Ελένη Λουΐζου. Η πρώτη και μοναδική Διευθύντρια τού Ομηρείου Παρθεναγωγείου

 

Η Ελένη Λουΐζου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1855 και σπούδασε στο Αρσάκειο. Η τότε διευθύντρια τού Σχολείου Αμεναΐς Καβανιάρη είχε εκτιμήσει το ήθος και την αξία της και την κράτησε κοντά της και μετά το τέλος των σπουδών της να διδάσκει και να διδάσκεται. Στη συνέχεια η Λουΐζου δίδαξε ως οικοδιδάσκαλος τα τέκνα οικογενειών στην Κωνσταντινούπολη και την Ασία. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα έλαβε υποτροφία τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας  και σπούδασε Παιδαγωγικά ένα χρόνο στη Γενεύη και τρία χρόνια στο Βερολίνο. Πριν επιστρέψει στην Αθήνα έμεινε έξι μήνες στο Παρίσι, όπου επισκέφθηκε διάφορα σχολεία για να μελετήσει τις γαλλικές παιδαγωγικές μεθόδους.

scan Page 08

Η Ελένη Λουΐζου στο Βερολίνο ( Από το Ββλίο "Φυσιογνωμίαι τινες Αρσακειάδων " έκδοση ΣΑΦΕ 1936

Tο 1881 ιδρύθηκε από τη «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης» το Ομήρειο Παρθεναγωγείο με πρωτοβουλία τού Παύλου Αθηνογένη και τού Διονυσίου Μαρκόπουλου. Περιελάμβανε πλήρες 11τάξιο σχολείο με 2 τάξεις νηπιαγωγείου, 5 Ελληνικού σχολείου και 4 γυμνασίου. Σε αυτό γίνονταν δεκτές «πλην των ορθοδόξων και μαθήτριαι ανήκουσαι εις παν έτερον ανεγνωρισμένον θρήσκευμα, μη ούσαι αι τελευταίαι υπόχρεοι να ακολουθώσι τα εις τας ορθοδόξους διδασκόμενα μαθήματα». Τον Οκτώβριο τού 1886, ύστερα από εισήγηση τού Παύλου Αθηνογένη προς την εφορεία του Παρθεναγωγείου, το σχολείο μετονομάζεται σε «Ομήρειον», προς τιμήν τού «αθανάτου Σμυρναίου ραψωδού». Στο «Ομήρειον» διδάσκονταν έξι γλώσσες (Ελληνικά, Γαλλικά, Αγγλικά, Γερμανικά, Ιταλικά και Αρμενικά), θρησκευτικά, φιλοσοφικά, γραμματολογία (αρχαία και νέα), μαθηματικά, ιστορία, γεωγραφία, φυσική, χημεία, φυσική ιστορία, κοσμογραφία, μουσική, φωνητική, χορός, ιχνογραφία, εργόχειρα και γυμναστική.

omirio

Το Ομήρειο Παρθεναγωγείο στη Σμύρνη  ( Απο το βιβλίο του Χρ. Σολωμονίδη  "Η Παιδεία στη Σμύρνη")

Για να εξασφαλίσει την καλύτερη λειτουργία τού σχολείου η «Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία Σμύρνης» επικοινώνησε με τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία στην Αθήνα και ζήτησε να της προτείνουν μία διευθύντρια ικανή να αντεπεξέλθει στις περιστάσεις. Ο Χρήστος Νικολαΐδης Φιλαδελφεύς, επίτιμος Γραμματέας και σύμβουλος τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, παρά το γεγονός ότι η Ελένη Λουΐζου είχε σπουδάσει στο εξωτερικό με υποτροφία τής Φ.Ε., δεν δίστασε να τη συστήσει ως την ικανότερη εκπαιδευτικό που διέθετε το Αρσάκειο, με μεγάλη μόρφωση και διδακτική εμπειρία. Έτσι το Διοικητικό Συμβούλιο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας τής επέτρεψε να μην εργαστεί στο Αρσάκειο αλλά να μεταβεί στη Σμύρνη και να αναλάβει τη διεύθυνση τού Ομηρείου. Η Ελένη Λουΐζου διετέλεσε, λοιπόν, διευθύντρια τού Ομηρείου από τη σύστασή του έως τη Μικρασιατική καταστροφή. Επί σαράντα και πλέον χρόνια υπήρξε η ψυχή και η ήρεμη δύναμη τού ιστορικού αυτού σχολείου. Με την οξυδέρκεια και την εργατικότητά της και με το κατάλληλο πρόγραμμα κατόρθωσε οι «Ομηρειάδες», όπως ονομάζονταν οι μαθήτριες τού σχολείου, να μιλούν άριστα Γαλλικά και Αγγλικά, χωρίς αυτό να αποβαίνει εις βάρος τής ελληνικής τους παιδείας. Άλλωστε το 1885 το σχολείο αναγνωρίστηκε από το ελληνικό Υπουργείο Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως ως ισόβαθμο με το Αρσάκειο με την υποχρέωση να συμμορφώνεται «προς το κατ’ έτος εγκρινόμενον υπό τού καθ’ ημάς Υπουργείου πρόγραμμα των διδακτέων εν τω Αρσακείω Μαθημάτων». Το 1886 μάλιστα άρχισε στο Ομήρειο η λειτουργία διδασκαλείου. Έτσι πολλές απόφοιτες δασκάλες δίδαξαν στα βάθη τής Μικράς Ασίας την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό.

teliofites omiriades

Απόφοιτες Ομηρειάδες με τους καθηγητές τού Ομηρείου. Στο κέντρο η Ελένη Λουΐζου (Απο ττο βιβλίο της Μαρίας Βαϊάννη "Μικρασιατικος Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία")

Επί 40 χρόνια η Ελένη Λουΐζου  διηύθυνε το Ομήρειο. Η κοινωνία τής Σμύρνης την τίμησε ιδιαίτερα. Ακόμα και οι Τούρκοι, όταν λίγο πριν από την Καταστροφή απαγόρευσαν την διδασκαλία σε άτομα  ελληνικής υπηκοότητας, στα οποίο συμπεριλαμβανόταν και η διευθύντρια, την κάλεσαν στη διεύθυνση τής Αστυνομίας και τής δήλωσαν ότι δυστυχώς αναγκάζονται να την παύσουν επειδή ήταν υπήκοος εμπολέμου κράτους, αλλά τής επιτρέπουν να εξακολουθεί να παραμένει στο σχολείο όχι ως διευθύντρια αλλά ως πραγματική μητέρα τού σχολείου. Άλλωστε η ίδια η Ελένη Λουΐζου συνήθιζε να λέει: «Σαν παιδί μου το είδα να μεγαλώνει στα χέρι μου και σαν παιδί μου το αγαπώ».

smyrni022[ 

Η Ελένη Λουΐζου με Ομηρειάδες στη Σμύρνη  (Wikipedia)

Οι φλόγες που έζωσαν το Ομήρειο το 1922 μπορεί να κατέστρεψαν το κτήριο, αλλά όχι και το έργο που είχε επιτελεστεί σε αυτό. Οι απόφοιτοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την αγαπημένη τους πόλη και να επιστρέψουν στην Ελλάδα ή σε άλλες ελληνικές κοινότητες τού εξωτερικού. Όμως συνέχισαν να αγωνίζονται «τον αγώνα τον καλόν». Η Ελένη Λουΐζου σε ηλικία 67 ετών επέστρεψε πλέον στην Ελλάδα. Και όπως γράφει η υποδιευθύντρια τού Οικοτροφείου τού Αρσακείου Ευρυδίκη Αρνού στο βιβλίο «Φυσιογνωμίαι τινες Αρσακειάδων», η Ελένη Λοΐζου «υπερογδοηκοντούτις, ευρισκομένη ήδη εν Αθήναις μετ’ άλλων Ομηρειάδων, επί τη 100ετηρίδι τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας, βαθείαν υψώνει την ευγνωμοσύνην προς την Φ.Ε. η οποία έρριψεν άπλετον φως των ευεργετικών της ακτίνων και επί τής απέναντι Ιωνίας και δι’ αυτής εις τον υπόδουλον Ελληνισμόν τής Μικράς Ασίας».

Η Ελένη Λουΐζου πέθανε στην Αθήνα το 1941.

Σε ένα αυτοβιογραφικό σημείωμα που έγραψε η ίδια με μολύβι λίγο πριν από τον θάνατό της διαβάζουμε: «Με την έμφυτον κλίσιν και τον έρωτα προς το διδάσκειν εισήχθην υπό των γονέων μου μικρά παιδίσκη ακόμα εις το Αρσάκειον Παρθεναγωγείον, ού τας τάξεις διηρχόμην μετ’ απαραμίλλου ευκολίας. Απεφοίτησα το έτος 1867 με τον διακαή πόθον να διορισθώ όσον ή δυνατόν ταχύτερον, και να αναλάβω τα καθήκοντα τής διδασκαλίσσης. Κατά το 1868 διωρίσθην διδασκάλισσα εν τω εις ό απεφοίτησα σχολείον. Αργότερον διωρίσθην δασκάλα εις Αδραμύττιον, όπου έμεινα επί τρία συνεχή έτη. Μετακληθείσα εις Αθήνας ειργάσθην και πάλιν εις το Αρσάκειον επί έν έτος, ότε τη υποδείξει και προτροπή τού επιτ. Γραμματέως και Συμβούλου τού εκπαιδευτηρίου Σακορράφου, μετέβην εις Κωνσταντινούπολιν ως οικοδιδασκάλισσα παρά τη εκεί οικογενεία τού σεβαστού Τραπεζίτου Ηλιάσκου. Αγάπη, εκτίμησις, ηθική υποστήριξης, οικογενειακόν περιβάλλον, ειλικρινής εξ όλων των μελών τής οικογενείας λατρεία συνετέλεσαν εις το να παρατείνω την εν Κωνσταντινουπόλει διαμονήν μου επί τρία έτη, οπότε πόθος ευρυτέρας μορφώσεως με ηνάγκασε να επιστρέψω εις την γενέτειραν. Τη υποδείξει τού αοιδίμου καθηγητή τού Πανεπιστημίου Αθηνών Ηρακλή Μητσόπουλου, το όνειρόν μου και ο διακαής πόθος μου έγιναν πραγματικότης και ανεχώρησα δι’ Ελβετίαν, είτα δε εις Βερολίνον προς συμπλήρωσιν των σπουδών μου, όπου έτυχα τής προστασίας τού αειμνήστου πρεσβευτού τής Ελλάδος Αλεξάνδρου Ραγκαβή. Κατά τον Οκτώβριον τού 1879, υποστάσα τας γενομένας εξετάσεις τής παιδαγωγικής και λαβούσα το πτυχίον μου, ανεχώρησα διά Παρισίους με σκοπόν να παρακολουθήσω εκ τού σύνεγγυς την λειτουργίαν των εκεί σχολών.

