγαλώσουν ανήσυχα, ταραγμένα, χωρίς ιδανικά, χωρίς πίστη. [...] Από τις αντικρινές ακτές τού Αιγαίου ήρθαν άλλα παιδιά· μέσα στην ψυχή τους ζει το νοσταλγικό δράμα τής χαμένης κοιτίδας. Και μεγαλώνουν κι αυτά μέσα στους καημούς και μέσα στην ταραχή». Αυτή η «σκιά στην ψυχή» κινητοποίησε κατά τον Δημαρά τούς λογοτέχνες τής Γενιάς τού ’30 να προσεγγίσουν τα λογοτεχνικά πράγματα με σοβαρότητα και συναίσθηση τής ευθύνης. Στόχος τους ήταν να παραμείνει ζωντανή η ανάμνηση και να διατηρηθεί στην προσωπική και τη συλλογική μνήμη όλων.

Agia fotini

Το καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής στη Σμύρνη. Wikipedia

Το αφιέρωμα που ακολουθεί αναφέρεται στις αμφίδρομες σχέσεις τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας με τον Ελληνισμό τής Ανατολικής Θράκης και τής Μικράς Ασίας. Και ίσως τότε καταλάβουμε πόσο συνδεδεμένη με τον Ελληνισμό ήταν η «Ελληνίς Ανατολή» που αναφέρεται στον στίχο τού Διονύση Σαββόπουλου και συνειδητοποιήσουμε ότι:

«Γιατί τα σπάσαμε τ’ αγάλματά των,
γιατί τους διώξαμεν απ’ τους ναούς των,
διόλου δεν πέθαναν γι’ αυτό οι θεοί.
Ω γη τής
Ιωνίας, σένα αγαπούν ακόμη,
σένα οι ψυχές των ενθυμούνται ακόμα.                                                                                                                                                         

Κ. Καβάφης, «Ιωνικόν»

 

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Οι πηγές τού κειμένου υποσημειώνονται.

[1] Κωστή Παλαμά, «Ανατολή»

[2] Κώστα Τσιρόπουλου, «Η μαρτυρία τού ανθρώπου», Αθήνα 1967

[3] Κωνσταντίνου Καβάφη, «Στα 200 π.Χ.»

[4] Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, ομιλία για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Εκφωνήθηκε στο Μουσείο τής Φιλιώς Χαϊδεμένου στη Νέα Φιλαδέλφεια στο πλαίσιο τής εκδήλωσης τού ΣΜΝΦ με τίτλο «Μικρασία, 91 χρόνια μετά».

[5] Γιώργου Σεφέρη, «Άρνηση»

[6] Γεωργίου Σεφέρη: «Στη Σαλαμίνα της Κύπρος»

Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία και ο προσφυγικός Ελληνισμός

 

«Είμαστε ένας τόπος που η μοίρα του είναι να πληρώνει την κίνηση της ιστορίας με πόνο και αίμα. Απ’ τους παλαιούς μας χρόνους έρχονται οι ενθυμήσεις, τα παραμύθια και τα δάκρυα. Οι μητέρες μας, για ν’ αποκοιμίσουν τα παιδιά τους, δεν έχουν να τούς λένε χαρούμενα παραμύθια για πουλιά και για δάση. Τούς λένε για αραπάδες και για κουρσάρους, για σφαγές και για πείνα. Όλα σ’ εμάς εδώ υπάρχουν για να θυμίζουν. Είμαστε ένας λαός της μνήμης. Αυτό είναι η πηγή της λύπης και της περηφάνιας μας… Λοιπόν –λέμε στην απέναντι πλευρά του Αιγαίου– αν ζητάτε να σβήσουμε την ιστορία μας, το συναξάρι και το μαρτυρολόγιό μας, αυτό δεν το μπορούμε. Όμως ξέρουμε να κάνουμε κάτι άλλο τίμιο και βαθύ: μπορούμε να μη μνησικακούμε. Γι’ αυτό, χωρίς να σβήσουμε την ιστορία μας, εμείς τη συναδελφοσύνη των λαών μας θα τη βοηθήσουμε έτσι: θα βάλουμε στο μερίδιό μας όλα όσα υποφέραμε, τόσους αιώνες μίσους, τη λύπη μας και τον ξεριζωμό μας. Και απ’ την άλλη θα βάλουμε την αγάπη μας για την ειρήνη, τη συνείδηση της ανάγκης να μη βρεθούνε πια οι λαοί μας σε πόλεμο και σε εξολοθρεμούς.

(Ηλίας Βενέζης, «Μικρασία», Χαίρε», σ. 156-157)

Από τις αρχές τού 1921, περίπου ενάμιση χρόνο μετά την απόβαση τού ελληνικού στρατού στην Σμύρνη, όλα έδειχναν να μεταβάλλονται δραματικά. Η κυβέρνηση είχε αλλάξει από τον Νοέμβριο τού 1920, ο βασιλιάς Κωνσταντίνος είχε επιστρέψει στην Ελλάδα, η οποία έμπαινε όλο και πιο βαθιά σε μια περιπέτεια.

Η παραλία της Σμύρνης όπως απεικονίζεται σε παλαιό επιστολικό δελτάριο

Το ελληνικό κράτος, με ολοένα αυξανόμενα οικονομικά προβλήματα, με μια κοινωνία εξαντλημένη έπειτα από δέκα συνεχή χρόνια πολέμων, διπλωματικά αποδυναμωμένο και απομονωμένο, αγωνιζόταν με κάθε τρόπο να βρει λύση στα προβλήματά του. Την ίδια στιγμή οι Τούρκοι καλλιεργούσαν φιλικές σχέσεις με την Ιταλία και την Γαλλία αλλά και με την νεοσύστατη Σοβιετική Ένωση. Η φρίκη τού πολέμου σήμανε το τέλος τής καθημερινότητας που βίωναν οι Έλληνες τής Μικράς Ασίας στο παρελθόν. Η σφαγή των Ελλήνων στην Σμύρνη και τις άλλες παραλιακές πόλεις και η καταστροφή τής Σμύρνης δεν ήταν παρά η κορύφωση τού δράματος.

Η έλευση στον ελλαδικό χώρο των Ελλήνων προσφύγων από την ευρύτερη Μικρά Ασία, συμπεριλαμβανομένων και των πληθυσμών από τον Πόντο, δημιούργησε καινούργια δεδομένα για το ελληνικό κράτος.Δέκα χρόνια μετά τους Βαλκανικούς πολέμους  του 1912-13 ο ελληνικός στρατός πολεμούσε ακόμα. Όπως διαβάζουμε σε μυθιστορήματα τής Διδώς Σωτηρίου και τού Ηλία Βενέζη, οι πρόσφυγες αντιμετωπίζονταν με καχυποψία και πολλές φορές με εχθρότητα από την πλευρά των ντόπιων. Ο κόσμος κουρασμένος διαπίστωνε ότι είχε φτάσει το τέλος τού ονείρου. Ο ερχομός των προσφύγων στην Ελλάδα μετά την Μικρασιατική καταστροφή και η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, που είχε συμφωνηθεί στην Λωζάννη στις 30 Ιανουαρίου 1923, υπήρξαν γεγονότα δραματικά, τραγικά, τραυματικά, χωρίς προηγούμενο. Η τραγικότητά τους έμεινε στην μνήμη όχι μόνο όσων τα έζησαν, αλλά και των νεότερων γενεών. Ο πόνος που φώλιασε στις καρδιές δεν τους άφησε να συνειδητοποιήσουν και να κατανοήσουν μια μεγάλη αλήθεια. Η αποκατάσταση και η αφομοίωση των προσφύγων τής Μικρασιατικής καταστροφής υπήρξε και παραμένει το μεγαλύτερο ειρηνικό επίτευγμα τού νεοελληνικού κράτους. Η έλευσή τους στην Ελλάδα είχε ως αποτέλεσμα να ανανεωθεί το ανθρώπινο δυναμικό, να τονωθούν τομείς όπως η οικονομία και να γίνουν αλλαγές στην κοινωνική, την πολιτική και την πολιτιστική ζωή. Η προσφορά των προσφύγων υπήρξε σημαντική, καθώς πολλοί από αυτούς διέπρεψαν στο εμπόριο, στην βιομηχανία, στην ναυτιλία, στα γράμματα και στις τέχνες. Παράλληλα, τονώθηκαν από έναν πληθυσμό καινούργιο, εργατικό και δημιουργικό όλες οι περιοχές τής Ελλάδας, δημιουργήθηκαν τα πρώτα μεγάλα αστικά κέντρα και σύντομα η Ελλάδα μπήκε στον δρόμο τής ανασυγκρότησης.

Μικρασιάτες πρόσφυγες εγκατεστημένοι σε θεωρεία του Δημοτικού θεάτρου στην Αθήνα, λίγο μετά την καταστροφή. (απο το Αρχείο της ΕΡΤ)

Τα πρώτα χρόνια τού 20ού αιώνα ο Μικρασιατικός Ελληνισμός συνάντησε μεγάλες δυσκολίες στην αντιμετώπιση των οποίων η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία βοήθησε με κάθε τρόπο. Κατόπιν αιτήσεως της Υγειονομικής Υπηρεσίας, παραχώρησε την αίθουσα τελετών τού Εξωτερικού Σχολείου, όπου λειτουργούσε το Ε΄ Στρατιωτικό Νοσοκομείο, (Πρ. ΔΣΦΕ 8/5/1921), ενίσχυσε και συνέδραμε (Πρ. ΔΣΦΕ, 28/5/1922) τον «Κυανού Σταυρό», ίδρυμα που λειτουργούσε υπό την προεδρία τής πριγκίπισσας Ελένης τού Νικολάου, και προσέφερε 1.000 δρχ «υπέρ των εν μετώπω αγωνιζομένων στρατιωτών».

Ο Ηλίας Βενέζης γράφει στο βιβλίο του «Μικρασία, Χαίρε» για τα γεγονότα τού 1922: «Μια από τις συγκλονιστικές σελίδες τής νεώτερης ιστορίας μας άρχισε. Έχει την οικονομία αρχαίου δράματος, την αμείλικτη αναγκαιότητά του, την κορύφωση τού πάθους και τής λάμψεως, την πυκνότητα τής δράσεως. Και στο βάθος το πεπρωμένο πού ελλοχεύει».

Τα γεγονότα τού 1922 άνοιξαν νέα περίοδο στις σχέσεις τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας με τον Μικρασιατικό Ελληνισμό. Για μία ακόμη φορά η Φ.Ε. υιοθέτησε συγκεκριμένη τακτική στο πρόβλημα των προσφύγων. Το πρώτο κύμα προσφύγων προκλήθηκε από την αλλαγή πολιτικής τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας προς την Ελλάδα κατά τους Βαλκανικούς πολέμους. Το δεύτερο και μεγαλύτερο κύμα ακολούθησε την Μικρασιατική καταστροφή (1922) και την Συνθήκη τής Λωζάννης, που προέβλεπε την ανταλλαγή των πληθυσμών (1923). Είχε φθάσει δυστυχώς η στιγμή η Φ.Ε. να ανταποδώσει στον Μικρασιατικό Ελληνισμό μέρος τής δικής του στήριξης κατά το παρελθόν. Γι’ αυτό έσπευσε να συνδράμει τους πρόσφυγες προσφέροντας ως βοήθημα ένα γενναίο χρηματικό ποσό και καθιερώνοντας και στα 3 σχολεία της, Αθήνας, Κέρκυρας, Λάρισας, σειρά ευνοϊκών ρυθμίσεων για τις νεαρές προσφυγοπούλες. Στα Πρακτικά τής Φ.Ε. διαβάζουμε ότι προσέφερε:

  1. Δωρεάν φοίτηση για 10 πρόσφυγες μαθήτριες εσωτερικές.
  2. Δωρεάν φοίτηση στα Εξωτερικά Σχολεία τής Φ.Ε.
  3. Ελάττωση τροφείων των συσσίτων προσφύγων μαθητριών.
  4. Δωρεάν φοίτηση και στα επαρχιακά Εξωτερικά Σχολεία τής Εταιρείας προσφύγων μαθητριών.

Ο αριθμός των Μικρασιατισσών Αρσακειάδων αυξήθηκε, καθώς επίσης αυξήθηκε και ο αριθμός των εκ Μικράς Ασίας καθηγητών και καθηγητριών που άρχισαν να διδάσκουν στο Αρσάκειο. Παράλληλα, με ευρύ ανθρωπιστικό πνεύμα το Δ.Σ. τής Φ.Ε. αντιμετώπισε τις δυσκολίες που βίωναν μαθήτριες των Σχολείων της, όπως τής άπορης μαθήτριας Ψαρέλλη από την Σμύρνη και τής Ζηνοβίας Τσαραγέτη από τον Πόντο, την οποία είχαν εγκαταλείψει οι γονείς της.

Αλλά ακόμα και στις μέρες μας το Αρσάκειο συντελεί με τον δικό του τρόπο στην διατήρηση τού μεγάλου πνευματικού κεφαλαίου τού ελληνικού μικρασιατικού πολιτισμού με γιορτές, διαλέξεις, εκδηλώσεις και εκθέσεις. Με την παιδεία που προσέφερε κατόρθωσε να ενσωματώσει την «καθ’ ημάς Ανατολή» και να την εντάξει στην εκπαιδευτική πράξη. Και σίγουρα μεταξύ των μαθητών που φοιτούν στα Αρσάκεια δεν είναι λίγοι αυτοί που φέρουν στην προσωπικότητα και στο αίμα τους την μικρασιατική καταγωγή τους.

   

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Το κείμενο βασίζεται σε στοιχεία από το Αρχείο τής Φ.Ε., στα Πρακτικά τού Δ.Σ. τής Φ.Ε., στον τόμο «Η εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. Αρσάκεια-Τοσίτσεια Σχολεία, 160 χρόνια παιδείας» και στο βιβλίο τής Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, 1900-1930», τόμος Β΄.

Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το Βιβλίο της Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» 1836-1900 (τόμος Α). Ευχαριστούμε την «Ένωση Σμυρναίων Αθηνών», τον Πρόεδρο κ. Γεώργιο Αρχοντάκη και την συγγραφέα, φιλόλογο του Αρσακείου Τοσιτσείου Εκάλης κ. Μαρία Ν. Βαϊάννη διότι παραχώρησαν την άδεια για την αναδημοσίευσή του.

Ιδρυτικά μέλη - Μέλη Διοικητικών Συμβουλίων

 

Scan0010

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

"Κωνσταντινούπολη. Η Πόλις το 1900" Πίνακας της Ρούλας Κανέλλη  απο έκθεση που έγινε στο Πνευματικό Κέντρο Κωνσταντινουπολιτών στις 18/5/1999.
Η Ρούλα Κανέλλη  ήταν  καθηγήτρια καλλιτεχνικών στο Τοσίτσειο.

Το ενδιαφέρον των Μικρασιατών1 για το έργο της Φ.Ε. εκδηλώθηκε κυριολεκτικά άμα τή συστάσει της από ισχυρούς παράγοντες της κοινω­νικής ζωής της Βασιλεύουσας, και συγκεκριμένα του Φαναριού, της πνευματικής αυτής κιβωτού που τροφοδότησε επί μακρόν με αξιολογότατο ανθρώπινο δυναμικό όλους σχεδόν τους τομείς τής δημόσιας ζωής τού νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Το ενδιαφέρον αυτό δεν μπορεί να θεω­ρηθεί τυχαίο γεγονός, αντιθέτως οφείλεται στην αταλάντευτη τακτική των Φαναριωτών να πλαισιώνουν και να ενισχύουν ηθικώς και υλικώς τίς προσπάθειες που κατέβαλλε η ελεύθερη Ελλάδα για να συγκροτήσει τίς δυνάμεις της και να χαράξει τή νέα πορεία της2.

Κατά συνέπεια, οι Φαναριώτες δε θα μπορούσαν να απουσιάζουν από τις τάξεις τών Ελλήνων σκαπανέων, που επεδίωξαν να οργανώσουν στη μόλις απελευθερωθείσα Ελλάδα τη γυναικεία εκπαίδευση3. Στα ιδρυ­τικά μέλη, επομένως, της Φ.Ε., 73 τον αριθμό, συγκαταλέγονταν και δια­πρεπείς προσωπικότητες, όπως ο Αλέξανδρος Ρ. Ραγκαβής4, ο Γεώργιος Ράλλης, ο Ιάκ. Ρίζος, ο I. Α. Σούτσος, ό Κ. Δ. Σχινάς, γόνοι ιστορικών Φαναριώτικων οικογενειών, οι οποίοι συνέδεσαν τα ονόματα και τις τύ­χες τους με το γίγνεσθαι της δημόσιας ζωής τού νεοσύστατου ελληνικού κράτους και οι οποίοι έσπευσαν να υποστηρίξουν το μεγαλόπνοο σχέδιο της Φ.Ε.

Στα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας συμπεριλαμβάνονταν επίσης οι Κωνσταντινουπολίτες Επίσκοπος Αργολίδος Κύριλλος και ο Ιω. Φιλήμων, λόγιος και συγγραφέας5.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι Φαναριώτες συμμετείχαν και στο ΔΣ τής Φ.Ε. Ο Αλ. Μαυροκορδάτος διετέλεσε πρόεδρος τού ΔΣ (1851- 1858)6, όπως επίσης και ο Ν. Μαυροκορδάτος (1880-1883)7, ενώ οι Α. Σούτσος και Α. Ραγκαβής υπήρξαν μέλη τού ΔΣ της Φ.Ε.8.

Στα μέλη τού ΔΣ ανήκαν επίσης ο Ιω. Φιλήμων και οι Δ. και Κ. Ν. Λεβίδης, ενώ ο Λέων Μελάς (με τόπο γεννήσεως την Κωνσταντινούπολη) διετέλεσε επίσης πρόεδρος του ΔΣ της Φ.Ε. (1866-1870)9.

Χωρίς αμφιβολία η παρουσία διαπρεπών προσωπικοτήτων τού Φα­ναριού και τής Κωνσταντινουπόλεως γενικότερα μεταξύ τών ιδρυτικών μελών και των στελεχών τής διοίκησης τής Φ.Ε. προσέδωσε κύρος και βα­ρύτητα στην υπόστασή της και απετέλεσε σοβαρό εχέγγυο και σταθερό υπόβαθρο για την πραγματοποίηση των στόχων της. Αυτό άλλωστε απέ­δειξε περίτρανα και όλη η μετέπειτα πορεία της.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

  1. Στους όρους «Μικρασιάτες» καί «Μικρασιατικός Ελληνισμός» περιλαμβά­νεται ο Ελληνισμός της Κωνσταντινουπόλεως και όλης της Μ. Ασίας.
  2. Livre d'  or de la noblesse Phanariote en Grece, en Roumanie, en Russie en Turquie, par un Phanariote (Eug. Rizo Rangabe), Athenes 1892 . Δ. Ζακυθηνός, Ή Τουρκοκρατία, Άθήναι 1957, σσ. 50-58. Κ. Θ. Δημαράς, «Περί Φαναριωτών», Αρχείον Θράκης, 34 (1969), σσ. 117-140. Νηφάλια αποτίμηση της πολιτείας των Φαναριωτών. «Στήν περίπτωση τών Φαναριωτών, ή ιστοριογραφία θέλησε να κρίνει και μάλιστα να οπισθογραφήσει όλες τις εμπαθείς μομφές τις οποίες επροκάλεσε η μα­κραίωνη πολιτεία των Φαναριωτών για να εξουδετερωθούν μερικοί ζωντανοί, αποδοκιμάστηκε γενικά ένα ολόκληρο εθνικό συλλογικό σώμα. Αν πρόκειται όμως να επωμισθεί τέτοιες ευθύνες δικαστικές ο ιστορικός, τότε σύμφωνα με τους κανόνες αρμόζει να ακούσουμε το τελευταίο επιχείρημα από τον κατηγορούμενο. Καλό φερέ­φωνό του κατ’ εξοχήν είναι ο Παναγιώτης Σούτσος... “έκαστος κριθήτω κατά τα έργα αυτού· ή γενική κρίσις επί ομάδος ανθρώπων υπάρχει σφαλερά”. Ιδίως όταν στηρίζε­ται σε άγνοιες, σε εμπάθειες και προβάλλει την εξαίρεση, παραμερίζοντας τον κανό­να». Χρήστος Σολομωνίδης, «Πολιτιστική εισφορά Κωνσταντινουπολιτών εις τήν Αναγέννησιν της Ελλάδος», Δελτίον Κέντρου Κωνσταντινουπολιτών, Αθήναι 1973, σσ. 43-77. Μ. D. Sturdza, , o.π., Εκτενής αναφορά στην καταγωγή, εξέλιξη, δράση των φαναριώτικων οικογενειών, με παράθεση και των γενεαλογικών τους δένδρων.
  3. Τα πρώτα βήματα για την οργάνωση της γυναικείας εκπαίδευσης είχαν γίνει ήδη από την εποχή του Αγώνα, όταν ή «Φιλόμουσος Εταιρεία» ίδρυσε, το 1825, στην Αθήνα το πρώτο σχολείο θηλέων που όμως λειτούργησε ένα μόνο χρόνο. Αργότερα, επί Καποδίστρια, το 1828 ιδρύθηκε στο Ναύπλιο ή «Γυναικεία Σχολή», ενώ στην ελεύθερη Αθήνα, σχολή θηλέων ίδρυσε το 1831 ό Αμερικανός ιεραπόστολος Χίλλ (Ηill). Βλ. Σ. Ζιώγου-Καραστεργίου, o.π., σσ. 640 κ.ε.
  4. Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, Απομνημονεύματα, τόμ. 4ος, εν Αθήναις, 1930, σσ. 512-513, 568-569, όπου ο συγγραφέας αναφέρει ότι υπήρξε μέλος της Φ.Ε., και ότι αρνήθηκε την προεδρία της που του προτάθηκε, επειδή διαφωνούσε με ορι­σμένα σημεία τής τακτικής της και επειδή υπεστήριξε ότι «τα περί μορφώσεως διδασκαλισσών έπρεπε πρωτίστως να είναι έργον της κυβερνήσεως και όχι ιδιωτών».
  5. Βλ. σημ. 7 της Εισαγωγής. Στοιχεία για την προσωπικότητα και τη δράση των επιφανών Κωνσταντινουπολιτών και Μικρασιατών εν γένει πού πλαισίωσαν και βοήθησαν ποικιλοτρόπως τη Φ.Ε. παρατίθενται στο τέλος του πρώτου μέρους.
  6. Π.Δ.Σ.Φ.Ε.Α'/9.2.1851,σ. 107. - Π.Δ.Σ.Φ.Ε.: Α'/ 7.3.1851,σ. 1.- Π.Δ.Σ.Φ.Ε.:Α'/27.3.1853,σ.1.-Π.Δ.Σ.Φ.Ε.: Α'/27.7.1854, σ. 65. -Π.Δ.Σ.Φ.Ε. : Α'/ 11.5.1855, σ. 81. - Π.Δ.Σ.Φ.Ε. : Α'/ 23.5.1856, σ. 109. - Π.Δ.Σ.Φ.Ε. : Α'/ 13.4.1857, σ. 1. - Π.Δ.Σ.Φ.Ε. : Α 7 27.3.1858, σ. 43. Από το 1859 έως το 1866, οπό­τε εξελέγη πρόεδρος του ΔΣ ό Λέων Μελάς, αναφέρονται μόνον οι μεμονωμένες αλλαγές μελών του ΔΣ και μελών των επιτροπών.
  7. Π.Δ.Σ.Φ.Ε.:Α'/30.1.1880,σ.744.-Π.Δ.Σ.Φ.Ε.:Α7 4.2.1881,σ. 805.-Π.Δ.Σ.Φ.Ε.:Α'/17.2.1882,σ.1.-Π.Δ.Σ.Φ.Ε.: Α'/2.2.1883, σ. 132.
  8. Π.Δ.Σ.Φ.Ε.:Α'/ 31.1.1860, σ.175. -Π.Δ.Σ.Φ.Ε:Α'/ 29.1.1869, σ. 252. -Π.Δ.Σ.Φ.Ε. : Α/2.1.1842.
  9. Π.Δ.Σ.Φ.Ε.: Α'/ 24.1.1844. -Βλ. βιογραφικό σημείωμα οικογένειας Λεβίδη στό τέλος του πρώτου μέρους. Π.Δ.Σ.Φ.Ε.: Α'/ 21.2.1866. Ο Λέων Μελάς γεννήθηκε μεν στην Κωνσταντινούπολη, οι σπουδές και η σταδιοδρομία του όμως τόν συνέδε­σαν με άλλα κέντρα του Ελληνισμού. Βλ. Εκπαιδευτική Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό (Εκδοτική Αθηνών), σ. 117.

Μαρία Ν. Βαϊάννη

Φιλόλογος - Ιστορικός

 

 

Το Ομήρειο Παρθεναγωγείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Σμύρνης.
«Το αδελφόν σχολείον»

 

Υπάρχουν κάποιες συμπτώσεις στην ιστορία των πόλεων, των εκπαιδευτηρίων και των ανθρώπων που είναι δύσκολο να τις παραβλέψει ο μελετητής τής Ιστορίας. Όταν το 1836 ο Ιωάννης Κοκκώνης έπεισε τα μέλη τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας να ιδρύσουν σχολείο θηλέων προσπαθώντας να ανακόψει τις δραστηριότητες ξένων μισιοναρίων, οι οποίοι βλέποντας την αδυναμία τού κράτους να οργανώσει την γυναικεία εκπαίδευση ίδρυαν παρθεναγωγεία, για να εκπαιδεύσουν τις Ελληνίδες, δεν μπορούσε να φανταστεί ότι, μετά από 50 χρόνια, κάτι αντίστοιχο θα συνέβαινε στην Σμύρνη.

Ήταν η εποχή που Γάλλοι και Γερμανοί άρχισαν να ιδρύουν πλήρη και καλώς οργανωμένα σχολεία. Πολλές Ελληνίδες μαθήτριες προτιμούσαν να φοιτήσουν σε αυτά, διότι παρείχαν άριστη διδασκαλία ξένων γλωσσών και τεχνικών μαθημάτων. Ακόμα διέθεταν οικοτροφείο, κάτι που διευκόλυνε την φοίτηση Ελληνίδων από το εσωτερικό τής Σμύρνης και τής Μ. Ασίας. Στα ξένα σχολεία διδάσκονταν ακόμα μουσική, ζωγραφική και χορός, εφόδια απαραίτητα για την κοσμοπολίτικη ζωή τής Σμύρνης. Το διάστημα 1875-1880 σχεδόν το 80% των μαθητριών φοιτούσε στα ξένα σχολεία με δίδακτρα 8.000 χρυσές λίρες το έτος. Τα παρθεναγωγεία αυτά όμως δεν έκαναν μόνο θρησκευτική αλλά και πολιτική προπαγάνδα, με στόχο να επηρεάσουν τους κατοίκους τής Σμύρνης που δεν ήταν Οθωμανοί. Κατά την διδασκαλία τής Ιστορίας και τής Γεωγραφίας τόνιζαν το μεγαλείο των ξένων κρατών, στηριζόμενα στην θεωρία τού Φαλμεράυερ που υποστήριζε ότι η φυλή των αρχαίων Ελλήνων χάθηκε και ότι οι σύγχρονοι Έλληνες δεν είναι απόγονοι των αρχαίων.

omirio

Το Ομήρειο Παρθεναγωγείο στη Σμύρνη (Απο το Βιβλίο "Η Παιδεία στη Σμύρνη" του Χρ. Σολωμονίδη)

Το γεγονός προκάλεσε την αντίδραση των ορθόδοξων Σμυρνιών. Ο ελληνικός Τύπος τής Σμύρνης επιτίθετο εναντίον όσων επιβουλεύονταν την ορθόδοξη πίστη και την ελληνικότητα. Οι Έλληνες τής Σμύρνης αποφάσισαν τότε να ιδρύσουν ένα ελληνικό παρθεναγωγείο εφάμιλλο των ξένων ως προς την εμφάνιση και την λειτουργία. Το τουρκικό Υπουργείο Παιδείας, μετά τις παρεμβάσεις των ξένων προξενικών αρχών, δεν έδινε την σχετική άδεια. Όμως δεν υπήρχαν και τα χρήματα που απαιτούσε ένα τέτοιο εγχείρημα. Όταν στις 23 Μαρτίου 1880 έγινε μεγάλος σεισμός στην Χίο, εκπρόσωποι των ξένων σχολείων έσπευσαν να παραλάβουν αρκετά ορφανά, για να τα εκπαιδεύσουν με υποτροφία στο παρθεναγωγείο τους. Το γεγονός χαροποίησε τους Έλληνες της Σμύρνης αλλά πολύ γρήγορα οι ξένοι μισιονάριοι δήλωσαν στην ελληνική κοινότητα ότι για να συνεχίσουν το έργο τους θα έπρεπε τα παιδιά να αλλάξουν όνομα και θρησκεία. Η Μητρόπολη τής Σμύρνης αντέδρασε και με την βοήθεια των ελληνικών αρχών τής πόλης ανέλαβε εκείνη την μόρφωση και την περίθαλψή τους.

Τότε ο Παύλος Αθηνογένης αποφάσισε να ιδρύσει την «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης» για την λειτουργία ελληνικού παρθεναγωγείου με οικοτροφείο. Η Εταιρεία αναγνωρίστηκε αμέσως από το Υπουργείο Εξωτερικών τής Ελλάδας. Ο Αθηνογένης μάλιστα, ως αντιπρόσωπος τής Τράπεζας Κωνσταντινουπόλεως και τού εμπορικού οίκου τού Γεωργίου Ζαρίφη στην Σμύρνη, πέτυχε, μέσω των διασυνδέσεών του στην Κωνσταντινούπολη, να εκδοθεί εντός λίγων μηνών σουλτανικό φιρμάνι που χορηγούσε στην Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης άδεια ίδρυσης και λειτουργίας τής σχολής. Για την πραγμάτωση αυτού τού σκοπού η Εταιρεία εξέδωσε μετοχές και σε ελάχιστο χρόνο συγκεντρώθηκε το ποσό των 20.000 χρυσών λιρών. Αγοράσθηκαν μάλιστα για την στέγαση τού σχολείου πέντε οικήματα στην οδό Μανίφικου, στις Χουρμαδιές. Τα οικήματα διαρρυθμίστηκαν καταλλήλως και εξοπλίσθηκαν με το πλέον σύγχρονο εποπτικό υλικό.

Πρώτος πρόεδρος τής «Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας Σμύρνης» εξελέγη ο Παύλος Αθηνογένης, γενικός γραμματέας ο Διονύσιος Μαρκόπουλος, ο οποίος έγινε πρόεδρος τής Εταιρείας το 1902, και ταμίας ο Έκτωρ Κοσσαντέλης. Την πρώτη Εφορεία τού σχολείου αποτελούσαν οι Γ. Βάφας (μέλος τής Φ.Ε.-Αρσακείου), Ματθαίος Παρανίκας, Δημ. Φωτιάδης, Ιακ. Σαμιωτάκης, Ιω. Μαρτζέλας, Γ. Λάτρης (μέλος τής Φ.Ε.-Αρσακείου), Σ. Καρακούσης, Κ. Λαμπρινούδης, Δ. Μαρκόπουλος, Ι. Μισθός, Φωκίων Βουτσινάς, Αριστοτ. Ψαράς και Έκτωρ Κοσσαντέλης.

 

smyrni022[ 

Η Ελένη Λουΐζου με Ομηρειάδες στην Σμύρνη (Wikipedia)

Το «Παρθεναγωγείον μετ’ Οικοτροφείου» εγκαινιάσθηκε τον Σεπτέμβριο τού 1881. Περιέλαμβανε νηπιαγωγείο διετούς φοιτήσεως, Ελληνικό Σχολείο πέντε τάξεων και γυμνάσιο τεσσάρων τάξεων. Κατά τον Κανονισμό του απέβλεπε «εις την ψυχικήν διάπλασιν και την προς το αγαθόν αγωγήν των μαθητριών». Το σχολείο δεν δεχόταν μόνο «ορθόδοξες» μαθήτριες αλλά σε αυτό μπορούσαν να φοιτήσουν και «μαθήτριαι ανήκουσαι εις παν έτερον ανεγνωρισμένον θρήσκευμα, μη ούσαι αι τελευταίαι υπόχρεοι να ακολουθώσι τα εις τας ορθοδόξους διδασκόμενα μαθήματα». Η Εφορεία του Παρθεναγωγείου μετακάλεσε διακεκριμένους καθηγητές και δασκάλους από την Αγγλία, την Γαλλία και την Γερμανία να διδάξουν τις ξένες γλώσσες και να εφαρμόσουν σύγχρονες εκπαιδευτικές μεθόδους. Η κατάταξη των νέων μαθητριών στις εκπαιδευτικές βαθμίδες γινόταν κατόπιν γραπτών εξετάσεων. Στο νηπιαγωγείο μπορούσαν να φοιτήσουν και αγόρια ηλικίας μικρότερης των δέκα ετών. Τα ετήσια δίδακτρα για τις οικότροφες ήταν 32 λίρες, για τις ημιοικότροφες 16 και για τις εξωτερικές 8 λίρες. Η δωρεάν φοίτηση προβλεπόταν μόνο για αριστούχες άπορες κοπέλες, απόφοιτες τής γ΄ ή δ΄ τάξης τού γυμνασίου που επιθυμούσαν να εγγραφούν στο Διδασκαλείο.