Τον Φεβρουάριον τού 1880 επέστρεψα εις Αθήνας όπου εδιωρίσθην διά τρίτην φοράν εις το Αρσάκειον. Τη συστάσει τού τότε επιτίμου Γραμματέως (πρόκειται για τον Χρήστον Νκολαΐδη-Φιλαδελφέα) διωρίσθην τον Σεπτέμβριον τού 1881 ως Διευθύντρια τού εν Σμύρνη Ανωτάτου Ομηρείου Παρθεναγωγείου, εις ό ειργάσθην μέχρι τού έτους 1922, οπότε κατά την 25ην Αυγούστου, μίαν ημέραν από τής εισόδου των Τούρκων, κατώρθωσα να φύγω, χωρίς να ειδώ εις ερείπια την πόλιν εις ήν έζησα και έτυχον μεγίστης ηθικής υποστηρίξεως, ανυποκρίτου και αμέτρου εκτιμήσεως τής κοινωνίας τής ελληνικωτάτης και ωραίας Σμύρνης».Αυτά τα σεμνά λόγια αρκέστηκε να γράψει η εμβληματική αυτή φυσιογνωμία που το πέρασμά της σημάδεψε την ελληνική παιδεία στη Σμύρνη.

 

Παναγιώτα Αν. Ατσαβέ

Φιλόλογος-Ιστορικός

Το κείμενο βασίζεται στο Λεύκωμα των 160 χρόνων τής Φ.Ε., την ανέκδοτη «Ιστορία τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας» τού Στέφανου Γαλάτη, το βιβλίο «Φυσιογνωμίαι τινες Αρσακειάδων» και στο βιβλίο τού Χρήστου Σωκρ. Σολομωνίδη «Η Παιδεία στη Σμύρνη».

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δέσποινα Παπαθανασίου-Παπαντωνίου

Η Αρσακειάς δασκάλα στη Μάκρη τής Μικράς Ασίας

 

Πέντε χρόνια σπούδασε εσωτερική στο Αρσάκειο η Δέσποινα Παπαθανασίου από την Μάκρη τής Λυκίας. Ορφανή από μικρή, έπρεπε να μορφωθεί για να μπορέσει να εργαστεί και να κερδίσει μόνη της τη ζωή της. Έτσι, φοίτησε με υποτροφία ως εσωτερική στο μεγάλο Σχολείο τής Αθήνας, το Αρσάκειο. Στόχος της ήταν, εφοδιασμένη με το δίπλωμα τής δασκάλας, να γυρίσει και να διδάξει την ελληνική γλώσσα και την Ιστορία στις νέες κοπέλες τού τόπου της. Η ζωή στο Σχολείο δεν ήταν εύκολη. Μόνη της έμαθε να αγωνίζεται και να εργάζεται σκληρά. Οι συγκυρίες την βοήθησαν να σφυρηλατήσει έναν δυναμικό χαρακτήρα.  Η διευθύντρια τού Σχολείου η Μαρία Αλεξανδρίδου ήταν αυστηρή, αλλά περιέβαλλε τις μαθήτριες με μητρική στοργή, κάτι που η μικρή Δέσποινα δεν ξέχασε ποτέ. Συνέχισε να διαβάζει, να μελετά τα μαθήματά της και κατάφερε το 1907 να κερδίσει το Ράλλειο βραβείο, το παλαιότερο βραβείο τής Φ.Ε.  Όλα αυτά θυμόταν με συγκίνηση η Δέσποινα όταν, έναν χρόνο αργότερα, είχε επιστρέψει στην πατρίδα της, τη Μάκρη τής Λυκίας. Ήταν ήδη Οκτώβριος τού 1908 και σε λίγο θα εγκαινιαζόταν το νέο σχολείο στο οποίο θα ήταν διευθύντρια.

 

Η Δέσποινα Παπαθανασίου (καθισμένη) με δύο συμμαθήτριές της από το Αρσάκειο. Στη φωτογραφία σημειώνονται τα ονόματα τους: Ρακίδου και Βρατσάνου. ( Απο το Αρχείο της οικογένειας Δ. Παπαντωνίου)

Η Μάκρη ήταν μια μικρή πόλη, κτισμένη στον μυχό τού κόλπου Γλαύκου στα παράλια τής Λυκίας, όπου βρισκόταν άλλοτε η αρχαία Τελμησσός. Διάσπαρτα αρχαία μνημεία αλλά και εκκλησίες, μέσα και γύρω από την πόλη, μαρτυρούσαν το ένδοξο παρελθόν και την εκεί παρουσία των Ελλήνων.  Από τους κατοίκους οι περισσότεροι ήταν Έλληνες. Υπήρχαν ακόμα λίγοι Ιταλοί, Εβραίοι και ελάχιστοι Τούρκοι. Το λιμάνι της ήταν από τα πιο σημαντικά τής Ν.Α. Μικράς Ασίας.

Το σχολείο της πόλης ήταν κτισμένο πάνω σε έναν ογκόλιθο, απομεινάρι μιας αρχαίας οικοδομής που αποτελούσε ένα από τα 4 κάστρα τής Μάκρης. Η Δέσποινα πάντα θυμόταν τα λόγια τού προέδρου τής Δημογεροντίας την ημέρα των εγκαινίων τού σχολείου: « Απεφασίσαμεν την ίδρυσιν Παρθεναγωγείου υπό την διεύθυνσιν τής διδασκαλίσσης Δεσποίνης Παπαθανασίου, ήτις ετίμησεν την γενέτειρά της, ελθούσα πρώτη μεταξύ όλων των αποφοίτων των Αρσακείων Αθηνών, Λαρίσης, Πατρών και Κερκύρας τού έτους 1907. Είμεθα βέβαιοι ότι επαξίως θα αναλάβει την μόρφωσιν και διαπαιδαγώγησιν των κορασίδων μας. Και σήμερα, αγαπητή Δέσποινα, αρχίζουν τα καθήκοντα και οι ευθύνες σου.»

 TELMISOS

Η νεκρόπολη τής αρχαίας Τελμησσού (Πηγή εικόνας Travel Atelier)

Έτσι, έναν χρόνο μετά την αποφοίτησή της από το Αρσάκειο, η Δέσποινα Παπαθανασίου ανέλαβε τα καθήκοντα τής δασκάλας και τής διευθύντριας στο μικρό σχολείο τής Μάκρης. Έθεσε σε εφαρμογή όλα όσα είχε διδαχθεί και προσπάθησε να μεταλαμπαδεύσει στις μαθήτριές της την αγάπη για την Ελλάδα και την ελληνική γλώσσα. Οι εξετάσεις στο τέλος τής σχολικής χρονιάς ήταν θρίαμβος για την Δέσποινα.  Οι Δημογέροντες, οι ευεργέτες, τα μέλη τής σχολικής Εφορίας και άλλα σημαίνοντα πρόσωπα τής κοινωνίας τής Μάκρης και τού Λιβισίου έθεσαν ερωτήσεις στις μαθήτριες πάνω στα μαθήματα που είχαν διδαχθεί. Ακόμα και προβλήματα τις έβαζαν να λύσουν. Η επίδοσή τους έκρινε την απόδοση των δασκάλων τους. Έτσι η Δέσποινα δικαιώθηκε για τις προσπάθειες και το έργο της και κέρδισε την εκτίμηση των συμπατριωτών της.

Οι σχέσεις των Ελλήνων τής Μάκρης με τους Τούρκους ήταν φαινομενικά καλές. Οι Δημογέροντες φρόντιζαν να τηρούν τους τύπους και ο χρόνος περνούσε σχετικά ήρεμα. Τα νερά τάραζαν πότε-πότε σταδιακές δραπετεύσεις και εξαφανίσεις νεαρών ανδρών που ήθελαν να αποφύγουν τη στράτευση, κάτι που είχε ως συνέπεια τη σύλληψη και τη φυλάκιση των υπολοίπων μελών τής οικογένειας.

Η έναρξη των Βαλκανικών πολέμων επιδείνωσε την κατάσταση των Ελλήνων χριστιανών στην Τουρκία. Οι Τούρκοι, ενοχλημένοι από τις νίκες τού ελληνικού στρατού στη Θεσσαλία και τη Μακεδονία, εκδήλωναν το μίσος τους εναντίον των Ελλήνων τής Μικράς Ασίας. Αντίθετα η προέλαση τού ελληνικού στρατού τόνωνε το ηθικό των Ελλήνων στη Μάκρη και στο Λιβίσι. Παρά τις δυσκολίες όμως η ζωή συνεχιζόταν. Και παρά τις ανησυχίες τής μητέρας της, που νόμιζε ότι η κόρη της δεν θα παντρευτεί γιατί δεν είχε προίκα, η Δέσποινα αρραβωνιάστηκε τον δάσκαλο Δημήτριο Παπαντωνίου.

LIVISI

Το Λιβίσι, η πόλη φάντασμα τής Τουρκίας, όπως είναι σήμερα. (Πηγή εικόνας Βημαgazino 2014)

Το 1913 ο Μουσταφά Κεμάλ διορίστηκε αρχηγός τού τουρκικού επιτελείου στην Καλλίπολη. Σύννεφα όμως άρχισαν να συσσωρεύονται στην Ευρώπη. Άρχίσε να φυσά ο άνεμος ενός μεγάλου πολέμου που προμήνυε διεθνή σύρραξη. Στις 26 Αυγούστου 1914 οι κάτοικοι τής Μάκρης ξύπνησαν από τις φωνές  τής στρατιωτικής φρουράς τής πόλης που τραγουδούσε διάφορα εμβατήρια. Γρήγορα κηρύχθηκε γενική επιστράτευση. Όμως αυτό δεν αφορούσε ακόμη τους Έλληνες, γιατί οι Γερμανοί που οργάνωναν τον τουρκικό στρατό δεν ήθελαν Έλληνες στρατιώτες. Έναν χρόνο μετά όμως και ενώ στο λιμάνι τής Μάκρης είχαν συγκεντρωθεί πολλά πλοία, αποκλεισμένα από τον συμμαχικό στόλο, ένα γαλλικό θωρηκτό με 2 αντιτορπιλικά αρχισαν να βομβαρδίζουν το λιμάνι. Ο βομβαρδισμός κράτησε λίγες ώρες, αρκετές όμως για να σκορπίσει τον τρόμο στον πληθυσμό.

Οι επιτυχίες τού συμμαχικού στόλου έδωσαν φτερά στις ψυχές των χριστιανών. Συγχρόνως όμως πολλαπλασίασαν τις βίαιες ενέργειες των Τούρκων. Τόσο πολλές ήταν οι βίαιες και απρόκλητες επιθέσεις τους, ώστε οι κάτοικοι τής Μάκρης και τού Λιβισίου τής Λυκίας αποφάσισαν να στείλουν επιστολή στην ελληνική κυβέρνηση ζητώντας την προστασία της από τον Τούρκο δυνάστη. «Όλος ο ελληνικός πληθυσμός στενάζει υπό τον ζυγόν και το μαστίγιον των Τούρκων οίτινες μάς εκδικούνται έτι περισσότερον προσφάτως, κατόπιν των δολιοφθορών που υφίστανται από τα πυρά τού συμμαχικού στόλου.»

MAKRI 

Άποψη της Μάκρης απο παλαιό επιστολικό δελτάριο. Στο κέντρο η εκκλησία τού Αγίου Νικολάου 

Σύντομα οι φόβοι των κατοίκων επαληθεύτηκαν. Ένα πρωί ο τελάλης, κτυπώντας την κουδούνα του, ανακοίνωνε με βροντερή φωνή ότι κηρύχθηκε «σεφερμπελίκ» (επιστράτευση) Όλοι οι άνδρες άνω των 20 ετών έπρεπε να παρουσιαστούν εντός δύο ημερών στο Μουτουρλίκι. Οι Έλληνες έτρεχαν να πληρώσουν για να αποφύγουν τη στράτευση, ενώ άλλοι προσπάθησαν να αποδράσουν. Δεν ήθελαν με κανέναν τρόπο να καταταγούν στα «αμελέ ταμπουρού»[1]. Γνώριζαν ότι αυτό ήταν δύσκολο, αλλά δεν είχαν άλλη επιλογή. Οι Τούρκοι έμαθαν για την επιστολή προς την Ελλάδα και ένα πρωί χτύπησαν την πόρτα τού σπιτιού τής Δέσποινας και τού Δημήτριου Παπαντωνίου στη Μάκρη. Από τις φωνές και την βία τα δύο παιδιά, που εν τω μεταξύ είχαν αποκτήσει, έκλαιγαν γοερά. Η Δέσποινα απελπισμένη και κατακίτρινη προσπαθούσε να τα καθησυχάσει, καθώς οι Τούρκοι τραβούσαν βίαια τον Δημήτριο έξω από το σπίτι. Από τότε άρχισε το μαρτύριο τού ελληνικού πληθυσμού τής Μάκρης. Ανακρίσεις, ξυλοδαρμοί, βούρδουλας, βασανιστήρια, φυλάκιση, απομόνωση και πολλοί θάνατοι ήταν ο τελικός απολογισμός .Τα Χριστούγεννα τού 1916 ήταν μαύρα. Οι Τούρκοι συνέχιζαν τις βιαιότητες. Εξόρισαν μάλιστα και την ίδια τη Δέσποινα για να δικαστεί μαζί με τον σύζυγό της, επειδή την θεώρησαν επικίνδυνη γιατί ήταν δασκάλα και είχε σπουδάσει στην Αθήνα. Έτσι ένα παγωμένο χειμωνιάτικο πρωί, όλοι μαζί πήραν τον δρόμο για το Δενισλί, όπου θα διεξαγόταν το δικαστήριο.

AMELE TAMPOUROU

Η πορεία των Ελλήνων που μετείχαν στα τάγματα εργασίας. (Wikipedia)

Η πορεία προς την εξορία ήταν θλιβερή. Οι Τούρκοι με άγριες φωνές έσπρωχναν τις γυναίκες να φύγουν. Ο Δημήτριος, πάνω σε ένα μουλάρι, κρατούσε τη μικρή Ειρηνούλα στην αγκαλιά του. Η Δέσποινα σε ένα άλλο είχε στον κόρφο της τον Αντωνάκη, βρέφος 5 μηνών. Προχωρούσαν αργά στους παγωμένους δρόμους που συχνά ήταν δύσβατα μονοπάτια. Ακόμα και τα ζώα περπατούσαν με δυσκολία και ήταν μαρτύριο για όσους ακολουθούσαν με τα πόδια. Γλιστρούσαν, έπεφταν και σηκώνονταν αμίλητοι.  "Μια βουβή πορεία, πιο θλιβερή κι από κηδεία, που τη διέκοπταν οι άγριες φωνές των στρατιωτών, για να προχωρούν πιο γρήγορα, και οι κλωτσιές τους σε όσους έπεφταν, για να ξανασηκωθούν αμέσως". Οι μισοί από τους εξόριστους τη δεύτερη εβδομάδα τής πορείας είχαν αρρωστήσει από κρυολογήματα και από εξάντληση. Άλλους έψηνε ο πυρετός, γιατί δεν έκαναν τίποτα πια τα πρόχειρα φάρμακα που είχαν μαζί τους. Κουρασμένοι, εξαντλημένοι, γεμάτοι ψείρες έσερναν με κόπο τα πόδια τους. Όσοι είχαν πυρετό παραμιλούσαν και παρακαλούσαν να πεθάνουν παρά να συνεχίσουν αυτή η μαρτυρική πορεία.

«Φτάσαμε στο Δενισλί[2] μετά από μια εξαντλητική πορεία δύο εβδομάδων. Δεν περιγράφονται οι ταλαιπωρίες μας ώσπου να φτάσουμε εδώ. Ο Δημήτριος είναι φυλακή μαζί με τους άλλους πατριώτες, περιμένοντας να δικαστούν από το στρατοδικείο. Εγώ με την Ειρηνούλα και τον Αντωνάκη μένουμε σε ένα σπιτάκι δίπλα στον ιατρό Κώστα Δαγκλή, που μας φιλοξένησε μόλις φτάσαμε. Πρέπει να περνώ πάντως από το φρουραρχείο να δίνω το παρόν. Ο εξανθηματικός τύφος θερίζει τους πατριώτες.» έγραφε στους δικούς της η Δέσποινα ζητώντας βοήθεια. Σιγά-σιγά άρχισε να παραδίδει μαθήματα τρεις φορές την εβδομάδα στα παιδιά των Ελλήνων τής περιοχής για να μπορέσει να ζήσει την οικογένειά της.  Ο Δημήτριος χαρακτηρίστηκε βαριά άρρωστος και τον άφησαν να νοσηλευτεί στο σπίτι του. Όμως, μετά από σύντομη νοσηλεία, συνήλθε και άρχισε και εκείνος με τη σειρά του να διδάσκει τους μαθητές τής Δέσποινας που διψούσαν για μάθηση. Τα δίδακτρα που έπαιρναν και οι δύο κάλυπταν τα έξοδα για να  συντηρείται η οικογένειά τους. Όλα θα μπορούσαν να τα αντέξουν. Ο θάνατος όμως τού γιου τους Αντωνάκη, το 1917, τους συνέτριψε.

SMYRNI

Η Σμύρνη το 1919, όπως απεικονίζεται σε  επιστολικό δελτάριο.

Εν τω μεταξύ η έκβαση τού πολέμου στην Ευρώπη εξαγρίωσε τους Τούρκους. Στο μένος των στρατιωτών προστέθηκε και το μίσος τού εξαγριωμένου απαίδευτου όχλου, που εκδηλωνόταν με αγριότητα.Το 1919 όλοι οι Έλληνες τής Μικράς Ασίας διάβαζαν αχόρταγα στις εφημερίδες τις θριαμβευτικές περιγραφές τής απόβασης τού ελληνικού στρατού και τη συγκινητική υποδοχή του από την εκκλησία, τη δημογεροντία, τους αλαλαγμούς χαράς από τον ελληνικό πληθυσμό, αλλά και τις δολοφονικές συμπλοκές με άτακτους κρυμμένους Τούρκους και με θύματα άμαχο πληθυσμό.

SMYRNI STRATOS

Η υποδοχή τού ελληνικού στρατού στη Σμύρνη (Wikipedia)

Η εξορία του Δημητρίου  έληξε και έτσι η Δέσποινα μπόρεσε να γεννήσει τα δίδυμα κοριτσάκια της στη Σμύρνη, στο σπίτι τής αδελφής της. Εκεί πρόλαβε να δει τους σημαιοστολισμένους με τη γαλανόλευκη δρόμους της πόλης και τους κατοίκους που με χαρά και ενθουσιασμό υποδέχθηκαν τον ελληνικό στρατό. Το 1920 μαζί με τα κοριτσάκια τους επέστρεψαν και εγκαταστάθηκαν στη Μάκρη.

Όμως, τα διεθνή γεγονότα έτρεχαν με ταχύτητα φωτός. Οι Ρώσοι μετά την Οκτωβριανή επανάσταση εγκατέλειψαν τους συμμάχους. Ο Κεμάλ υπέγραψε συμμαχία με τη Ρωσία και τον Λένιν.[3] Έτσι ένα πρωί τού Αυγούστου τού 1921 εκεί που ανέμελοι συζητούσαν οι Έλληνες άκουσαν για μία ακόμη φορά τον τελάλη να φωνάζει «Γενική επιστράτευση! Όλοι οι αρσενικοί από 12 έως 70 να παρουσιαστούν σε 8 μέρες στην Μάκρην στο Διοικητήριον. Ακούσατε! Επιστράτευση.».

Για μία ακόμα φορά ο Δημήτριος μαζί με άλλους Έλληνες τής περιοχής ξεκίνησαν τη θλιβερή πορεία τους προς το εσωτερικό τής χώρας. Έφτασαν στο Δενισλί και από εκεί όσοι είχαν να πληρώσουν τους Τούρκους μεταφέρθηκαν με τραίνο στο Ερεγλή[4]. Οι υπόλοιποι ακολούθησαν με τα πόδια και ένας Θεός ξέρει αν έφθασαν ποτέ. Εν τω μεταξύ, την τελευταία ημέρα τού Αυγούστου η Δέσποινα γέννησε το αγοράκι της. Οι Τούρκοι είχαν κλείσει τα ελληνικά σχολεία και διέταξαν τα Ελληνόπουλα να γραφτούν στα τουρκικά. Οι Έλληνες τής Μάκρης θεώρησαν καλύτερη λύση να γράψουν τα παιδιά τους στο ιταλικό σχολείο που υπήρχε εκεί. Παράλληλα η Δέσποινα από το φθινόπωρο του 1921 άρχισε να παραδίδει κρυφά μαθήματα στα παιδιά των Ελλήνων τής Μάκρης. Έτσι κατόρθωσε να ζήσει τα παιδιά και την πεθερά της.

Την ίδια εποχή ο Μουσταφά Κεμάλ διορίστηκε αρχιστράτηγος στον Σαγγάριο και υπέγραψε συμφωνία με τους Γάλλους[5]. Οι εξόριστοι Έλληνες, μεταξύ των οποίων και ο Δημήτριος, έφυγαν από το Ικόνιο[6] και έφτασαν στη Νίγδη[7] και από εκεί στην Καισάρεια[8] εξασθενημένοι βρώμικοι και αδύναμοι. Εκεί τους πλησίασε ένας από τους προύχοντες τής πόλης, ο Τοζάκογλου, μεγαλέμπορος και τραπεζίτης πασίγνωστος στην περιοχή ο οποίος ζητούσε δάσκαλο για να διδάξει Ελληνικά στα παιδιά του. Με τη βοήθεια τού ανθρώπου αυτού ο Δημήτριος γλύτωσε τις κακουχίες και παρέμεινε με την οικογένεια τού Έλληνα μεγαλέμπορου μέχρι την ανταλλαγή των πληθυσμών[9].

Το 1922 βρήκε τους χριστιανούς τής Μικράς Ασίας να δέονται στις εκκλησιές για τους εξόριστους. Τα γεγονότα δεν άφηναν κανέναν να ησυχάσει. Οι ζέστες είχαν ξεκινήσει νωρίς, ήδη από το τέλος Μαΐου. Τα μαθήματα τής Δέσποινας γίνονταν πλέον στην πίσω αυλή τού σπιτιού. Έχοντας ζήσει εξορίες, βάσανα και φόβο αγωνιούσε μηπως την ανακαλύψουν οι Τούρκοι. Αναρωτιόταν αν θα επιζήσουν, τι μέλλον θα έχουν τα παιδιά της, πού βρίσκεται ο άντρας της. «Να περάσει αυτή η θύελλα, να μετρηθούμε και να μη λείπει κανείς» ευχόταν με δάκρυα στα μάτια.