Τέσσερα χρόνια μετά την ίδρυσή του, το 1885, το «Ελληνικό Παρθεναγωγείο μετ’ Οικοτροφείου», όπως αρχικά ονομάστηκε, αναγνωρίστηκε από το Υπουργείο Δημόσιας Εκπαίδευσης τής Ελλάδας ως ισότιμο και ισόβαθμο με το Αρσάκειο, το σχολείο τής «εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας». Είχε μόνο την υποχρέωση να συμμορφώνεται «προς το κατ’ έτος εγκρινόμενον υπό τού καθ’ ημάς Υπουργείου πρόγραμμα των διδακτέων εν τω Αρσακείω Μαθημάτων». Το παρθεναγωγείο παρείχε δημοτική και γυμνασιακή εκπαίδευση και περιλάμβανε επίσης διδασκαλείο, τού οποίου οι απόφοιτες διορίζονταν δασκάλες σε σχολεία τού εσωτερικού τής Σμύρνης. Τον Οκτώβριο τού 1886, ο Παύλος Αθηνογένης εισηγήθηκε στην Εφορεία τού Παρθεναγωγείου την μετονομασία τού Σχολείου σε «Ομήρειον», προς τιμήν τού «αθανάτου Σμυρναίου ραψωδού».

Το Νοέμβριο τού 1886 ολόκληρο το κτήριο τού σχολείου καταστράφηκε από πυρκαγιά. Αμέσως, στο ίδιο οικόπεδο αλλά και σε ένα διπλανό που αγοράστηκε για τον σκοπό αυτό, κτίστηκε νέο σχολικό κτήριο σε σχέδια του Σμυρναίου αρχιτέκτονα Ξενοφώντα Λάτρη. Το νέο «Ομήρειο» αποτελούσε το πλέον σύγχρονο αρχιτεκτόνημα για την εποχή εκείνη ακόμη και όσον αφορά στον φωτισμό και τον αερισμό. Με μάρμαρα παντού, με ευρύχωρες και ηλιόλουστες αίθουσες διδασκαλίας και μεγάλη αίθουσα τελετών, διακοσμημένη με προτομές τού Ομήρου, τού Σωκράτη, τού Πλάτωνα και τού Ρήγα Φεραίου. Στην αίθουσα συνεδριάσεων υπήρχαν οι προσωπογραφίες των ιδρυτών του και οι προτομές των Παύλου Αθηνογένους και Διονυσίου Μαρκόπουλου. Διέθετε ακόμη βιβλιοθήκη, που αριθμούσε περισσότερους από 10.000 τόμους, υπόστεγο για γυμναστική και ανθόκηπο με μαρμάρινο συντριβάνι. Οι διπλοί πίνακες με μια περιστροφική κίνηση έδιναν την δυνατότητα στον καθηγητή να χρησιμοποιεί τέσσερεις επιφάνειες γραφής. Το Ομήρειο διέθετε και χημείο εξοπλισμένο με σύγχρονα για την εποχή τεχνολογικά μέσα. Μετά την εγκατάσταση τού σχολείου στα νέα του κτήρια, καμία σχεδόν Ελληνίδα μαθήτρια τής Σμύρνης δεν φοίτησε στα ξένα εκπαιδευτήρια. Αντίθετα έσπευδαν να εγγραφούν και άλλες μαθήτριες στο Ομήρειο, με την βεβαιότητα ότι δεν θα γίνουν θύματα προσηλυτισμού.

teliofites omiriades

Απόφοιτες Ομηρειάδες με τους καθηγητές τού Ομηρείου. Στο κέντρο η Ελένη Λουΐζου (Απο το βιβλίο Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία της  Μ. Βαϊάννη)

Το Ομήρειο, σε έμψυχο και σε άψυχο υλικό, ήταν εφάμιλλο με τα καλύτερα παρθεναγωγεία τής Ευρώπη. Ήταν στην ουσία ίδρυμα εθνικό και όχι ιδιωτικό. Το διοικούσε δεκαμελές ισόβιο συμβούλιο, που αρχικά αποτελείτο από τους ιδρυτές του και αργότερα από τους διαδόχους που οι ίδιοι υποδείκνυαν. Το συμβούλιο λογοδοτούσε κάθε χρόνο στον μητροπολίτη Σμύρνης και στον γενικό πρόξενο τής Ελλάδας. Ο ετήσιος προϋπολογισμός του ανερχόταν σε 10.000 χρυσές λίρες και καλυπτόταν από τα δίδακτρα και τα τροφεία. Κατά την Μικρασιατική Καταστροφή η αξία τού ακινήτου και των εγκαταστάσεών του ξεπερνούσε τις 50.000 χρυσές λίρες. Με την απελευθέρωση τής Σμύρνης από τον ελληνικό στρατό, το κτήριο επιτάχθηκε και σε αυτό εγκαταστάθηκαν για μικρό χρονικό διάστημα Έλληνες στρατιώτες.

Το Ομήρειο ακολουθούσε κατά γράμμα το πρόγραμμα τού Αρσακείου. Η διδασκαλία των ξένων γλωσσών αποτελούσε μια από τις βασικές παροχές του. Η διδασκαλία τής Γαλλικής και τής Αγγλικής ήταν υποχρεωτική σε όλες τις τάξεις τού σχολείου. Στο άρθρο 21 τού Κανονισμού του αναφέρεται ότι «κατά τας ώρας τής τραπέζης και τα διαλείμματα, αι μαθήτριαι χρώνται εν ταις διαλέξεσιν αυτών τη γαλλική και αγγλική γλώσσα εναλλάξ». Υποχρεωτική ήταν επίσης η εκμάθηση φωνητικής, μουσικής, χορού και γυμναστικής. Αντιθέτως, προαιρετική ήταν η διδασκαλία τής γερμανικής, τής ιταλικής και τής αρμενικής γλώσσας. Μεγάλη έμφαση δινόταν στην ηθική και την σωματική αγωγή και στην προετοιμασία των κοριτσιών για τα οικογενειακά τους καθήκοντα. Ο εκκλησιασμός, η ανάγνωση τού Ευαγγελίου και η προσευχή κατείχαν σημαντική θέση στο πρόγραμμα των μαθητριών. Καθημερινά «αι οικότροφοι επί δίωρον καταγίνονται εις την ραπτικήν». Αξίζει να σημειωθεί ότι, σύμφωνα με τον Κανονισμό τού σχολείου, το Διοικητικό Συμβούλιο μπορούσε να συγκροτεί, όποτε έκρινε αναγκαίο, σώμα κοσμητριών από «συμπολίτιδας δέσποινας εκ των επί φιλομουσία και χριστιανική αρετή διακρινομένων αίτινες […] εποπτεύωσι την εν αυτώ ευταξίαν των μαθητριών». [1]

Οι σχέσεις τού Ομηρείου με το Αρσάκειο ήταν πάντα στενές. Πολύ συχνά συναντούμε αμοιβαία ανταλλαγή απόψεων των δύο σχολείων για παιδαγωγικά και διοικητικά θέματα. Η Φ.Ε. εφοδίαζε το Ομήρειο με βιβλία και εκπαιδευτικό υλικό. Οι δασκάλες οι οποίες δίδασκαν στο Ομήρειο εύρισκαν εργασία εκεί είτε κατόπιν συστάσεως τής Φ.Ε. είτε κατόπιν ενεργειών τού Συλλόγου «Ανατολή».

Αλλά το μεγαλύτερο ίσως δώρο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας στο Ομήρειο Παρθεναγωγείο Σμύρνης ήταν η πρόταση να διορισθεί στην θέση τής διευθύντριας η Ελένη Λουΐζου. Πολλές φορές η εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία ενίσχυε τις ικανές και φιλομαθείς αριστούχες απόφοιτές της να συνεχίσουν «σπουδές εν τη Εσπερία»[2], με στόχο κατά την επιστροφή τους να στελεχώσουν το Αρσάκειο και να εργαστούν σε αυτό παρέχοντας στις Αρσακειάδες καλύτερη και πιο σύγχρονη εκπαίδευση. Το 1881 ο Παύλος Αθηνογένης επικοινώνησε με την Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στην Αθήνα και ζήτησε να συστήσουν για την θέση τής Διευθύντριας τού Παρθεναγωνείου τής Σμύρνης μία Αρσακειάδα , που θα ήταν ικανή να αντεπεξέλθει στις περιστάσεις. Ο Χρήστος Νικολαΐδης Φιλαδελφεύς, επίτιμος Γραμματέας και σύμβουλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, παρά το γεγονός ότι η Ελένη Λουΐζου είχε σπουδάσει στο εξωτερικό με υποτροφία τής Φ.Ε., δεν δίστασε να την συστήσει ως την ικανότερη εκπαιδευτικό που διέθετε το Αρσάκειο, με μεγάλη μόρφωση και διδακτική εμπειρία. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η πρόταση αυτή ήταν αναμενόμενη, γιατί ο Χ.Ν. Φιλαδελφεύς είχε μικρασιάτικες ρίζες, αφού καταγόταν από την Φιλαδέλφεια τής Μικράς Ασίας. Εντυπωσιακό όμως είναι το γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας δεν έφερε καμία αντίρρηση και επέτρεψε στην Ελένη Λουΐζου να μεταβεί στην Σμύρνη και να αναλάβει την διεύθυνση τού Ομηρείου, επειδή θεωρούσε την εκπαίδευση των Ελληνίδων τής Μικράς Ασίας υπόθεση όλων των Ελλήνων.

scan Page 08

Η Ελένη Λουΐζου στο Βερολίνο  (Από το λεύκωμα "Φυσιογνωμίαι τινες Αρσακειάδων" έκδοση ΣΑΦΕ 1936)

Η Ελένη Λουΐζου διετέλεσε διευθύντρια τού Ομηρείου από την σύστασή του έως την Μικρασιατική Καταστροφή. Επί σαράντα και πλέον χρόνια ήταν η ψυχή και η ήρεμη δύναμη τού ιστορικού αυτού σχολείου. Με την οξυδέρκεια και την εργατικότητά της και με το κατάλληλο πρόγραμμα κατόρθωσε οι «Ομηρειάδες», όπως ονομάζονταν οι μαθήτριες τού σχολείου, να μιλούν άριστα Γαλλικά και Αγγλικά, χωρίς αυτό να αποβαίνει εις βάρος τής ελληνικής τους παιδείας.

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος – ιστορικός

 

  • Το κείμενο στηρίζεται σε στοιχεία από τα Πρακτικά τού Δ.Σ. τής Φ.Ε., τον τόμο «Η εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. Αρσάκεια ‒ Τοσίτσεια Σχολεία, 160 χρόνια Παιδείας», και τα βιβλία τού Χρήστου Σωκρ. Σολομωνίδη «Η Παιδεία στη Σμύρνη» και τής Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία 1836-1900.»

 

[1] Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί και στο Αρσάκειο στην Αθήνα , αλλά το μέτρο δεν  κράτησε για πολύ.

[2] Στην Δύση, στην Ευρώπη.

Ελένη Λουΐζου. Η πρώτη και μοναδική Διευθύντρια τού Ομηρείου Παρθεναγωγείου

 

Η Ελένη Λουΐζου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1855 και σπούδασε στο Αρσάκειο. Η τότε διευθύντρια τού Σχολείου Αμεναΐς Καβανιάρη είχε εκτιμήσει το ήθος και την αξία της και την κράτησε κοντά της και μετά το τέλος των σπουδών της να διδάσκει και να διδάσκεται. Στη συνέχεια η Λουΐζου δίδαξε ως οικοδιδάσκαλος τα τέκνα οικογενειών στην Κωνσταντινούπολη και την Ασία. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα έλαβε υποτροφία τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας  και σπούδασε Παιδαγωγικά ένα χρόνο στη Γενεύη και τρία χρόνια στο Βερολίνο. Πριν επιστρέψει στην Αθήνα έμεινε έξι μήνες στο Παρίσι, όπου επισκέφθηκε διάφορα σχολεία για να μελετήσει τις γαλλικές παιδαγωγικές μεθόδους.

scan Page 08

Η Ελένη Λουΐζου στο Βερολίνο ( Από το Ββλίο "Φυσιογνωμίαι τινες Αρσακειάδων " έκδοση ΣΑΦΕ 1936

Tο 1881 ιδρύθηκε από τη «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης» το Ομήρειο Παρθεναγωγείο με πρωτοβουλία τού Παύλου Αθηνογένη και τού Διονυσίου Μαρκόπουλου. Περιελάμβανε πλήρες 11τάξιο σχολείο με 2 τάξεις νηπιαγωγείου, 5 Ελληνικού σχολείου και 4 γυμνασίου. Σε αυτό γίνονταν δεκτές «πλην των ορθοδόξων και μαθήτριαι ανήκουσαι εις παν έτερον ανεγνωρισμένον θρήσκευμα, μη ούσαι αι τελευταίαι υπόχρεοι να ακολουθώσι τα εις τας ορθοδόξους διδασκόμενα μαθήματα». Τον Οκτώβριο τού 1886, ύστερα από εισήγηση τού Παύλου Αθηνογένη προς την εφορεία του Παρθεναγωγείου, το σχολείο μετονομάζεται σε «Ομήρειον», προς τιμήν τού «αθανάτου Σμυρναίου ραψωδού». Στο «Ομήρειον» διδάσκονταν έξι γλώσσες (Ελληνικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά και Αρμενικά), θρησκευτικά, φιλοσοφικά, γραμματολογία (αρχαία και νέα), μαθηματικά, ιστορία, γεωγραφία, φυσική, χημεία, φυσική ιστορία, κοσμογραφία, μουσική, φωνητική, χορός, ιχνογραφία, εργόχειρα και γυμναστική.

omirio

Το Ομήρειο Παρθεναγωγείο στη Σμύρνη  ( Απο το βιβλίο του Χρ. Σολωμονίδη  "Η Παιδεία στη Σμύρνη")

Για να εξασφαλίσει την καλύτερη λειτουργία τού σχολείου η «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης» επικοινώνησε με τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στην Αθήνα και ζήτησε να της προτείνουν μία διευθύντρια ικανή να αντεπεξέλθει στις περιστάσεις. Ο Χρήστος Νικολαΐδης Φιλαδελφεύς, επίτιμος Γραμματέας και σύμβουλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, παρά το γεγονός ότι η Ελένη Λουΐζου είχε σπουδάσει στο εξωτερικό με υποτροφία τής Φ.Ε., δεν δίστασε να τη συστήσει ως την ικανότερη εκπαιδευτικό που διέθετε το Αρσάκειο, με μεγάλη μόρφωση και διδακτική εμπειρία. Έτσι το Διοικητικό Συμβούλιο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας τής επέτρεψε να μην εργαστεί στο Αρσάκειο αλλά να μεταβεί στη Σμύρνη και να αναλάβει τη διεύθυνση τού Ομηρείου. Η Ελένη Λουΐζου διετέλεσε, λοιπόν, διευθύντρια τού Ομηρείου από τη σύστασή του έως τη Μικρασιατική καταστροφή. Επί σαράντα και πλέον χρόνια υπήρξε η ψυχή και η ήρεμη δύναμη τού ιστορικού αυτού σχολείου. Με την οξυδέρκεια και την εργατικότητά της και με το κατάλληλο πρόγραμμα κατόρθωσε οι «Ομηρειάδες», όπως ονομάζονταν οι μαθήτριες τού σχολείου, να μιλούν άριστα Γαλλικά και Αγγλικά, χωρίς αυτό να αποβαίνει εις βάρος τής ελληνικής τους παιδείας. Άλλωστε το 1885 το σχολείο αναγνωρίστηκε από το ελληνικό Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως ως ισόβαθμο με το Αρσάκειο με την υποχρέωση να συμμορφώνεται «προς το κατ’ έτος εγκρινόμενον υπό τού καθ’ ημάς Υπουργείου πρόγραμμα των διδακτέων εν τω Αρσακείω Μαθημάτων». Το 1886 μάλιστα άρχισε στο Ομήρειο η λειτουργία διδασκαλείου. Έτσι πολλές απόφοιτες δασκάλες δίδαξαν στα βάθη τής Μικράς Ασίας την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό.

teliofites omiriades

Απόφοιτες Ομηρειάδες με τους καθηγητές τού Ομηρείου. Στο κέντρο η Ελένη Λουΐζου (Απο ττο βιβλίο της Μαρίας Βαϊάννη "Μικρασιατικος Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία")

Επί 40 χρόνια η Ελένη Λουΐζου  διηύθυνε το Ομήρειο. Η κοινωνία τής Σμύρνης την τίμησε ιδιαίτερα. Ακόμα και οι Τούρκοι, όταν λίγο πριν από την Καταστροφή απαγόρευσαν την διδασκαλία σε άτομα  ελληνικής υπηκοότητας, στα οποίο συμπεριλαμβανόταν και η διευθύντρια, την κάλεσαν στη διεύθυνση τής Αστυνομίας και τής δήλωσαν ότι δυστυχώς αναγκάζονται να την παύσουν επειδή ήταν υπήκοος εμπολέμου κράτους, αλλά τής επιτρέπουν να εξακολουθεί να παραμένει στο σχολείο όχι ως διευθύντρια αλλά ως πραγματική μητέρα τού σχολείου. Άλλωστε η ίδια η Ελένη Λουΐζου συνήθιζε να λέει: «Σαν παιδί μου το είδα να μεγαλώνει στα χέρι μου και σαν παιδί μου το αγαπώ».

smyrni022[ 

Η Ελένη Λουΐζου με Ομηρειάδες στη Σμύρνη  (Wikipedia)

Οι φλόγες που έζωσαν το Ομήρειο το 1922 μπορεί να κατέστρεψαν το κτήριο, αλλά όχι και το έργο που είχε επιτελεστεί σε αυτό. Οι απόφοιτοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την αγαπημένη τους πόλη και να επιστρέψουν στην Ελλάδα ή σε άλλες ελληνικές κοινότητες τού εξωτερικού. Όμως συνέχισαν να αγωνίζονται «τον αγώνα τον καλόν». Η Ελένη Λουΐζου σε ηλικία 67 ετών επέστρεψε πλέον στην Ελλάδα. Και όπως γράφει η υποδιευθύντρια τού Οικοτροφείου τού Αρσακείου Ευρυδίκη Αρνού στο βιβλίο «Φυσιογνωμίαι τινες Αρσακειάδων», η Ελένη Λοΐζου «υπερογδοηκοντούτις, ευρισκομένη ήδη εν Αθήναις μετ’ άλλων Ομηρειάδων, επί τη 100ετηρίδι τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, βαθείαν υψώνει την ευγνωμοσύνην προς την Φ.Ε. η οποία έρριψεν άπλετον φως των ευεργετικών της ακτίνων και επί τής απέναντι Ιωνίας και δι’ αυτής εις τον υπόδουλον Ελληνισμόν τής Μικράς Ασίας».

Η Ελένη Λουΐζου πέθανε στην Αθήνα το 1941.

Σε ένα αυτοβιογραφικό σημείωμα που έγραψε η ίδια με μολύβι λίγο πριν από τον θάνατό της διαβάζουμε: «Με την έμφυτον κλίσιν και τον έρωτα προς το διδάσκειν εισήχθην υπό των γονέων μου μικρά παιδίσκη ακόμα εις το Αρσάκειον Παρθεναγωγείον, ού τας τάξεις διηρχόμην μετ’ απαραμίλλου ευκολίας. Απεφοίτησα το έτος 1867 με τον διακαή πόθον να διορισθώ όσον ή δυνατόν ταχύτερον, και να αναλάβω τα καθήκοντα τής διδασκαλίσσης. Κατά το 1868 διωρίσθην διδασκάλισσα εν τω εις ό απεφοίτησα σχολείον. Αργότερον διωρίσθην δασκάλα εις Αδραμύττιον, όπου έμεινα επί τρία συνεχή έτη. Μετακληθείσα εις Αθήνας ειργάσθην και πάλιν εις το Αρσάκειον επί έν έτος, ότε τη υποδείξει και προτροπή τού επιτ. Γραμματέως και Συμβούλου τού εκπαιδευτηρίου Σακορράφου, μετέβην εις Κωνσταντινούπολιν ως οικοδιδασκάλισσα παρά τη εκεί οικογενεία τού σεβαστού Τραπεζίτου Ηλιάσκου. Αγάπη, εκτίμησις, ηθική υποστήριξης, οικογενειακόν περιβάλλον, ειλικρινής εξ όλων των μελών τής οικογενείας λατρεία συνετέλεσαν εις το να παρατείνω την εν Κωνσταντινουπόλει διαμονήν μου επί τρία έτη, οπότε πόθος ευρυτέρας μορφώσεως με ηνάγκασε να επιστρέψω εις την γενέτειραν. Τη υποδείξει τού αοιδίμου καθηγητή τού Πανεπιστημίου Αθηνών Ηρακλή Μητσόπουλου, το όνειρόν μου και ο διακαής πόθος μου έγιναν πραγματικότης και ανεχώρησα δι’ Ελβετίαν, είτα δε εις Βερολίνον προς συμπλήρωσιν των σπουδών μου, όπου έτυχα τής προστασίας τού αειμνήστου πρεσβευτού τής Ελλάδος Αλεξάνδρου Ραγκαβή. Κατά τον Οκτώβριον τού 1879, υποστάσα τας γενομένας εξετάσεις τής παιδαγωγικής και λαβούσα το πτυχίον μου, ανεχώρησα διά Παρισίους με σκοπόν να παρακολουθήσω εκ τού σύνεγγυς την λειτουργίαν των εκεί σχολών.

Τον Φεβρουάριον τού 1880 επέστρεψα εις Αθήνας όπου εδιωρίσθην διά τρίτην φοράν εις το Αρσάκειον. Τη συστάσει τού τότε επιτίμου Γραμματέως (πρόκειται για τον Χρήστον Νκολαΐδη-Φιλαδελφέα) διωρίσθην τον Σεπτέμβριον τού 1881 ως Διευθύντρια τού εν Σμύρνη Ανωτάτου Ομηρείου Παρθεναγωγείου, εις ό ειργάσθην μέχρι τού έτους 1922, οπότε κατά την 25ην Αυγούστου, μίαν ημέραν από τής εισόδου των Τούρκων, κατώρθωσα να φύγω, χωρίς να ειδώ εις ερείπια την πόλιν εις ήν έζησα και έτυχον μεγίστης ηθικής υποστηρίξεως, ανυποκρίτου και αμέτρου εκτιμήσεως τής κοινωνίας τής ελληνικωτάτης και ωραίας Σμύρνης».Αυτά τα σεμνά λόγια αρκέστηκε να γράψει η εμβληματική αυτή φυσιογνωμία που το πέρασμά της σημάδεψε την ελληνική παιδεία στη Σμύρνη.

 

Παναγιώτα Αν. Ατσαβέ

Φιλόλογος-Ιστορικός

Το κείμενο βασίζεται στο Λεύκωμα των 160 χρόνων τής Φ.Ε., την ανέκδοτη «Ιστορία τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας» τού Στέφανου Γαλάτη, το βιβλίο «Φυσιογνωμίαι τινες Αρσακειάδων» και στο βιβλίο τού Χρήστου Σωκρ. Σολομωνίδη «Η Παιδεία στη Σμύρνη».

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το Βιβλίο της Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» 1836-1900 (τόμος Α). Ευχαριστούμε την «Ενωση Σμυρναίων Αθηνών», τον Πρόεδρο κ. Γεώργιο Αρχοντάκη και την συγγραφέα, φιλόλογο του Αρσακείου Τοσιτσείου Εκάλης κ. Μαρία Ν. Βαϊάννη διότι παραχώρησαν την άδεια για την αναδημοσίευσή του.

Στήριξη εκπαιδευτικού έργου
προσφορά εκπαιδευτικού υλικού

1  2 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 Ο "Ευαγγελισμός της Θεοτόκου" και "Η θυσία του  Αβραάμ"  Εικόνες  απο την Αγία Γραφή , τυπωμένες απο τον οικο Hachette. Aπό το Αρχείο της ΦΕ

Η πολύμορφη και αμφίδρομη επικοινωνία μεταξύ Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας και Μικρασιατικού Ελληνισμού δεν περιορίστηκε στις εκατέ­ρωθεν μετακινήσεις ανθρώπινου δυναμικού - πολύ νωρίς εκδηλώθηκε και σε θέματα οργάνωσης και λειτουργίας τού παιδευτικού έργου.

Μία πρώτη κίνηση υπήρξε η επιδίωξη σημαντικών εκπαιδευτικών φορέων τού μικρασιατικού χώρου να προσεγγίσουν τη Φιλεκπαιδευτική, όπως συνέβη με την «Εν Σμύρνη Εταιρίαν προς Διάδοσιν τών Ελλη­νικών Γραμμάτων εν Μ. Ασία», που εξέφρασε την επιθυμία «να διατηρή σχέσεις μετά τής Εταιρείας».

Άλλη κίνηση ήταν η αμοιβαία ενημέρωση σε παιδαγωγικά θέματα και σε ζητήματα λειτουργίας σχολείων, κυρίως δια της ανταλλαγής Πρακτικών, Οργανισμών, Κανονισμών και Προγραμμάτων σχολείων. Διαβάζουμε στα Πρακτικά του ΔΣ της Φ.Ε. (16.1.1885):«Ανεγνώσθη το έγγραφον τής εν Σμύρνη Φιλεκπαιδευτικής Εταιρίας επιστελλούσης το Καταστατικόν αυτής και τόν Κανονισμόν του Ελληνικού Παρθεναγωγείου μετά οικοτροφείου - απεφασίσθη ν’ αποσταλή απάντησις αρμοδία μετά τών πρακτικών μας, τού Οργανισμού, τού Κανονισμού και τού Προγράμματος»

Είναι επίσης χαρακτηριστικές οι ευχαριστίες τού εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικού Συλλόγου καθώς και τού Φιλολογικού Συλλόγου Κων­σταντινουπόλεως για την αποστολή των Πρακτικών τής Φ.Ε., γεγονός πού σημειώνεται και στην εφημερίδα Εκκλησιαστική Αλήθεια.

Μία άλλη διάσταση της επικοινωνίας τών δύο πλευρών υπήρξε και η ηθική στήριξη, σπανιότερα υλική, εκ μέρους τής Φιλεκπαιδευτικής, τών φορέων και σχολείων πού ζητούσαν τη συνδρομή της, όπως συνέβη στην περίπτωση «τής Φιλεκπαιδευτικής Αδελφότητος του Βουγιούκ-Δερέ ζητούσης συνδρομήν από τής Εταιρίας και σύμπραξιν εις τόν σκοπόν της», ή στην περίπτωση «τού εν Κων/λει Συλλόγου “Ξηρά Κρήνη” ζητούντος συνδρομήν χρηματικήν». Εκεί όμως που εκδηλώθηκε η συνεχής και σταθερή συμπαράσταση της Φιλεκπαιδευτικής προς τά μικρασιατικά εκπαιδευτήρια ήταν ο τομέας τού εφοδιασμού τους με βιβλία και εκπαιδευτικό εν γένει υλικό.

Όπως αναφέρθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο (6ο τού πρώτου μέ­ρους), ένα από τα κύρια μελήματα τής Φιλεκπαιδευτικής ήταν και η δια­μόρφωση τής ενδεδειγμένης για την εποχή πολιτικής στο θέμα των διδα­κτικών και γενικά παιδαγωγικών βιβλίων, που θα κάλυπταν τίς εκπαι­δευτικές ανάγκες των σχολείων της. Για το σκοπό αυτόν άλλωστε είχε συσταθεί και λειτουργούσε η «επί τών βιβλίων Επιτροπή». «Εντός ολί­γου ελπίζομεν να ίδωμεν και υπό της Εταιρείας εκδεδομένα βιβλίδια ηθικά πρόσφορα εις τήν δημοτικήν εκπαίδευσιν» αναφέρεται σε πανηγυ­ρική Συνέλευση τής 25.3.1837. Με την πάροδο του χρόνου, οι αρχικές σκέψεις μετουσιώθηκαν σε πράξεις και η Φ.Ε. προχώρησε σε έκδοση βι­βλίων, εκτύπωση εικόνων τής Παλαιάς και Καινής Διαθήκης και άλλου βασικού εκπαιδευτικού υλικού.

Στο σημείο αυτό υπενθυμίζεται και η συμβολή τού μικρασιατικού πνευματικού κόσμου στην προσπάθεια τής Φιλεκπαιδευτικής να συγκρο­τήσει το πνευματικό της οπλοστάσιο· τα βιβλία όμως και τα περιοδικά που έφθαναν από τήν άλλη όχθη τού Αιγαίου ήταν περισσότερο γενικότερου εγκυκλοπαιδικού ενδιαφέροντος και όχι ειδικώς προορισμένα για σχολική χρήση.

Επομένως, ή Φ.Ε., επιδιώκοντας την όσο το δυνατόν ορθότερη παι­δαγωγικά λειτουργία τών σχολείων της, δημιούργησε ένα αξιόλογο κεφά­λαιο εκπαιδευτικού υλικού και διδακτικών βιβλίων, με το οποίο τροφο­δοτούσε όχι μόνο τα δικά της σχολεία αλλά και εκπαιδευτικούς φορείς και σχολεία του Ελληνισμού τής Μ. Ασίας, ανταποκρινόμενη άμεσα και ουσιαστικά στις κατά περίπτωση αιτήσεις που τής απευθύνονταν είναι δε αξιοσημείωτο ότι οι περισσότερες αιτήσεις αφορούσαν την αποστολή εικό­νων της Παλαιάς και Καινής Διαθήκης.

Είναι όντως εντυπωσιακός ο κατάλογος τών συλλόγων, τών σχο­λικών εφορειών και τών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων πού εφοδιάστηκαν με βιβλία και βασικό εκπαιδευτικό υλικό από τή Φ.Ε., συχνά και με τή μεσο­λάβηση εξεχουσών προσωπικοτήτων τού μικρασιατικού χώρου (εκπαιδευτικών, προέδρων σωματείων κ.ά.).

Πιο αναλυτικά, αναδιφώντας στα Πρακτικά των ΔΣ καθώς και στις Εκθέσεις Πεπραγμένων επισημαίνουμε (πάντα για τό χρονικό διάστημα 1836-1900) ότι, εφαρμόζοντας σχετικές αποφάσεις των εκάστοτε ΔΣ, ή Φι­λεκπαιδευτική Εταιρεία:

- Έστειλε «ανά 20 αντίτυπα εξ εκάστου τών τυπωθέντων βιβλίων» στο Φιλανθρωπικό Σύλλογο Κωνσταντινουπόλεως τή μεσολαβήσει τού με­γάλου σακελλαρίου του Πατριαρχείου.