Από τη στιγμή που το μέτωπο κατέρρευσε, τον Αύγουστο τού 1922, ο ελληνικός πληθυσμός έβλεπε το τέλος να πλησιάζει. Ο στρατός είχε νικηθεί και οι Τούρκοι έδιωχναν τους Έλληνες, που μάζευαν τα πράγματά τους, αλλά και τις εικόνες από τις εκκλησιές για να τις σώσουν. Τους είχαν πει ότι μαζί τους επιτρεπόταν να πάρουν ένα μπαούλο με ρούχα, έναν μπόγο με κουβέρτες και ένα κοφίνι με τρόφιμα. Όσα πράγματα δεν μπορούσαν να πάρουν τα έβγαζαν στον δρόμο για να τα πουλήσουν όσο-όσο, προκειμένου να έχουν μαζί τους χρήματα. Η Δέσποινα κάθε βράδυ ξήλωνε γιακάδες και φόδρες από τα φορέματά της για να κρύψει χρυσά κοσμήματα που θα μπορούσε να πουλήσει στην Ελλάδα. Όταν ήρθε η ημέρα τής αναχώρησης πήρε τα  παιδιά της, την πεθερά της και τα πράγματα που είχαν συγκεντρώσει και κατέβηκαν στο λιμάνι. Εκεί αυστηροί Τούρκοι αξιωματικοί άνοιγαν επιδεικτικά τα μπαούλα προσπαθώντας να αυξήσουν την αγωνία των προσφύγων και να θέσουν ένα ακόμα εμπόδιο στο μαρτυρικό ταξίδι τους προς την πατρίδα. Στην πραγματικότητα προσπαθούσαν να αφαιρέσουν ό,τι κοσμήματα είχαν μαζί τους οι γυναίκες . Η Δέσποινα καθόταν με αγωνία και υπομονή μπροστά σε ένα σεντούκι, όταν ξαφνικά ο Τούρκος αξιωματικός την κοίταξε αυστηρά και δείχνοντάς της δύο διπλωμένα χαρτιά της είπε:

- Τι είναι αυτά;

- Τα διπλώματά μας. απάντησε η Δέσποινα.

Ο Τούρκος με μια θυμωμένη κίνηση τα έσκισε σε πολύ μικρά κομμάτια και είπε περιφρονητικά:

- Να σου βγάλουν άλλα εκεί που θα πας.

- Αυτό είναι εύκολο. Κι αυτά αντίγραφα είναι, απάντησε θυμωμένη η Δέσποινα.

Άθελά της, ο νους της γύρισε στο Σχολείο της και στα χρόνια των σπουδών της. «Θα μου στείλουν αντίγραφο και μάλιστα πολύ γρήγορα» σκέφθηκε. Και γυρίζοντας την πλάτη στον Τούρκο αξιωματικό κατευθύνθηκε προς το πλοίο.

IMG 20210602 WA0002

Το αποδεικτικό τού διπλώματος τής Δέσποινας Παπαθανασίου-Παπαντωνίου από το Αρσάκειο Αθηνών (Απο το αρχείο της οικογενείας Δ. Παπαντωνίου)

Ήταν η τελευταία οικογένεια που επιβιβάστηκε στο καΐκι που θα τους πήγαινε στη Ρόδο, η οποία τότε βρισκόταν υπό ιταλική διοίκηση. Από εκεί ένα ελληνικό πλοίο θα τους μετέφερε στον Πειραιά. Αργούσε όμως και έτσι πέρασαν πολλές μέρες στοιβαγμένοι όλοι στο λιμάνι τής Ρόδου, αφού οι ιταλικές αρχές δεν τους επέτρεψαν την έξοδο στο νησί. Το ταξίδι με το ελληνικό καράβι κράτησε πολλές ώρες και ήταν επώδυνο. «Τρεις μέρες ταξίδευαν στο πέλαγος και ο Πειραιάς ήταν ακόμα μακριά. Το βαπόρι έπλεε σιγά-σιγά και κόντευε να βουλιάξει από το βάρος. Γυναίκες λιποθυμούσαν, παιδιά έκλαιγαν. Οι νύχτες ήταν ακόμα πιο εφιαλτικές.» Λίγο πριν φθάσουν στον Πειραιά ο καπετάνιος πήρε σήμα να σταματήσουν λίγες μέρες στην Τζια, γιατί στον Πειραιά υπήρχαν ήδη τόσοι πολλοί πρόσφυγες που κοιμόντουσαν στους δρόμους. Την επόμενη ημέρα το πλοίο μπήκε στο λιμάνι τής Τζιας. Λίγα σπιτάκια ήταν κτισμένα γύρω από το λιμανάκι και οι κάτοικοι είχαν συγκεντρωθεί στην προκυμαία. Τότε η Δέσποινα αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη της. Με μια βάρκα κατέβηκε στο νησί. Ανάμεσα στους κατοίκους που είχαν συγκεντρωθεί ήταν και ένας ιερέας. Τον πλησίασε με θάρρος και ευγενικά τον ρώτησε.

- Πάτερ, λειτουργεί σχολείο εδώ; 
- Μόνο στη Χώρα, τής απάντησε                                                                                                                                   
- Μήπως ξέρετε αν υπάρχει κενή θέση δασκάλας;
- Βεβαίως, υπάρχει κενή θέση δασκάλου στο σχολείο μας. Γιατί ρωτάτε; Μήπως είστε δασκάλα; τής απάντησε ένας άλλος καλοντυμένος κύριος.
- Ναι. Απόφοιτος τού Αρσακείου Αθηνών. Και σκέφθηκα μήπως είναι καλύτερα να μείνω εδώ αντί να πάω στον Πειραιά.
- Ήρθε εντολή να δεχθούμε κάποιους πρόσφυγες εδώ. Αν θέλετε προσπαθήστε.

Έτσι η Δέσποινα με την οικογένειά της εγκαταστάθηκε στη Χώρα τής Τζιας. Ζήτησε από το Αρσάκειο αποδεικτικό τού πτυχίου της, το οποίο τής έστειλαν αμέσως, στις 24 Οκτωβρίου 1922. Το υπέγραφαν ο πρόεδρος τής Φ.Ε. Αγγ. Σίμος και ο Γραμματέας Ιωαν. Θεοδωρίδης.

Ο άντρας τη Δέσποινας κατόρθωσε να σωθεί χάρη στη βοήθεια τής οικογένειας που τον έκρυβε στην Καισάρεια και με ψεύτικα στοιχεία ξέφυγε από τους Τούρκους και  επέστρεψε στην Ελλάδα. Μόλις έφτασε στον Πειραιά έμαθε από κάποιους συγγενείς τα νέα τής οικογένειάς του και έφυγε χαρούμενος για την Τζια. Ευχαριστημένος που ξανάσμιξε με τους δικούς του, δούλεψε και εκείνος ως δάσκαλος στο νησί. Με τη Δέσποινα απόκτησαν ακόμα ένα κοριτσάκι.

Η οικογένεια τού Δημητρίου και τής Δέσποινας Παπαντωνίου. Από αριστερά η Κική, η Δέσποινα, η Νίκη, η Ειρηνούλα, η Καίτη, ο Δημήτριος και ο Αντώνης.  (Από το αρχείο της οικογενειας Δ. Παπαντωνίου)

Το 1930 η οικογένεια ήρθε στην Αθήνα  και εγκαταστάθηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια. Έτσι τελείωσε η οδύσσεια τής Δέσποινας Παπαθανασίου. Η νεαρή Αρσακειάδα βρήκε επιτέλους την Ιθάκη της και όπως είχε ευχηθεί στην προσευχή της στην Μάκρη « όταν τελείωσε αυτή η θύελλα μετρήθηκαν και δεν έλειπε κανείς». Ήταν επιτέλους σώοι και ελεύθεροι.

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Το κείμενο βασίστηκε στο βιβλίο τής Ρένας Βελισσαρίου «Όσα σάρωσε η θύελλα», βασισμένο στην αληθινή ιστορία τής οικογενείας, αφού η συγγραφέας είναι η πρωτότοκη κόρη τής Δέσποινας, η Ειρήνη.

 

Ευχαριστώ την μαθήτριά μου Δέσποινα Παπαντωνίου που μας γνώρισε τη γιαγιά της και μάς έδωσε όλα τα στοιχεία που είχε η οικογένεια στη διάθεσή της.

 

[1] Αμελέ ταμπουρού ονομάζονται στην ελληνική βιβλιογραφία τα τάγματα εργασίας (amele taburlari) που χρησιμοποιήθηκαν από την οθωμανική Αυτοκρατορία στις περιοχές που ελέγχονταν από τους Νεότουρκους ή τις δυνάμεις τού Κεμάλ Ατατούρκ. Ουσιαστικά αποτελούσαν μια μέθοδο εθνοκάθαρσης, διότι στα τάγματα αυτά εργάζονταν σκληρά άνδρες μη μουσουλμάνοι, σε βαριές εργασίες και υπό απάνθρωπες συνθήκες, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι να πεθαίνουν.

[2] Πρόκειται για την πόλη Ντενιζλί που βρίσκεται στη ΝΔ Μικρά Ασία σε μια κοιλάδα η οποία διαμορφώθηκε από τον ποταμό Μαίανδρο. Είναι πρωτεύουσα τής ομώνυμης επαρχίας. Κοντά της, στα ΒΔ, βρίσκονται τα ερείπια τής αρχαίας Ιεράπολης και τής Λαοδικείας, που βρίσκεται στη συμβολή των ποταμών Λύκου και Μαιάνδρου.

[3] Πρόκειται για τη συνθήκη τής Μόσχας του 1921. Έκτοτε με ρωσικά χρήματα και όπλα ο Κεμάλ θα πολεμήσει τους Έλληνες στη Μικρά Ασία.

[4] Πρόκειται για την αρχαία ελληνική πόλη τής Παφλαγονίας Ηράκλεια την Ποντική. Σήμερα ονομάζεται Eregli Karadenir, κάτι που αποτελεί ακριβή μετάφραση τής αρχαίας ονομασίας της (Eregli=Hράκλεια Karadenir=Μαύρη θάλασσα=πόντος)

[5] Πρόκειται για τη Συνθήκη τής Άγκυρας που συνομολογήθηκε μεταξύ τής Γαλλίας και τής επαναστατικής κυβέρνησης τής Άγκυρας τού Κεμάλ Ατατούρκ στις 20 Οκτωβρίου 1921, την εποχή που η Ελλάδα επιχειρούσε την Μικρασιατική Εκστρατεία.

[6] Το Ικόνιο (Κonya) είναι πόλη τής κεντρικής Τουρκίας, 500 χλμ. ΝΑ τής Σμύρνης. Βρίσκεται στο κέντρο τής αρχαίας Λυκαονίας και την αναφέρει ο Ξενοφών στο έργο του «Κύρου Ανάβασις».

[7] Η πόλη Νίγδη είναι πρωτεύουσα τής ομώνυμης επαρχίας της Καππαδοκίας, κτισμένη ανάμεσα σε ηφαιστειακά βουνά τής περιοχής. Κοντά της βρίσκονται τα αρχαία Τύανα, τα οποια ο Ξενοφών αναφέρει στην Κύρου Ανάβαση ως πόλη μεγάλη και ευημερούσα με το όνομα Δάνα.

[8] Η Καισάρεια (Kayseri) είναι μεγάλη και αρχαία πόλη τής κεντρικής Ανατολίας και πρωτεύουσα τής Καππαδοκίας. Η παλαιά της ονομασία ήταν Μάζακα από την προϊστορική θεότητα Μα. Πήρε το όνομα Καισάρεια το 17 μ.Χ., όταν κατέλαβαν την Καππαδοκία οι Ρωμαίοι. Βρίσκεται στη διασταύρωση μεγάλων δρόμων, γι’ αυτό και ο αυτοκράτωρ Ιουστινιανός την οχύρωσε με ισχυρά τείχη. Ήταν σημαντικό θρησκευτικό κέντρο. Επίσκοπος Καισαρείας υπήρξε και ο Μέγας Βασίλειος.

[9] Η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών ήταν στην ουσία μια μεγάλης κλίμακας συμφωνημένη αμοιβαία εκτόπιση, που υπογράφηκε στη Λωζάνη (31 Ιαν. 1923) από εκπροσώπους τής Ελλάδας και τής Τουρκίας. Αφορούσε σε 2.000.000 άτομα (1.500.000 Έλληνες και 500.000 μουσουλμάνους τής Ελλάδας, δηλαδή τους Ελληνορθόδοξους χριστιανούς πολίτες τής Τουρκίας και τους μουσουλμάνους πολίτες τής Ελλάδας με εξαίρεση τους Έλληνες της Κωνσταντινούπολης και τους μουσουλμάνους της Δυτικής Θράκης).

H καθ’ ημάς Ανατολή

 

«Τα σπίτια που είχα μου τα πήραν. Έτυχε να ’ναι τα χρόνια δίσεχτα· πολέμοι, χαλασμοί, ξενιτεμοί· κάποτε ο κυνηγός βρίσκει τα διαβατάρικα πουλιά κάποτε δεν τα βρίσκει· το κυνήγι ήταν καλό στα χρόνια μου, πήραν πολλούς τα σκάγια· οι άλλοι γυρίζουν ή τρελαίνουνται στα καταφύγια»

Γιώργος Σεφέρης

 

Η Μικρά Ασία με τα αρχαία και μεσαιωνικά ονόματα των επαρχιών και με τις μεγάλες πόλεις (ελληνικά ή τουρκικά ονόματα). Αρχείο Κ.Μ.Σ.
Από τη Διπλωματική εργασία της Αγάπης Μ. Ευδωρίδου με τίτλο "Ο ελληνισμός στη Νικομήδεια και την περιφέρεια της" που υποβλήθηκε το 2010 στο Τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας
της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ

Τα ποιήματα είναι αρωγοί τής ιστορικής μνήμης. Λέγονται σαν παραμύθι από γενιά σε γενιά. Κάθε ποίημα έχει ιδιαίτερη αξία και κάθε λέξη τη δική της ιερή σημασία. Ποιητικές αφηγήσεις μάς γνώρισαν τους Ομηρικούς ήρωες, τον αγώνα ανθρώπων που αντιτάχθηκαν στη μοίρα τους, όπως ο Οιδίποδας και η Αντιγόνη, και τον ηρωισμό τού Διγενή Ακρίτα. Με τον ίδιο τρόπο «τα σμυρνιώτικα, πολίτικα, μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα, λυπητερά»[1] θυμίζουν σε όλους μας σήμερα την καθ’ ημάς Ανατολή, τον τόπο καταγωγής πολλών Ελλήνων και τον τόπο δράσης πολλών σοφών, αγίων και ηρώων.

«Η Ελλάδα από τους αρχαίους χρόνους ήταν ένα έθνος με τόνο οικουμενικό, όχι μονάχα γιατί με τις αποικίες της έδενε ολόκληρο τον κόσμο, αλλά και γιατί με το πνεύμα της, τον στοχασμό και την τέχνη της, με τον πολιτισμό της δηλαδή, εξέφρασε για πρώτη φορά μέσα στην ιστορία τής ανθρωπότητας τον οικουμενικό άνθρωπο[2]

Πολύ πριν «απ’ την θαυμάσια πανελλήνια εκστρατεία, την νικηφόρα, την περίλαμπρη, την περιλάλητη την δοξασμένη» από την οποία βγήκε «ο ελληνικός καινούργιος κόσμος, μέγας, οι Αλεξανδρείς, οι Αντιοχείς, οι Σελευκείς κι οι πολυάριθμοι επίλοιποι Έλληνες Αιγύπτου και Συρίας και οι εν Μηδία και οι εν Περσίδι. Και όσοι άλλοι»[3], τα παράλια τής Μικράς Ασίας ήταν η ανάσα τού Ελληνισμού, οι αποικίες, οι εμπορικοί σταθμοί, ο πλούτος. Η διαμάχη Ελλήνων και Περσών είχε αφορμή τη Μικρασία, γιατί η ελληνικότητα και ο πολιτισμός της αποτελούσαν την καρδιά τής Ελλάδας στην Περσία.[4] Το πέρασμα τού Μεγάλου Αλεξάνδρου έφερε ακόμα περισσότερους Έλληνες στην περιοχή. Τη Ρωμαϊκή περίοδο από την περιοχή αυτή ξεκίνησε η διάδοση τού Χριστιανισμού. Εκεί βρίσκονται τα επτά μεγάλα χριστιανικά κέντρα και αυτός ήταν ο τόπος καταγωγής των περισσοτέρων αγίων και μαρτύρων. Η Μικρασία ήταν ο σιτοβολώνας τού Βυζαντίου και από τις ανατολικές επαρχίες της επανδρώνονταν τα στρατεύματα των «Θεμάτων». Στην Τουρκοκρατία, που κράτησε πεντέμισι αιώνες, η επιβίωση τής γλώσσας και τής θρησκείας κράτησε όρθιο το ελληνικό στοιχείο. Ακόμα και οι Καραμανλήδες στην Καππαδοκία, που ήταν υπό τουρκική κατοχή από τον 11ο αιώνα, όταν τους ετέθη το δίλημμα να επιλέξουν αν θα διατηρήσουν τη γλώσσα ή τη θρησκεία τους, προτίμησαν να διατηρήσουν τη θρησκεία, γιατί μέσω αυτής θα διατηρούσαν και τη γλώσσα. «Ο Μικρασιατικός πολιτισμός κατακεραύνωσε την ιστορική αντιξοότητα» είπε πολύ σοφά η Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ.

Priinhi

 Ο Ναός της Αθηνάς που ξεκίνησε ο Μαυσωλός και τον ολοκλήρωσε ο Μέγας Αλέξανδρος
στην Αρχαία Πριήνη. Στο βάθος ο Βράχος της Ακρόπολης. Wikipedia

 

Το Θέατρο της αρχαίας Μιλήτου  ( Aρχείο Αντ. Μαρκόπουλου)

 

Τα ιστορικά γεγονότα που ακολούθησαν το τέλος τού Α΄ Παγκοσμίου πολέμου οδήγησαν στην καταστροφή τής Σμύρνης και στη σφαγή πολλών Ελλήνων τής Μικράς Ασία. Ίσως η πιο εύγλωττη μαρτυρία για την σκληρότητα των γεγονότων τής εποχής είναι όσα έγραψε ο Αμερικανός πρόξενος στη Σμύρνη Τζωρτζ Χόρτον: «Ένα από τα δυνατώτερα συναισθήματα που πήρα μαζί μου απ’ τη Σμύρνη ήταν το συναίσθημα τής ντροπής, διότι ανήκα στο ανθρώπινο γένος».

Η Μικρασιατική Καταστροφή αποτελεί τη µεγαλύτερη τραγωδία που γνώρισε ο νεότερος Ελληνισµός. Είχε ως αποτέλεσμα, από ελληνικής πλευράς, 25.000 νεκρούς και τραυματίες στρατιώτες. Πάνω από 1.500.000 Έλληνες αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις εστίες των προγόνων τους και να έρθουν πρόσφυγες στην Ελλάδα κάτω από άθλιες συνθήκες, αφήνοντας πίσω τους πάνω από 600.000 νεκρούς.

«Με τι χαρά, με τι πνοή
τι πόθους και τι πάθος
πήραμε τη ζωή μας

λάθος. Κι αλλάξαμε ζωή.»[5]

Στα ερείπια τής Σμύρνης έσβησε το όνειρο τής Μεγάλης Ιδέας. Το σχεδόν χρεοκοπημένο ελληνικό κράτος έπρεπε να στεγάσει και να περιθάλψει τον τεράστιο πληθυσμό των Μικρασιατών προσφύγων. Είχε όμως και την τύχη να υποδεχθεί 1.500.000 και πλέον υπέροχους, γνήσιους, συνειδητοποιημένους και εργατικούς Έλληνες, που τού χάρισαν μεγαλύτερη εθνική και θρησκευτική ομοιογένεια και επέφεραν μεγάλες οικονομικές, πολιτικές και πολιτισμικές αλλαγές.

Smyrni

Η προκυμαία της Σμύρνης  όπως αποτυπώνεται σε  ταχυδρομική κάρτα. Wikipedia

Σήμερα οι χαμένες πατρίδες είναι κλεισμένες στις ψυχές μας και αποτυπώνονται στα έθιμα και στις παραδόσεις, στη θρησκεία, τη μουσική, στον χορό, στα μνημεία, στα κειμήλια, με δύο λόγια στην ιστορία τού πολιτισμού, σ’ αυτό που ονομάζουμε συνείδηση και πολιτισμική ταυτότητα. Αυτή είναι η ιστορική μνήμη τού ανθρώπου. Οι γενιές των προσφύγων έχουν πλέον φύγει. Οι απόγονοί τους κρατούν στις ψυχές τους τα ακούσματα, τα βιώματα και κυρίως τα συναισθήματα, που πέρασαν στο DNA τους.

Ο Άγιος Νικόλαος στο Κελεμπέσι (Γκιούλμπαχτσέ) όπως είναι σήμερα ( Αρχείο Αντ. Μαρκόπουλου)

«Κύριε, βοήθα να θυμόμαστε πώς έγινε τούτο το φονικό,·
την αρπαγή, τον δόλο, την ιδιοτέλεια,
το στέγνωμα τής αγάπης.·
Κύριε, βόηθα να τα ξεριζώσουμε
…»[6].