  • Ενέκρινε τήν αποστολή «εκ των υπαρχόντων ή εκδοθέντων βι­βλίων τής Εταιρίας» στή Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα Βουγιούκ-Δερέ «διά τό εκεί συστηθέν Παρθεναγωγείον», τή μεσολαβήσει Ν. Μαυροκορδάτου.
  • Ανταποκρίθηκε θετικά στο αίτημα «τής εν Σμύρνη Αδελφότητος τού Αγίου Πνεύματος, ζητούσης τάς εικόνας και τά βιβλία αυτών διά το σχολείον των».
  • Προσέφερε μία σειρά εικόνων και τά σχετικά βιβλία «προς χρήσιν τού σχολείου των εν Ερζερούμ (Θεοδοσιούπολις) μεταναστών Τραπεζουντίων (τή πρωτοβουλία X. Γ. Χαλυβοπούλου)».
  • Αντιμετώπισε ευνοϊκώς την αναφορά τού Κ. Σαμαλτάνου, δασκά­λου στην κοινότητα της Ν. Εφέσου, περί αποστολής βιβλίων και εικόνων.
  • Ικανοποίησε το αίτημα «του προέδρου του Συλλόγου Όμήρου Σμύρνης αιτούντος μίαν σειράν εικόνων τού Νηπιαγωγείου δια το εκεί σχολείον τών απόρων παίδων», συγχρόνως ενέκρινε να δοθούν και τα σχετικά βιβλία.
  • «Εδώρησε μίαν σειράν εικόνων πλήρη τής Ιεράς Ιστορίας και τήν Ηθικών Διηγημάτων» στην εφορεία «τής σχολής των απόρων παίδων» τού Πέρα Κωνσταντινουπόλεως.
  • Απέστειλε δύο σειρές αντιτύπων εικόνων Ιεράς Ιστορίας στην Τραπεζούντα, ανταποκρινόμενη σε αίτημα των εφόρων τών εκεί σχολείων, που πληροφορούσαν ότι είχαν συστήσει πέντε νηπιαγωγεία.
  • Εδώρισε βιβλία στο νηπιαγωγείο τού Αγίου Νικολάου Σμύρνης.
  • Ενέκρινε τήν προσφορά πινάκων νηπιαγωγείου για το σχολείο τών Κυδωνιών.
  • Ενέκρινε τήν προσφορά μίας σειράς εικόνων στο Ζαρίφειο Σχο­λείο Προύσης «κατ’ αίτησιν του εκεί Προξένου».
  • Ανταποκρίθηκε στο αίτημα τήςς «εν Σμύρνη Εταιρίας προς διάδοσιν τών Ελληνικών Γραμμάτων εν Μικρά Ασία» και απέστειλε δύο σειρές εικόνων.
  • Εφοδίασε με εικόνες το Παρθεναγωγείο τής Αγίας Φωτεινής Σμύρ­νης, για τις οποίες η σχολική εφορεία απέστειλε ευχαριστήρια επιστολή.
  • Ενέκρινε την αποστολή βιβλίων και εικόνων στο Παρθεναγωγείο Μαδύτου, μετά από αίτηση τής εκεί σχολικής εφορείας.
  • Απεφάσισε να σταλούν στα σχολεία Οινόης του Ευξείνου Πόντου τα εξής βιβλία: «Παλαιάς και Καινής Διαθήκης ανά δέκα (10) σώματα, Πρακτικών Μαθημάτων, Ηθικών Διηγημάτων, Συμβουλών και Οδηγιών ανά πέντε σώματα. Πραγματογνωσίας έν (1) σώμα, ασμάτων Ένιγγ και ασμάτων παιδαγωγικών ανά δέκα σώματα, Χρηστομάθειας Φουσκίδου α', β' καί ε' τόμων ανά τρία σώματα, Εικόνων Παλαιάς και Νέας Διαθήκης ανά έν σώμα».

Μαρία Ν. Βαϊάννη

Φιλόλογος -Ιστορικός

Oι Μικρασιάτισσες στο Αρσάκειο και Αρσακειάδες δασκάλες στην Μικρά ΑσίαI

Η ιστορία τής εκπαίδευσης των Ελλήνων στην Μικρά Ασία

 

Τα πρώτα χρόνια τού νεοσύστατου ελληνικού κράτους οι δομές που αφορούσαν στον τρόπο ζωής, στις συνήθειες και τις αντιλήψεις των γυναικών δεν ήταν ενιαίες σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Οι γυναίκες στα νησιά τού Αιγαίου απολάμβαναν περισσότερες κοινωνικές ελευθερίες από τις γυναίκες στην ηπειρωτική Ελλάδα, διότι οι κάτοικοι των νησιών είχαν έντονη εμπορική επικοινωνία και συναλλαγές με την Δύση. Το γεγονός επισημαίνουν πολλοί ξένοι περιηγητές, αποδεικνύεται όμως και από δύο ακόμα στοιχεία: τον αριθμό των παρθεναγωγείων που υπήρχαν στα νησιά και το ότι οι δάσκαλοι και οι δασκάλες προτιμούσαν να διοριστούν στην Αθήνα, στο Ναύπλιο, στην Σύρο και σε άλλα νησιά.

348px Syra A Greek Island Carne John 1836

Η Ερμούπολη τής Σύρου το 1836. Wikipedia

Οι ομογενείς των παροικιών που έσπευσαν να εγκατασταθούν στα αστικά κυρίως κέντρα τού ελληνικού κράτους μετέφεραν νέα πρότυπα κοινωνικής ζωής, επηρεάζοντας τις παραδοσιακές απόψεις για την θέση των γυναικών στην κοινωνία. Παράλληλα οι αρχές τού Διαφωτισμού βοήθησαν ώστε στα αστικά κέντρα να γίνει σταδιακά αποδεκτή η εκπαίδευση των γυναικών. Η ελληνική κοινωνία πάντως παρουσιάζεται διχασμένη ανάμεσα στην διατήρηση των κανόνων τού παραδοσιακού κοινωνικού και δημόσιου βίου και στην υιοθέτηση δυτικών προτύπων. Από τη μία απαξίωνε μετά βδελυγμίας οτιδήποτε θύμιζε το «ανατολικό» παρελθόν και από την άλλη το συντηρούσε ως κομμάτι τής παράδοσής της.

Στις ορθόδοξες ελληνικές κοινότητες που βρίσκονταν στην Οθωμανική αυτοκρατορία λειτουργούσαν τα «Ανώτερα Σχολεία Θηλέων» ή «Ανώτερα Παρθεναγωγεία», τα οποία ώς το 1860 διαμόρφωναν «ανώτερες τάξεις». Τα σχολεία αυτά λειτουργούσαν στην Κωνσταντινούπολη, την Σμύρνη, την Θεσσαλονίκη, την Φιλιππούπολη και στις Σέρρες. Σε αυτά φοιτούσαν τα κορίτσια μετά την αποφοίτησή τους από το Αλληλοδιδακτικό και εκπαιδεύονταν ως υποψήφιες δασκάλες, αφού το δίπλωμα ενός τέτοιου σχολείου έδινε στην απόφοιτο το δικαίωμα να διδάσκει. Η φοίτηση διαρκούσε 3-6 χρόνια, φαίνεται δε ότι το περιεχόμενο των σπουδών ήταν κοινό για όλες τις μαθήτριες. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η εκπαίδευση των διδασκαλισσών ταυτιζόταν με τη μέση εκπαίδευση των κοριτσιών, αφού στα περισσότερα σχολεία στο πρόγραμμα δεν περιλαμβάνονταν μαθήματα σχετικά με το αντικείμενο τής διδασκαλίας.

Βέβαια οι ορθόδοξοι Έλληνες που ζούσαν ακόμη υπό τον τουρκικό ζυγό δεν είχαν όλοι την ίδια νοοτροπία ούτε την ίδια οικονομική επιφάνεια. Οι κάτοικοι τής Κωνσταντινούπολης ξεχώριζαν λόγω τής μόρφωσης και τής αίγλης που είχε πάντα η Βασιλεύουσα και το Πατριαρχείο. Οι Σμυρνιοί κατοικούσαν σε ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια τής Ανατολικής Μεσογείου (μαζί με την Θεσσαλονίκη και την Αλεξάνδρεια) και λόγω τής επικοινωνίας τους με την Δύση διέθεταν εντελώς ευρωπαϊκή κουλτούρα και νοοτροπία. Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο σε όλες τις ελληνικές κοινότητες τής Μικράς Ασίας. Εξαιρουμένων των παραλιακών πόλεων, των οποίων οι κάτοικοι είχαν άλλο αέρα λόγω τού εμπορίου, όσο πιο βαθιά προχωρούσε κανείς στο εσωτερικό τής Μ. Ασίας τόσο περισσότερο οι κοινωνική θέση τής γυναίκας ήταν υποβαθμισμένη ακολουθώντας τα ανατολικά πρότυπα.

Οι μόνοι τομείς στους οποίους ο μικρασιατικός ελληνισμός αρνούνταν να κάνει την παραμικρή υποχώρηση ήταν η θρησκεία, που αποτελούσε την ειδοποιό διαφορά από τους Τούρκους, και η παιδεία, που ήταν απαραίτητη για τη διατήρηση τής γλώσσας, των ηθών και των εθίμων, αλλά και για την εμπέδωση τής εθνικής τους ταυτότητας. Αυτός είναι και ο λόγος που οι Αρσακειάδες δασκάλες προτιμούσαν να διοριστούν σε ελληνικά σχολεία κοινοτήτων τής Καππαδοκίας ή άλλων περιοχών, όπου έπρεπε μεν να προσαρμοστούν σε ένα είδος ζωής πιο αυστηρό και σίγουρα διαφορετικό από αυτό που είχαν συνηθίσει, αλλά εξασφάλιζαν έναν μισθό και κυρίως σεβασμό και αποδοχή εκ μέρους τής τοπικής κοινωνίας .

Το Σχολείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας από την στιγμή τής ιδρύσεώς του είχε στόχο την οργάνωση και την καθιέρωση τής γυναικείας εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Ο στόχος αυτός δεν άργησε να επιτευχθεί, γιατί δεν αποτελούσε μόνο επιδίωξη των ιδρυτών της αλλά και επιθυμία όλων των Ελλήνων που κατοικούσαν εντός αλλά και εκτός των ορίων τού ελληνικού κράτους. Την ταχύτατη αύξηση τού αριθμού των μαθητριών, κυρίως αυτών που επιθυμούσαν να γίνουν δασκάλες, επιβεβαιώνει η Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου στο έργο της «Η Μέση Εκπαίδευση των γυναικών»: «την εποχή αυτή παρατηρείται μεγάλη έλλειψη από δασκάλες και η ζήτηση δεν περιορίζεται μόνο στο ελεύθερο κράτος αλλά και στον υπόδουλο ελληνισμό».

1886015

Αρσακειάδες δασκάλες απόφοιτες τού 1886 (Απο το Αρχείο της ΦΕ)

Έτσι στο Διδασκαλείο τής ΦΕ συναντούμε, κυρίως ως εσωτερικές, πολλές υπότροφες τής ΦΕ ή άλλων φορέων, όπως τής ελληνικής κυβέρνησης, δήμων, κοινοτήτων ή και συλλόγων. Στα Πρακτικά τού ΔΣ τής ΦΕ αναφέρονται αιτήσεις και ονόματα μαθητριών που ζητούσαν υποτροφία. Επίσης στα Πρακτικά των συνεδριάσεων των πτυχιακών εξετάσεων, εκτός των άλλων, αναφέρεται και ο τόπος καταγωγής κάθε μαθήτριας. Από τις δύο αυτές πηγές μπορούμε να συμπεράνουμε τον αριθμό και την προέλευση των μαθητριών. Όπως παρατηρεί η Μαρία Βαϊάννη στο βιβλίο της «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία (1836-1900)»: «ήδη από το 1837, πρώτο έτος λειτουργίας τού Σχολείου τής Εταιρείας, αναφέρονται δύο υπότροφοι τής ΦΕ από τη Σμύρνη, Σοφία Σαράντου και Σοφία Τολίου, ενώ το 1838 εισήχθη εις το κατάστημα η Ελένη Δημητριάδου από τις Κυδωνίες.» Στο ίδιο βιβλίο η συγγραφέας αναφέρει αποφάσεις τού ΔΣ τής ΦΕ στις οποίες φαίνεται το ενδιαφέρον τής ΦΕ για τον Ελληνισμό τής Μ. Ασίας.

Πρ. ΔΣ ΦΕ Β΄, 7/10/1840; «ενέκρινε ως υπότροφον τής Εταιρείας την θυγατέρα τού ιερέως Παϊσίου από την Καισάρεια.»

Πρ. ΔΣ ΦΕ, ΛΒ΄, 3/8/1842: «Διευκόλυνε σε οικονομικά θέματα την θυγατέρα τού Ν. Σαλτέλη», διότι όπως ανέφερε ο ίδιος «ών πενέστατος δεν δύναται να πληρώση πλέον των 50 δραχμών κατά μήνα διά την θυγατέρα του και παρακαλεί το Συμβούλιον να συγκατατεθεί εις τούτο.»

Πρ. ΔΣ ΦΕ, ΛΖ΄, 17/9/1869: Αποδέχθηκε το αίτημα τού γυμνασιάρχου «τής εν Σταυροδρομίω Σχολής Γαβριήλ Σοφοκλή» από την Κωνσταντινούπολη, προκειμένου «να στείλη έν κοράσιον διά να προπαρασκευασθή ως διδάσκαλος εις μίαν κώμην τής Καισαρείας».

Πρ. ΔΣ ΦΕ, ΛΒ΄,12/9/1873: Ενέκρινε έκπτωση διδάκτρων για την θυγατέρα τού εκ Μάκρης Μουσαίου «επειδή, διά τους πολλούς υπέρ τής διαδόσεως τού Ελληνισμού αγώνας του, είναι άξιος συνδρομής.»

Πρ.ΔΣ ΦΕ, ΛΑ΄, 26/11/1880: Ενέκρινε απαλλαγή διδάκτρων για την Μαρία Μπουρίνη από τα Αλάτσατα «τη συστάσει τού Εξάρχου τού Αγίου Τάφου».

Πρ ΔΣ ΦΕ ΛΘ΄ 27/10/1883: Προσέφερε οικονομικές διευκολύνσεις και διευκολύνσεις εγκατάστασης καθώς επίσης και απαλλαγή τού ημίσεως των τροφείων και των διδάκτρων στην Μελπομένη Σεραφείμ, υπότροφο τής κοινότητος Σπάρτης Πισιδίας, κατόπιν αιτήσεως τής εκεί Δημογεροντίας.

Όμως δεν είναι μόνο οι Μικρασιάτισσες Αρσακειάδες που επέστρεψαν στην γενέτειρα τους για να εργαστούν. Πολλές Αρσακειάδες δασκάλες προτίμησαν να εργαστούν στην Μ. Ασία ή την Ανατολική Θράκη . Ο διορισμός τους εκεί δεν οργανωνόταν από κάποιο κρατικό φορέα. Την φροντίδα για την στελέχωση των σχολείων των ελληνικών κοινοτήτων τής Μικράς Ασίας είχε αναλάβει η Εκκλησία μαζί με τους κατά τόπους κατοίκους, οι οποίοι προσπαθούσαν να παρακάμψουν τα εμπόδια που κατά καιρούς έθετε στον δρόμο τους η συμβίωση με τους Τούρκους. Έτσι φρόντιζαν να εκμεταλλεύονται τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις και τις συγκυρίες, προκειμένου να μάθουν τα παιδιά τους την ελληνική γλώσσα και την ελληνική ιστορία.

Η Οθωμανική αυτοκρατορία το 1839-1856 προχώρησε σε πολιτικές μεταρρυθμίσεις, τις γνωστές ως Τανζιματ[1], και ενεργοποίησε τους Εθνικούς Κανονισμούς των Δικαιωμάτων των Υποδούλων (Χάτι ι Χουμαγιούν)[2]. Το Πατριαρχείο, οι κατά τόπους Εκκλησίες, ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως και οι κατά τόπους φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι δραστηριοποιήθηκαν ώστε τα σχολεία τής Μ. Ασίας να στελεχωθούν με άξιους δασκάλους. Πολλές φορές αναζητούσαν ικανές δασκάλες απ’ ευθείας από την Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. Όμως οι Αρσακειάδες δασκάλες έπρεπε μόνες τους να διαπραγματευτούν θέματα σχετικά με την πρόσληψη, τις απολαβές, τις υποχρεώσεις και την σταδιοδρομία τους, ενώ παράλληλα έπρεπε να αντιμετωπίσουν ένα νέο περιβάλλον, μικρό μισθό, επαγγελματική ανασφάλεια και αβέβαιο μέλλον. Δεν δίστασαν όμως να προσφέρουν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους στον Ελληνισμό τής Ανατολής.

Όλα αυτά τα χρόνια τής ανόδου και τής ακμής των ελληνικών κοινοτήτων τα ελληνικά σχολεία στηρίζονταν οικονομικά στους πόρους που διέθετε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και οι αντίστοιχες κατά τόπους Μητροπόλεις (Βιθυνίας, Ιωνίας, Καρίας, Λυδίας, Παφλαγονίας, Καππαδοκίας, Πόντου κ.ά.). Η εκπαιδευτική αυτή δραστηριότητα συντηρήθηκε, βέβαια, και από τις κατά τόπους ελληνικές κοινότητες και τους φιλεκπαιδευτικούς συλλόγους. Η εκπαιδευτική κίνηση κάλυπτε όλες σχεδόν τις βαθμίδες τής εκπαίδευσης: νηπιαγωγεία, πρωτοβάθμια εκπαίδευση, αρρεναγωγεία, παρθεναγωγεία, Ελληνικά σχολεία, νυχτερινές σχολές, επαγγελματικά σχολεία και διδασκαλεία.

Διαδήλωση κατά τού Σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη (Wikipedia)

Το 1908, με την επικράτηση των Νεοτούρκων[3], άρχισε συστηματική προσπάθεια να αποσπαστούν τα ελληνικά σχολεία από την δικαιοδοσία τού Πατριαρχείου και να υπαχθούν στο Υπουργείο Παιδείας τής Τουρκίας. Άρχισαν να ασκούνται πιέσεις και να γίνονται αυθαιρεσίες κατά των Ελλήνων. Το 1912 το ελληνικό κράτος αναγνώρισε 31 ελληνικά γυμνάσια τής Μικράς Ασίας ως ισότιμα με τα σχολεία τής Ελλάδας.

Από τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο (1914) άρχισε ουσιαστικά η αντίστροφη πορεία. Η λειτουργία των σχολείων γινόταν ολοένα και πιο προβληματική. Πολλά σχολεία έκλεισαν και φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι διαλύθηκαν από τον φόβο των τουρκικών πιέσεων. Δεν ήταν λίγοι οι δάσκαλοι που διώχθηκαν. Κατά την διάρκεια τής Μικρασιατικής εκστρατείας οι Τούρκοι δεν επέτρεπαν σε όσους δεν ήταν Τούρκοι υπήκοοι να διδάσκουν στα ελληνικά σχολεία. Το μέτρο αυτό μάλιστα συμπεριέλαβε και την Ελένη Λουΐζου, την διευθύντρια τού Ομηρείου παρθεναγωγείου Σμύρνης, στην οποία οι Τούρκοι της Σμύρνης διεμήνυσαν ότι, κατ’ εξαίρεση, της επιτρέπουν να παραμείνει στο σχολείο αλλά χωρίς καμιά διδακτική ή διοικητική αρμοδιότητα.

Ο ελληνικός στρατός στην Αλμυρά Έρημο το1921. (Wikipedia)

Με την κατάρρευση τού Μετώπου[4], την καταστροφή τής Σμύρνης[5] και την ανταλλαγή των πληθυσμών[6] κορυφώνεται η καθοδική πορεία. Τον Αύγουστο τού 1922 τα πολεμικά και τα πολιτικά γεγονότα συμπαρέσυραν τα πάντα στην καταστροφή.

200px Caratheodory constantin

Ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή, ο διεθνούς φήμης Έλληνας μαθηματικός και επικεφαλής τού Ιωνικού Πανεπιστημίου Σμύρνης. (Wikipedia)

Ακόμη και το Ιωνικό Πανεπιστήμιο τής Σμύρνης[7] ,το οποίο είχε ιδρύσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος και τού οποίου η έναρξη λειτουργίας είχε προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο τού 1922 υπό την ηγεσία τού διεθνούς φήμης καθηγητή Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή, δεν πρόλαβε να λειτουργήσει Στις 23 Αυγούστου 1922 ο Καραθεοδωρή αποχαιρέτησε τους καθηγητές και έκλεισε το ίδρυμα, αφού πρώτα φρόντισε να πάρει τα βιβλία τής Βιβλιοθήκης και τα όργανα Φυσικής και Χημείας, τα οποία παρέδωσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

 

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

 

  • Το κείμενο βασίζεται σε στοιχεία από το Αρχείο τής ΦΕ και τα βιβλία τής Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία», τού Χρ. Σολομωνίδη «Η Παιδεία στη Σμύρνη» και τής Σιδηρούλας Ζιώγου-Καραστεργίου «Η Μέση Εκπαίδευση των γυναικών στην Ελλάδα».

 

[1] Τανζιμάτ: Πρόκειται για σειρά μεταρρυθμίσεων που είχαν στόχο την αναδιοργάνωση τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε επίπεδο διοίκησης, οικονομίας και σχέσεων με τους υπηκόους της. Η λέξη στα οθωμανικά σημαίνει «αναδιοργάνωση». Τοποθετείται χρονικά μεταξύ 1839 και 1856.

2.«Χάτι ι Χουμαγιούν»: Πρόκειται για αυτοκρατορικό διάταγμα που εξέδιδε ο Σουλτάνος. Το πιο γνωστό εκδόθηκε μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο, το 1856. Προέβλεπε ευνοϊκότερες συνθήκες ζωής για τις μη μουσουλμανικές κοινότητες τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

[3] Νεότουρκοι: Πρόκειται για το τουρκικό εθνικιστικό κόμμα «Ένωση και Πρόοδος» που ιδρύθηκε το 1908 στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη. Αξιωματικοί, πολιτικοί, αστοί και διανοούμενοι ξεσηκώθηκαν για την επαναφορά τού Συντάγματος τού 1876. Βασικός τους στόχος ήταν η κατάλυση τής απολυταρχίας τού Αβδούλ Χαμίτ Β΄ και η εγκαθίδρυση σύγχρονου κράτους σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.

[4] Κατάρρευση τού Μετώπου: Ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές τού 1920, επικράτησαν οι βασιλικοί και επανήλθε στην Ελλάδα ο βασιλεύς Κωνσταντίνος. Οι σύμμαχοι ήραν σταδιακά την εμπιστοσύνη τους στην Ελλάδα. Την άνοιξη τού 1921 αποφασίστηκε η προέλαση τού ελληνικού στρατού προς την Άγκυρα και κατελήφθη το Εσκί-Σεχίρ και το Αφιόν- Καραχισάρ. Όμως τον Αύγουστο τού 1921 ο ελληνικός στρατός ηττήθηκε στον Σαγγάριο. Παράλληλα ο Κεμάλ σε μυστική συμφωνία με τους Γάλλους (20 Οκτωβρίου 1921) ακύρωσε την συνθήκη των Σεβρών. Ακολούθησε ένας χρόνος στασιμότητας κατά την διάρκεια τού οποίου το ηθικό τού ελληνικού στρατεύματος εφθάρη, ενώ ο Κεμάλ κέρδισε χρόνο για να αναδιοργανωθεί. Έτσι επήλθε η κατάρρευση τού Μετώπου που αποτέλεσε την αρχή για όσα επακολούθησαν.

[5] Καταστροφή τής Σμύρνης: Με τον όρο αυτό εννοούμε την σφαγή τού ελληνικού και τού αρμενικού πληθυσμού τής Σμύρνης από τον κεμαλικό στρατό, καθώς και την πυρπόληση τής πόλης το 1922. Η καταστροφή άρχισε επτά ημέρες μετά την αποχώρηση και τού τελευταίου ελληνικού στρατιωτικού τμήματος από την Μ. Ασία και αμέσως μετά την είσοδο τού τουρκικού στρατού, τού Μουσταφά Κεμάλ και των ατάκτων του στην πόλη.

[6] Ανταλλαγή των πληθυσμών: Έγινε το 1923 μεταξύ των πληθυσμών τής Ελλάδος και τής Τουρκίας και βασίστηκε στην θρησκευτική ταυτότητα των κατοίκων. Αφορούσε στους Ελληνορθόδοξους Χριστιανούς πολίτες τής Τουρκίας και τους μουσουλμάνους πολίτες τής Ελλάδας. Πρόκειται για αμοιβαία εκτόπιση πληθυσμών με βάση την θρησκεία. Η Σύμβαση για την ανταλλαγή υπεγράφη στην Λωζάννη τής Ελβετίας στις 30 Ιανουαρίου 1923. Οι μεταφερόμενοι έχαναν την υπηκοότητα τής χώρας που εγκατέλειπαν. Εξαιρούντο οι Ελληνορθόδοξοι Ρωμιοί τής Πόλης, οι μουσουλμάνοι κάτοικοι τής Ανατολικής Θράκης και οι κάτοικοι τής Ίμβρου και τής Τενέδου.

[7] Ιωνικό Πανεπιστήμιο Σμύρνης :Ήταν Ανώτατα Εκπαιδευτικό Ίδρυμα το οποίο συστήθηκε στη Σμύρνη κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Διοίκησης. Τον Σεπτέμβριο του 1919 ο Ελ. Βενιζέλος και ο Κωνσταντ. Καραθεοδωρή συναντήθηκαν  στο Παρίσι.Ο διάσημος μαθηματικός ήταν επικεφαλής του ιδρύματος. Το κτήριο βρισκόταν στο λόφο Μπαχρή-Μπαμπά στις Δυτικές παρυφές του Πάγου. Το Πανεπιστήμιο δεν λειτούργησε ποτέ. Τα εγκαίνια είχαν προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο του 1922, όμως στις 23 Αυγούστου ο Κ. Καραθεοδωρή αποχαιρέτησε το προσωπικό , έκλεισε το κτήριο αφου διέσωσε τα βιβλία και τα όργανα για το μάθημα της Φυσικής και της Χημείας ,τα οποία παρέδωσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το κλειδί του ιδρύματος παρέδωσε συμβολικά στον Νικόλαο Πλαστήρα.

Δέσποινα Παπαθανασίου-Παπαντωνίου

Η Αρσακειάς δασκάλα στη Μάκρη τής Μικράς Ασίας

 

Πέντε χρόνια σπούδασε εσωτερική στο Αρσάκειο η Δέσποινα Παπαθανασίου από την Μάκρη τής Λυκίας. Ορφανή από μικρή, έπρεπε να μορφωθεί για να μπορέσει να εργαστεί και να κερδίσει μόνη της τη ζωή της. Έτσι, φοίτησε με υποτροφία ως εσωτερική στο μεγάλο Σχολείο τής Αθήνας, το Αρσάκειο. Στόχος της ήταν, εφοδιασμένη με το δίπλωμα τής δασκάλας, να γυρίσει και να διδάξει την ελληνική γλώσσα και την Ιστορία στις νέες κοπέλες τού τόπου της. Η ζωή στο Σχολείο δεν ήταν εύκολη. Μόνη της έμαθε να αγωνίζεται και να εργάζεται σκληρά. Οι συγκυρίες την βοήθησαν να σφυρηλατήσει έναν δυναμικό χαρακτήρα.  Η διευθύντρια τού Σχολείου η Μαρία Αλεξανδρίδου ήταν αυστηρή, αλλά περιέβαλλε τις μαθήτριες με μητρική στοργή, κάτι που η μικρή Δέσποινα δεν ξέχασε ποτέ. Συνέχισε να διαβάζει, να μελετά τα μαθήματά της και κατάφερε το 1907 να κερδίσει το Ράλλειο βραβείο, το παλαιότερο βραβείο τής Φ.Ε.  Όλα αυτά θυμόταν με συγκίνηση η Δέσποινα όταν, έναν χρόνο αργότερα, είχε επιστρέψει στην πατρίδα της, τη Μάκρη τής Λυκίας. Ήταν ήδη Οκτώβριος τού 1908 και σε λίγο θα εγκαινιαζόταν το νέο σχολείο στο οποίο θα ήταν διευθύντρια.

 

Η Δέσποινα Παπαθανασίου (καθισμένη) με δύο συμμαθήτριές της από το Αρσάκειο. Στη φωτογραφία σημειώνονται τα ονόματα τους: Ρακίδου και Βρατσάνου. ( Απο το Αρχείο της οικογένειας Δ. Παπαντωνίου)

Η Μάκρη ήταν μια μικρή πόλη, κτισμένη στον μυχό τού κόλπου Γλαύκου στα παράλια τής Λυκίας, όπου βρισκόταν άλλοτε η αρχαία Τελμησσός. Διάσπαρτα αρχαία μνημεία αλλά και εκκλησίες, μέσα και γύρω από την πόλη, μαρτυρούσαν το ένδοξο παρελθόν και την εκεί παρουσία των Ελλήνων.  Από τους κατοίκους οι περισσότεροι ήταν Έλληνες. Υπήρχαν ακόμα λίγοι Ιταλοί, Εβραίοι και ελάχιστοι Τούρκοι. Το λιμάνι της ήταν από τα πιο σημαντικά τής Ν.Α. Μικράς Ασίας.

Το σχολείο της πόλης ήταν κτισμένο πάνω σε έναν ογκόλιθο, απομεινάρι μιας αρχαίας οικοδομής που αποτελούσε ένα από τα 4 κάστρα τής Μάκρης. Η Δέσποινα πάντα θυμόταν τα λόγια τού προέδρου τής Δημογεροντίας την ημέρα των εγκαινίων τού σχολείου: « Απεφασίσαμεν την ίδρυσιν Παρθεναγωγείου υπό την διεύθυνσιν τής διδασκαλίσσης Δεσποίνης Παπαθανασίου, ήτις ετίμησεν την γενέτειρά της, ελθούσα πρώτη μεταξύ όλων των αποφοίτων των Αρσακείων Αθηνών, Λαρίσης, Πατρών και Κερκύρας τού έτους 1907. Είμεθα βέβαιοι ότι επαξίως θα αναλάβει την μόρφωσιν και διαπαιδαγώγησιν των κορασίδων μας. Και σήμερα, αγαπητή Δέσποινα, αρχίζουν τα καθήκοντα και οι ευθύνες σου.»

 TELMISOS

Η νεκρόπολη τής αρχαίας Τελμησσού (Πηγή εικόνας Travel Atelier)

Έτσι, έναν χρόνο μετά την αποφοίτησή της από το Αρσάκειο, η Δέσποινα Παπαθανασίου ανέλαβε τα καθήκοντα τής δασκάλας και τής διευθύντριας στο μικρό σχολείο τής Μάκρης. Έθεσε σε εφαρμογή όλα όσα είχε διδαχθεί και προσπάθησε να μεταλαμπαδεύσει στις μαθήτριές της την αγάπη για την Ελλάδα και την ελληνική γλώσσα. Οι εξετάσεις στο τέλος τής σχολικής χρονιάς ήταν θρίαμβος για την Δέσποινα.  Οι Δημογέροντες, οι ευεργέτες, τα μέλη τής σχολικής Εφορίας και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα τής κοινωνίας τής Μάκρης και τού Λιβισίου έθεσαν ερωτήσεις στις μαθήτριες πάνω στα μαθήματα που είχαν διδαχθεί. Ακόμα και προβλήματα τις έβαζαν να λύσουν. Η επίδοσή τους έκρινε την απόδοση των δασκάλων τους. Έτσι η Δέσποινα δικαιώθηκε για τις προσπάθειες και το έργο της και κέρδισε την εκτίμηση των συμπατριωτών της.

Οι σχέσεις των Ελλήνων τής Μάκρης με τους Τούρκους ήταν φαινομενικά καλές. Οι Δημογέροντες φρόντιζαν να τηρούν τους τύπους και ο χρόνος περνούσε σχετικά ήρεμα. Τα νερά τάραζαν πότε-πότε σταδιακές δραπετεύσεις και εξαφανίσεις νεαρών ανδρών που ήθελαν να αποφύγουν τη στράτευση, κάτι που είχε ως συνέπεια τη σύλληψη και τη φυλάκιση των υπολοίπων μελών τής οικογένειας.

Η έναρξη των Βαλκανικών πολέμων επιδείνωσε την κατάσταση των Ελλήνων χριστιανών στην Τουρκία. Οι Τούρκοι, ενοχλημένοι από τις νίκες τού ελληνικού στρατού στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία, εκδήλωναν το μίσος τους εναντίον των Ελλήνων τής Μικράς Ασίας. Αντίθετα η προέλαση τού ελληνικού στρατού τόνωνε το ηθικό των Ελλήνων στη Μάκρη και στο Λιβίσι. Παρά τις δυσκολίες όμως η ζωή συνεχιζόταν. Και παρά τις ανησυχίες τής μητέρας της, που νόμιζε ότι η κόρη της δεν θα παντρευτεί γιατί δεν είχε προίκα, η Δέσποινα αρραβωνιάστηκε τον δάσκαλο Δημήτριο Παπαντωνίου.

LIVISI

Το Λιβίσι, η πόλη φάντασμα τής Τουρκίας, όπως είναι σήμερα. (Πηγή εικόνας Βημαgazino 2014)

Το 1913 ο Μουσταφά Κεμάλ διορίστηκε αρχηγός τού τουρκικού επιτελείου στην Καλλίπολη. Σύννεφα όμως άρχισαν να συσσωρεύονται στην Ευρώπη. Άρχίσε να φυσά ο άνεμος ενός μεγάλου πολέμου που προμήνυε διεθνή σύρραξη. Στις 26 Αυγούστου 1914 οι κάτοικοι τής Μάκρης ξύπνησαν από τις φωνές  τής στρατιωτικής φρουράς τής πόλης που τραγουδούσε διάφορα εμβατήρια. Γρήγορα κηρύχθηκε γενική επιστράτευση. Όμως αυτό δεν αφορούσε ακόμη τους Έλληνες, γιατί οι Γερμανοί που οργάνωναν τον τουρκικό στρατό δεν ήθελαν Έλληνες στρατιώτες. Έναν χρόνο μετά όμως και ενώ στο λιμάνι τής Μάκρης είχαν συγκεντρωθεί πολλά πλοία, αποκλεισμένα από τον συμμαχικό στόλο, ένα γαλλικό θωρηκτό με 2 αντιτορπιλικά αρχισαν να βομβαρδίζουν το λιμάνι. Ο βομβαρδισμός κράτησε λίγες ώρες, αρκετές όμως για να σκορπίσει τον τρόμο στον πληθυσμό.

Οι επιτυχίες τού συμμαχικού στόλου έδωσαν φτερά στις ψυχές των χριστιανών. Συγχρόνως όμως πολλαπλασίασαν τις βίαιες ενέργειες των Τούρκων. Τόσο πολλές ήταν οι βίαιες και απρόκλητες επιθέσεις τους, ώστε οι κάτοικοι τής Μάκρης και τού Λιβισίου τής Λυκίας αποφάσισαν να στείλουν επιστολή στην ελληνική κυβέρνηση ζητώντας την προστασία της από τον Τούρκο δυνάστη. «Όλος ο ελληνικός πληθυσμός στενάζει υπό τον ζυγόν και το μαστίγιον των Τούρκων οίτινες μάς εκδικούνται έτι περισσότερον προσφάτως, κατόπιν των δολιοφθορών που υφίστανται από τα πυρά τού συμμαχικού στόλου.»

MAKRI 

Άποψη της Μάκρης απο παλαιό επιστολικό δελτάριο. Στο κέντρο η εκκλησία τού Αγίου Νικολάου 

Σύντομα οι φόβοι των κατοίκων επαληθεύτηκαν. Ένα πρωί ο τελάλης, κτυπώντας την κουδούνα του, ανακοίνωνε με βροντερή φωνή ότι κηρύχθηκε «σεφερμπελίκ» (επιστράτευση) Όλοι οι άνδρες άνω των 20 ετών έπρεπε να παρουσιαστούν εντός δύο ημερών στο Μουτουρλίκι. Οι Έλληνες έτρεχαν να πληρώσουν για να αποφύγουν τη στράτευση, ενώ άλλοι προσπάθησαν να αποδράσουν. Δεν ήθελαν με κανέναν τρόπο να καταταγούν στα «αμελέ ταμπουρού»[1]. Γνώριζαν ότι αυτό ήταν δύσκολο, αλλά δεν είχαν άλλη επιλογή. Οι Τούρκοι έμαθαν για την επιστολή προς την Ελλάδα και ένα πρωί χτύπησαν την πόρτα τού σπιτιού τής Δέσποινας και τού Δημήτριου Παπαντωνίου στη Μάκρη. Από τις φωνές και την βία τα δύο παιδιά, που εν τω μεταξύ είχαν αποκτήσει, έκλαιγαν γοερά. Η Δέσποινα απελπισμένη και κατακίτρινη προσπαθούσε να τα καθησυχάσει, καθώς οι Τούρκοι τραβούσαν βίαια τον Δημήτριο έξω από το σπίτι. Από τότε άρχισε το μαρτύριο τού ελληνικού πληθυσμού τής Μάκρης. Ανακρίσεις, ξυλοδαρμοί, βούρδουλας, βασανιστήρια, φυλάκιση, απομόνωση και πολλοί θάνατοι ήταν ο τελικός απολογισμός .Τα Χριστούγεννα τού 1916 ήταν μαύρα. Οι Τούρκοι συνέχιζαν τις βιαιότητες. Εξόρισαν μάλιστα και την ίδια τη Δέσποινα για να δικαστεί μαζί με τον σύζυγό της, επειδή την θεώρησαν επικίνδυνη γιατί ήταν δασκάλα και είχε σπουδάσει στην Αθήνα. Έτσι ένα παγωμένο χειμωνιάτικο πρωί, όλοι μαζί πήραν τον δρόμο για το Δενισλί, όπου θα διεξαγόταν το δικαστήριο.

AMELE TAMPOUROU

Η πορεία των Ελλήνων που μετείχαν στα τάγματα εργασίας. (Wikipedia)

Η πορεία προς την εξορία ήταν θλιβερή. Οι Τούρκοι με άγριες φωνές έσπρωχναν τις γυναίκες να φύγουν. Ο Δημήτριος, πάνω σε ένα μουλάρι, κρατούσε τη μικρή Ειρηνούλα στην αγκαλιά του. Η Δέσποινα σε ένα άλλο είχε στον κόρφο της τον Αντωνάκη, βρέφος 5 μηνών. Προχωρούσαν αργά στους παγωμένους δρόμους που συχνά ήταν δύσβατα μονοπάτια. Ακόμα και τα ζώα περπατούσαν με δυσκολία και ήταν μαρτύριο για όσους ακολουθούσαν με τα πόδια. Γλιστρούσαν, έπεφταν και σηκώνονταν αμίλητοι.  "Μια βουβή πορεία, πιο θλιβερή κι από κηδεία, που τη διέκοπταν οι άγριες φωνές των στρατιωτών, για να προχωρούν πιο γρήγορα, και οι κλωτσιές τους σε όσους έπεφταν, για να ξανασηκωθούν αμέσως". Οι μισοί από τους εξόριστους τη δεύτερη εβδομάδα τής πορείας είχαν αρρωστήσει από κρυολογήματα και από εξάντληση. Άλλους έψηνε ο πυρετός, γιατί δεν έκαναν τίποτα πια τα πρόχειρα φάρμακα που είχαν μαζί τους. Κουρασμένοι, εξαντλημένοι, γεμάτοι ψείρες έσερναν με κόπο τα πόδια τους. Όσοι είχαν πυρετό παραμιλούσαν και παρακαλούσαν να πεθάνουν παρά να συνεχίσουν αυτή η μαρτυρική πορεία.

«Φτάσαμε στο Δενισλί[2] μετά από μια εξαντλητική πορεία δύο εβδομάδων. Δεν περιγράφονται οι ταλαιπωρίες μας ώσπου να φτάσουμε εδώ. Ο Δημήτριος είναι φυλακή μαζί με τους άλλους πατριώτες, περιμένοντας να δικαστούν από το στρατοδικείο. Εγώ με την Ειρηνούλα και τον Αντωνάκη μένουμε σε ένα σπιτάκι δίπλα στον ιατρό Κώστα Δαγκλή, που μας φιλοξένησε μόλις φτάσαμε. Πρέπει να περνώ πάντως από το φρουραρχείο να δίνω το παρόν. Ο εξανθηματικός τύφος θερίζει τους πατριώτες.» έγραφε στους δικούς της η Δέσποινα ζητώντας βοήθεια. Σιγά-σιγά άρχισε να παραδίδει μαθήματα τρεις φορές την εβδομάδα στα παιδιά των Ελλήνων τής περιοχής για να μπορέσει να ζήσει την οικογένειά της.  Ο Δημήτριος χαρακτηρίστηκε βαριά άρρωστος και τον άφησαν να νοσηλευτεί στο σπίτι του. Όμως, μετά από σύντομη νοσηλεία, συνήλθε και άρχισε και εκείνος με τη σειρά του να διδάσκει τους μαθητές τής Δέσποινας που διψούσαν για μάθηση. Τα δίδακτρα που έπαιρναν και οι δύο κάλυπταν τα έξοδα για να  συντηρείται η οικογένειά τους. Όλα θα μπορούσαν να τα αντέξουν. Ο θάνατος όμως τού γιου τους Αντωνάκη, το 1917, τους συνέτριψε.

SMYRNI

Η Σμύρνη το 1919, όπως απεικονίζεται σε  επιστολικό δελτάριο.

Εν τω μεταξύ η έκβαση τού πολέμου στην Ευρώπη εξαγρίωσε τους Τούρκους. Στο μένος των στρατιωτών προστέθηκε και το μίσος τού εξαγριωμένου απαίδευτου όχλου, που εκδηλωνόταν με αγριότητα.Το 1919 όλοι οι Έλληνες τής Μικράς Ασίας διάβαζαν αχόρταγα στις εφημερίδες τις θριαμβευτικές περιγραφές τής απόβασης τού ελληνικού στρατού και τη συγκινητική υποδοχή του από την εκκλησία, τη δημογεροντία, τους αλαλαγμούς χαράς από τον ελληνικό πληθυσμό, αλλά και τις δολοφονικές συμπλοκές με άτακτους κρυμμένους Τούρκους και με θύματα άμαχο πληθυσμό.

SMYRNI STRATOS

Η υποδοχή τού ελληνικού στρατού στη Σμύρνη (Wikipedia)

Η εξορία του Δημητρίου  έληξε και έτσι η Δέσποινα μπόρεσε να γεννήσει τα δίδυμα κοριτσάκια της στη Σμύρνη, στο σπίτι τής αδελφής της. Εκεί πρόλαβε να δει τους σημαιοστολισμένους με τη γαλανόλευκη δρόμους της πόλης και τους κατοίκους που με χαρά και ενθουσιασμό υποδέχθηκαν τον ελληνικό στρατό. Το 1920 μαζί με τα κοριτσάκια τους επέστρεψαν και εγκαταστάθηκαν στη Μάκρη.

Όμως, τα διεθνή γεγονότα έτρεχαν με ταχύτητα φωτός. Οι Ρώσοι μετά την Οκτωβριανή επανάσταση εγκατέλειψαν τους συμμάχους. Ο Κεμάλ υπέγραψε συμμαχία με τη Ρωσία και τον Λένιν.[3] Έτσι ένα πρωί τού Αυγούστου τού 1921 εκεί που ανέμελοι συζητούσαν οι Έλληνες άκουσαν για μία ακόμη φορά τον τελάλη να φωνάζει «Γενική επιστράτευση! Όλοι οι αρσενικοί από 12 έως 70 να παρουσιαστούν σε 8 μέρες στην Μάκρην στο Διοικητήριον. Ακούσατε! Επιστράτευση.».

Για μία ακόμα φορά ο Δημήτριος μαζί με άλλους Έλληνες τής περιοχής ξεκίνησαν τη θλιβερή πορεία τους προς το εσωτερικό τής χώρας. Έφτασαν στο Δενισλί και από εκεί όσοι είχαν να πληρώσουν τους Τούρκους μεταφέρθηκαν με τραίνο στο Ερεγλή[4]. Οι υπόλοιποι ακολούθησαν με τα πόδια και ένας Θεός ξέρει αν έφθασαν ποτέ. Εν τω μεταξύ, την τελευταία ημέρα τού Αυγούστου η Δέσποινα γέννησε το αγοράκι της. Οι Τούρκοι είχαν κλείσει τα ελληνικά σχολεία και διέταξαν τα Ελληνόπουλα να γραφτούν στα τουρκικά. Οι Έλληνες τής Μάκρης θεώρησαν καλύτερη λύση να γράψουν τα παιδιά τους στο ιταλικό σχολείο που υπήρχε εκεί. Παράλληλα η Δέσποινα από το φθινόπωρο του 1921 άρχισε να παραδίδει κρυφά μαθήματα στα παιδιά των Ελλήνων τής Μάκρης. Έτσι κατόρθωσε να ζήσει τα παιδιά και την πεθερά της.

Την ίδια εποχή ο Μουσταφά Κεμάλ διορίστηκε αρχιστράτηγος στον Σαγγάριο και υπέγραψε συμφωνία με τους Γάλλους[5]. Οι εξόριστοι Έλληνες, μεταξύ των οποίων και ο Δημήτριος, έφυγαν από το Ικόνιο[6] και έφτασαν στη Νίγδη[7] και από εκεί στην Καισάρεια[8] εξασθενημένοι βρώμικοι και αδύναμοι. Εκεί τους πλησίασε ένας από τους προύχοντες τής πόλης, ο Τοζάκογλου, μεγαλέμπορος και τραπεζίτης πασίγνωστος στην περιοχή ο οποίος ζητούσε δάσκαλο για να διδάξει Ελληνικά στα παιδιά του. Με τη βοήθεια τού ανθρώπου αυτού ο Δημήτριος γλύτωσε τις κακουχίες και παρέμεινε με την οικογένεια τού Έλληνα μεγαλέμπορου μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών[9].

Το 1922 βρήκε τους χριστιανούς τής Μικράς Ασίας να δέονται στις εκκλησιές για τους εξόριστους. Τα γεγονότα δεν άφηναν κανέναν να ησυχάσει. Οι ζέστες είχαν ξεκινήσει νωρίς, ήδη από το τέλος Μαΐου. Τα μαθήματα τής Δέσποινας γίνονταν πλέον στην πίσω αυλή τού σπιτιού. Έχοντας ζήσει εξορίες, βάσανα και φόβο αγωνιούσε μηπως την ανακαλύψουν οι Τούρκοι. Αναρωτιόταν αν θα επιζήσουν, τι μέλλον θα έχουν τα παιδιά της, πού βρίσκεται ο άντρας της. «Να περάσει αυτή η θύελλα, να μετρηθούμε και να μη λείπει κανείς» ευχόταν με δάκρυα στα μάτια.

Από τη στιγμή που το μέτωπο κατέρρευσε, τον Αύγουστο τού 1922, ο ελληνικός πληθυσμός έβλεπε το τέλος να πλησιάζει. Ο στρατός είχε νικηθεί και οι Τούρκοι έδιωχναν τους Έλληνες, που μάζευαν τα πράγματά τους, αλλά και τις εικόνες από τις εκκλησιές για να τις σώσουν. Τους είχαν πει ότι μαζί τους επιτρεπόταν να πάρουν ένα μπαούλο με ρούχα, έναν μπόγο με κουβέρτες και ένα κοφίνι με τρόφιμα. Όσα πράγματα δεν μπορούσαν να πάρουν τα έβγαζαν στον δρόμο για να τα πουλήσουν όσο-όσο, προκειμένου να έχουν μαζί τους χρήματα. Η Δέσποινα κάθε βράδυ ξήλωνε γιακάδες και φόδρες από τα φορέματά της για να κρύψει χρυσά κοσμήματα που θα μπορούσε να πουλήσει στην Ελλάδα. Όταν ήρθε η ημέρα τής αναχώρησης πήρε τα  παιδιά της, την πεθερά της και τα πράγματα που είχαν συγκεντρώσει και κατέβηκαν στο λιμάνι. Εκεί αυστηροί Τούρκοι αξιωματικοί άνοιγαν επιδεικτικά τα μπαούλα προσπαθώντας να αυξήσουν την αγωνία των προσφύγων και να θέσουν ένα ακόμα εμπόδιο στο μαρτυρικό ταξίδι τους προς την πατρίδα. Στην πραγματικότητα προσπαθούσαν να αφαιρέσουν ό,τι κοσμήματα είχαν μαζί τους οι γυναίκες . Η Δέσποινα καθόταν με αγωνία και υπομονή μπροστά σε ένα σεντούκι, όταν ξαφνικά ο Τούρκος αξιωματικός την κοίταξε αυστηρά και δείχνοντάς της δύο διπλωμένα χαρτιά της είπε:

- Τι είναι αυτά;

- Τα διπλώματά μας. απάντησε η Δέσποινα.

Ο Τούρκος με μια θυμωμένη κίνηση τα έσκισε σε πολύ μικρά κομμάτια και είπε περιφρονητικά:

- Να σου βγάλουν άλλα εκεί που θα πας.

- Αυτό είναι εύκολο. Κι αυτά αντίγραφα είναι, απάντησε θυμωμένη η Δέσποινα.

Άθελά της, ο νους της γύρισε στο Σχολείο της και στα χρόνια των σπουδών της. «Θα μου στείλουν αντίγραφο και μάλιστα πολύ γρήγορα» σκέφθηκε. Και γυρίζοντας την πλάτη στον Τούρκο αξιωματικό κατευθύνθηκε προς το πλοίο.

IMG 20210602 WA0002

Το αποδεικτικό τού διπλώματος τής Δέσποινας Παπαθανασίου-Παπαντωνίου από το Αρσάκειο Αθηνών (Απο το αρχείο της οικογενείας Δ. Παπαντωνίου)

Ήταν η τελευταία οικογένεια που επιβιβάστηκε στο καΐκι που θα τους πήγαινε στη Ρόδο, η οποία τότε βρισκόταν υπό ιταλική διοίκηση. Από εκεί ένα ελληνικό πλοίο θα τους μετέφερε στον Πειραιά. Αργούσε όμως και έτσι πέρασαν πολλές μέρες στοιβαγμένοι όλοι στο λιμάνι τής Ρόδου, αφού οι ιταλικές αρχές δεν τους επέτρεψαν την έξοδο στο νησί. Το ταξίδι με το ελληνικό καράβι κράτησε πολλές ώρες και ήταν επώδυνο. «Τρεις μέρες ταξίδευαν στο πέλαγος και ο Πειραιάς ήταν ακόμα μακριά. Το βαπόρι έπλεε σιγά-σιγά και κόντευε να βουλιάξει από το βάρος. Γυναίκες λιποθυμούσαν, παιδιά έκλαιγαν. Οι νύχτες ήταν ακόμα πιο εφιαλτικές.» Λίγο πριν φθάσουν στον Πειραιά ο καπετάνιος πήρε σήμα να σταματήσουν λίγες μέρες στην Τζια, γιατί στον Πειραιά υπήρχαν ήδη τόσοι πολλοί πρόσφυγες που κοιμόντουσαν στους δρόμους. Την επόμενη ημέρα το πλοίο μπήκε στο λιμάνι τής Τζιας. Λίγα σπιτάκια ήταν κτισμένα γύρω από το λιμανάκι και οι κάτοικοι είχαν συγκεντρωθεί στην προκυμαία. Τότε η Δέσποινα αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη της. Με μια βάρκα κατέβηκε στο νησί. Ανάμεσα στους κατοίκους που είχαν συγκεντρωθεί ήταν και ένας ιερέας. Τον πλησίασε με θάρρος και ευγενικά τον ρώτησε.

- Πάτερ, λειτουργεί σχολείο εδώ; 
- Μόνο στη Χώρα, τής απάντησε                                                                                                                                   
- Μήπως ξέρετε αν υπάρχει κενή θέση δασκάλας;
- Βεβαίως, υπάρχει κενή θέση δασκάλου στο σχολείο μας. Γιατί ρωτάτε; Μήπως είστε δασκάλα; τής απάντησε ένας άλλος καλοντυμένος κύριος.
- Ναι. Απόφοιτος τού Αρσακείου Αθηνών. Και σκέφθηκα μήπως είναι καλύτερα να μείνω εδώ αντί να πάω στον Πειραιά.
- Ήρθε εντολή να δεχθούμε κάποιους πρόσφυγες εδώ. Αν θέλετε προσπαθήστε.

Έτσι η Δέσποινα με την οικογένειά της εγκαταστάθηκε στη Χώρα τής Τζιας. Ζήτησε από το Αρσάκειο αποδεικτικό τού πτυχίου της, το οποίο τής έστειλαν αμέσως, στις 24 Οκτωβρίου 1922. Το υπέγραφαν ο πρόεδρος τής Φ.Ε. Αγγ. Σίμος και ο Γραμματέας Ιωαν. Θεοδωρίδης.

Ο άντρας τη Δέσποινας κατόρθωσε να σωθεί χάρη στη βοήθεια τής οικογένειας που τον έκρυβε στην Καισάρεια και με ψεύτικα στοιχεία ξέφυγε από τους Τούρκους και  επέστρεψε στην Ελλάδα. Μόλις έφτασε στον Πειραιά έμαθε από κάποιους συγγενείς τα νέα τής οικογένειάς του και έφυγε χαρούμενος για την Τζια. Ευχαριστημένος που ξανάσμιξε με τους δικούς του, δούλεψε και εκείνος ως δάσκαλος στο νησί. Με τη Δέσποινα απόκτησαν ακόμα ένα κοριτσάκι.

Η οικογένεια τού Δημητρίου και τής Δέσποινας Παπαντωνίου. Από αριστερά η Κική, η Δέσποινα, η Νίκη, η Ειρηνούλα, η Καίτη, ο Δημήτριος και ο Αντώνης.  (Από το αρχείο της οικογενειας Δ. Παπαντωνίου)

Το 1930 η οικογένεια ήρθε στην Αθήνα  και εγκαταστάθηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια. Έτσι τελείωσε η οδύσσεια τής Δέσποινας Παπαθανασίου. Η νεαρή Αρσακειάδα βρήκε επιτέλους την Ιθάκη της και όπως είχε ευχηθεί στην προσευχή της στην Μάκρη « όταν τελείωσε αυτή η θύελλα μετρήθηκαν και δεν έλειπε κανείς». Ήταν επιτέλους σώοι και ελεύθεροι.

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Το κείμενο βασίστηκε στο βιβλίο τής Ρένας Βελισσαρίου «Όσα σάρωσε η θύελλα», βασισμένο στην αληθινή ιστορία τής οικογενείας, αφού η συγγραφέας είναι η πρωτότοκη κόρη τής Δέσποινας, η Ειρήνη.

 

Ευχαριστώ την μαθήτριά μου Δέσποινα Παπαντωνίου που μας γνώρισε τη γιαγιά της και μάς έδωσε όλα τα στοιχεία που είχε η οικογένεια στη διάθεσή της.

 

[1] Αμελέ ταμπουρού ονομάζονται στην ελληνική βιβλιογραφία τα τάγματα εργασίας (amele taburlari) που χρησιμοποιήθηκαν από την οθωμανική Αυτοκρατορία στις περιοχές που ελέγχονταν από τους Νεότουρκους ή τις δυνάμεις τού Κεμάλ Ατατούρκ. Ουσιαστικά αποτελούσαν μια μέθοδο εθνοκάθαρσης, διότι στα τάγματα αυτά εργάζονταν σκληρά άνδρες μη μουσουλμάνοι, σε βαριές εργασίες και υπό απάνθρωπες συνθήκες, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι να πεθαίνουν.

[2] Πρόκειται για την πόλη Ντενιζλί που βρίσκεται στη ΝΔ Μικρά Ασία σε μια κοιλάδα η οποία διαμορφώθηκε από τον ποταμό Μαίανδρο. Είναι πρωτεύουσα τής ομώνυμης επαρχίας. Κοντά της, στα ΒΔ, βρίσκονται τα ερείπια τής αρχαίας Ιεράπολης και τής Λαοδικείας, που βρίσκεται στη συμβολή των ποταμών Λύκου και Μαιάνδρου.

[3] Πρόκειται για τη συνθήκη τής Μόσχας του 1921. Έκτοτε με ρωσικά χρήματα και όπλα ο Κεμάλ θα πολεμήσει τους Έλληνες στη Μικρά Ασία.

[4] Πρόκειται για την αρχαία ελληνική πόλη τής Παφλαγονίας Ηράκλεια την Ποντική. Σήμερα ονομάζεται Eregli Karadenir, κάτι που αποτελεί ακριβή μετάφραση τής αρχαίας ονομασίας της (Eregli=Hράκλεια Karadenir=Μαύρη θάλασσα=πόντος)

[5] Πρόκειται για τη Συνθήκη τής Άγκυρας που συνομολογήθηκε μεταξύ τής Γαλλίας και τής επαναστατικής κυβέρνησης τής Άγκυρας τού Κεμάλ Ατατούρκ στις 20 Οκτωβρίου 1921, την εποχή που η Ελλάδα επιχειρούσε την Μικρασιατική Εκστρατεία.

[6] Το Ικόνιο (Κonya) είναι πόλη τής κεντρικής Τουρκίας, 500 χλμ. ΝΑ τής Σμύρνης. Βρίσκεται στο κέντρο τής αρχαίας Λυκαονίας και την αναφέρει ο Ξενοφών στο έργο του «Κύρου Ανάβασις».

[7] Η πόλη Νίγδη είναι πρωτεύουσα τής ομώνυμης επαρχίας της Καππαδοκίας, κτισμένη ανάμεσα σε ηφαιστειακά βουνά τής περιοχής. Κοντά της βρίσκονται τα αρχαία Τύανα, τα οποια ο Ξενοφών αναφέρει στην Κύρου Ανάβαση ως πόλη μεγάλη και ευημερούσα με το όνομα Δάνα.

[8] Η Καισάρεια (Kayseri) είναι μεγάλη και αρχαία πόλη τής κεντρικής Ανατολίας και πρωτεύουσα τής Καππαδοκίας. Η παλαιά της ονομασία ήταν Μάζακα από την προϊστορική θεότητα Μα. Πήρε το όνομα Καισάρεια το 17 μ.Χ., όταν κατέλαβαν την Καππαδοκία οι Ρωμαίοι. Βρίσκεται στη διασταύρωση μεγάλων δρόμων, γι’ αυτό και ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός την οχύρωσε με ισχυρά τείχη. Ήταν σημαντικό θρησκευτικό κέντρο. Επίσκοπος Καισαρείας υπήρξε και ο Μέγας Βασίλειος.

[9] Η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών ήταν στην ουσία μια μεγάλης κλίμακας συμφωνημένη αμοιβαία εκτόπιση, που υπογράφηκε στη Λωζάνη (31 Ιαν. 1923) από εκπροσώπους τής Ελλάδας και τής Τουρκίας. Αφορούσε σε 2.000.000 άτομα (1.500.000 Έλληνες και 500.000 μουσουλμάνους τής Ελλάδας, δηλαδή τους Ελληνορθόδοξους χριστιανούς πολίτες τής Τουρκίας και τους μουσουλμάνους πολίτες τής Ελλάδας με εξαίρεση τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και τους μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης).

Αρσακειάδες δασκάλες στα σχολεία τής Ανατολικής Θράκης και τής Μικράς Ασίας 

 

Ένας από τους ισχυρότερους συνδετικούς κρίκους τού Μικρασιατικού Ελληνισμού με τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία είναι οι νεαρές 18χρονες Αρσακειάδες δασκάλες που έσπευσαν να αναζητήσουν θέση στα σχολεία των ελληνικών κοινοτήτων τής Ανατολικής Θράκης και τής Μικράς Ασίας μεταλαμπαδεύοντας το φως τής ελληνικής παιδείας στον εκεί ελληνισμό. Γνωρίζοντας ότι οι Έλληνες τής Μ. Ασίας έδιναν πολύ μεγάλη σημασία στην ελληνική παιδεία, πολλές απόφοιτοι έρχονταν σε επαφή με εκπροσώπους των κατά τόπους εκκλησιών ή τις εφορείες των σχολείων κάθε περιοχής και διεκδικούσαν μια θέση στα σχολεία αυτά. Ήταν σίγουρες, εκ των προτέρων, ότι θα τύχουν μεγάλης εκτίμησης και υποδοχής από τα μέλη των εκεί κοινοτήτων. Από την άλλη πλευρά τού Αιγαίου, οι Μικρασιάτες Έλληνες επεδίωκαν να βρουν άξιες και ικανές δασκάλες να στελεχώσουν τα σχολεία τους, προκειμένου να προωθήσουν την ελληνική παιδεία στις περιοχές τους. Το δίπλωμα τής δασκάλας από το Σχολείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας αποτελούσε γι’ αυτούς εγγύηση, γι’ αυτό δεν δίσταζαν να απευθυνθούν στο Δ.Σ. τής Φ.Ε. ζητώντας να τους συστήσουν την καλύτερη δασκάλα. Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι τα θέματα τής αμοιβής ή τού χρονικού διαστήματος που θα παρέμεναν στα σχολεία οι δασκάλες αυτές ήταν αποτέλεσμα προσωπικής τους συμφωνίας  με τις κατά τόπους εφορείες. Φυσικά τα πράγματα ήταν αρκετά ρευστά και η καριέρα των περισσοτέρων αβέβαιη. Όμως οι Αρσακειάδες δασκάλες, όπως και όλοι οι δάσκαλοι που εργάστηκαν στα σχολεία αυτά τού «Μείζονος Ελληνισμού», με αυτοθυσία και πατριωτισμό ανέλαβαν το έργο τής διαπαιδαγώγησης των νέων Ελλήνων τής Μ. Ασίας.

Όπως γράφει στο βιβλίο της «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία 1836-1900» η Μαρία Ν. Βαϊάννη «Ο εντοπισμός όμως και η καταγραφή των Αρσακειάδων που δίδαξαν σε ελληνικά Μικρασιατικά σχολεία, μολονότι αποτελεί την σημαντικότερη συμβολή τής Φ.Ε. στα εκπαιδευτικά πράγματα τού Μικρασιατικού Ελληνισμού παρουσιάζει δυσκολίες ως προς τις άμεσες πηγές πληροφόρησης.»

Από το Αρχείο τής Φ.Ε., τα Πρακτικά τού Δ.Σ., τα μητρώα προσωπικού και τα Πρακτικά των Γενικών Συνελεύσεων δεν μαθαίνουμε για την σταδιοδρομία τους στα σχολεία τής Μικράς Ασίας. Τα αρχεία των εκεί ελληνικών σχολείων δεν διασώθηκαν ή βρίσκονται σε σχολεία στην Τουρκία. Στα Γενικά Αρχεία τού Κράτους σώζονται κάποιοι κώδικες κοινοτήτων τής Μικράς Ασίας αλλά δεν δίνουν πολλές πληροφορίες. Τα ονόματα που αναφέρονται παρακάτω βρέθηκαν σε κάποια από τις παραπάνω πηγές. Εν τούτοις, επειδή ο αριθμός των Μικρασιατισσών που αποφοίτησαν από το Αρσάκειο είναι κατά πολύ μεγαλύτερος, δεν υπάρχουν πληροφορίες για το αν όλες ή κάποιες από αυτές χρησιμοποίησαν το πτυχίο τους για να εργαστούν ως δασκάλες, κάτι που δεν αποκλείεται. Η προσφορά πάντως όλων, είτε έχει φτάσει το όνομά της σε εμάς είτε όχι, ήταν ουσιαστική, εθνική και ιστορική, αφού στους λεπτούς ώμους τους σήκωσαν το βάρος τής εκπαίδευσης των Ελλήνων τής Μικράς Ασίας.

Ακολουθούν τα ονόματα όσων διδασκαλισσών αποφοίτων τού Αρσακείου αναφέρονται σε κάποια από τις παραπάνω πηγές:

ΑΡΣΑΚΕΙΑΔΕΣ ΔΑΣΚΑΛΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΡΑΚΗ

2560px Aivazovsky View of Constantinople and the Bosphorus

" Ηλιοβασίλεμα στην Κωνσταντινούπολη" Έργο του Αivazovsky. (Wikipedia)

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ

Ασπιώτου Παγώνη

Ήταν από τις πρώτες δασκάλες τού Ιωακειμείου Παρθεναγωγείου Κωνσταντινουπόλεως. Πέθανε το 1933.

Αντωνιάδου Αγαθονίκη

Γεννήθηκε στη Σκύρο. Αριστούχος τού Αρσακείου, διετέλεσε διευθύντρια τού Αρσακείου Κερκύρας και το διάστημα 1895-1897 διευθύντρια στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο Κωνσταντινουπόλεως. Έγραψε πολλές παιδαγωγικές μελέτες και ποιήματα.  (--> Αρσακειάδες)

Ιωαννίδου-Παπαγγελή Χρυσούλα

Ήταν από την Αθήνα. Μετά την αποφοίτησή της από το Αρσάκειο έκανε παιδαγωγικές σπουδές στη Μασσαλία. Το διάστημα 1865-1868 διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου τού Αγίου Τάφου στην Κωνσταντινούπολη. Υπήρξε η πρώτη διευθύντρια του Ιωακειμείου Παρθεναγωγείου από το 1882 έως το 1896. Η συμβολή της στην οργάνωση τού σχολείου ήταν σημαντική.

Κεχαγιά Καλλιόπη

Γεννήθηκε στην Προύσα το 1839. Σπούδασε στη σχολή Χίλλ και στο Αρσάκειο, από όπου και αποφοίτησε. Υπήρξε πολύπλευρη προσωπικότητα που σφράγισε με το έργο της τα εκπαιδευτικά πράγματα στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη τα τελευταία 30 χρόνια τού 19ου αι. Διετέλεσε διευθύντρια τού Ζαππείου Παρθεναγωγείου Κωνσταντινούπολης και πρώτη Επόπτρια των Σχολείων τής Φ.Ε..  (--> Εκπαίδευση στην Φ.Ε.) 

Αικατερίνη Κοντίδου

Αριστούχος Αρσακειάς με μετεκπαίδευση στη Γενεύη. Διηύθυνε το Παρθεναγωγείο της Παλλάδος.

Μιχόγλου Ευφροσύνη

Δίδαξε στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο από το 1889-1890.

Νικολαΐδου Καλλιρρόη

Αρσακειάς με μετεκπαίδευση στο Παρίσι. Δίδαξε στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο το 1899-1900.