Το 2022 συμπληρώνονται 100 χρόνια από τα γεγονότα τού 1922. Η κατάρρευση τού Μικρασιατικού μετώπου και η ήττα τού ελληνικού στρατού, που είχαν ως τραγική συνέπεια τον ξεριζωμό των ελληνορθόδοξων πληθυσμών τής Μικράς Ασίας, αποτυπώθηκε στα λογοτεχνικά έργα τής γενιάς τού Μεσοπολέμου ή τής Γενιάς τού ’30. Όπως γράφει χαρακτηριστικά ο Ι.Θ. Δημαράς: «Τα παιδιά των δεκαπέντε και των δεκαοχτώ χρόνων θα μεγαλώσουν ανήσυχα, ταραγμένα, χωρίς ιδανικά, χωρίς πίστη. [...] Από τις αντικρινές ακτές τού Αιγαίου ήρθαν άλλα παιδιά· μέσα στην ψυχή τους ζει το νοσταλγικό δράμα τής χαμένης κοιτίδας. Και μεγαλώνουν κι αυτά μέσα στους καημούς και μέσα στην ταραχή». Αυτή η «σκιά στην ψυχή» κινητοποίησε κατά τον Δημαρά τούς λογοτέχνες τής Γενιάς τού ’30 να προσεγγίσουν τα λογοτεχνικά πράγματα με σοβαρότητα και συναίσθηση τής ευθύνης. Στόχος τους ήταν να παραμείνει ζωντανή η ανάμνηση και να διατηρηθεί στην προσωπική και τη συλλογική μνήμη όλων.

Agia fotini

Το καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής στη Σμύρνη. Wikipedia

Το αφιέρωμα που ακολουθεί αναφέρεται στις αμφίδρομες σχέσεις τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας με τον Ελληνισμό τής Ανατολικής Θράκης και τής Μικράς Ασίας. Και ίσως τότε καταλάβουμε πόσο συνδεδεμένη με τον Ελληνισμό ήταν η «Ελληνίς Ανατολή» που αναφέρεται στον στίχο τού Διονύση Σαββόπουλου και συνειδητοποιήσουμε ότι:

«Γιατί τα σπάσαμε τ’ αγάλματά των,
γιατί τους διώξαμεν απ’ τους ναούς των,
διόλου δεν πέθαναν γι’ αυτό οι θεοί.
Ω γη τής
Ιωνίας, σένα αγαπούν ακόμη,
σένα οι ψυχές των ενθυμούνται ακόμα.                                                                                                                                                         

Κ. Καβάφης, «Ιωνικόν»

 

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Οι πηγές τού κειμένου υποσημειώνονται.

[1] Κωστή Παλαμά, «Ανατολή»

[2] Κώστα Τσιρόπουλου, «Η μαρτυρία τού ανθρώπου», Αθήνα 1967

[3] Κωνσταντίνου Καβάφη, «Στα 200 π.Χ.»

[4] Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ, ομιλία για τη Μικρασιατική Καταστροφή. Εκφωνήθηκε στο Μουσείο τής Φιλιώς Χαϊδεμένου στη Νέα Φιλαδέλφεια στο πλαίσιο τής εκδήλωσης τού ΣΜΝΦ με τίτλο «Μικρασία, 91 χρόνια μετά».

[5] Γιώργου Σεφέρη, «Άρνηση»

[6] Γεωργίου Σεφέρη: «Στη Σαλαμίνα της Κύπρος»

Αρσακειάδες δασκάλες στα σχολεία τής Ανατολικής Θράκης και τής Μικράς Ασίας 

 

Ένας από τους ισχυρότερους συνδετικούς κρίκους τού Μικρασιατικού Ελληνισμού με τη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία είναι οι νεαρές 18χρονες Αρσακειάδες δασκάλες που έσπευσαν να αναζητήσουν θέση στα σχολεία των ελληνικών κοινοτήτων τής Ανατολικής Θράκης και τής Μικράς Ασίας μεταλαμπαδεύοντας το φως τής ελληνικής παιδείας στον εκεί ελληνισμό. Γνωρίζοντας ότι οι Έλληνες τής Μ. Ασίας έδιναν πολύ μεγάλη σημασία στην ελληνική παιδεία, πολλές απόφοιτοι έρχονταν σε επαφή με εκπροσώπους των κατά τόπους εκκλησιών ή τις εφορείες των σχολείων κάθε περιοχής και διεκδικούσαν μια θέση στα σχολεία αυτά. Ήταν σίγουρες, εκ των προτέρων, ότι θα τύχουν μεγάλης εκτίμησης και υποδοχής από τα μέλη των εκεί κοινοτήτων. Από την άλλη πλευρά τού Αιγαίου, οι Μικρασιάτες Έλληνες επεδίωκαν να βρουν άξιες και ικανές δασκάλες να στελεχώσουν τα σχολεία τους, προκειμένου να προωθήσουν την ελληνική παιδεία στις περιοχές τους. Το δίπλωμα τής δασκάλας από το Σχολείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας αποτελούσε γι’ αυτούς εγγύηση, γι’ αυτό δεν δίσταζαν να απευθυνθούν στο Δ.Σ. τής Φ.Ε. ζητώντας να τους συστήσουν την καλύτερη δασκάλα. Θα πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι τα θέματα τής αμοιβής ή τού χρονικού διαστήματος που θα παρέμεναν στα σχολεία οι δασκάλες αυτές ήταν αποτέλεσμα προσωπικής τους συμφωνίας  με τις κατά τόπους εφορείες. Φυσικά τα πράγματα ήταν αρκετά ρευστά και η καριέρα των περισσοτέρων αβέβαιη. Όμως οι Αρσακειάδες δασκάλες, όπως και όλοι οι δάσκαλοι που εργάστηκαν στα σχολεία αυτά τού «Μείζονος Ελληνισμού», με αυτοθυσία και πατριωτισμό ανέλαβαν το έργο τής διαπαιδαγώγησης των νέων Ελλήνων τής Μ. Ασίας.

Όπως γράφει στο βιβλίο της «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία 1836-1900» η Μαρία Ν. Βαϊάννη «Ο εντοπισμός όμως και η καταγραφή των Αρσακειάδων που δίδαξαν σε ελληνικά Μικρασιατικά σχολεία, μολονότι αποτελεί την σημαντικότερη συμβολή τής Φ.Ε. στα εκπαιδευτικά πράγματα τού Μικρασιατικού Ελληνισμού παρουσιάζει δυσκολίες ως προς τις άμεσες πηγές πληροφόρησης.»

Από το Αρχείο τής Φ.Ε., τα Πρακτικά τού Δ.Σ., τα μητρώα προσωπικού και τα Πρακτικά των Γενικών Συνελεύσεων δεν μαθαίνουμε για την σταδιοδρομία τους στα σχολεία τής Μικράς Ασίας. Τα αρχεία των εκεί ελληνικών σχολείων δεν διασώθηκαν ή βρίσκονται σε σχολεία στην Τουρκία. Στα Γενικά Αρχεία τού Κράτους σώζονται κάποιοι κώδικες κοινοτήτων τής Μικράς Ασίας αλλά δεν δίνουν πολλές πληροφορίες. Τα ονόματα που αναφέρονται παρακάτω βρέθηκαν σε κάποια από τις παραπάνω πηγές. Εν τούτοις, επειδή ο αριθμός των Μικρασιατισσών που αποφοίτησαν από το Αρσάκειο είναι κατά πολύ μεγαλύτερος, δεν υπάρχουν πληροφορίες για το αν όλες ή κάποιες από αυτές χρησιμοποίησαν το πτυχίο τους για να εργαστούν ως δασκάλες, κάτι που δεν αποκλείεται. Η προσφορά πάντως όλων, είτε έχει φτάσει το όνομά της σε εμάς είτε όχι, ήταν ουσιαστική, εθνική και ιστορική, αφού στους λεπτούς ώμους τους σήκωσαν το βάρος τής εκπαίδευσης των Ελλήνων τής Μικράς Ασίας.

Ακολουθούν τα ονόματα όσων διδασκαλισσών αποφοίτων τού Αρσακείου αναφέρονται σε κάποια από τις παραπάνω πηγές:

ΑΡΣΑΚΕΙΑΔΕΣ ΔΑΣΚΑΛΕΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗ ΘΡΑΚΗ

2560px Aivazovsky View of Constantinople and the Bosphorus

" Ηλιοβασίλεμα στην Κωνσταντινούπολη" Έργο του Αivazovsky. (Wikipedia)

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗ

Ασπιώτου Παγώνη

Ήταν από τις πρώτες δασκάλες τού Ιωακειμείου Παρθεναγωγείου Κωνσταντινουπόλεως. Πέθανε το 1933.

Αντωνιάδου Αγαθονίκη

Γεννήθηκε στη Σκύρο. Αριστούχος τού Αρσακείου, διετέλεσε διευθύντρια τού Αρσακείου Κερκύρας και το διάστημα 1895-1897 διευθύντρια στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο Κωνσταντινουπόλεως. Έγραψε πολλές παιδαγωγικές μελέτες και ποιήματα.  (--> Αρσακειάδες)

Ιωαννίδου-Παπαγγελή Χρυσούλα

Ήταν από την Αθήνα. Μετά την αποφοίτησή της από το Αρσάκειο έκανε παιδαγωγικές σπουδές στη Μασσαλία. Το διάστημα 1865-1868 διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου τού Αγίου Τάφου στην Κωνσταντινούπολη. Υπήρξε η πρώτη διευθύντρια του Ιωακειμείου Παρθεναγωγείου από το 1882 έως το 1896. Η συμβολή της στην οργάνωση τού σχολείου ήταν σημαντική.

Κεχαγιά Καλλιόπη

Γεννήθηκε στην Προύσα το 1839. Σπούδασε στη σχολή Χίλλ και στο Αρσάκειο, από όπου και αποφοίτησε. Υπήρξε πολύπλευρη προσωπικότητα που σφράγισε με το έργο της τα εκπαιδευτικά πράγματα στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη τα τελευταία 30 χρόνια τού 19ου αι. Διετέλεσε διευθύντρια τού Ζαππείου Παρθεναγωγείου Κωνσταντινούπολης και πρώτη Επόπτρια των Σχολείων τής Φ.Ε..  (--> Εκπαίδευση στην Φ.Ε.) 

Αικατερίνη Κοντίδου

Αριστούχος Αρσακειάς με μετεκπαίδευση στη Γενεύη. Διηύθυνε το Παρθεναγωγείο της Παλλάδος.

Μιχόγλου Ευφροσύνη

Δίδαξε στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο από το 1889-1890.

Νικολαΐδου Καλλιρρόη

Αρσακειάς με μετεκπαίδευση στο Παρίσι. Δίδαξε στο Ιωακείμειο Παρθεναγωγείο το 1899-1900.

Σειρηνίδου Βικτωρία 

Γεννήθηκε στο Ζιντζί Ντερέ ή την Καισάρεια της Καππαδοκίας.

Σκορδέλη Ασπασία

Γεννήθηκε στη Φιλιππούπολη. Τελείωσε το Αρσάκειο το 1886. Μιλούσε Γαλλικά και Γερμανικά. Διετέλεσε Διευθύντρια του Παρθεναγωγείου Σταυροδρομίου απο το 1912-1923  Στη συνέχεια διεύθυνε την Οικοκυρική Σχολή του Αρσακείου Ψυχικού (-->Σχολεία της Φ.Ε.)