Σειρηνίδου Βικτωρία 

Γεννήθηκε στο Ζιντζί Ντερέ ή την Καισάρεια της Καππαδοκίας.

Σκορδέλη Ασπασία

Γεννήθηκε στη Φιλιππούπολη. Τελείωσε το Αρσάκειο το 1886. Μιλούσε Γαλλικά και Γερμανικά. Διετέλεσε Διευθύντρια του Παρθεναγωγείου Σταυροδρομίου απο το 1912-1923  Στη συνέχεια διεύθυνε την Οικοκυρική Σχολή του Αρσακείου Ψυχικού (-->Σχολεία της Φ.Ε.)

Στάμπα Υπατία

Η Αρσακειάδα Υπατία Στάμπα ήταν γλωσσομαθής και είχε μετεκπαιδευτεί στην Αγγλία. Το 1890-1891 ήταν διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου «Παλλάς» στην Κωνσταντινούπολη.

Τρανού Ελένη

Καταγόταν από τη Σμύρνη. Δίδαξε στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο Κωνσταντινουπόλεως.

Άννα Τριανταφυλλίδου

Γεννήθηκε το 1876 στις Σέρρες. Σπούδασε στο Αρσάκειο. Εργάστηκε μέχρι το 1900 στο Ζάππειο Κωνσταντινουπόλεως, όπου διετέλεσε και διευθύντρια τού Νηπιαγωγείου. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα δραστηριοποιήθηκε στον εκπαιδευτικό, τον κοινωνικό και τον πολιτιστικό τομέα.

                                                                                     

ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΗ

440px St George Church, Edirne

Ο Ναός τού Αγίου Γεωργίου στην Αδριανούπολη. (Wikipedia)

Αντωνιάδου Ευφροσύνη 

Διετέλεσε Διευθύντρια του Ζαππείου Παρθεναγωγείου Aδριανουπόλεως

Αποστολίδου Ευφροσύνη

Δίδαξε στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο Αδριανουπόλεως

Βουγάτσου Θεοδώρα

Διετέλεσε Διευθύντρια του Ζαππείου Παρθεναγωγείου Αδριανουπόλεως

Σιγανού-Παρρέν Καλλιρρόη.

Γεννήθηκε στην Κρήτη. Σπούδασε στο Αρσάκειο.Διετέλεσε Διευθύντρια του Ροδοκανακείου Παρθεναγωγείου της Οδησσου και του Ζαππείου Παρθεναγωγείου Αριανουπόλεως. Ηγήθηκε του Φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα και ήταν η πρώτη γυναίκα δημοσιογράφος.(-->Αρσακειάδες)

 

ΜΑΚΡΑ ΓΕΦΥΡΑ

Makra gefyra

Η Μακρά Γέφυρα του ποταμού Εργίνη,η οποια εκτός απο τον ποταμό καλύπτει και έκταση βάλτων. Βρίσκεται κοντά στα Ελληνοτουρκικά  Σύνορα. (Aπο γκραβούρα του 19ου αι.)

Σιναπίδου Μαρία

 

ΕΠΑΡΧΙΑ ΔΕΡΚΩΝ

derkon

Άποψη της λίμνης  των Δερκών (Wikimapia)

Κυφιώτου Ελένη

Νηπιαγωγός, δούλεψε σε πολλά σχολεία της επαρχίας Δερκών από το 1883-1890

 

ΑΡΣΑΚΕΙΑΔΕΣ ΔΑΣΚΑΛΕΣ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

 

ΣΜΥΡΝΗ

Smyrni

Άποψη της Σμύρνης. Η προκυμαία. ( Wikipedia)

Αρνού Ευρυδίκη

Αριστούχος του Αρσακείου, δίδαξε στο Ομήρειο Παρθεναγωγείο.

Κοντίδου Αικατερίνη

Αριστούχος του Αρσακείου και μετεκπαιδευμένη στη Γενεύη.Δίδαξε στα Παρθεναγωγείο του Μπουτζά, του Μπουρνόβα και των Βουρλών.

Smyrni1

Κάρτ Ποστάλ όπου απεικονίζεται η παραλία της Σμύρνης. Ξεχωρίζει το καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής. 

Λαιλίου-Τζανή Σαπφώ

Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη. Φοίτησε στο Αρσάκειο. Μαζί με τον σύζυγό της Ιωσήφ Μάγνη ίδρυσαν ιδιωτικό παρθεναγωγείο στη Σμύρνη το οποίο έγινε πολύ γνωστό στα πρώτα χρόνια τής λειτουργίας του. Αργότερα διετέλεσε διευθύντρια του Κεντρικού Παρθεναγωγείου Σμύρνης.

Λουΐζου Ελένη

Εμβληματική φυσιογνωμία τής εκπαίδευσης τού Μικρασιατικού Ελληνισμού. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο και μετεκπαιδεύτηκε 3 χρόνια στην Ευρώπη. Υπήρξε η πρώτη και μοναδική Διευθύντρια τού Ομηρείου Παρθεναγωγείου Σμύρνης. (-> Αρσακειάδες)

Λουτράρη Μαρία

Στα πεπραγμένα τής Συνέλευσης τής 13ης/11/1846 τής Φ.Ε. αναφέρεται ότι διορίστηκε στη Σμύρνη.

Λουΐζου Μαρία

Δίδαξε στο Ομήρειο Παρθεναγωγείο.

Σειρηνίδου Βικτωρία 

Γεννήθηκε στο Ζιντζί Ντερέ ή την Καισάρεια της Καππαδοκίας.

Σπετσιώτου Ζαφειρία

Διετέλεσε Διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου της Αγίας Φωτεινής.

Παπαδάκη Χρυσάνθη

Γεννήθηκε το 1855 στο Αϊδίνι. Σπούδασε στο Αρσάκειο. Εκτός από το πτυχίο της Δασκάλας απέκτησε και το πτυχίο τής πρωτοεισαχθείσης τότε μεθόδου τού νηπιαγωγού. Εργάστηκε ως νηπιαγωγός στη Θεσσαλονίκη. Το 1873 ίδρυσε στη Σμύρνη το «Ελληνικόν Σχολείον» και το πρώτο Νηπιαγωγείο. Σε αυτό ακολουθούσε πιστά το πρόγραμμα που εφαρμοζόταν στο Αρσάκειο. Η κοινωνία τής Σμύρνης σεβάστηκε το έργο της και εξετίμησε τις προσπάθειές της για την παιδεία στη Σμύρνη.

Παπαεμμανουήλ Ελισσάβετ

Σύμφωνα με έκθεση τού επιθεωρητή Γεωργίου Ρωγδιανού για τα ιδιωτικά σχολεία στη Σμύρνη, που συντάχθηκε στις 13/1/1921, δίδαξε στο «Λύκειο Παπαεμμανουήλ» στη Σμύρνη.

Ψιμιλοπούλου Κωνσταντίνα

Γεννήθηκε στη Σμύρνη. Φοίτησε στο Αρσάκειο με οικονομική διευκόλυνση τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Δίδαξε στο «Ελληνικόν Σχολείον» τού Ν. Αρώνη στη Σμύρνη

 

ΑΜΙΣΟΣ

amisos sampsounta

Άποψη της πόλεως της Αμισού (Σαμψούντα) του Πόντου όπως απεικονίζεται σε  παλαιό επιστολικό δελτάριο .

Αδελφές Μιχαλακοπούλου

Δίδαξαν στο Παρθεναγωγείο Αμισού (Σαμψούντα) του Πόντου η μία ραπτική και η άλλη μουσική.

 

ΑΤΤΑΛΕΙΑ

attalia

Η Πύλη του Αδριανού στην Αττάλεια. ( Wikipedia)

Πέτσου Ευαγγελία

Γεννήθηκε στα Ιωάννινα. Διετέλεσε επι 3 χρόνια Διευθύντρια  του Παρθεναγωγείου της Ατταλείας.

 

ΠΡΟΥΣΑ

800px Bursa Kalesi 1

Η Πύλη του κάστρου της Προύσας. (Wikipedia)

Κοντίδου Αικατερίνη 

Αριστούχος του Αρσακείου, μετεκπαιδευμένη στην Ευρώπη, δίδαξε στο Ευγενίδειο Παρθεναγωγείο Προύσας.

 

ΚΥΔΩΝΙΕΣ (ΑΪΒΑΛΙ)

kydonies

Άποψη της πόλεως των Κυδωνιών (Αϊβαλί) όπως απεικονίζεται σε  παλαιό επιστολικό δελτάριο 

Νεοχωρήτου Μαρία

Σε έκθεση του Επιθεωρητή Ασκητόπουλου της 12/ 12/ 1920 αναφέρεται ότι ήταν Διευθύντρια στο Παρθεναγωγείο Άνω Συνοικιάς Κυδωνιών.

Σαριβαξεβάνη Μαριάνθη

Γεννήθηκε στις Κυδωνίες. Σπούδασε στο Αρσάκειο, οικότροφη στο Εσωτερικό Διδασκαλείο, από το οποίο αποφοίτησε το 1891. Διετέλεσε διευθύντρια τού Κεντρικού Παρθεναγωγείου Κυδωνιών.

 

ΖΙΝΤΖΙ-ΝΤΕΡΕ (Φλαβιανά)

Zintzintere

Η Ροδοκανάκειος Ιερατική Σχολή στα Φλαβινά Καισαρείας. (Αρχείο Ένωσης Ζιντζίντερε -Φλαβιανών Καππαδοκίας)

Σειρηνίδου Βικτωρία 

Γεννήθηκε στο Ζιντζί Ντερέ ή την Καισάρεια της Καππαδοκίας. Δίδαξε στο Παρθεναγωγείο στα Φλαβιανά.

 

ΑΔΡΑΜΥΤΙΟ

4173e6eaecab21b5bcc3452f04a36112
Γκραβούρα με την είσοδο του λιμένος του Αδραμυτίου. Πρόκειται πιθανότατα για φανταστική απεικόνιση. (Wikipedia)

Λουΐζου Ελένη

Η εμβληματική αυτή μορφή της Ελληνικής Εκπαίδευσης στη Μικρα Ασία ξεκίνησε την καριέρα της  στο σχολείο του Αδραμυτίου

Μαρία Σπυρίδωνος

Το 1881 και επι 2 χρόνια ήταν Διευθύντρια του Παρθεναγωγείου του Αδραμυτίου.

Κοντίδου Αικατερίνη

Αριστούχος του Αρσακείου μετεκπαιδευμένη στη Γενεύη, δίδαξε σε πολλά σχολεία στην Μικρά Ασία.

 

ΚΕΡΑΣΟΥΝΤΑ

Keraso;ynta

Κάρτ Ποστάλ της εποχής με την πόλη της Κερασούντας.

Σπίνου Δήμητρα

Απόφοιτος τού Αρσακείου, γύρω στα 1900 ήταν διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Κερασούντος.

 

ΜΕΡΣΙΝΗ

Mersina

Επιστολικό δελτάριο στο οποίο απεικονίζεται το λμάνι της  Μερσίνης

Ζουμπουλάκη Ελένη

Γεννήθηκε στη Μερσίνα το 1885. Δίδαξε από το 1907 ώς το 1920 στο Μαυρομάτειο Παρθεναγωγείο Μερσίνης .

 

ΣΠΑΡΤΗ ΠΙΣΙΔΙΑΣ

Paideias

Άποψη της Σπάρτης της Πισιδίας όπως είναι σήμερα  (Wikipedia)

Ιορδάνου Ευθαλεία

Καταγόταν από τη Σπάρτη τής Πισιδίας. Φοίτησε στο Αρσάκειο και επέστρεψε στα σχολεία τής πατρίδας της όπου και δίδαξε. Για την προσφορά της η Δημογεροντία Σπάρτης Πισιδίας έστειλε ευχαριστήριο έγγραφο στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία.

Ουλκέρογλου Ευθαλεία

Γεννήθηκε στη Σπάρτη τής Πισιδίας. Σπούδασε με υποτροφία της κοινότητας στο Αρσάκειο και από το 1902 ώς το 1922 δίδαξε στο εκεί σχολείο. Ο Χ. Σαπουντζάκης γράφει γι’ αυτήν «Περίφημη δασκάλα που άφησε εποχή για το έργο της και μετά την καταστροφή σε σχολεία τής Νέας Ιωνίας».

Σεραφείμ ή Σεραφετεινίδου Μελπομένη

Γεννήθηκε το 1866 στη Σπάρτη Πισιδίας. Σπούδασε στο Αρσάκειο ως υπότροφος τής κοινότητος. Το διάστημα 1889-1922 δίδαξε σε πολλά σχολεία τής Μικράς Ασίας. Ο Χαρ. Σαπουντζάκης στο έργο του «Η Ελληνική Παιδεία στη Σπάρτη Πισιδίας» αναφέρει ότι «ήταν άριστα καταρτισμένη δασκάλα με ήθος και ευσυνειδησία. Αυστηρή και επιβλητική, κράτησε επάξια όλα τα χρόνια ώς το 1922 τη διεύθυνση τού Παρθεναγωγείου, για λίγο διάστημα δε και τη διεύθυνση όλων των σχολείων στα τραχιά χρόνια μετά τον σεισμό τής Σπάρτης το 1914 και την ταυτόχρονη κήρυξη τού Α΄ Παγκοσμίου πολέμου».

 

ΦΙΛΑΔΕΦΕΙΑ

Filadelfeia

Ναός Αγ. Ιωάννη στη Φιλαδέλφεια (Wikipedia)

Καμπιέζου Χαριστώ

Καταγόταν από τη Σύρο. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο το 1877. Δίδαξε στο Θεολόγειο Παρθεναγωγείο Φιλαδελφείας από το 1878 έως το 1893 και στο Παρθεναγωγείο Αξαρίου από το 1905 έως το 1919.

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.

 

ΑΞΑΡΙΟ - ΘΥΑΤΕΙΡΑ

Αρχαιολογικός χώρος Θυατείρων. Το τείχος των Θυατείρων. Η ονομασία Αξάριον προέρχεται από την τουρκική Αkhisar  (Wikipedia)

Καμπιέζου Χαριστώ

Καταγόταν από τη Σύρο. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο το 1877. Δίδαξε στο Θεολόγειο Παρθεναγωγείο Φιλαδελφείας από το 1878 έως το 1893 και στο Παρθεναγωγείο Αξαρίου από το 1905 έως το 1919.

 

ΣΩΚΙΑ

Σώκια - Γενική άποψη από το Βορρά. Πόλη στις όχθες του ποταμού Μαιάνδρου, κάτω από την αρχαία Πριήνη (από παλαιό Επιστολικό Δελτάριο) 

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.

 

ΝΑΖΛΙ - ΛΥΓΔΑ

Οικία στα Λύγδα της Μικράς Ασίας. Σήμερα  ονομάζεται Ναζλί  και βρίσκεται στο Νομό Αϊδινίου (Mikrasiatis Gr.)

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.

 

ΟΔΕΜΙΣΙΟΝ

Το Οδεμήσιο όπως είναι σήμερα. (απο την εφημερίδα Πολιτικά Λέσβου) 

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.

 

ΛΙΒΙΣΙ

Livisi

Το μαρτυρικό Λίβισι όπως είναι σήμερα, "πόλη  φάντασμα", αφού  δεν ξανακατοικήθηκε μετά την αποχώρηση των Ελλήνων κατοίκων της το 1922-23.  (Bημαgazino, 2014)

Καρακάς Ελένη

Γεννήθηκε στο Βουρδούριο τής Μ. Ασίας. Κατόπιν αιτήσεως τής εφορείας των Σχολείων Μάκρης Λιβισίου, φοίτησε στο Αρσάκειο με μειωμένα δίδακτρα και με την υποχρέωση να επιστρέψει και να διδάξει στην ιδιαίτερη πατρίδα της.

 

ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑ

trapezounta 900x557

Άποψη τηςΤραπεζούντας από τη θάλασσα. (Eύξεινος Λέσχη Βεροίας) )

Καρυοφύλλου Μαριγώ

Στην έκθεση πεπραγμένων Συνέλευσης τής 13ης/11/1846 τής ΦΕ διαβάζουμε ότι δίδαξε στην Τραπεζούντα.

Σπίνου Δήμητρα

Απόφοιτος τού Αρσακείου, γύρω στα 1900 ήταν διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Κερασούντος. Δίδαξε και στην Τραπεζούντα

                                                                                                

ΣΙΝΑΣΟΣ

Sinasos

Άποψη της Σινασού σήμερα  (Wikipedia)

Κωνσταντίνου Ελένη

Κωνσταντίνου Παναγιώτα

Δίδαξαν στο Παρθεναγωγείο Σινασού Καππαδοκίας από το 1874 έως το 1877 ύστερα από πρόσκληση τής κοινότητος Σινασού.

Παπανδρέου Ελένη

Απόφοιτος τού Αρσακείου, εργάστηκε ως «ανωτέρα διδάσκαλος» στο Παρθεναγωγείο τής Σινασού Καππαδοκίας

Χαραλάμπους Ελένη

Η Αρσακειάς Ελένη Χαραλάμπους δίδαξε το διάστημα 1872-1874 στο Παρθεναγωγείο Σινασού Καππαδοκίας. Ο Αρχέλαος Σαραντίδης στο βιβλίο του για τη Σινασό γράφει «Κατά το 1872 συνέστη κατά πρώτον Παρθεναγωγείον εν Σινασώ καταρτισθέν υπό της εξ Αθηνών ελθούσης αποφοίτου τού Αρσακείου Ελένης Χαραλάμπους».

 

ΦΩΚΑΙΑ

Folaia

Άποψη της πόλεως της Φώκαιας (Από το βιβλίο του Felix Sartiaux " Γεγονότα της Φώκαιας 1914".

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.


ΠΕΡΓΑΜΟΣ

Pergamos

Η αρχαία πόλη της Περγάμου (Wιkipedia)

Οικονομίδου Ανθίππη

Δίδαξε στη Δημοτική Σχολή Θηλέων Περγάμου.

Πολυχρονάκη Μαρία

Ήταν αριστούχος τού Αρσακείου . Σύμφωνα με την έκθεση τού επιθεωρητή Κοσμά Μιχαηλίδη (9/12/20), δίδαξε στη Δημοτική Σχολή Θηλέων Περγάμου.

 

ΜΑΓΝΗΣΙΑ

Η Μαγνησία του Σιπύλου,σήμερα Μανίσα, απο το βιβλίο "Με το βλέμμα των περιηγητών 15ος-20ος αι" (Βause Ewald)

Οικονομίδου Φωτεινή                                                                                                                                                      

Δίδαξε στο Βεζυρόγλειο Παρθεναγωγείο Μαγνησίας. Ο επιθεωρητής Κοσμάς Μιχαηλίδης σε έκθεσή του στις 20/12/1921 έγραφε «εκ δε των διδασκαλισσών υπερέχει από επαγγελματικής μορφώσεως και διδακτικής ικανότητος η δεσποινίς Οικονομίδου, απόφοιτος τού Αρσακείου». Η Μαγνησία (Μανίσα) βρίσκεται στη Δ. Τουρκία, στη θέση που στην αρχαιότητα βρισκόταν η Μαγνησία τού Σιπύλου, αιολική αποικία των κατοίκων τής Θεσσαλικής Μαγνησίας.

 

ΝΕΒ-ΣΕΧΙΡ

Nevsehir

Η Νεάπολη των Ελλήνων είναι σήμερα το Νέβσεχιρ . (από παλαιό επιστολικό δελτάριο )

Οικονομοπούλου Ελένη

Σε σχετικά πρακτικά τής «Εν Καππαδοκία Νεαπολέως Φιλεκπαιδευτικής Λέσχης Βασιλειάδος» αναφέρονται οι ενέργειες τού «Αγίου Καισαρείας Ευσταθίου Κλεοβούλου προς τον εν Αθήναις κύριον Λέοντα Μελάν» σχετικά με την εξεύρεσιν νηπιαγωγού ικανής να εκπαιδεύσει τα παιδιά τής περιοχής. Ο Πρόεδρος τότε τής Φ.Ε. έστειλε την Ελένη Οικονομοπούλου, απόφοιτο τής προτύπου σχολής Νηπιαγωγών τού Αρσακείου στην καππαδοκική πόλη Νέβσεχιρ (Νεάπολη).

 

ΜΑΚΡΗ

M;akrh

Άποψη τής πόλεως τής Μάκρης από  παλαιό Επιστολικό Δελτάριο .

makri 1937 thumb medium

Το λιμάνι της Μάκρης το 1927 (απο το βιβλίο της Ρένας Βελισσαρίου "Όσα σάρωσε η θύελλα". )

Ζαμπάκη Μαρία

Ήταν από τη Μάκρη τής Μικράς Ασίας. Κατόπιν αιτήσεως τής εφορείας των σχολείων Μάκρης και Λιβισίου φοίτησε στο Αρσάκειο με μειωμένα δίδακτρα και την υποχρέωση να διδάξει στην πατρίδα της.

Παπαθανασίου-Παπαντωνίου Δέσποινα ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ

Γεννήθηκε στη Μάκρη τής Λυκίας. Σπούδασε στο Αρσάκειο με υποτροφία τού Συλλόγου «Ανατολή» και αποφοίτησε με άριστα το 1907. Επέστρεψε στην πατρίδα της όπου ανέλαβε τη διεύθυνση τού νέου σχολείου τής πόλης. Ήταν η τελευταία δασκάλα τού Παρθεναγωγείου τής Μάκρης. Παρά τους διωγμούς των Τούρκων ανέπτυξε εθνική δράση διδάσκοντας κρυφά, στο σπίτι της, με κίνδυνο τής ζωής της τη γλώσσα των προγόνων τους.Όταν επέστρεψε στην Αθήνα συνέχισε να εργάζεται ως δασκάλα στην αρχή στην Τζια και αργότερα στη Νέα Ιωνία.(-->Μικρασιατικά)

Παπαϊωάνου-Μαυρομιχάλη Φωτεινή

Καταγόταν από τη Σύμη. Δίδαξε στο Παρθεναγωγείο Μάκρης πριν από το 1910.

.

Παναγιώτα Ατσαβέ

Φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Το κείμενο βασίστηκε σε πληροφορίες από το αρχείο τής Φ.Ε. και στα βιβλία τής Μαρίας Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» (Α+Β τόμος), τού Χρ. Σολομωνίδη «Η παιδεία στη Σμύρνη», τού Αρχέλαου Σαραντίδη και τού Χαρ. Σαπουντζακη που αναφέρονται στο κείμενο και στον τόμο «Η εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, Αρσάκεια-Τοσίτσεια Σχολεία, 160 χρόνια Παιδείας».

 

Μικρασιάτισσες μαθήτριες στα Σχολεία τής Φ.Ε. τον 19ο και τον 20ό αιώνα

19ος αιώνας

Από τα πρώτα χρόνια τής λειτουργίας τού Διδασκαλείου τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, ο αριθμός των μαθητριών που φοιτούσαν σε αυτό αυξανόταν τόσο, ώστε το 1847 το Δ.Σ. τής Φ.Ε. αναγκάστηκε να δηλώσει διά τού Τύπου ότι δεν μπορεί να δεχθεί άλλες μαθήτριες «δι’ έλλειψιν τόπου». Οι περισσότερες των απoφοίτων τού Διδασκαλείου γίνονταν δασκάλες, διότι όπως λέει και η Σ. Ζιώγου-Καραστεργίου «την εποχή αυτή παρατηρείται μεγάλη έλλειψη από δασκάλες και η ζήτηση δεν περιορίζεται μόνο εις το ελεύθερο κράτος αλλά επεκτείνεται και στον υπόδουλο ελληνισμό.»[1]

Ειδυλλιακή άποψη τής Σμύρνης από το βουνό περί τα τέλη τού 19ου αι. Περιοδικό «Εστία». 1894.

Ακόμα από το πρώτο έτος λειτουργίας τού Σχολείου «εντοπίζονται και μικρασιατικής καταγωγής μαθήτριες στο σχολείο τής Φ.Ε., όπου οι εκπαιδευόμενες ήταν κατά κανόνα εσωτερικές, κυρίως υπότροφοι τής Εταιρείας, τής κυβερνήσεως ή και άλλων φορέων (Δήμων, κοινοτήτων, συλλόγων), χωρίς να αποκλείονται και εκείνες οι οποίες φοιτούσαν καταβάλλοντας μηνιαία δίδακτρα (σύσσιτοι)».[2]

Από τα Πρακτικά τής Φ.Ε. αλλά και τα Μαθητολόγια τής εποχής, που μας δίνουν μια έστω και ελλιπή εικόνα, διαπιστώνουμε ότι «Ήδη από το 1837, πρώτο έτος λειτουργίας τού Σχολείου τής Εταιρείας, αναφέρονται δύο υπότροφοι τής Φ.Ε. από την Σμύρνη, η Σοφία Σαράντου και η Σοφία Τολίου, ενώ το 1838 εισήχθη εις το κατάστημα η Ελένη Δημητριάδου από τις Κυδωνίες».[3]

Θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι μιλάμε για μια περίοδο κατά την οποία η Φ.Ε. δεν είχε άλλα εισοδήματα παρά μόνο τις συνδρομές των μελών της και τα δίδακτρα. Ο κύριος στόχος της ήταν να αποκτήσει ένα ιδιόκτητο σχολείο για να απαλλαγεί από το βάρος των ενοικίων. Η χορηγία τού Αρσάκη δεν έχει γίνει ακόμα. Έγινε το 1850 και αποτέλεσε σημαντική οικονομική ανακούφιση για την Φ.Ε.

Παρά τις δυσκολίες η Φ.Ε. δεν δίσταζε να ανταποκρίνεται σε αιτήματα Μικρασιατών και να δέχεται υπότροφες μαθήτριες από την Μικρά Ασία, ώστε να λάβουν σωστή και υψηλού επιπέδου ελληνική εκπαίδευση.

Όπως προκύπτει από τον πίνακα που δημοσιεύει στο βιβλίο της η Μαρία Ν. Βαϊάννη, από το 1836 έως το 1900 φοίτησαν στα Σχολεία τής Φ Ε. 320 Μικρασιάτισσες μαθήτριες. Εξ αυτών, με βάση τα Πρακτικά των συνεδριάσεων τού Δ.Σ. 28 ήταν υπότροφοι τής Φ.Ε., υπήρχαν όμως και υπότροφοι άλλων φορέων.

Από τις Μικρασιάτισσες που φοίτησαν στα Σχολεία τής Φ.Ε. κατάγονταν

199 από την Κωνσταντινούπολη, 60 από την Σμύρνη, 16 από τις Κυδωνίες, 11 από την Τραπεζούντα, 5 από την Προύσα, 5 από την Σαμψούντα, 3 από την Μάκρη, 1 από το Αδραμύττιο, 1 από το Αϊδίνι, 1 από τα Αλάτσατα, 1 από το Βουρδούριο, 2 από την Ευδοκιούπολη, 2 από την Έφεσο, 1 από την Κερασούντα, 1 από το Κίρκαγατς, 1 από την Μερσίνα, 1 από την Νικομήδεια, 1 από το Οδεμήσιο, 2 από την Σπάρτη, 1 από την Φιλαδέλφεια.

20ός αιώνας

Με την Συνθήκη της Λωζάνης και την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, ο Ελληνισμός τής Μικράς Ασίας και τής Ανατολικής Θράκης ξεριζώθηκε από την πατρίδα του. Χιλιάδες Έλληνες και Αρμένιοι εξοντώθηκαν, αλλά και μεγάλος αριθμός Ελλήνων επέστρεψε στην Ελλάδα χωρίς περιουσία, χωρίς στέγη, χωρίς εργασία. Η καταστροφή τού 1922 επέφερε μεγάλες αλλαγές στην ελληνική κοινωνία και επηρέασε την ζωή στην Ελλάδα τόσο στον κοινωνικό όσο και στον πολιτικό και τον πολιτισμικό τομέα.

Η καταστροφή τής Σμύρνης. Φωτογραφία από ιταλικό πλοίο, στις 14 Σεπτεμβρίου 1922. Wikipedia

Όπως ήταν φυσικό, μετά την Μικρασιατική Καταστροφή ο αριθμός των κοριτσιών από την Μικρά Ασία που φοίτησαν στα Σχολεία τής Φ.Ε. αυξήθηκε σημαντικά. Υπάρχουν καταγεγραμμένα 672 ονόματα μαθητριών με καταγωγή από την Ανατολική Θράκη και την Μικρά Ασία που φοίτησαν συνολικά σε όλα τα Αρσάκεια Σχολεία. Ο μεγαλύτερος αριθμός καταγράφεται, όπως ήταν φυσικό, στο Αρσάκειο Αθηνών (487 μαθήτριες). Αλλά και στα εκτός Αθηνών Σχολεία φοίτησαν 73 μαθήτριες στο Αρσάκειο Λάρισας, 70 στο Αρσάκειο Πατρών, 6 στο Αρσάκειο Κερκύρας και 2 στην Αρσάκειο Αστική Σχολή Καλαμάτας. Δίπλα στο όνομα κάθε μαθήτριας αναγράφεται η παρατήρηση «πρόσφυξ» ή «πατέρας πρόσφυξ», καθώς και ο φορέας που υποστήριζε την φοίτηση. Όταν η φοίτηση γίνεται με χορηγία τής Φ.Ε. σημειώνεται «ενίσχυση από την Φ.Ε.» (αναφέρεται σε 88 μαθήτριες), αλλά και ο Σύλλογος «Ανατολή» συνέβαλλε οικονομικά για την φοίτηση 46 μαθητριών. Υπήρχαν βέβαια και άλλοι φορείς, όπως οι κατά τόπους Μητροπόλεις, που ενίσχυσαν την φοίτηση προσφύγων στα Αρσάκεια καταβάλλοντας τα δίδακτρα.

Σύμφωνα με τον πίνακα που δημοσιεύεται στο βιβλίο τής Μαρίας Βαϊάννη κατά το πρώτο ήμισυ τού 20ού αιώνα στα Σχολεία τής Φ.Ε. φοίτησαν:

227 μαθήτριες από την Σμύρνη, 97 από την Κωνσταντινούπολη, 16 από το Αϊδίνι (στην κοιλάδα τού Μαιάνδρου), 14 από την Αττάλεια, 24 από τα Βουρλά (Βρύουλα), 10 από την Σαμψούντα (αρχαία Αμισό), 12 από την Τραπεζούντα, 7 από τα Άδανα (αρχαία Κιλικία), 1 από το Αδραμύττιο, 3 από την Αδριανούπολη, 1 από το Ακ Δαγ (στην κεντρική Ανατολία), 7 από τα Αλάτσατα (στην χερσόνησο τής Ερυθραίας τής επαρχίας Σμύρνης), 3 από την Αργυρούπολη (στην Μαύρη θάλασσα), 2 από την Αρτάκη (στο διαμέρισμα Μαρμαρά), 7 από το Αξάρι (τα αρχαία Θυάτειρα), 3 από το Βουρδούριο (Πολυδώριον Πισιδίας), 2 από τα Δαρδανέλλια (το στενότερο σημείο τού Ελλησπόντου), 3 από Δερελί (στην Μαύρη Θάλασσα), 2 από το Δεκελί (απέναντι από την Λέσβο), 1 από τους Επιβάτες (κωμόπολη τής Ανατολικής Θράκης), 4 από Εσκί Σεχίρ (το βυζαντινό Δορύλαιο), 2 από την Έφεσο, 1 από τα Θείρα (παραθαλάσσια πόλη κοντά στη Σμύρνη), 1 από το Ικόνιο (στην αρχαία Φρυγία), 1 από την Ίμβρο, 2 από το Καβακλί (Ανατολική Ρωμυλία), 3 από την Καισάρεια (πρωτεύουσα τής Καππαδοκίας), 3 από τον Κασαμπά (πόλη τής Λυδίας), 1 από την Κεσάνη (στην Ανατολική Θράκη), 1 από την Κιλικία, 2 από την Κίο (αποικία των Μιλησίων στην Προποντίδα), 2 από τα Κοτύωρα (παράλια Μαύρης Θάλασσας), 3 από την Κρήνη (απέναντι από την Χίο), 2 από την Κύζικο (πόλη στην Προποντίδα), 1 από την Μαγνησία (αποικία Μαγνήτων στη Μικρά Ασία), 2 από την Μάδυτο (πόλη Ανατ. Θράκης), 9 από την Μάκρη (παραθαλάσσια πόλη της Λυκίας), 2 από την Μηχανιώνα (στην χερσόνησο τής Κυζίκου), 3 από την Μερσίνα (νότια Τουρκία,το Ζεφύριον των αρχαίων Ελλήνων), 1 από το Μοσχονήσιο (νησί απέναντι από το Αϊβαλί), 1 από την Μπάλια (πόλη τού Μαρμαρά), 1 από το Μπουρνάμπασι (κοντά στον Μπουρνόβα στην Σμύρνη), 2 από τον Μπουρνόβα (η Πρινόβαρις των Βυζαντινών, προάστιο τής Σμύρνης), 1 από το Ναζλί (τα Λύγδα τής Μικράς Ασίας), 1 από την Νεάπολη (Νεφ Σεχίρ), 7 από την Νικομήδεια (πόλη τής Βυθινίας), 1 από το Ουσάκ (πόλη δυτικής Τουρκίας «Τημένου Θήραι» στην αρχαιότητα), 2 από την Πάνορμο (στα παράλια τής Προποντίδας), 7 από την Πέργαμο, 9 από την Προύσα, 2 από τις Σαράντα Εκκλησιές (πόλη τής Ανατολικής Θράκης), 1 από το Σεβδίκιοϊ (στην περιοχή τής Σμύρνης), 1 από τον Σκοπό (Ανατολική Θράκη), 1 από την Ταρσό (πόλη κοντά στα Άδανα), 2 από την Τρίγλια (κωμόπολη στην Προύσα), 1 από την Υάμπολη (πόλη τής Ανατολικής Θράκης), 5 από την Φιλαδέλφεια (πόλη τής Λυδίας), 3 από Παλαιά Φώκαια (αρχαία πόλη βόρεια τής Σμύρνης).

Υπάρχουν ακόμα καταγραφές στις οποίες δεν αναφέρεται συγκεκριμένος τόπος καταγωγής, όπως: 27 μαθήτριες από την Μικρά Ασία, 8 από τον Πόντο, 15 από την Θράκη.

Παρατηρούμε ότι τον 20ό αιώνα, και κυρίως μετά το 1922, αυξήθηκε αισθητά ο αριθμός των κοριτσιών από την Σμύρνη που έγιναν δεκτά στα Σχολεία τής Φ.Ε. Η τραγική μοίρα τής πανέμορφης αυτής πόλης, που αποτελούσε μαζί με την Αλεξάνδρεια και την Θεσσαλονίκη ένα από τα τρία μεγαλύτερα λιμάνια τής Ανατολικής Μεσογείου και κρατούσε τα σκήπτρα τού εμπορίου, συγκλόνισε βαθύτατα τον Ελληνισμό. Η Φ.Ε. δεν μπορούσε παρά να δεχθεί στα Σχολεία της τις Ελληνίδες τής Σμύρνης, οι οποίες έχοντας φοιτήσει στα παρθεναγωγεία τής πόλης είχαν πολύ υψηλό επίπεδο παιδείας, που, όπως συνήθιζαν να λένε, «ήταν ένα χρυσό βραχιόλι στο χέρι τους που κανένας δεν μπορεί να τους το αφαιρέσει». Αντίστοιχα μεγάλωσε και ο αριθμός και των πόλεων από τις οποίες προέρχονταν οι νέες μαθήτριες, αλλά και ο αριθμός των «προσφύγων» μαθητριών από μικρότερες πόλεις ή κωμοπόλεις.

Από το 1891 η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία είχε αρχίσει να συνεργάζεται με τον Σύλλογο «Ανατολή», ο οποίος είχε ιδρυθεί στην Αθήνα τον Νοέμβριο τού ιδίου έτους με στόχο να βοηθήσει τον Μικρασιατικό Ελληνισμό σε θέματα παιδείας, ώστε να λάβει αποδοτικότερη και καλύτερη παιδεία. Στο Αρχείο του Συλλόγου, που φυλάσσεται στην βιβλιοθήκη τής Εστίας Νέας Σμύρνης, διαβάζουμε ότι η Φ.Ε. χαιρέτισε την ίδρυση τού Συλλόγου, ο οποίος επικοινωνούσε και συνεργαζόταν με τους φορείς τής εκπαίδευσης που μπορούσαν και ήθελαν να βοηθήσουν στην αποστολή του. Η συνεργασία των δύο αυτών φορέων κορυφώθηκε τα πρώτα χρόνια τού 20ού αιώνα, και κυρίως μετά το 1922, οπότε κυριολεκτικά συντόνισε το έργο τής εκπαίδευσης των προσφύγων στην Ελλάδα. Ψυχή τού Συνδέσμου «Ανατολή» ήταν ο ιδρυτής του Μαργαρίτης Ευαγγελίδης, ο οποίος ήταν και καθηγητής στην Φ.Ε.

 

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Το κείμενο βασίζεται σε στοιχεία από το Αρχείο τής Φ.Ε., τον επετειακό τόμο «Η εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, Αρσάκεια – Τοσίτσεια Σχολεία. 160 χρόνια Παιδείας», τα βιβλία τής Μαρίας Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. 1836-1900» και «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. 1900-1930», τής Σιδ. Ζιώγου-Καραστεργίου «Η μέση εκπαίδευση των γυναικών στην Ελλάδα» και τής Ελ. Φουρναράκη «Εκπαίδευση και αγωγή των κοριτσιών, ελληνικοί προβληματισμοί».

 

[1] Σιδ. Ζιώγου-Καραστεργίου, «Η μέση εκπαίδευση των γυναικών στην Ελλάδα», σ.100-103

[2] Ελ. Φουρναράκη, «Εκπαίδευση και αγωγή των κοριτσιών, ελληνικοί προβληματισμοί (1830-1910)», σ. 121-126

[3] Μαρία Ν. Βαϊάννη, «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, 1836-1900», σ.117

Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το βιβλίο " Μικρασιατικός Ελληνισμός και η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία  1836 - 1900" (τόμος Α) της φιλολόγου  Μαρίας Ν. Βαϊάννη, έκδοση της Ενώσεως Σμυρναίων Αθηνών.  Ευχαριστούμε την συγγραφέα κ. Μ. Βαϊάννη και τον Πρόεδρο της Ενώσεως Σμυρναίων Αθηνών,  Γεώργιο Αρχοντάκη διότι μας παραχώρησαν την άδεια ,να αναρτήσουμε στο αφιέρωμά μας κεφάλαια από τον Α΄ και Β΄ τόμο του βιβλίου. "

 

Μαθήτριες Μικρασιατικής καταγωγής
στα σχολεία της Φ.Ε. μέχρι το 1900

 

Στην ενότητα που προηγήθηκε, επιδιώχθηκε να καταδειχθεί, από τα υπάρχοντα στο Αρχείο της Φ.Ε. στοιχεία, η αξιολογότατη και πολυεπίπεδη συμβολή του Μικρασιατικού Ελληνισμού στην προσπάθεια που κατέ­βαλλε η Εταιρεία να θεμελιώσει στην Ελλάδα τη γυναικεία εκπαίδευση.

Η προσπάθεια αυτή σε σύντομο χρονικό διάστημα απέδωσε πλούσι­ους καρπούς, με πρώτο ενδεικτικό αποτέλεσμα την αύξηση του αριθμού των μαθητριών από την κυρίως Ελλάδα και από το χώρο του Αλύτρω­του Ελληνισμού. Οι μαθήτριες αυτές στην πλειονότητά τους αποσκοπούσαν στην απόκτηση πτυχίου και στην άσκηση του επαγγέλματος της δασκάλας· άλλωστε την εποχή εκείνη η ζήτηση διδασκαλισσών ήταν μεγά­λη σε όλο το χώρο τού Ελληνισμού, ελεύθερου και μη.

Υπογραμμίζει χαρακτηριστικά ή Σ. Ζιώγου-Καραστεργίου: «Στα 1840, τρία χρόνια μετά την ίδρυση του σχολείου, ο αριθμός των μαθη­τριών είχε φτάσει τις 64. Η αύξηση συνεχίζεται και κατά τα επόμενα χρό­νια με ανάλογους ρυθμούς. Από το 1847 έως το 1858, ο αριθμός των μα­θητριών, τόσο στο αλληλοδιδακτικό όσο και στο ανώτερο τμήμα, είχε σχεδόν τριπλασιαστεί. Στις αρχές του σχολικού έτους 1847-48 μάλιστα, το Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας αναγκάστηκε να δηλώσει στις εφη­μερίδες ότι δεν μπορεί να δεχτεί άλλες μαθήτριες “δι’ έλλειψιν τόπου”». Και συνεχίζει επισημαίνοντας ότι «ο μεγαλύτερος αριθμός από τις από­φοιτες του Παρθεναγωγείου της Φ.Ε. γίνονται δασκάλες» και ακόμη ότι «την εποχή αυτή παρατηρείται μεγάλη έλλειψη από δασκάλες, και η ζήτη­ση δεν περιορίζεται μόνο στο ελεύθερο κράτος, αλλά επεκτείνεται και στον υπόδουλο Ελληνισμό».

Κατά συνέπεια, είναι φυσικό να εντοπίζονται και μικρασιατικής κα­ταγωγής μαθήτριες στο Διδασκαλείο της Φ.Ε., όπου οι εκπαιδευόμενες ήταν κατά κανόνα εσωτερικές, κυρίως υπότροφοι της Εταιρείας, της ελληνικής κυβερνήσεως ή και άλλων φορέων (δήμων, κοινοτήτων, συλλό­γων), χωρίς να αποκλείονται και εκείνες οι οποίες φοιτούσαν καταβάλλο­ντας μηνιαία δίδακτρα (σύσσιτοι).

Οι πηγές που μας πληροφορούν για την ύπαρξη μικρασιατικής κα­ταγωγής μαθητριών είναι τα Πρακτικά των συνεδριάσεων των Διοικη­τικών Συμβουλίων της Φ.Ε., όπου συζητούνταν οι αιτήσεις για χορήγηση υποτροφίας ή μείωσης διδάκτρων· σπανιότερα οι Εκθέσεις Πεπραγμένων των Γενικών Συνελεύσεων καθώς επίσης και τα υπάρχοντα Μαθητολόγια τού 19ου αί. των ετών 1870-1900 και τα Πρακτικά συνεδριάσεων των επί πτυχίω εξετάσεων των μαθητριών Εσωτερικού και Εξωτερικού Διδασκα­λείου της Φ.Ε., όπου, εκτός των άλλων στοιχείων, αναγράφεται και ο τό­πος καταγωγής κάθε μαθήτριας. Επομένως, η μνεία των μικρασιατικής καταγωγής μαθητριών στηρίζεται στα υπάρχοντα (ελλιπή) στοιχεία και δεν μπορεί να διεκδικήσει το χαρακτήρα της πληρότητας.

Παρά ταύτα, η αναφορά στις υπάρχουσες πηγές σε μικρασιατικής καταγωγής μαθήτριες είναι αρκετή για να συμπεράνει κανείς την απήχηση του έργου της Φιλεκπαιδευτικής στις συνειδήσεις των Μικρασιατών Ελλήνων, τούς ισχυρούς δεσμούς αμοιβαίας εμπιστοσύνης καθώς επίσης και την επιθυμία της Εταιρείας να διευκολύνει κατά το δυνατό και κατά περίπτωση τη φοίτηση Μικρασιατισσών μαθητριών στα σχολεία της, εκτι­μώντας τη σημασία μιας τέτοιας προσφοράς.

Από τα στοιχεία επομένως που διαθέτουμε, θα μπορούσαμε να δια­κρίνουμε δύο ομάδες μικρασιατικής καταγωγής μαθητριών:

α) Εκείνες οι οποίες απασχόλησαν τα κατά καιρούς Διοικητικά Συμ­βούλια της Φ.Ε. με το αίτημα χορήγησης υποτροφιών, έκπτωσης διδά­κτρων ή εξόδων εγκατάστασης ή άλλης, κατά περίπτωση, ειδικής διευκό­λυνσης, και

β) Εκείνες των οποίων τα ονόματα και η ιδιαίτερη πατρίδα αναφέρονται στα υπάρχοντα Μαθητολόγια τού 19ου αιώνα.

Η ιδιαίτερη μνεία της πρώτης ομάδας θεωρήθηκε σκόπιμη, διότι κα­ταδεικνύει τις εκπαιδευτικές ανάγκες, τις επιδιώξεις και τις γενικότερες τοποθετήσεις του Μικρασιατικού Ελληνισμού σε θέματα παιδείας αφ’ ενός και την κατά το δυνατόν αντιμετώπισή τους εκ μέρους της Φιλεκ­παιδευτικής Εταιρείας αφ’ ετέρου, παρά το ότι τα οικονομικά της δεν ήταν πάντα ιδιαιτέρως ανθηρά.

Αναλυτικότερα, ήδη από το 1837, πρώτο έτος λειτουργίας τού σχο­λείου της Εταιρείας, αναφέρονται δύο υπότροφοι της Φιλεκπαιδευτικής από τη Σμύρνη, η Σοφία Σαράντου και η Σοφία Τολίου, ενώ το 1838 «εισήχθη εις το κατάστημα» ή Ελένη Δημητριάδου από τις Κυδωνιές.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, το εκάστοτε Διοικητικό Συμβούλιο της Εταιρείας υιοθετώντας συγκεκριμένη πλέον τακτική:

  • Έκανε δεκτή ως υπότροφο της Εταιρείας τη θυγατέρα του ιερέως Παϊσίου από την Καισάρεια.
  • Ενέκρινε την αίτηση του Αλ. Σούτσου «να εισαχθή ως σύσσιτος εις το κατάστημα η αδελφή του Κλεοπάτρα».
  • Διευκόλυνε σε οικονομικά θέματα τη θυγατέρα του Ν. Σαλτέλη, διότι όπως ανέφερε ο ίδιος «ων πενέστατος δεν δύναται να πληρώση πλέον των 50 δραχμών κατά μήνα διά την θυγατέρα του και παρακαλεί το Συμβούλιον να συγκατατεθή εις τούτο».
  • Απεφάσισε «να μη ζητηθώσι δίδακτρα κυμβάλου παρά της εξωτε­ρικής μαθήτριας Κλεοπάτρας Γαϊτανάκη διά την τρέχουσαν τριμηνίαν, διότι ό πατήρ αυτής και εσχάτως ευηργέτησε την εταιρίαν διά προσφοράς χιλίων δραχμών».
  • Ενέγραψε σύσσιτο την Ουρανία Μαρκουίζου από την Κωνσταντι­νούπολη (τή συστάσει Λ. Μελά).
  • Ικανοποίησε το αίτημα του γυμνασιάρχου Σοφοκλή από την Κων­σταντινούπολη, προκειμένου «να στείλη έν κοράσιον διά να προπαρασκευασθή ως διδάσκαλος εις μίαν κώμην της Καισαρείας».

— Ενέκρινε έκπτωση διδάκτρων σε υπότροφο του συλλόγου Βουγιούκ-Δερέ Κωνσταντινουπόλεως τή προτάσει Ν. Μαυροκορδάτου.

  • Ενέκρινε έκπτωση διδάκτρων για τις τρεις θυγατέρες Σαντοριναίου από την Κωνσταντινούπολη.
  • Ενέκρινε έκπτωση διδάκτρων για τη θυγατέρα του εκ Μάκρης Μουσαίου, «επειδή διά τούς πολλούς υπέρ της διαδόσεως του Ελληνι­σμού αγώνας του είναι άξιος συνδρομής».
  • Διευκόλυνε τη φοίτηση ως ημισυσσίτων με ειδικούς όρους τριών θυγατέρων του Π. Σούτσου.
  • Ανταποκρίθηκε στην αίτηση του πρωτοσυγκέλλου του Οικουμενι­κού Θρόνου και προέβη σε μείωση διδάκτρων για τη Μ. Κωνσταντινίδου από την Κωνσταντινούπολη, «ίνα τελειώσασα τας σπουδάς της εν τω Αρσακείω επανάκαμψη απόστολος των Μουσών εις την αναγεννωμένην πατρίδα της».
  • Προσέφερε οικονομικές διευκολύνσεις στην «εκ Σμύρνης Ψιμιλοπούλου να εισέλθη διά να διδαχθή επί εξ μήνας ή επί έτος την νηπιαγωγικήν».
  • Απεφάσισε δύο από τις υποτροφίες του κληροδοτήματος Αρσάκη να δοθούν σε νεάνιδες μικρασιατικής καταγωγής (από την Τραπεζούντα του Πόντου και την Καισάρεια της Καππαδοκίας) κατόπιν διαγωνισμού. Ύστερα από αλληλογραφία με το Σύλλογο Σχολείων Τραπεζούντος επελέγη η Βασιλική Κεφάλα ως υπότροφος του Πόντου, ενώ ως υπότροφος της Καππαδοκίας επροτάθη από τον Κ. Βαγιάννη, σημαντικό παράγοντα της δημόσιας ζωής στην Κωνσταντινούπολη, να επιλεγεί μία από τις υποτρόφους της επαρχίας στη Βασιλεύουσα.

-Έκρινε άξιες ειδικής μεταχείρισης τις ορφανές γονέων Αφροδίτη και Αικατερίνα Θ. Παλαιολόγου τη

συστάσει του Οικουμενικού Πατριάρχου.

  • Έκανε δεκτή ως υπότροφο τη Σοφία Ελευθεριάδου από την Αμάσεια.
  • Ενέκρινε απαλλαγή διδάκτρων για τη Μαρία Μπουρίνη από τα Αλάτσατα τη συστάσει του εξάρχου του Αγίου Τάφου.
  • Συγκατετέθη σε μείωση τροφείων και διδάκτρων για την Αναστα­σία Ιωάννου, υπότροφο της κοινότητας Κίρκαγατς τή αιτήσει της εκεί δη­μογεροντίας.
  • Περιέλαβε στις υποτρόφους την εκ Σπάρτης Εύθαλία Ουλκέρογλου, κατόπιν διαγωνισμού, τή συστάσει του μητροπολίτη Πισιδίας Παρθένιου.
  • Προσέφερε οικονομικές και διευκολύνσεις εγκατάστασης καθώς επίσης και απαλλαγή του ημίσεως των τροφείων και διδάκτρων στη Μελ­πομένη Σεραφείμ, υπότροφο της κοινότητας Σπάρτης Πισιδίας, κατόπιν αιτήσεως της εκεί δημογεροντίας.
  • Ενέκρινε ελάττωση τροφείων και διδάκτρων για την ορφανή Μα­ρία Ζαμπάκη τη αιτήσει της Εφορείας των σχολείων Μάκρης καί Λιβισίου, ομοίως και για την εκ Βουρδουρίου Ελένη Καρακάς, δεσμεύοντάς τες να διδάξουν και οι δύο στις πατρίδες τους, μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους.
  • Περιέλαβε στις μαθήτριες του Αρσάκειου την Ελένη Αθανασιάδου από το Οδεμήσιο.
  • Προσέφερε οικονομικές διευκολύνσεις σε νέα από την Τραπεζούντα, τή αιτήσει τού εκεί Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου «Ξενοφών».

Από όσα, επομένως, διετυπώθησαν έως τώρα σχετικά με το θέμα των υποτρόφων, έγινε ήδη σαφές, με βάση τα αναφερόμενα στα Πρακτικά των Διοικητικών Συμβουλίων της Φ.Ε., ότι συχνά οι κοινότητες του Μικρασιατικού Ελληνισμού έστελναν στο Αρσάκειο υποτρόφους της επι­λογής τους, πολλές φορές κατόπιν διαγωνισμού, των οποίων ανελάμβαναν τα έξοδα διαμονής και φοιτήσεως, με την προϋπόθεση ότι θα επέστρεφαν και θα δίδασκαν, μετά το πέρας των σπουδών τους, στις ιδιαίτε­ρες πατρίδες τους. Δεν έλειπαν εξ άλλου και οι πρωτοβουλίες για απο­στολή υποτρόφων και ανάληψη των εξόδων τους και εκ μέρους πλούσιων ομογενών και παραγόντων της Εκκλησίας και της δημόσιας ζωής του μικρασιατικού χώρου.

Μία άλλη παρατήρηση αφορά τη στάση της Φιλεκπαιδευτικής. Επειδή η ζήτηση για εν μέρει ή εξ ολοκλήρου δωρεάν φοίτηση στα σχο­λεία της Εταιρείας ήταν μεγάλη, τα δε οικονομικά της δεν ήταν πάντοτε  ιδιαιτέρως ανθηρά, η Φιλεκπαιδευτική υποχρεωνόταν, εκ των πραγμάτων, να τροποποιεί στα μέτρα των δυνατοτήτων της ή και να απορρίπτει (όχι ιδιαιτέρως συχνά) αιτήσεις για χορήγηση υποτροφίας ή παροχής οικονομικών διευκολύνσεων, όπως συνέβη, π.χ., στην περίπτωση του ηγεμόνος Σάμου Αδοσίδου, του οποίου αρνήθηκε να ικανοποιήσει την αίτηση, επειδή «ένεκεν της οικοδομής δεν ηδύνατο να δαπανήση εις υποτροφίας».

Κατά κανόνα όμως, έχοντας επίγνωση της εθνικής σημασίας του έργου της, η Φιλεκπαιδευτική ανταποκρινόταν, παρά το οικονομικό κό­στος, με προθυμία στα αιτήματα των παραγόντων της εκπαίδευσης του Μικρασιατικού Ελληνισμού και έδινε την ευκαιρία σε μικρασιατικής κα­ταγωγής μαθήτριες να γίνονται κάτοχοι της παιδείας του επιπέδου που παρείχαν τα σχολεία της.

Μαρία Ν. Βαϊάννη

Φιλόλογος Ιστορικός

(Από το Βιβλίο «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία,1836-1900)

Τό κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το Βιβλίο της Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» 1900-1930 (τόμος Β). Ευχαριστούμε τήν «Ενωση Σμυρναίων Αθηνών», τόν Πρόεδρο κ. Γεώργιο Αρχοντάκη και τη συγγραφέα, φιλόλογο τού Αρσακείου Τοσιτσείου Εκάλης κ. Μαρία Ν. Βαϊάννη διότι παραχώρησαν τήν άδεια για τήν αναδημοσίευσή του.

Μαθήτριες Μικρασιατικής καταγωγής
στα σχολεία της Φ.Ε. από το 1900 - 1930

 

Scan0005  Scan0014  Scan0007
 
 Ενδεικτικό τής μαθήτριας Ηούς Δεσίπρη
από τή Σμύρνη, η οποία φοίτησε
στήν Αστική Σχολή τής ΦΕ. (Απο το Αρχείο της ΦΕ) 

Χειρόγραφο πιστοποιητικό,
με τήν υπογραφή τής Ελένης Λουΐζου,
με τό οποίο συστήνεται η φοίτηση
τής μαθήτριας τού "Ομηρείου"
Αγνής Ζανέλλη στην Εμπορική σχολή τού Αρσακείου,
όπου όπως φαίνεται "
εγένετο δεκτή". 
(Από τό Αρχείο της ΦΕ) 

Ενδεικτικό τής Ειρήνης Κρομμύδα από το Ημιγυμνάσιον Κρήνης.
Κατετέθη στην ΦΕ στις 23/6/1922
για να εγγραφεί στο σχολείο. 
(Από τό Αρχείο της ΦΕ)
 

 Σημαντικότατο κεφάλαιο στις σχέσεις Μικρασιατικού Ελληνισμού και Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας απετέλεσαν οι μικρασιατικής καταγωγής μα­θήτριες, που φοίτησαν στά σχολεία της ήδη από τα πρώτα σχεδόν χρόνια της λειτουργίας τους και οι οποίες, κατά το χρονικό διάστημα 1836-1900, σύμ­φωνα με τις υπάρχουσες πηγές, ανήλθαν στον αριθμό των 320.

Αλλά και κατά το υπό εξέταση χρονικό διάστημα 1900-1930 μεγάλος αριθμός μαθητριών (και κάποιων μαθητών) καταγόταν από την αντίπερα ό­χθη του Αιγαίου· εξ αυτών άλλες φοιτούσαν ιδίοις εξόδοις και άλλες ενισχυόμενες είτε από τη Φ.Ε. είτε από άλλους φορείς, όπως π.χ. από τό σύλ­λογο «Ανατολή», όπως θα καταδειχθεί στη συνέχεια.

Οι πηγές που μάς πληροφορούν για τήν ύπαρξη μικρασιατικής κατα­γωγής μαθητριών είναι τα Πρακτικά των συνεδριάσεων των Διοικητικών Συμβουλίων της Φ.Ε., τα διασωθέντα Πρακτικά αποτελεσμάτων απολυτηρίων και επί πτυχίω εξετάσεων καθώς και τα διασωθέντα Μαθητολόγια σχο­λείων της Εταιρείας, όπου, εκτός των άλλων στοιχείων, αναγράφεται και ο τόπος καταγωγής κάθε μαθήτριας.

Μαθήτριες από το χώρο των Βαλκανίων στα σχολεία της Φι­λεκπαιδευτικής Εταιρείας

Όπως είναι γνωστό, οι πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. υπήρξαν για τον Ελληνισμό περίοδος περιπετειών, ανακατατάξεων, μετακινήσεων πληθυσμών και μεγάλων κοινωνικών αλλαγών. Το Μακεδονικό Ζήτημα, οι Βαλκανικοί  Πόλεμοι, ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος, η Μικρασιατική Εκστρατεία και Κατα­στροφή, η Ανταλλαγή Πληθυσμών, εκτός των εθνικών και πολιτικών επιπτώσεων, δημιούργησαν και τεράστια κοινωνικά προβλήματα, όπως, μεταξύ άλ­λων, κύματα προσφύγων, άπορων, απορφανισθέντων παιδιών, απροστάτευ­των ανηλίκων και ποικιλοτρόπως δοκιμασθέντων Ελλήνων του ευρύτερου Ελληνισμού, πού είχαν εναποθέσει τις ελπίδες τους στη μητέρα-πατρίδα.

Προς τα προβλήματα αυτών τών δεινώς χειμαζόμενων Ελλήνων, η Φι­λεκπαιδευτική Εταιρεία, στο πλαίσιο τών δυνατοτήτων της, επέδειξε αξιο­σημείωτη ευαισθησία, υιοθετώντας ποικίλα μέτρα που απέβλεπαν στή γενι­κότερη υλική, ηθική ενίσχυση και ανακούφισή τους, είτε σε συλλογικό είτε σε ατομικό επίπεδο.

Άλλωστε, η τακτική αυτή είχε ακολουθηθεί ήδη από το 19ο αι., για με­μονωμένες περισσότερο περιπτώσεις Μικρασιατών Ελλήνων, όπως είχαμε την ευκαιρία να καταδείξουμε και στον Α' τόμο της έρευνας. Κατά τον 20ο όμως αι., η Φ.Ε. εφήρμοσε οργανωμένα και γενικής φύσεως σχέδια ανακούφισης-υποστήριξης όχι μόνον των Μικρασιατών αλλά και γενικά των Ελλή­νων της Βαλκανικής.

Πριν, επομένως, ασχοληθούμε με την τακτική συμπαράστασης που α­κολούθησε ή Φ.Ε. σχετικά με το σφοδρά πληττόμενο Μικρασιατικό Ελληνι­σμό, είναι, πιστεύουμε, σημαντικό να αναφερθούμε στις κινήσεις ,στις όποι­ες προέβη, προκειμένου να προσφέρει χείρα βοήθειας στους Έλληνες των πε­ριοχών εκείνων που υπέφεραν εξ αιτίας των πολέμων και των μεγάλων α­νατροπών, που εκδηλώθηκαν στο χώρο των Βαλκανίων και που, από πλευ­ράς ελληνικού ενδιαφέροντος, περιελάμβαναν τις ευρύτερες περιοχές Θρά­κης, Μακεδονίας και Ηπείρου.

Η αναφορά αυτή, σε έκτος Μ. Ασίας θέματα, κρίθηκε σκόπιμη, διότι πι­στεύεται ότι συντελεί στη διαμόρφωση πλήρους και ολοκληρωμένης εικόνας τής όλης «φιλοσοφίας» που χαρακτήριζε τή Φ.Ε., σχετικά με τή συμμετοχή της στην αντιμετώπιση τών προβλημάτων του Ελληνισμού στο σύνολό του.

Η τακτική, επομένως, που υιοθέτησε ή Φ.Ε. προς αυτή την κατεύθυνση περιελάμβανε αφ’ ενός μεν μέτρα γενικής φύσεως (συχνά και στο πλαίσιο που είχε ορίσει τότε η ελληνική πολιτεία), αφ’ ετέρου δε αντιμετώπιση με­μονωμένων περιπτώσεων, οι οποίες συχνά υπέκρυπταν προσωπικά δράμα­τα, προέκταση των εθνικών αγώνων και περιπετειών.

  1. Γενικής φύσεως μέτρα
  • Εγγραφή -τή συστάσει του Υπουργείου Παιδείας- στα Διδασκαλεί­α της Εταιρείας μαθητριών προερχόμενων από τα «Διδασκαλεία της Αλυ­τρώτου Ελλάδος».
  • Διενέργεια εράνου από τα Παρθεναγωγεία Πατρών και Κερκύρας «υπέρ τών αφανισθέντων αδελφών τής Ανατολικής Μακεδονίας».
  • Διευκόλυνση λειτουργίας του Ε' Στρατιωτικού Νοσοκομείου τού Κυ­ανού Σταυρού στο επιταχθέν κτήριο των Εξωτερικών Σχολείων.
  • Διευκόλυνση τού Π. Παπαμαύρου, διευθύνοντος το Παρθεναγωγείο Λαρίσης να μεταβεί στην Αδριανούπολη προκειμένου να λάβει μέρος στη διοργάνωση παιδαγωγικών μαθημάτων για τους δασκάλους της Θράκης.
  • Δωρεάν φοίτηση κατά το σχολ. έτος 1922-23 στα επαρχιακά σχολεία της Φ.Ε. προσφύγων εκ Μ. Ασίας. Πόντου καi Θράκης.
  • Αύξηση του αριθμού των εισακτέων επί δωρεάν φοιτήσει προσφύγων «εκ Μ. Ασίας, Πόντου και Θράκης» (τού χώρου διδασκαλίας επιτρέποντος).
  • Δωρεάν φοίτηση προσφύγων και θυμάτων πολέμου στην Αστική Σχολή.