Στάμπα Υπατία

Η Αρσακειάδα Υπατία Στάμπα ήταν γλωσσομαθής και είχε μετεκπαιδευτεί στην Αγγλία. Το 1890-1891 ήταν διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου «Παλλάς» στην Κωνσταντινούπολη.

Τρανού Ελένη

Καταγόταν από τη Σμύρνη. Δίδαξε στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο Κωνσταντινουπόλεως.

Άννα Τριανταφυλλίδου

Γεννήθηκε το 1876 στις Σέρρες. Σπούδασε στο Αρσάκειο. Εργάστηκε μέχρι το 1900 στο Ζάππειο Κωνσταντινουπόλεως, όπου διετέλεσε και διευθύντρια τού Νηπιαγωγείου. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα δραστηριοποιήθηκε στον εκπαιδευτικό, τον κοινωνικό και τον πολιτιστικό τομέα.

                                                                                     

ΑΔΡΙΑΝΟΥΠΟΛΗ

440px St George Church, Edirne

Ο Ναός τού Αγίου Γεωργίου στην Αδριανούπολη. (Wikipedia)

Αντωνιάδου Ευφροσύνη 

Διετέλεσε Διευθύντρια του Ζαππείου Παρθεναγωγείου Aδριανουπόλεως

Αποστολίδου Ευφροσύνη

Δίδαξε στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο Αδριανουπόλεως

Βουγάτσου Θεοδώρα

Διετέλεσε Διευθύντρια του Ζαππείου Παρθεναγωγείου Αδριανουπόλεως

Σιγανού-Παρρέν Καλλιρρόη.

Γεννήθηκε στην Κρήτη. Σπούδασε στο Αρσάκειο.Διετέλεσε Διευθύντρια του Ροδοκανακείου Παρθεναγωγείου της Οδησσου και του Ζαππείου Παρθεναγωγείου Αριανουπόλεως. Ηγήθηκε του Φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα και ήταν η πρώτη γυναίκα δημοσιογράφος.(-->Αρσακειάδες)

 

ΜΑΚΡΑ ΓΕΦΥΡΑ

Makra gefyra

Η Μακρά Γέφυρα του ποταμού Εργίνη,η οποια εκτός απο τον ποταμό καλύπτει και έκταση βάλτων. Βρίσκεται κοντά στα Ελληνοτουρκικά  Σύνορα. (Aπο γκραβούρα του 19ου αι.)

Σιναπίδου Μαρία

 

ΕΠΑΡΧΙΑ ΔΕΡΚΩΝ

derkon

Άποψη της λίμνης  των Δερκών (Wikimapia)

Κυφιώτου Ελένη

Νηπιαγωγός, δούλεψε σε πολλά σχολεία της επαρχίας Δερκών από το 1883-1890

 

ΑΡΣΑΚΕΙΑΔΕΣ ΔΑΣΚΑΛΕΣ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

 

ΣΜΥΡΝΗ

Smyrni

Άποψη της Σμύρνης. Η προκυμαία. ( Wikipedia)

Αρνού Ευρυδίκη

Αριστούχος του Αρσακείου, δίδαξε στο Ομήρειο Παρθεναγωγείο.

Κοντίδου Αικατερίνη

Αριστούχος του Αρσακείου και μετεκπαιδευμένη στη Γενεύη.Δίδαξε στα Παρθεναγωγείο του Μπουτζά, του Μπουρνόβα και των Βουρλών.

Smyrni1

Κάρτ Ποστάλ όπου απεικονίζεται η παραλία της Σμύρνης. Ξεχωρίζει το καμπαναριό της Αγίας Φωτεινής. 

Λαιλίου-Τζανή Σαπφώ

Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη. Φοίτησε στο Αρσάκειο. Μαζί με τον σύζυγό της Ιωσήφ Μάγνη ίδρυσαν ιδιωτικό παρθεναγωγείο στη Σμύρνη το οποίο έγινε πολύ γνωστό στα πρώτα χρόνια τής λειτουργίας του. Αργότερα διετέλεσε διευθύντρια του Κεντρικού Παρθεναγωγείου Σμύρνης.

Λουΐζου Ελένη

Εμβληματική φυσιογνωμία τής εκπαίδευσης τού Μικρασιατικού Ελληνισμού. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο και μετεκπαιδεύτηκε 3 χρόνια στην Ευρώπη. Υπήρξε η πρώτη και μοναδική Διευθύντρια τού Ομηρείου Παρθεναγωγείου Σμύρνης. (-> Αρσακειάδες)

Λουτράρη Μαρία

Στα πεπραγμένα τής Συνέλευσης τής 13ης/11/1846 τής Φ.Ε. αναφέρεται ότι διορίστηκε στη Σμύρνη.

Λουΐζου Μαρία

Δίδαξε στο Ομήρειο Παρθεναγωγείο.

Σειρηνίδου Βικτωρία 

Γεννήθηκε στο Ζιντζί Ντερέ ή την Καισάρεια της Καππαδοκίας.

Σπετσιώτου Ζαφειρία

Διετέλεσε Διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου της Αγίας Φωτεινής.

Παπαδάκη Χρυσάνθη

Γεννήθηκε το 1855 στο Αϊδίνι. Σπούδασε στο Αρσάκειο. Εκτός από το πτυχίο της Δασκάλας απέκτησε και το πτυχίο τής πρωτοεισαχθείσης τότε μεθόδου τού νηπιαγωγού. Εργάστηκε ως νηπιαγωγός στη Θεσσαλονίκη. Το 1873 ίδρυσε στη Σμύρνη το «Ελληνικόν Σχολείον» και το πρώτο Νηπιαγωγείο. Σε αυτό ακολουθούσε πιστά το πρόγραμμα που εφαρμοζόταν στο Αρσάκειο. Η κοινωνία τής Σμύρνης σεβάστηκε το έργο της και εξετίμησε τις προσπάθειές της για την παιδεία στη Σμύρνη.

Παπαεμμανουήλ Ελισσάβετ

Σύμφωνα με έκθεση τού επιθεωρητή Γεωργίου Ρωγδιανού για τα ιδιωτικά σχολεία στη Σμύρνη, που συντάχθηκε στις 13/1/1921, δίδαξε στο «Λύκειο Παπαεμμανουήλ» στη Σμύρνη.

Ψιμιλοπούλου Κωνσταντίνα

Γεννήθηκε στη Σμύρνη. Φοίτησε στο Αρσάκειο με οικονομική διευκόλυνση τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας. Δίδαξε στο «Ελληνικόν Σχολείον» τού Ν. Αρώνη στη Σμύρνη

 

ΑΜΙΣΟΣ

amisos sampsounta

Άποψη της πόλεως της Αμισού (Σαμψούντα) του Πόντου όπως απεικονίζεται σε  παλαιό επιστολικό δελτάριο .

Αδελφές Μιχαλακοπούλου

Δίδαξαν στο Παρθεναγωγείο Αμισού (Σαμψούντα) του Πόντου η μία ραπτική και η άλλη μουσική.

 

ΑΤΤΑΛΕΙΑ

attalia

Η Πύλη του Αδριανού στην Αττάλεια. ( Wikipedia)

Πέτσου Ευαγγελία

Γεννήθηκε στα Ιωάννινα. Διετέλεσε επι 3 χρόνια Διευθύντρια  του Παρθεναγωγείου της Ατταλείας.

 

ΠΡΟΥΣΑ

800px Bursa Kalesi 1

Η Πύλη του κάστρου της Προύσας. (Wikipedia)

Κοντίδου Αικατερίνη 

Αριστούχος του Αρσακείου, μετεκπαιδευμένη στην Ευρώπη, δίδαξε στο Ευγενίδειο Παρθεναγωγείο Προύσας.

 

ΚΥΔΩΝΙΕΣ (ΑΪΒΑΛΙ)

kydonies

Άποψη της πόλεως των Κυδωνιών (Αϊβαλί) όπως απεικονίζεται σε  παλαιό επιστολικό δελτάριο 

Νεοχωρήτου Μαρία

Σε έκθεση του Επιθεωρητή Ασκητόπουλου της 12/ 12/ 1920 αναφέρεται ότι ήταν Διευθύντρια στο Παρθεναγωγείο Άνω Συνοικιάς Κυδωνιών.

Σαριβαξεβάνη Μαριάνθη

Γεννήθηκε στις Κυδωνίες. Σπούδασε στο Αρσάκειο, οικότροφη στο Εσωτερικό Διδασκαλείο, από το οποίο αποφοίτησε το 1891. Διετέλεσε διευθύντρια τού Κεντρικού Παρθεναγωγείου Κυδωνιών.

 

ΖΙΝΤΖΙ-ΝΤΕΡΕ (Φλαβιανά)

Zintzintere

Η Ροδοκανάκειος Ιερατική Σχολή στα Φλαβινά Καισαρείας. (Αρχείο Ένωσης Ζιντζίντερε -Φλαβιανών Καππαδοκίας)

Σειρηνίδου Βικτωρία 

Γεννήθηκε στο Ζιντζί Ντερέ ή την Καισάρεια της Καππαδοκίας. Δίδαξε στο Παρθεναγωγείο στα Φλαβιανά.

 

ΑΔΡΑΜΥΤΙΟ

4173e6eaecab21b5bcc3452f04a36112
Γκραβούρα με την είσοδο του λιμένος του Αδραμυτίου. Πρόκειται πιθανότατα για φανταστική απεικόνιση. (Wikipedia)

Λουΐζου Ελένη

Η εμβληματική αυτή μορφή της Ελληνικής Εκπαίδευσης στη Μικρα Ασία ξεκίνησε την καριέρα της  στο σχολείο του Αδραμυτίου

Μαρία Σπυρίδωνος

Το 1881 και επι 2 χρόνια ήταν Διευθύντρια του Παρθεναγωγείου του Αδραμυτίου.

Κοντίδου Αικατερίνη

Αριστούχος του Αρσακείου μετεκπαιδευμένη στη Γενεύη, δίδαξε σε πολλά σχολεία στην Μικρά Ασία.

 

ΚΕΡΑΣΟΥΝΤΑ

Keraso;ynta

Κάρτ Ποστάλ της εποχής με την πόλη της Κερασούντας.

Σπίνου Δήμητρα

Απόφοιτος τού Αρσακείου, γύρω στα 1900 ήταν διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Κερασούντος.

 

ΜΕΡΣΙΝΗ

Mersina

Επιστολικό δελτάριο στο οποίο απεικονίζεται το λμάνι της  Μερσίνης

Ζουμπουλάκη Ελένη

Γεννήθηκε στη Μερσίνα το 1885. Δίδαξε από το 1907 ώς το 1920 στο Μαυρομάτειο Παρθεναγωγείο Μερσίνης .

 

ΣΠΑΡΤΗ ΠΙΣΙΔΙΑΣ

Paideias

Άποψη της Σπάρτης της Πισιδίας όπως είναι σήμερα  (Wikipedia)

Ιορδάνου Ευθαλεία

Καταγόταν από τη Σπάρτη τής Πισιδίας. Φοίτησε στο Αρσάκειο και επέστρεψε στα σχολεία τής πατρίδας της όπου και δίδαξε. Για την προσφορά της η Δημογεροντία Σπάρτης Πισιδίας έστειλε ευχαριστήριο έγγραφο στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία.