2. Ειδικές κατά περίπτωση διευκολύνσεις

Στις κατά περίπτωση διευκολύνσεις φοίτησης στα σχολεία της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας ομάδων ή μεμονωμένων μαθητριών περιλαμβάνον­ται:

  • Οι οικονομικές διευκολύνσεις στην «εκ Μακεδονίας» ορφανή Α.Χ. Πανταζή.
  • Η δωρεάν φοίτηση προσφύγων «εξ Αγχιάλου».
  • Η δωρεάν φοίτηση ως υποτρόφου «τής μικράς αδελφής του εθνομάρτυρος μητροπολίτου Γρεβενών Αίμιλιανού».
  • «Η με ηλαττωμένα τροφεία και δίδακτρα φοίτησις τής απόρου εκ Κύπρου συσσίτου μαθήτριας» Δέσποινας Παπαδοπούλου.
  • Η έγκριση φοίτησης «εν τω Αρσακείω τής εκ Μοναστηριού Αριάδ­νης Αγοραστού» (με υποτροφία τής Επιτροπής «επί τών ευαγών σκοπών, υπό τήν προεδρείαν τού πρωθυπουργού»).
  • Έγκριση εισαγωγής ως συσσίτου τής πρόσφυγος Μαρίας Άργυριάδου.
  • Η έγκριση φοίτησης τής ’Ιουλίας Παντζίδου, υποτρόφου τής Παγκείου Επιτροπής, ανεψιάς «τού κατακρεουργηθέντος παρά των Βουλγάρων μη­τροπολίτου Μελενίκου».
  • Η δωρεάν φοίτηση στα ’Εξωτερικά Σχολεία τής Έλπίδος Παπανικολάου, πρόσφυγος από τό Δεδέαγατς.
  • Η δωρεάν φοίτηση στα ’Εξωτερικά Σχολεία τής εκ Σερρών απόρου Ειρήνης Συμεωνίδου, ή οποία έχασε τούς γονείς της «κατά το διάστημα τής εν Σέρραις Βουλγαροκρατίας».
  • Η δωρεάν φοίτηση στα ’Εξωτερικά Σχολεία «της μικράς κόρης τού δημοδιδασκάλου Σερρών Κ. Μάνθου».
  • Η δωρεάν φοίτηση (για τό σχολικό έτος 1919) δέκα ορφανών νεανίδων «άρτι αφιχθεισών εξ Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, κατόπιν αιτήσεως τού Πανελληνίου Συλλόγου Γυναικών».
  • Η δωρεάν φοίτηση στο Παρθεναγωγείο Κερκύρας τής Μαρίας Μιχαλά, αδελφής τού «εκ τών κακουχιών του πολέμου θανόντος τόν Σεπτέμβρι­ον 1918, Σ. Μιχαλά».
  • Η έλάττωση τροφείων της συσσίτου Θεοφάνης Κουντουριώτου «εκ της οικογένειας τών Κουντουριωτών, ων γνωσταί τυγχάνουσιν αι υπέρ πατρίδος παρασχεθείσαι υπηρεσίαι».
  • Η δωρεάν φοίτηση στο Παρθεναγωγείο Κερκύρας της Αικατερίνης Ασπιώτου «ως εχούσης αδελφόν στρατιώτην θανόντα εν πολέμω».
  • Η δωρεάν φοίτηση στα Εξωτερικά Σχολεία τής Χρυσούλας Δουράκου « θανόντος κατά τόν πόλεμον τού στρατιώτου αδελφού της».
  • Η δωρεάν φοίτηση στα Εξωτερικά Σχολεία της Βασιλικής Ανδρεαδάκη «ως εχούσης πατέρα πεσόντα εν τώ Μικρασιατικώ μετώπω».
  • Η απαλλαγή καταβολής τροφείων (μιας τριμηνίας) για τίς δύο θυγα­τέρες του συνταγματάρχου πυροβολικού Αρθούρου Μπάλμπη.
  • Η δωρεάν φοίτηση στα Εξωτερικά Σχολεία της Βασιλικής Καραφωτιά, θυγατέρας «λοχαγού πεσόντος εν τώ πολέμω».
  • Η δωρεάν φοίτηση στο Παρθεναγωγείο Κερκύρας, τής Όλγας Ζαμάνη, θυγατέρας «πεσόντος κατά τον πόλεμον αξιωματικού».
  • Η δωρεάν φοίτηση στα Εξωτερικά Σχολεία τής Βενετίας Χατζαντωνάκη, ορφανής πατρός και ετεροθαλούς αδελφής τού «εν τώ μετώπω τής Μ. Ασίας πεσόντος αδελφού της, Πλουτάρχου Ρουσάκη, τού μόνου στηρίγματος τής απόρου οικογένειας της».
  • Η δωρεάν φοίτηση στο Παρθεναγωγείο Πατρών της Ευγενίας Βαλλιάνου «απόρου και ανικάνου προς εργασίαν» (πατρός), η οποία ήταν αδελφή «του ανθυπασπιστού Νικολ. Βαλλιάνου, συντηρούντος τήν πατρικήν οικογέ­νειαν, όστις εκάη ζων εντός του Διοικητηρίου έξωθεν τής Κιουταχείας».
  • Η μείωση στο ήμισυ τών ετησίων διδάκτρων για τή μαθήτρια Όλγα Κοσμίδου (ΕΖ τάξη Εξωτερικού Προτύπου), θυγατέρα «διδασκάλου πρόσφυγος εκ Ρωσίας, αποθανόντος ενταύθα».
  • Η δωρεάν φοίτηση στο Διδασκαλείο τής ορφανής πατρός Ισαβέλλας Μαστοράκη, «θανόντος τού προστάτου αδελφού της εν τώ εν Σμύρνη Στρα­τιωτικώ Νοσοκομείω».
  • Η απαλλαγή διδάκτρων για τή φοιτώσα στό Παρθεναγωγείο Κερκύρας Σοφία Μωραΐτου, «ορφανή πατρός, πεσόντος εν τώ πολέμω».
  • Η δωρεάν φοίτηση στο Παρθεναγωγείο Κερκύρας των «εκ τού νομού Αργυροκάστρου προσφύγων Ελευθερίας Ευαγγελίου και Ευδοκίας Πίνα».
  • Η μείωση στο ήμισυ τών διδάκτρων για τή φοίτηση στο Πρότυπο Σχολείο της Φ.Ε. τής Μαρίας Κανελλοπούλου, «πατρός χωροφύλακος, αποβιώσαντος εκ τών κακουχιών τού πολέμου».
  • Οι διευκολύνσεις στην Αναστασία Πέτρου, «πατρός εκ Βουλγαρίας», ο οποίος προσέφερε πολλά στον Ελληνισμό και αντιμετωπίζει δυσκολίες.

Μαρία Ν. Βαϊάννη

Φιλόλογος Ιστορικός

 

Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το Βιβλίο τής Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» 1900-1930 (τόμος Β). Ευχαριστούμε την «Ένωση Σμυρναίων Αθηνών», τον Πρόεδρο κ. Γεώργιο Αρχοντάκη και την συγγραφέα, φιλόλογο του Αρσακείου Τοσιτσείου Εκάλης κ. Μαρία Ν. Βαϊάννη διότι παραχώρησαν την άδεια για την αναδημοσίευσή του.

 

Μικρασιάτες εκπαιδευτικοί στα σχολεία της Φ.Ε μέχρι το 1930

 

syllogos1912

Ο Σύλλογος Διδασκόντων τού εξωτερικού Αρσακείου το 1912. Μεταξύ αυτών διακρίνεται ο Δημήτρης Γληνός, πρώτος όρθιος απο αριστερά..(Από το αρχείο της ΦΕ) 

Είναι γεγονός ότι η παιδευτική διαδικασία συνδέεται άρρηκτα με το αν­θρώπινο δυναμικό τής εκπαίδευσης και η ανοδική πορεία τών σχολείων τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, χωρίς αμφιβολία, βασιζόταν στην υψηλή ποι­ότητα τών εκπαιδευτικών της. Άλλωστε, ένα από τά  κύρια μελήματα και πά­για τακτική τών κατά καιρούς Διοικητικών Συμβουλίων τής Φ.Ε. υπήρξε ή όσο το δυνατόν ευστοχότερη επιλογή τού ανθρώπινου δυναμικού που θα στελέχωνε τά εκπαιδευτήριά της.

Κατά το χρονικό διάστημα 1836-1900, με δεδομένη την έλλειψη υποδομών στο νεοσύστατο τότε ελληνικό κράτος, η Φ.Ε. είχε προστρέξει στή με­γάλη πνευματική δεξαμενή της Κωνσταντινούπολης κυρίως, προκειμένου να ανεύρει εκπαιδευτικούς ικανούς να επωμισθούν τή μεταλαμπάδευση τής παιδείας, που φιλοδοξούσε να παράσχει στις μαθήτριές της. Και είναι χα­ρακτηριστικό ότι κατά τό ίδιο χρονικό διάστημα δίδαξαν στα σχολεία της Φ.Ε., όπου έλαμψαν με τήν παρουσία τους, εξέχουσες προσωπικότητες της παιδείας, μικρασιατικής καταγωγής, όπως ή Σεβαστή Μάνου,(ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΣΤΟ ΟΙΚΕΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ), ό Γεώργιος Παχτίκος (ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΣΤΟ ΟΙΚΕΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ), ή Καλλιόπη Κεχαγιά, (ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΣΤΟ ΟΙΚΕΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ)πρώτη και μοναδική επόπτις των σχολείων της Φ.Ε.

Αξίζει όμως επί πλέον να αναφερθεί ότι κατά τό υπό εξέταση χρονικό διάστημα 1900-1930 στα διαφόρων βαθμίδων σχολεία τής Φ.Ε. δίδαξαν έκπαιδευτικοί ολκής, διακεκριμένες προσωπικότητες, ασχέτως καταγωγής, πού έγραψαν ιστορία στα εκπαιδευτικά, παιδαγωγικά, επιστημονικά καί πνευμα­τικά εν γένει πράγματα της νεότερης Ελλάδας. Ανάμεσά τους οι διαπρεπείς φιλόλογοι Ιω. Άποστολάκης, Θ. Βορέας, Γ. Γαρδίκας, Γ. Ζηκίδης, Θ. Κακριδής, Σ. Καλλιάφας (ο όποιος χρημάτισε και έπόπτης των σχολείων της Ε­ταιρείας), Σ. Μενάρδος, Εμ. Πεζόπουλος. Ι. Ρώσσης, Ερ. Σκάσσης, Γ. Σωτηριάδης, Γ. Σωτηρίου, Αχ. Τζάρτζανος, Ν. Φαραντάτος, Γ. Χατζιδάκις (επίσης επόπτης), ο εθνικός μας ποιητής Κ. Παλαμάς, ο διακεκρι­μένος αρχαιολόγος X. Τσούντας, οι διαπρεπείς μουσικοί Δ. Λαυράγκας και Ιω. Σακελλαρίδης, ή διάσημη ιέρεια της Τερψιχόρης Κ. Πράτσικα.

Αξίζει δε ιδιαιτέρως να επισημανθεί ότι ορισμένοι από τούς προαναφερόμενους υπήρξαν και εταίροι της Φιλεκπαιδευτικής, όπως π.χ. οι Θ. Κακριδής και Αχ. Τζάρτζανος ή μέλη Δ.Σ., ενώ άλλοι, όντες ήδη καθηγητές Πανεπιστημί­ου, δίδασκαν στα σχολεία της, όπως π.χ. ο Γ. Σωτηριάδης.

Αλλά και Μικρασιάτες εκπαιδευτικοί διέπρεψαν κατά το ίδιο χρονικό διάστημα στα σχολεία της Φ.Ε. Είναι δε αξιοσημείωτο ότι ανάμεσά τους συγ­καταλέγονται ρηξικέλευθοι παιδαγωγοί, πρωτοπόροι πανεπιστημιακοί δά­σκαλοι, καινοτόμοι επιστήμονες, μορφές εν γένει πού άφησαν εποχή στα εκ­παιδευτικά και επιστημονικά χρονικά της Ελλάδας τών πρώτων δεκαετιών του 20ού αι., όπως π.χ. ο Δ. Γληνός, (ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΣΤΟ ΟΙΚΕΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ) ο Μ. Ευαγγελίδης,(ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ ΣΤΟ ΟΙΚΕΙΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ) ο Ιω. Συκουτρής, ο Άλ. Φιλαδελφεύς, ο X. Χαριτωνίδης. Είναι δε αυτονόητο ότι η υψηλού επιπέδου παρεχόμενη παιδεία στα σχολεία της Φ.Ε. οφειλόταν και στην υψηλή ποιότητα των διδασκόντων, πολλοί από τούς οποίους κατάγονταν από την αντίπερα όχθη τού Αιγαίου.

Στα βιογραφικά σημειώματα που ακολουθούν, παρατίθενται, από τά στοιχεία πού έχουμε στη διάθεσή μας, όσα πιστεύεται ότι βοηθούν στην εναργέστερη σκιαγράφηση τής προσωπικότητας, τής επιστημονικής και εν γένει πνευματικής τους συγκρότησης και τής όλης εκπαιδευτικής παρουσίας και πορείας τους στα σχολεία, τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας.

Κύρια πηγή στοιχείων, έκτος τών Πρακτικών τών συνεδριάσεων των Διοικητικών Συμβουλίων της Φ.Ε., απετέλεσαν και τα διασωθέντα Μητρώα Προσωπικού και οι, κατά περίπτωση, σε αυτά περιλαμβανόμενες υπηρεσιακές εκθέσεις από τον εκάστοτε, καθ’ ύλην αρμόδιο, επόπτη των σχολείων της Φ.Ε..

Αν επιχειρήσουμε δε να σκιαγραφήσουμε σε γενικές γραμμές τήν πνευ­ματική φυσιογνωμία τών μικρασιατικής καταγωγής εκπαιδευτικών τής Φ.Ε., με βάση πάντα τίς υπάρχουσες πληροφορίες, αναζητώντας κάποιες κοινές για όλους συνιστώσες, θα καταλήγαμε στις εξής διαπιστώσεις: οι περισσότεροι γεννήθηκαν στη Μ. Ασία, στην Κωνσταντινούπολη, λιγότεροι στην Ανατολική Θράκη και σπούδασαν, κατά κανόνα, στα περιώνυμα εκπαιδευτήρια τών με­γάλων μικρασιατικών αστικών κέντρων- πολλοί μάλιστα ακολούθησαν ανώτερες, εντυπωσιακές για την εποχή, πανεπιστημιακές σπουδές σε μεγάλα εκ­παιδευτικά ιδρύματα και πανεπιστήμια του εξωτερικού. Είναι χαρακτηριστι­κή η διαρκής προσπάθεια εμπλουτισμού των τίτλων σπουδών τους, η γλωσ­σομάθεια. η πνευματική εν γένει καλλιέργεια, η ανάπτυξη συχνά συγγραφι­κής δραστηριότητας, η συνεχής μέριμνα για τη βελτίωση της επιστημονικής και παιδαγωγικής τους συγκρότησης. Αξίζει δε να προστεθεί ότι αρκετοί α­πό αυτούς διέπρεψαν και ως πανεπιστημιακοί δάσκαλοι και ερευνητές.

Επί πλέον, πιστεύουμε ότι δεν είναι χωρίς σημασία το γεγονός ότι συ­χνά πίσω από τις γραμμές τών τυπικά διατυπωμένων υπηρεσιακών κειμένων, λαμβανομένων υπ’ όψιν και τών ιδιαίτερα δύσκολων συνθηκών της εποχής, διαφαίνονται, ως λανθάνοντες υπαινιγμοί, οι ανθρώπινες διαστάσεις, οι προσω­πικές ιστορίες, οι δικαιολογημένες αγωνίες και ο προσωπικός αγώνας κάθε α­τόμου, που συντελούν στην πληρέστερη απόδοση της ιδιαίτερης φυσιογνωμί­ας τών ανθρώπων, οι οποίοι, μαζί με πολλούς άλλους άξιους εκπαιδευτικούς, άφησαν τη σφραγίδα τής προσωπικότητάς τους στα σχολεία της Φ.Ε.

Ως προς την επιτέλεση του έργου τους, παρά τίς όποιες, ανθρώπινες άλ­λωστε, αδυναμίες και ελλείψεις, οι Μικρασιάτες εκπαιδευτικοί επιδεικνύοντας πάντα υψηλό αίσθημα ευθύνης, αφοσίωση στο καθήκον, έντονα ανε­πτυγμένη συνείδηση τής αποστολής τους, μεγάλη διάθεση προσφοράς, τίμη­σαν δεόντως τόν τίτλο τού Δασκάλου αλλά και τά σχολεία στα οποία ανά­λωσαν τά παραγωγικότερα χρόνια της ζωής τους επ’ ωφελεία τών ελληνικών γενεών.

Εκτός των εκπαιδευτικών, μικρασιατικής καταγωγής ήταν και μέλη τού διοικητικού προσωπικού της Φ.Ε. καθώς και ο αγιογράφος του Ιερού Ναού της Αγίας Αναστασίας Ψυχικού, Γιάννης Ψυχάκης.

Μαρία Βαϊάννη

φιλόλογος - ιστορικός

 

ΠΙΝΑΚΑΣ 2

Μικρασιάτες εκπαιδευτικοί στα σχολεία της Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας μέχρι το 1930

 
α/α

1.

2.

3.

4.

5.

6.

7.

8.

9.

10.

11.

12.

13.

14.

15.

16.

17.

18.

19.

20.

21.

22.

23.

24.

25.

26.

27.

28.

29.

30.

Έπώνυμο-’Όνομα

Απέργη Σοφία

Αρνού Εύρυδίκη

Βλαστού Λουκία

Βουκίδου Μαρία

Γιαννά Ευθαλία

Γιαννοπούλου Άννα

Γληνός Δημήτριος

Διαμαντόπουλος Αδαμ.

Διαμαντόπουλος Παναγ.

Ευαγγελίδης Μαργαρίτης

Καραγιάννη Αγγέλα

Καρακατσάνη Πολυξένη

Κοντίδου Αικατερίνη

Κουρτίδης Αριστοτέλης

Μοίρα Κωνσταντίνα

Οκταποδάς Κωνσταντίνος

Παλάσχα ’Ιωάννα

Παπαδόπουλος Ιωάννης

Παππά Δήμητρα

Σκατζουράκη Καλλιόπη

Σπανδώνας Ιωάννης

Συκουτρής Ιωάννης

Σχοινάς Γεώργιος

Τασιοπούλου Ευανθία

Φιλαδελφεύς ’Αλέξανδρος

Φλωράς Γρηγόριος-Ιωάν.

Φουτρίδου Δέσποινα

Χαριτωνίδης Χαρίτων

Χατζηιωσήφ Λούλα

Χρυσοχόος Στρατοκλής

Τόπος καταγωγής

Σμύρνη

Σμύρνη

Κωνσταντινούπολη

Κυδωνιές (Αϊβαλί)

Κωνσταντινούπολη

Διδυμότειχο

Σμύρνη

Αγχίαλος

Κυδωνιές (Αϊβαλί)

Μηχανιώνα

Αττάλεια

Κωνσταντινούπολη

Μ. Ασία

Μυριόφυτο Αν. Θράκης

Κωνσταντινούπολη

Τσεσμές

Σμύρνη

Μάδυτος

Κωνσταντινούπολη

Κυδωνιές (Αϊβαλί)

Μυριόφυτο Αν. Θράκης

Σμύρνη

Βουρλά

Κωνσταντινούπολη

Αθήνα(από Φιεδελφεια ΜΑ)

Κωνσταντινούπολη

Σμύρνη

Μάκρη

Κωνσταντινούπολη

Κυδωνιές (Αϊβαλί)

Ειδικότητα-Ίδιότητα

καθηγήτρια Μαθηματικών

διδασκάλισσα. υποδιευθύντρια Οικοτροφείου Φ.Ε.

καθηγήτρια Ξένων Γλωσσών

καθηγήτρια Καλών Τεχνών

καθηγήτρια Ξένων Γλωσσών

καθηγήτρια Παιδαγωγικών, διευθύντρια Διδασκαλείου Φ.Ε.

καθηγητής Παιδαγωγικών

καθηγητής Διδασκαλείου Φ Ε

καθηγητής Θρησκευτικών

καθηγητής Φιλοσοφικής

επιμελήτρια Διδασκαλείου Φ.Ε.

επιμελήτρια Αστικής Σχολής

καθηγήτρια Παιδαγωγικών

καθηγητής Παιδαγωγικών

καθηγήτρια Χειροτεχνίας

καθηγητής Ελληνικών

καθηγήτρια Γυμναστικής

καθηγητής Θρησκευτικών

καθηγήτρια Γυμναστικής

επιμελήτρια

καθηγητής Γαλλικών

καθηγητής Ελληνικών

καθηγητής Γεωγραφίας

διδασκάλισσα Οικοκυρικών

καθηγητής Ιστορίας της Τέχνης

καθηγητής Υγιεινής, ιατρός

διδασκάλισσα

καθηγητής Ελληνικών

καθηγήτρια Μουσικής

καθηγητής Παιδαγωγικών

 

ΠΙΝΑΚΑΣ 3

Αλλων ειδικοτήτων εργαζόμενοι στά σχολεία της Φ.Ε.

α/α

Έπώνυμο-’Όνομα

Τόπος καταγωγής

Ειδικότητα-Ίδιότητα

1

Βασιλειάδου Αικατερίνη

Κωνσταντινούπολη

δακτυλογράφος. κλητήρ Β' τάξ.

2

Γρηγορίου Αναστασία

Πέργαμος

γραφεύς Β', ίματιοφύλαξ

3

Νικολαΐδου-Γρηγορίου Άν.

Μ. Ασία

ιματιοφύλαξ

4

Ψυχάκης Γιάννης

Τσεσμές

αγιογράφος

Μαργαρίτης Ευαγγελίδης. Ο καθηγητής τού Αρσακείου που εργάστηκε για τον Μικρασιατικό Ελληνισμό

 

Ο Μαργαρίτης Ευαγγελίδης ήταν ένας από τους διακεκριμένους Μικρασιάτες τού τέλους τού 19ου και των αρχών τού 20ού αιώνα. Γεννήθηκε στη Μηχανιώνα[1] τής Κυζίκου στις 8 Σεπτεμβρίου 1850. Ολοκλήρωσε τις στοιχειώδεις σπουδές του στη γενέτειρά του την Κύζικο και στη συνέχεια πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου φοίτησε στη Μεγάλη τού Γένους Σχολή, από την οποία αποφοίτησε το 1871. Πρωτοετής φοιτητής στη Μεγάλη τού Γένους Σχολή, το 1886 ο Μαργαρίτης Ευαγγελίδης ίδρυσε την Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα Μηχανιώνας «Πρόοδο», την οποία αργότερα επεξέτεινε σε Κυζικηνή Αδελφότητα «Πρόοδο».

Mhxanivna kyzikoy

Η Μηχανιώνα τής Κυζίκου πριν από την Μικρασιατική καταστροφή  ( Πηγή εικόνας: Φάρος του Θερμαϊκού)

Ο Ευαγγελίδης από το 1871 μέχρι το 1875 δίδαξε σε λύκεια και σε παρθεναγωγεία τής Κωνσταντινούπολης. Το 1875 γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή τού Πανεπιστημίου Αθηνών. Μεταξύ των ετών 1878 και 1883 συμπλήρωσε τις σπουδές του στη Γερμανία και εκπόνησε διδακτορική διατριβή. Μετά την επιστροφή του από τη Γερμανία, τον Ιανουάριο τού 1883, διορίστηκε καθηγητής στο Δ΄ Γυμνάσιο Αθηνών. Τον Δεκέμβριο τού 1885 έγινε υφηγητής τής Ιστορίας τής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Τον Νοέμβριο τού 1886 διορίστηκε καθηγητής στο Βαρβάκειο Λύκειο. Το 1892, ενώ υπηρετούσε ως καθηγητής στο Α΄ Γυμνάσιο Αθηνών, μετατέθηκε (τον Σεπτέμβριο) στο Α΄ τμήμα τού Βαρβακείου Γυμνασίου. Τον Φεβρουάριο τού 1893 διορίστηκε καθηγητής των Ελληνικών και Φιλοσοφικών στη Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή.

Evaggelidis filosof

Φιλοσοφικά μελετήματα υπό Μαργαρίτου Ευαγγελίδου, Αθήνα 1885 (Εστία Νέας Σμύρνης)

Τον Οκτώβριο τού επόμενου έτους, 1894, διορίστηκε τακτικός καθηγητής τής Ιστορίας τής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1901, έπειτα από πρόταση τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, ανέλαβε τη διδασκαλία των φιλοσοφικών μαθημάτων και τής ιστορίας τής παιδαγωγικής στο Αρσάκειο, στο οποίο δίδαξε για 22 συνολικά χρόνια, μέχρι το 1923, οπότε λόγω ασθενείας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη διδασκαλία.

 Margaritis Evangelidis (1)

Μαργαρίτης Ευαγγελίδης, φωτογραφία από το Πανελλήνιο Λεύκωμα Εθνικής Εκατονταετηρίδος 1821-1921

 Η συμβολή του στην προαγωγή των φιλοσοφικών σπουδών υπήρξε αξιόλογη. Το μεγαλύτερο όμως έργο του ήταν η ίδρυση τού συλλόγου «Η Ανατολή», τού οποίου εξελέγη πρόεδρος, θέση την οποία διατήρησε για 34 έτη, από το 1891 ώς το 1925. Με την ίδρυση αυτού τού συλλόγου ο Ευαγγελίδης σκοπό είχε να βοηθήσει στη διάδοση τής ελληνικής και τής χριστιανικής παιδείας στους υπόδουλους συμπατριώτες του τής Μικράς Ασίας και τού Πόντου και να στηρίξει το εθνικό τους φρόνημα. Πέτυχε τον στόχο του αυτό διοχετεύοντας αφ’ ενός χιλιάδες εκπαιδευτικών στα εκεί σχολεία, σχεδόν επί 20 χρόνια, και αφ’ ετέρου εκδίδοντας, επί σειρά  ετών, το περιοδικό «Ξενοφάνης». Το περιοδικό ήταν μοναδικό στο είδος του και αποτελεί μέχρι και σήμερα πολύτιμη πηγή για τη μελέτη τής ζωής και τής δράσης τού Μικρασιατικού Ελληνισμού. Ο Ευαγγελίδης αναλώθηκε στον αγώνα υπέρ τού Ελληνισμού τής Μικράς Ασίας θέτοντας σε δεύτερη μοίρα την πανεπιστημιακή σταδιοδρομία του. Μέσω τού Συλλόγου «Ανατολή» προωθούσε το μεγαλόπνοο πρόγραμμά που οραματίστηκε και έθεσε σε εφαρμογή ο ίδιος. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο ο Σύλλογος ανέλαβε τα έξοδα διαβίωσης των Μικρασιατών σπουδαστών που είχαν αποκλειστεί λόγω των εχθροπραξιών.

xenofanis (1)

Ξενοφάνης, Σύγγραμμα περιοδικόν τού Συλλόγου των Μικρασιατών «Ανατολή», Αθήνα 1896 (Εστία Νέας Σμύρνης)

Ο Ευαγγελίδης ήταν ισχυρή προσωπικότητα και κατασταλαγμένος νους. Με τον σύλλογο «Ανατολή» κατέστησε σαφές σε όλους ότι ήταν απαραίτητη η διάδοση των ελληνικών γραμμάτων και η ενίσχυση τής ορθόδοξης χριστιανικής θρησκείας, προκειμένου να καλλιεργηθεί και να στηριχθεί το εθνικό φρόνημα. Για την ίδρυση τού Συλλόγου ο Ευαγγελίδης συνεργάστηκε με ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών και με φοιτητές τού Πανεπιστημίου, όπως ήταν ο Κωνσταντίνος Λαμέρας, ο Παύλος Καρολίδης, ο Γεώργιος Παχτίκος, ο Αχιλλέας Κελαϊδίτης και ο Γεώργιος Πασχαλίδης.

Ως πρόεδρος τού Συλλόγου επεδίωξε και πέτυχε συνεργασία με τη Ριζάρειο Ιερατική Σχολή, το Ομήρειο και το Αρσάκειο Παρθεναγωγείο για την εκπαίδευση υποτρόφων τού Συλλόγου και, το 1900, ίδρυσε το «Ιεροδιδασκαλείον τής Αποκαλύψεως» στην Πάτμο. Το 1906 υπέγραψε με τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, πρόεδρο τής Συνέλευσης των Σαμίων, σύμβαση βάσει τής οποίας το Ιεροδιδασκαλείο μεταφέρθηκε από την Πάτμο στη Σάμο. Πέτυχε επίσης την ίδρυση Διδασκαλείου Νηπιαγωγών στα Φλαβιανά, το σημερινό Ζιντζίντερε τής Καππαδοκίας. Το 1911 εξασφάλισε χορηγίες από θρησκευτικούς, εκπαιδευτικούς και κρατικούς φορείς, συνεργάστηκε στενά με άλλους συλλόγους και είχε αλληλογραφία με τις κοινοτικές και τις θρησκευτικές αρχές των μικρασιατικών κοινοτήτων, τους Έλληνες των παροικιών τού εξωτερικού και πρώην υποτρόφους τού Συλλόγου στην προσπάθειά του να αναδείξει τον Σύλλογο σε μείζονα παράγοντα τής εκπαιδευτικής κίνησης στη Μικρά Ασία.

 a

Λόγος πανηγυρικός απαγγελθείς κατά την 9ην επέτειον τού Συλλόγου των Μικρασιατών Ανατολής υπό τού προέδρου αυτού Μαργαρίτου Ευαγγελίδου, Αθήνα 1900 (Εστία Νέας Σμύρνης)

Το 1907 ανατέθηκε στον Μαργαρίτη Ευαγγελίδη η διδασκαλία και των μαθημάτων τής Συστηματικής Φιλοσοφίας μέχρι την πλήρωση τής κενής έδρας, το 1912. Τον Ιούνιο τού 1919 ο Ευαγγελίδης εξελέγη πρύτανης τού Πανεπιστημίου Αθηνών για το ακαδημαϊκό έτος 1920-1921. Όμως η κακή κατάσταση τής υγείας του και η εισαγωγή του για εγχείρηση στο Αρεταίειο νοσοκομείο, το 1924, τον ανάγκασαν να διακόψει τη διδασκαλία του στο Πανεπιστήμιο. Τον Οκτώβριο τού 1922 το Υπουργείο των Θρησκευμάτων και τής Παιδείας, προνοώντας για τους πρόσφυγες φοιτητές, διόρισε επιτροπή προκειμένου να αποφαίνεται για την εγγραφή ή μη των προσφύγων στο Πανεπιστήμιο. Στην επιτροπή αυτή ήταν μέλος και ο Μαργαρίτης Ευαγγελίδης, ως πρόεδρος τού Συλλόγου Μικρασιατών «Η Ανατολή» και γνώστης των μικρασιατικών πραγμάτων. Εξάλλου, ήδη ο Ευαγγελίδης, με εντολή τού Υπουργείου, επιθεωρούσε εκπαιδευτήρια, επόπτευε απολυτήριες και εισιτήριες εξετάσεις, την εργασία των καθηγητών, την πρόοδο των μαθητών και διαβίβαζε τα πορίσματα των επιθεωρήσεών του στο Υπουργείο.

Μάλιστα, για να βοηθήσει τους πρόσφυγες στέγασε στα γραφεία τού Συλλόγου 26 προσφυγικές οργανώσεις και φρόντισε για την ίδρυση νυκτερινών σχολών στις περιοχές όπου ζούσαν πολλοί πρόσφυγες όπως η Καισαριανή, το Περιστέρι, η Ν. Ιωνία, η Δραπετσώνα κ.α.

Ήταν ακόμη μέλος τού περιοδικού τής Επιστημονικής Εταιρείας «Αθηνά».

Το συγγραφικό έργο τού Μαργαρίτη Ευαγγελίδη είναι μεγάλο και ποικίλο. Δημοσίευσε έργα του κατά το διάστημα που βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη και στο Βερολίνο, όμως τα περισσότερα έργα του δημοσιεύτηκαν όταν ζούσε στην Αθήνα. Από το συγγραφικό του έργο, επιστημονικό και γενικού ενδιαφέροντος, ξεχωρίζουν οι λογοδοσίες του στην Αδελφότητα «Πρόοδος» μεταξύ των ετών 1866-1875, οι επιμνημόσυνοι και επικήδειοι λόγοι, τα άρθρα του στον «Nεολόγο» τής Κωνσταντινούπολης. Έγραψε ακόμα στις εφημερίδες «Αιών» και «Ακρόπολις» τής Αθήνας, κείμενα φιλοσοφικά, εκπαιδευτικά, ιστορικά και θρησκευτικά. Πολύτιμος βοηθός στο έργο του ήταν η Αρσακειάς σύζυγός του Θηρεσία Ροκά, η οποία ήταν η 2η γυναίκα που ενεγράφη στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ήταν καθηγήτρια τού Αρσακείου και μαχητική φεμινίστρια.

 anatolh katast

Ο Κανονισμός του Μκρασιατικόύ Συλλόγου "Ανατολή" (Εστία Νέας Σμύρνης)

Ο Μαργαρίτης Ευαγγελίδης πέθανε στην Αθήνα στις 20 Μαρτίου 1932 σε ηλικία 82 ετών. Στην Νέα Μηχανιώνα, κοντά στην Θεσσαλονίκη, έγιναν με κάθε επισημότητα τα αποκαλυπτήρια τής προτομής τού καθηγητού Μαργαρίτη Ευαγγελίδη τη Δευτέρα τού Πάσχα 18 Απριλίου 1960.

Evaggelidis

Η προτομή τού καθηγητή Μαργαρίτη Ευαγγελίδη στην Νέα Μηχανιώνα, κοντά στη Θεσσαλονίκη (Πηγη εικόνας :Κέντρο Ιστορίας Ν. Φιλαδελφείας)

Πολλά χρόνια μετά τον θάνατό του, ο γιος του Κίμων και η κόρη του Μαρία εμπιστεύτηκαν στον εγγονό τού Μαργαρίτη Ευαγγελίδη χειρόγραφα τού πατέρα τους, από τα οποία αποδεικνύεται ότι ο Ευαγγελίδης είχε αρχίσει να γράφει την ιστορία τής πατρίδας του Μηχανιώνας γύρω στο 1915 και εξακολούθησε τη συγγραφή μέχρι το 1927, χωρίς να προλάβει να δώσει στα χειρόγραφα μια τελική μορφή. Το έργο αυτό ολοκλήρωσε και εξέδωσε ο εγγονός του με τον τίτλο «Η Μηχανιώνα τής Κυζίκου, ιστορία και παράδοση».

Παναγιώτα Αν. Ατσαβέ

φιλόλογος – ιστορικός

  • Το κείμενο βασίστηκε σε στοιχεία από το Αρχείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, στο βιβλίο τής Μαρίας Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία (Α)», το άρθρο τού Α. Ζούμπου στο 24 (4) τεύχος τού επιστημονικού περιοδικού «Παρνασσός», Οκτώβριος-Δεκέμβριος 1982, σ. 484-493, και στην εισήγηση τού Θεοδωρή Πυλαρινού στο 2ο Συμπόσιο τής ΚΕΜΙΠΟ.

 

[1] Η Μηχανιώνα (σήμερα Cakilkoy) είναι παραθαλάσσια πόλη στο ΒΑ άκρο τής χερσονήσου τής Κυζίκου στην Προποντίδα. Στις αρχές τού 20ού αιώνα ο πληθυσμός της ήταν αμιγώς ελληνορθόδοξος.

Ο Σύλλογος Μικρασιατών «Ανατολή» και η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία

 

Στις 6 Νοεμβρίου 1891 ιδρύθηκε στην Αθήνα από Μικρασιάτες τής Αθήνας και τού Πειραιά ο Σύλλογος Μικρασιατών «Ανατολή», με στόχο να στηρίξει τον Μικρασιατικό Ελληνισμό. Τα μέλη τού Συλλόγου ήταν κυρίως Μικρασιάτες φοιτητές και διανοούμενοι. Μεταξύ αυτών ήταν ο Μαργαρίτης Ευαγγελίδης (για περισσότερες πληροφορίες πατήστε εδώ) από την Κύζικο και ο Παύλος Καρολίδης από την Καππαδοκία, οι οποίοι ήταν τότε υφηγητές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και αργότερα έγιναν καθηγητές. Άλλο εξέχον μέλος τού Συλλόγου ήταν ο Γεώργιος Πασχαλίδης από τo Ορτάκιοϊ τής Βιθυνίας, που είχε σπουδάσει Φαρμακευτική στο Πανεπιστήμιο ’Αθηνών και από φοιτητής είχε δείξει ενδιαφέρον για την επίλυση των σοβαρών προβλημάτων τού Μικρασιατικού Ελληνισμού.

Επιδίωξη τού Συλλόγου ήταν να καταστήσουν ποιοτικότερη και επωφελέστερη την εκπαίδευση στον μικρασιατικό χώρο.

Σύμφωνα με τον Κανονισμό τού Συλλόγου στόχος του ήταν:

Α) Η προβολή τής ενότητας τού Μικρασιατικού Ελληνισμού.

Β) Η ενίσχυση τής μόρφωσης και τής σχολικής παιδείας των Ελλήνων και στις πλέον απόμακρες περιοχές τής Μικράς Ασίας.

Γ) Η ιστορική και πραγματολογική μελέτη τής Μικράς Ασίας και η προσπάθεια ικανοποίησης των αναγκών της.

Δ) Η διανοητική και η ηθική ανάπτυξη των μελών τού Συλλόγου με αναγνώσματα.

Για τον λόγο αυτό ιδρύθηκε βιβλιοθήκη και αναγνωστήριο και ξεκίνησε η έκδοση περιοδικού για την εξυπηρέτηση των επιστημονικών στόχων του.

anatolh katast

Το καταστατικό του Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολή . (Από  το αρχειο της Εστίας Νέας Σμύρνης)

Η Βιβλιοθήκη που οργάνωσε ο Σύλλογος λειτουργούσε ως δανειστική. Εκτός των βιβλίων που αγόραζε ο Σύλλογος δεχόταν και δωρεές. Με σκοπό δε να διευθετηθούν θέματα τής Βιβλιοθήκης και τού Αναγνωστηρίου, ο έφορος Γεώργιος Ασκητόπουλος συνέταξε στις 4 Οκτωβρίου 1898 «Οργανισμό» σχετικά με τα καθήκοντα τού Εφόρου, την τήρηση ιδιαίτερου καταλόγου βιβλίων που δωρίζονταν στην Βιβλιοθήκη, την τήρηση καταλόγου των εισερχόμενων περιοδικών και εφημερίδων, τον τρόπο δανεισμού, τις κυρώσεις που συνεπαγόταν η απώλεια συγγράμματος, την απαγόρευση δανεισμού των λεξικών, των σπανιότατων και πολυτελών φιλολογικών και επιστημονικών συγγραμμάτων και των εκδόσεων τού «Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως».

Το περιοδικό τού Συλλόγου ονομάστηκε «Ξενοφάνης», προς τιμήν τού Ξενοφάνη τού Κολοφώνιου, αφού η στροφή στο αρχαιοελληνικό παρελθόν ήταν συνήθης πρακτική τής εποχής, για την απόδειξη τής συνέχειας τού έθνους. Το περιοδικό εκδιδόταν σε τεύχη αρχικά κάθε μήνα και αργότερα ανά δίμηνο, λόγω οικονομικών δυσκολιών. Από το 1896 μέχρι και το 1910 εκδόθηκαν 7 τόμοι. Επρόκειτο για περιοδικό ποικίλης ύλης. Περιελάμβανε αρχαιολογικές και ιστορικές μελέτες, βιογραφίες για αρχαίους και σύγχρονους, κείμενα γεωγραφικά, οδοιπορικά και τοπογραφικά, παιδαγωγικά, θρησκευτικά, άρθρα για τους αγώνες εναντίον τής ξένης προπαγάνδας, γλωσσικές, λαογραφικές μελέτες, φιλολογικές και φιλοσοφικές πραγματείες, κείμενα που αναφέρονταν στην μουσική, κυρίως στα δημώδη άσματα, ηθογραφικές μελέτες, περιηγητικές εντυπώσεις, βιβλιοκρισίες καθώς και διάφορες ειδήσεις σχετικές με τον Σύλλογο, με άλλους συλλόγους, αλλά και ειδήσεις σχετικά με την κοινωνική, την θρησκευτική και την εκπαιδευτική ζωή των Ελληνορθοδόξων τής Μικράς Ασίας, καθώς και ενημερώσεις για δωρεές σε κοινότητες τής Μικράς Ασίας.

xenofanis (1)

Το περιοδικό «Ξενοφάνης», του Συλλόγου Μικρασιατών «Ανατολή» . (Από  το αρχείο της Εστίας Νεας Σμύρνης)

Tον Σύλλογο διοικούσε 12μελές Συμβούλιο. Πρώτος πρόεδρος εξελέγη ο Μαργαρίτης Ευαγγελίδης, καθηγητής τής Ιστορίας τής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αλλά και στο Αρσάκειο. Παρέμεινε στην θέση αυτή για 34 έτη, από το 1891 ώς το 1925. Γεννημένος στην Μηχανιώνα τής Κυζίκου το 1850, τόνιζε πάντα στις ομιλίες του ότι σκοπός τής «Ανατολής» ήταν «η εμπέδωσις τής Ορθοδοξίας» και «η διάδοσις των ελληνικών γραμμάτων εν τη Μικρά Ασία». Τα οικονομικά τού Συλλόγου στηρίζονταν στις συνδρομές των μελών, τακτικών και αντεπιστελλόντων, και στις συνδρομές για το περιοδικό «Ξενοφάνης». Υπήρχαν και έκτακτα έσοδα από την πώληση βιβλίων που εξέδιδε ο Σύλλογος, ενισχύσεις από Τράπεζες, τον Δήμο Αθηναίων, το Πανεπιστήμιο, τον «Σύλλογο προς διάδοσιν των ελληνικών γραμμάτων», επιχορηγήσεις τού ελληνικού κράτους, καθώς και προσφορές δωρητών, ευεργετών και μεγάλων ευεργετών.

Ο Σύλλογος «Ανατολή» έδρασε ουσιαστικά μέχρι το 1939, αν και τυπικά διατηρήθηκε ώς το 1949. Βίωσε και διαχειρίστηκε μεγάλα γεγονότα: την εμφάνιση τού κινήματος των Νεοτούρκων, τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, την Μικρασιατική εκστρατεία, την Καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Μετά τα γεγονότα τού 1922, εκ των πραγμάτων, ο Σύλλογος έθεσε στόχο την τακτοποίηση και την εκπαίδευση των προσφύγων που εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα και στις γύρω περιοχές. Ο Κανονισμός τού Συλλόγου άλλαζε ή συμπληρωνόταν κάθε δύο, τρία ή πέντε χρόνια, ώστε να ανταποκρίνεται στις αλλαγές στο πολιτικό και το κοινωνικό γίγνεσθαι τόσο τής Ελλάδας όσο και τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Όπως είναι φυσικό, ο Σύλλογος διαχειρίστηκε σπουδαίας σημασίας ζητήματα που αποτελούσαν προϋπόθεση για την επιβίωση των Ελλήνων τής Μικράς Ασίας, όπως είναι η Παιδεία. Πολλές ελληνικές κοινότητες τής Μικράς Ασίας, και μάλιστα τής Βιθυνίας, είχαν γίνει τουρκόφωνες ή αρμενόφωνες. Για να αντιμετωπιστεί δραστικά το φαινόμενο έπρεπε τα κοινοτικά σχολεία να στελεχωθούν με δασκάλους που θα μορφώνονταν σε επίλεκτα διδασκαλεία τού Ελληνισμού. Η «Ανατολή» προσέφερε υποτροφίες σε νέους που είχαν διακριθεί στα γράμματα και κατάγονταν από τις κοινότητες αυτές, προκειμένου να σπουδάσουν στην Ελλάδα αρκεί να επέστρεφαν στην πατρίδα τους μετά την ολοκλήρωση των σπουδών τους. Οι υπότροφοι τής «Ανατολής» διορίζονταν από τις κοινότητες στα σχολεία με αξιοπρεπή μισθό προκειμένου να διδάξουν την ελληνική γλώσσα. Σκοπός και επιθυμία ήταν ο ελληνικός πολιτισμός να μην εξαφανιστεί από τις πανάρχαιες κοιτίδες του.

Για να επιτύχει τον στόχο του ο Μαργαρίτης Ευαγγελίδης και ο Σύλλογος «Ανατολή» επιδίωξαν και πέτυχαν συνεργασία με την Ριζάρειο Ιερατική Σχολή, το Ομήρειο Παρθεναγωγείο στην Σμύρνη και το Αρσάκειο Παρθεναγωγείο για την εκπαίδευση υποτρόφων τού Συλλόγου, οι οποίοι αργότερα, ως απόφοιτοι, θα δίδασκαν στις ελληνικές κοινότητες τής Μικράς Ασίας. Η παροχή ποιοτικής ελληνοπρεπούς εκπαίδευσης στους νέους των μικρασιατικών κοινοτήτων θα συντελούσε στην κοινωνική και την οικονομική πρόοδο τού Ελληνισμού τής Μικράς Ασίας. Παράλληλα θα αποτελούσε τροχοπέδη στις ενέργειες των προσηλυτιστών, που εμφανίζονταν αδιακρίτως σε όλες τις επαρχίες τής Μικράς Ασίας, κυρίως όμως στις μη ελληνόφωνες και σε όσες παρουσίαζαν φανερά τα σημάδια τής απουσίας οργανωμένου εκπαιδευτικού συστήματος. Για την κάλυψη των εκπαιδευτικών κενών στην Μικρά Ασία δεν αρκούσε η προσφορά υποτροφιών. Γι’ αυτό η «Ανατολή» προχώρησε, το 1900, στην ίδρυση τού «Ιεροδιδασκαλείου τής Αποκαλύψεως» στην Πάτμο. Σκοπός τού Ιεροδιδασκαλείου ήταν να προετοιμάσει δασκάλους έμπειρους στις νέες παιδαγωγικές μεθόδους και μελλοντικούς ιερείς. Το 1906 το «Ιεροδιδασκαλείον» μεταφέρθηκε στην Σάμο. Το αυτόνομο καθεστώς τής Σάμου ήταν καταλληλότερο για μια τέτοια σχολή. Η σύμβαση μεταφοράς τού Ιεροδιδασκαλειου υπεγράφη μεταξύ τού Δημοσίου τής Σάμου, εκπροσωπουμένου από τον Θεμιστοκλή Σοφούλη, και τού Συλλόγου «Ανατολή», εκπροσωπουμένου από τον Μαργαρίτη Ευαγγελίδη. Ο Σύλλογος προχώρησε ακόμα στην ίδρυση Διδασκαλείου Νηπιαγωγών στα Φλαβιανά (Ζιντζίντερε) τής Καππαδοκίας το 1911. Αφού εξασφάλισε δωρεές από θρησκευτικούς, εκπαιδευτικούς και κρατικούς φορείς, συνεργάστηκε στενά με άλλους συλλόγους και είχε εκτενή αλληλογραφία με τις κοινοτικές και τις θρησκευτικές αρχές των μικρασιατικών κοινοτήτων, με Έλληνες τού εξωτερικού και πρώην υποτρόφους τού Συλλόγου, στην προσπάθειά του να αναδείξει τον Σύλλογο σε μείζονα παράγοντα τής εκπαίδευσης στην Μικρά Ασία.

Σε αυτό το πλαίσιο ο Σύλλογος ίδρυσε και δύο παραρτήματα: στο Κάιρο το 1905 και στην Αλεξάνδρεια τον Φεβρουάριο τού 1906. Τα παραρτήματα συνεργάζονταν στενά με τον κεντρικό Σύλλογο και ανέπτυξαν εκπαιδευτική και φιλανθρωπική δράση. Μετά από μία περίοδο μειωμένης δραστηριότητας, το 1918 τα δύο αυτά παραρτήματα συγχωνεύθηκαν με τον Ελληνικό Μικρασιατικό Σύνδεσμο «Η Μικρά Ασία».

Επίσης, για να αντιμετωπίσει την θρησκευτική προπαγάνδα ξένων ιεραποστόλων ο Σύλλογος «Ανατολή» φρόντισε να επανδρώσει τους ναούς με ιερείς μορφωμένους, απόφοιτους ιερατικών σχολών. Ενίσχυε ακόμα τις εκκλησίες φτωχών κοινοτήτων τής Μικράς Ασίας με την αποστολή βιβλίων, αμφίων και ιερατικών σκευών. Ανέπτυξε παράλληλα και φιλανθρωπικό έργο. Το 1895, όταν η πόλη τής Σινώπης κατεστράφη από φωτιά η οποία αποτέφρωσε το ελληνικό σχολείο, ο Σύλλογος «Ανατολή» έκτισε, με δαπάνες του, νέο εκπαιδευτήριο. Το ίδιο συνέβη και μετά την πυρκαγιά τής Αττάλειας.

Η δράση τού Συλλόγου συνεχίστηκε και μετά την Καταστροφή και την ανταλλαγή των πληθυσμών. Για την ανακούφιση των προσφύγων εξέδωσε δωρεάν 3.452 πιστοποιητικά που ήταν αναγκαία για τους πρόσφυγες. Ειδική επιτροπή διερχόταν τους καταυλισμούς και μοίρασε 10.000 δρχ., κλινοσκεπάσματα, υποδήματα και ρουχισμό. Στέγασε πολλές οικογένειες δίνοντάς τους ημερήσιο επίδομα για την συντήρησή τους. Τοποθέτησε 92 ορφανά σε ορφανοτροφεία, βοήθησε οικονομικά το Υπουργείο Προνοίας, μοίρασε διδακτικά βιβλία σε απόρους πρόσφυγες μαθητές και στέγασε στα γραφεία του 26 προσφυγικές οργανώσεις και σωματεία. Σε προσφυγικές συνοικίες τής Αθήνας και τού Πειραιά ίδρυσε 12 πλήρεις νυκτερινές σχολές.

Το Δ.Σ. τής «Eν Αθήναις Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας» χαιρέτισε με ενθουσιασμό την ίδρυση τού «Συλλόγου Μικρασιατών Ανατολή» υπενθυμίζοντας ότι και «υποτρόφους νεανίδας ανέθρεψεν εν τω Αρσακείω και διδασκαλίσσας εξέπεμψε και βιβλία διδακτικά εκ των ιδία αυτής δαπάνη εκδεδομένων απέστειλε και αποστέλλει εις τα ενδότερα της Μ. Ασίας», όπως αναφέρεται σε έγγραφο που φυλάσσεται στο ταξινομημένο Αρχείο τού Συλλόγου «Ανατολή».[1] Ήδη από το 1902 η Φ.Ε. απέστειλε έγγραφο στον Σύλλογο ότι «απεφάσισεν ίνα τα μεν τροφεία και δίδακτρα των Μικρασσιατίδων μαθητριών μετριασθώσι εις 70 δρχ. αντί των 100, τα δε έξοδα εγκαταστάσεως εις 300 δρχ. από 550 δρχ., των εν τω κανονισμώ αναγραφομένων, υπό τον όρον ότι αι προσερχόμενοι εν τω Αρσακείω σύσσιτοι θέλουσιν εκλέγεσθαι εξ απόρων μεν αλλά ευσεβών και χρηστών οικογενειών». Σε άλλο σημείo διαβάζουμε ότι όλα τα παραπάνω αφορούν «τας εκ Μ. Ασίας προερχομένας μαθητρίας τας μελλούσας να διδάξωσι είτα εκείσε».

Έκτοτε η επικοινωνία τής Φ.Ε. με τον Σύλλογο «Ανατολή» και η συνεργασία τους ήταν αποτελεσματική. Πέραν τής οικονομικής διευκόλυνσης σε μαθήτριες μικρασιατικής καταγωγής για να φοιτήσουν στο Αρσάκειο, η Φ.Ε. παραχώρησε, κατόπιν αιτήματος, 20 σώματα των «Συλλογών τού Χρυσοστόμου», δύο σώματα εικόνων τής Παλαιάς Διαθήκης (1903), προσέφερε βιβλία για τα σχολεία τής Κολωνίας τού νομού Σεβαστείας (13/11/1903) κ.ά. Τα περισσότερα αιτήματα είναι για οικονομική διευκόλυνση Αρσακειάδων από την Μικρά Ασία προκειμένου να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. Στο Βιβλίο των Υποτρόφων τού Συλλόγου Μικρασιατών «Ανατολή» αναφέρονται τα ονόματα 29 υποτρόφων τού Συλλόγου που φοιτούσαν στο Αρσάκειο, ενώ 42 μαθήτριες υποστηρίχθηκαν από την «Ανατολή» για να φοιτήσουν στο Αρσάκειο. Παράλληλα διαβάζουμε στα Πρακτικά τού Δ.Σ. τής ΦΕ τής 10ης/9/1922 απόφαση περί εφάπαξ χορηγήσεως 5.000 δρχ. «προς συνδρομήν των εκ Μικράς Ασίας και Πόντου προσφύγων». Αποφασίστηκε επίσης η δωρεάν φοίτηση στα εξωτερικά σχολεία τής ΦΕ 100 μαθητριών προσφύγων από αυτές τις περιοχές. Στα Πρακτικά τής 1ης/10/1922 διαβάζουμε ότι εγκρίθηκε η διενέργεια εράνου μεταξύ των μαθητριών των εξωτερικών σχολείων «υπέρ προσφύγων παίδων εκ Μικράς Ασίας».

Η Μαρία Ν. Βαϊάννη στο έργο της «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, 1900-1930», τόμος Β΄, αναφέρει ότι μεταξύ των εγγραφομένων στο Σχολείο Μικρασιατών συμπεριλαμβάνονταν και μικρός αριθμός αρρένων, αδελφών κατά κανόνα Αρσακειάδων μαθητριών. Αυτό γινόταν και στο παρελθόν, αρκεί τα αγοράκια να ήταν μικρότερα των 10 ετών.

Από το 1950 το Αρχείο τού Συλλόγου «Ανατολή» φυλάσσεται στην «Εστία Νέας Σμύρνης» και αποτελεί το σπουδαιότερο ίσως απόκτημα τής Βιβλιοθήκης τής Εστίας. Το αρχείο περιήλθε στην ιδιοκτησία της χάρη στις ενέργειες τού προέδρου της Πάνου Χαλδέζου και παλαιών μελών τού Διοικητικού Συμβουλίου τού Συλλόγου «Ανατολή». Την έρευνα και την ταξινόμηση τού Αρχείου ανέλαβε και ολοκλήρωσε η βραβευμένη από την Ακαδημία Αθηνών και την Εστία Νέας Σμύρνης Κυριακή Μαμώνη.

 

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Το κείμενο βασίστηκε σε στοιχεία από τα Πρακτικά τού Δ.Σ. τής Φ.Ε., το Αρχείο τής Φ.Ε., τα έργα τής Ν. Μηλιώρη «Σύλλογος των Μικρασιατών “Η Ανατολή”», Μικρασιατικά χρονικά ΙΒ΄, (1965) και τού Κ. Μαμώνη «Το αρχείο τού Μικρασιατικού Συλλόγου “Η Ανατολή”», Μνημοσύνη 7 (1978) και τα βιβλία τής Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία 1836-1900» και «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία 1900-1930».

 

[1] Αρχείο «Ανατολής», φάκελος Αθηνών ΙΘ΄/1894/24.

Το κείμενο που ακολουθεί προέρχεται από το Βιβλίο της Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» 1900-1930 (τόμος Β). Ευχαριστούμε την «Ενωση Σμυρναίων Αθηνών», τον Πρόεδρο κ. Γεώργιο Αρχοντάκη και την συγγραφέα, φιλόλογο του Αρσακείου Τοσιτσείου Εκάλης κ. Μαρία Ν. Βαϊάννη διότι παραχώρησαν την άδεια για την αναδημοσίευσή του.

Συμπεράσματα

 

Scan0009

Εξώφυλλο τού εντύπου που εκδόθηκε και διανεμήθηκε από τή ΦΕ στους μαθητές και μαθήτριες των σχολείων της τό 2002 ,
επ΄ευκαιρία  τών εκδηλώσεων μνήμης, κατά τήν επέτειο τών 80 χρόνων από τή Μικρασιατική Καταστροφή. Από το αρχείο της ΦΕ.

Οι σχέσεις Μικρασιατικού Ελληνισμού και Φιλεκπαιδευτικής Εταιρεί­ας, κατά τίς πρώτες δεκαετίες τού 20ού αιώνα, ακολούθησαν εν πολλοίς τό σχήμα που είχαν ακολουθήσει και κατά τόν 19ο αι., διατηρήθηκε δηλαδή ο αμφίδρομος χαρακτήρας τους, με τίς διαφοροποιήσεις όμως που επέβαλαν οι ιστορικές συνθήκες και συγκυρίες και οι κοινωνικές εξελίξεις τής εποχής.

Υπό αυτές τίς προϋποθέσεις, παρατηρούμε ότι ή παρουσία των Μικρασιατών εντοπίζεται σε εταίρους και εκπαιδευτικούς, οι οποίοι μάλιστα άφησαν έντονη τη σφραγίδα τους στα σχολεία τής Εταιρείας. Διαπιστώ­νουμε επίσης ότι η Φιλεκπαιδευτική, αντιμετωπίζοντας τό Μικρασιατικό Ελ­ληνισμό ως αναπόσπαστο τμήμα τού ελληνικού κόσμου και διατηρώντας τούς δεσμούς της μαζί του, διευκόλυνε τη φοίτηση μαθητριών μικρασιατικής καταγωγής στα σχολεία της και τροφοδοτούσε με διδακτικό προσωπικό τά ελληνικά εκπαιδευτήρια τής Μ. Ασίας. Και όταν η ανάγκη τό επέβαλε, συ­μπαραστάθηκε στο μέτρο τών δυνατοτήτων της, στο δεινά χειμαζόμενο Μι­κρασιατικό Ελληνισμό.

Βεβαίως, η μεγάλη ανατροπή που συνετελέσθη με τη Μικρασιατική Κα­ταστροφή και τήν Ανταλλαγή τών πληθυσμών άλλαξε ριζικά το τοπίο και στις σχέσεις Μικρασιατικού Ελληνισμού και Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, εφ’ ό­σον έπαψε να υπάρχει Ελληνισμός στην αντίπερα όχθη του Αιγαίου και ε­πομένως δεν ήταν δυνατό να γίνεται λόγος για δεσμούς μεταξύ τών δύο πλευρών.

Παρά ταύτα όμως, οι «δεσμοί» δεν διακόπηκαν αλλά διαφοροποιήθη­καν προσλαμβάνοντας τή μορφή ενός πολύτιμου πνευματικού και εθνικού α­ποθέματος, τό όποιο ή Φ.Ε. αξιοποίησε και αξιοποιεί εμπλουτίζοντας ουσιαστικότατα τις παιδαγωγικές και πολιτιστικές της δραστηριότητες.

Υπό αυτή τήν έννοια, ο Ελληνικός Μικρασιατικός πολιτισμός εξακολουθεί να είναι «παρών» στην παιδευτική ζωή τών Αρσακείων· και αυτή εί­ναι, κατά τη γνώμη μας, παράμετρος μίας γενικότερης προβληματικής για το πώς έχει «εγγραφεί» στίς συνειδήσεις τών σημερινών Ελλήνων, ασχέτως κα­ταγωγής, το πολύπλοκο και πολυδιάστατο θέμα «Μικρά Ασία», για το πώς διαφυλάσσεται, όπως τό χρέος επιτάσσει, η ιστορική μνήμη, για το ποιό μπο­ρεί να είναι το «μέλλον» τού Ελληνικού Μικρασιατικού πολιτισμού στην Ελλάδα σήμερα και για το πώς εν τέλει διαχειριζόμαστε ως λαός τή μονα­δική αυτή κληρονομιά.1

Είναι ένα ζήτημα, η σοβαρή και σφαιρική διερεύνηση τού οποίου θα εί­χε σημαντικότατο επιστημονικό, πολιτιστικό, κοινωνικό και εν τέλει εθνικό όφελος. Ας ευχηθούμε η παρουσίαση των σχέσεων μεταξύ Μικρασιατικού Ελληνισμού και Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας να αποτελέσει δημιουργικό ερέθισμα για μία τέτοια προσπάθεια.

Μαρία Ν.Βαϊάννη

Φιλόλογος-Ιστορικός

ΣΗΜΕΙΩΣΗ

  1. Ευοίωνα μηνύματα μεταξύ άλλων μπορεί να θεωρηθούν η Αγιοκατάταξη του Χρυσοστόμου Σμύρνης (απόφαση της Διαρκούς Ιέρας Συνόδου της Εκκλησίας της Ελ­λάδος, κατά τη συνεδρίαση της 4.11.1992) καθώς και η ανακήρυξη ως διατηρητέων των προσφυγικών πολυκατοικιών της λεωφόρου Αλεξάνδρας, στην Αθήνα (απόφαση ΙΠΠΟ ΦΕΚ 62/Α.Α.Π./13.2.2009).

«… αν ξεγίνουνται οι ψυχές»

Γ. Σεφέρη, «Η Σαλαμίνα τής Κύπρος»

 

Η Μικρασιατική Καταστροφή θεωρείται σίγουρα η μεγαλύτερη συμφορά τού νεότερου Ελληνισμού. Εκατοντάδες Έλληνες από την Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη ξεριζώθηκαν από τις προαιώνιες πατρικές τους εστίες. Με την υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών, Έλληνες και Αρμένιοι Χριστιανοί, όσοι δεν εξοντώθηκαν, ήρθαν πρόσφυγες στην Ελλάδα χωρίς τις περιουσίες τους. Το μεγαλύτερο μέρος των ελληνικών πληθυσμών τής Ανατολής, βέβαια, είχε ήδη εγκαταλείψει τα πάτρια εδάφη εξ αιτίας των διωγμών που είχαν εξαπολύσει οι Τούρκοι. Αντίθετα στην Ελλάδα ζούσαν 500.000 Τούρκοι, οι οποίοι δεν είχαν λόγο να επιστρέψουν στην Τουρκία αν δεν ήταν υποχρεωμένοι να το πράξουν από την ανταλλαγή πληθυσμών. Η χρεοκοπημένη Ελλάδα, πάντως, έπρεπε να στεγάσει και να περιθάλψει τον πληθυσμό των προσφύγων. Δύσκολοι χρόνοι, ταραγμένοι πολιτικά, φορτισμένοι συναισθηματικά. Η Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία για μια ακόμη φορά στάθηκε αρωγός στις δύσκολες ώρες τού Ελληνισμού ανοίγοντας την αγκαλιά της στις νεαρές προσφυγοπούλες, προσφέροντάς τους το δώρο τής παιδείας αλλά και ένα μέσον βιοπορισμού, το επάγγελμα τής δασκάλας.

Όμως όλα τα νομίσματα έχουν 2 όψεις. Η «ανταλλαγή των πληθυσμών» έβαλε τέλος στην «Μεγάλη Ιδέα» που επί 100 χρόνια αποτελούσε στόχο τής εξωτερικής πολιτικής των Ελλήνων. Η συνθήκη τής Λωζάνης όμως έθετε ως κριτήριο τής «ανταλλαγής» το θρήσκευμα. Έτσι, με την αποχώρηση των μουσουλμάνων στο θρήσκευμα, η Ελλάδα έγινε χώρα εθνικά και θρησκευτικά ομοιογενής. Η ελληνική κοινωνία άρχισε να μεταβάλλεται σε πολλούς τομείς. Η άφιξη και η εγκατάσταση των προσφύγων επηρέασε κάθε πτυχή τής οικονομικής τής κοινωνικής, τής πολιτικής και τής πολιτιστικής ζωής. Δημιουργήθηκε πολυπληθής εργατική τάξη στα μεγάλα αστικά κέντρα, ενισχύθηκε η αστυφιλία, οι συντηρητικές κοινωνίες στις πόλεις, αλλά και στα χωριά, ήρθαν σε επαφή με νέες αξίες και συνήθειες τις οποίες δεν αποδέχθηκαν εύκολα. Η διαφορά στον τρόπο ζωής, ακόμα και στη γλώσσα μερικές φορές έκανε τους ντόπιους να αντιμετωπίζουν με καχυποψία τους πρόσφυγες. Ακόμη, η ανταλλαγή των πληθυσμών έφερε στην Ελλάδα 300.000 άνδρες με δικαίωμα ψήφου. Όλοι θεωρούσαν δεδομένο ότι θα ήταν οπαδοί τού Βενιζέλου, αφού θεωρούσαν τον βασιλιά κύριο υπεύθυνο για τα δεινά τους. Η φτώχια και η ανέχεια που επικράτησε για αρκετό καιρό οδήγησε τα πολιτικά κόμματα να γίνουν ριζοσπαστικότερα.

Η υποδοχή των προσφύγων δεν σήμαινε απαραιτήτως και το τέλος των δοκιμασιών τους αλλά και των αντιπαραθέσεων. Παράλληλα όμως, χάρη σ’ αυτούς, στον πολιτισμικό τομέα έκαναν την εμφάνισή τους νέα ακούσματα, «τα μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα» όπως έγραψε ο Παλαμάς, νέες πνευματικές αναζητήσεις και νέα λογοτεχνικά ρεύματα. Η επιστημονική, η πνευματική και η καλλιτεχνική ζωή τού τόπου αναζωογονήθηκε με προσωπικότητες όπως ο Ηλίας Βενέζης, ο Τάσος Αθανασιάδης, ο Γιώργος Σεφέρης, ο Φώτης Κόντογλου, η Διδώ Σωτηρίου, ο Δημήτρης Ψαθάς, ο Γεώργιος Μέγας, ο Κωνσταντίνος Δεσποτόπουλος, ο Μανόλης Ανδρόνικος, ο Θανάσης Απάρτης, ο Κάρολος Κουν, ο Μέντης Μποσταντζόγλου (Μποστ), η Έλλη Σουγιουτζόγλου-Σεραϊδάρη (Nelly’s) και τόσοι άλλοι.

Σήμερα 100 χρόνια μετά, οι συνθήκες για την Ελλάδα είναι διαφορετικές. Οι νέες γενιές των Ελλήνων είναι σε μεγάλο βαθμό απόγονοι των προσφύγων. Οι πέρα από το Αιγαίο πατρίδες ζουν στην ψυχή τους, στην ψυχή μας, πέρασαν στο DΝΑ μας. Και όλα αυτά γιατί από την μεγάλη αυτή καταστροφή κατορθώσαμε να σώσουμε, με χιλιάδες δυσκολίες, το πιο πολύτιμο κομμάτι, τους ανθρώπους.

«Και τούτα τα κορμιά,

πλασμένα από ένα χώμα που δεν ξέρουν,

έχουν ψυχές.

Μαζεύουν σύνεργα για να τις αλλάξουν,

δε θα μπορέσουν· μόνο θα τις ξεκάμουν

αν ξεγίνουνται οι ψυχές.»

 

 Ο Άγιος Νικόλαος στο Κελεμπέσι (Γκιούλμπαχτσέ). (Video Αντ. Μαρκόπουλου - 2005)

Εκατό χρόνια μετά την Μικρασιατική Καταστροφή, με την εμπειρία που αποκτήσαμε, μπορούμε να ισχυριστούμε με βεβαιότητα και περηφάνια  ότι  «Δεν ξεγίνουνται οι ψυχές». Συνεχίζουν και ζουν στο χρόνο, καθώς η μία γενιά διαδέχεται την άλλη. Είναι αθάνατες , όπως αποδεικνύεται απο τους δεκάδες εκπαιδευτικούς και τα χιλιάδες παιδιά με μικρασιατικές ρίζες που εργάζονται και φοιτούν μέχρι σήμερα στα σχολεία της ΦΕ. Και ίσως το αφιέρωμά μας αυτό να αποκτουσε μια βαθύτερη σημασία αν γινόταν η αφορμή να γνωρίσουμε τον ακριβή αριθμό τους για να αποδείχθεί έτσι περίτρανα το συμπέρασμά μας.

 

Παναγιώτα Ατσαβέ

φιλόλογος – ιστορικός