Ουλκέρογλου Ευθαλεία

Γεννήθηκε στη Σπάρτη τής Πισιδίας. Σπούδασε με υποτροφία της κοινότητας στο Αρσάκειο και από το 1902 ώς το 1922 δίδαξε στο εκεί σχολείο. Ο Χ. Σαπουντζάκης γράφει γι’ αυτήν «Περίφημη δασκάλα που άφησε εποχή για το έργο της και μετά την καταστροφή σε σχολεία τής Νέας Ιωνίας».

Σεραφείμ ή Σεραφετεινίδου Μελπομένη

Γεννήθηκε το 1866 στη Σπάρτη Πισιδίας. Σπούδασε στο Αρσάκειο ως υπότροφος τής κοινότητος. Το διάστημα 1889-1922 δίδαξε σε πολλά σχολεία τής Μικράς Ασίας. Ο Χαρ. Σαπουντζάκης στο έργο του «Η Ελληνική Παιδεία στη Σπάρτη Πισιδίας» αναφέρει ότι «ήταν άριστα καταρτισμένη δασκάλα με ήθος και ευσυνειδησία. Αυστηρή και επιβλητική, κράτησε επάξια όλα τα χρόνια ώς το 1922 τη διεύθυνση τού Παρθεναγωγείου, για λίγο διάστημα δε και τη διεύθυνση όλων των σχολείων στα τραχιά χρόνια μετά τον σεισμό τής Σπάρτης το 1914 και την ταυτόχρονη κήρυξη τού Α΄ Παγκοσμίου πολέμου».

 

ΦΙΛΑΔΕΦΕΙΑ

Filadelfeia

Ναός Αγ. Ιωάννη στη Φιλαδέλφεια (Wikipedia)

Καμπιέζου Χαριστώ

Καταγόταν από τη Σύρο. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο το 1877. Δίδαξε στο Θεολόγειο Παρθεναγωγείο Φιλαδελφείας από το 1878 έως το 1893 και στο Παρθεναγωγείο Αξαρίου από το 1905 έως το 1919.

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.

 

ΑΞΑΡΙΟ - ΘΥΑΤΕΙΡΑ

Αρχαιολογικός χώρος Θυατείρων. Το τείχος των Θυατείρων. Η ονομασία Αξάριον προέρχεται από την τουρκική Αkhisar  (Wikipedia)

Καμπιέζου Χαριστώ

Καταγόταν από τη Σύρο. Αποφοίτησε από το Αρσάκειο το 1877. Δίδαξε στο Θεολόγειο Παρθεναγωγείο Φιλαδελφείας από το 1878 έως το 1893 και στο Παρθεναγωγείο Αξαρίου από το 1905 έως το 1919.

 

ΣΩΚΙΑ

Σώκια - Γενική άποψη από το Βορρά. Πόλη στις όχθες του ποταμού Μαιάνδρου, κάτω από την αρχαία Πριήνη (από παλαιό Επιστολικό Δελτάριο) 

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.

 

ΝΑΖΛΙ - ΛΥΓΔΑ

Οικία στα Λύγδα της Μικράς Ασίας. Σήμερα  ονομάζεται Ναζλί  και βρίσκεται στο Νομό Αϊδινίου (Mikrasiatis Gr.)

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.

 

ΟΔΕΜΙΣΙΟΝ

Το Οδεμήσιο όπως είναι σήμερα. (απο την εφημερίδα Πολιτικά Λέσβου) 

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.

 

ΛΙΒΙΣΙ

Livisi

Το μαρτυρικό Λίβισι όπως είναι σήμερα, "πόλη  φάντασμα", αφού  δεν ξανακατοικήθηκε μετά την αποχώρηση των Ελλήνων κατοίκων της το 1922-23.  (Bημαgazino, 2014)

Καρακάς Ελένη

Γεννήθηκε στο Βουρδούριο τής Μ. Ασίας. Κατόπιν αιτήσεως τής εφορείας των Σχολείων Μάκρης Λιβισίου, φοίτησε στο Αρσάκειο με μειωμένα δίδακτρα και με την υποχρέωση να επιστρέψει και να διδάξει στην ιδιαίτερη πατρίδα της.

 

ΤΡΑΠΕΖΟΥΝΤΑ

trapezounta 900x557

Άποψη τηςΤραπεζούντας από τη θάλασσα. (Eύξεινος Λέσχη Βεροίας) )

Καρυοφύλλου Μαριγώ

Στην έκθεση πεπραγμένων Συνέλευσης τής 13ης/11/1846 τής ΦΕ διαβάζουμε ότι δίδαξε στην Τραπεζούντα.

Σπίνου Δήμητρα

Απόφοιτος τού Αρσακείου, γύρω στα 1900 ήταν διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Κερασούντος. Δίδαξε και στην Τραπεζούντα

                                                                                                

ΣΙΝΑΣΟΣ

Sinasos

Άποψη της Σινασού σήμερα  (Wikipedia)

Κωνσταντίνου Ελένη

Κωνσταντίνου Παναγιώτα

Δίδαξαν στο Παρθεναγωγείο Σινασού Καππαδοκίας από το 1874 έως το 1877 ύστερα από πρόσκληση τής κοινότητος Σινασού.

Παπανδρέου Ελένη

Απόφοιτος τού Αρσακείου, εργάστηκε ως «ανωτέρα διδάσκαλος» στο Παρθεναγωγείο τής Σινασού Καππαδοκίας

Χαραλάμπους Ελένη

Η Αρσακειάς Ελένη Χαραλάμπους δίδαξε το διάστημα 1872-1874 στο Παρθεναγωγείο Σινασού Καππαδοκίας. Ο Αρχέλαος Σαραντίδης στο βιβλίο του για τη Σινασό γράφει «Κατά το 1872 συνέστη κατά πρώτον Παρθεναγωγείον εν Σινασώ καταρτισθέν υπό της εξ Αθηνών ελθούσης αποφοίτου τού Αρσακείου Ελένης Χαραλάμπους».

 

ΦΩΚΑΙΑ

Folaia

Άποψη της πόλεως της Φώκαιας (Από το βιβλίο του Felix Sartiaux " Γεγονότα της Φώκαιας 1914".

Μακρυγιαννοπούλου Άννα

Γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα τού Πηλίου το 1860. Αριστούχος τού Αρσακείου, δίδαξε σε παρθεναγωγεία πολλών Μικρασιατικών πόλεων (Σωκίων, Φωκαίας, Ναζλή, Οδεμησίου και Φιλαδελφείας). Διετέλεσε διευθύντρια τού Παρθεναγωγείου Περγάμου. Με την ευρύτητα των αντιλήψεών της κατόρθωσε να πείσει την εφορεία των σχολείων τής Περγάμου να δημιουργήσει μεικτό σχολείο, στο οποίο εκείνη πρώτη έστειλε την κόρη της.


ΠΕΡΓΑΜΟΣ

Pergamos

Η αρχαία πόλη της Περγάμου (Wιkipedia)

Οικονομίδου Ανθίππη

Δίδαξε στη Δημοτική Σχολή Θηλέων Περγάμου.

Πολυχρονάκη Μαρία

Ήταν αριστούχος τού Αρσακείου . Σύμφωνα με την έκθεση τού επιθεωρητή Κοσμά Μιχαηλίδη (9/12/20), δίδαξε στη Δημοτική Σχολή Θηλέων Περγάμου.

 

ΜΑΓΝΗΣΙΑ

Η Μαγνησία του Σιπύλου,σήμερα Μανίσα, απο το βιβλίο "Με το βλέμμα των περιηγητών 15ος-20ος αι" (Βause Ewald)

Οικονομίδου Φωτεινή                                                                                                                                                      

Δίδαξε στο Βεζυρόγλειο Παρθεναγωγείο Μαγνησίας. Ο επιθεωρητής Κοσμάς Μιχαηλίδης σε έκθεσή του στις 20/12/1921 έγραφε «εκ δε των διδασκαλισσών υπερέχει από επαγγελματικής μορφώσεως και διδακτικής ικανότητος η δεσποινίς Οικονομίδου, απόφοιτος τού Αρσακείου». Η Μαγνησία (Μανίσα) βρίσκεται στη Δ. Τουρκία, στη θέση που στην αρχαιότητα βρισκόταν η Μαγνησία τού Σιπύλου, αιολική αποικία των κατοίκων τής Θεσσαλικής Μαγνησίας.

 

ΝΕΒ-ΣΕΧΙΡ

Nevsehir

Η Νεάπολη των Ελλήνων είναι σήμερα το Νέβσεχιρ . (από παλαιό επιστολικό δελτάριο )

Οικονομοπούλου Ελένη

Σε σχετικά πρακτικά τής «Εν Καππαδοκία Νεαπολέως Φιλεκπαιδευτικής Λέσχης Βασιλειάδος» αναφέρονται οι ενέργειες τού «Αγίου Καισαρείας Ευσταθίου Κλεοβούλου προς τον εν Αθήναις κύριον Λέοντα Μελάν» σχετικά με την εξεύρεσιν νηπιαγωγού ικανής να εκπαιδεύσει τα παιδιά τής περιοχής. Ο Πρόεδρος τότε τής Φ.Ε. έστειλε την Ελένη Οικονομοπούλου, απόφοιτο τής προτύπου σχολής Νηπιαγωγών τού Αρσακείου στην καππαδοκική πόλη Νέβσεχιρ (Νεάπολη).

 

ΜΑΚΡΗ

M;akrh

Άποψη τής πόλεως τής Μάκρης από  παλαιό Επιστολικό Δελτάριο .

makri 1937 thumb medium

Το λιμάνι της Μάκρης το 1927 (απο το βιβλίο της Ρένας Βελισσαρίου "Όσα σάρωσε η θύελλα". )

Ζαμπάκη Μαρία

Ήταν από τη Μάκρη τής Μικράς Ασίας. Κατόπιν αιτήσεως τής εφορείας των σχολείων Μάκρης και Λιβισίου φοίτησε στο Αρσάκειο με μειωμένα δίδακτρα και την υποχρέωση να διδάξει στην πατρίδα της.

Παπαθανασίου-Παπαντωνίου Δέσποινα ΠΑΡΑΠΟΜΠΗ

Γεννήθηκε στη Μάκρη τής Λυκίας. Σπούδασε στο Αρσάκειο με υποτροφία τού Συλλόγου «Ανατολή» και αποφοίτησε με άριστα το 1907. Επέστρεψε στην πατρίδα της όπου ανέλαβε τη διεύθυνση τού νέου σχολείου τής πόλης. Ήταν η τελευταία δασκάλα τού Παρθεναγωγείου τής Μάκρης. Παρά τους διωγμούς των Τούρκων ανέπτυξε εθνική δράση διδάσκοντας κρυφά, στο σπίτι της, με κίνδυνο τής ζωής της τη γλώσσα των προγόνων τους.Όταν επέστρεψε στην Αθήνα συνέχισε να εργάζεται ως δασκάλα στην αρχή στην Τζια και αργότερα στη Νέα Ιωνία.(-->Μικρασιατικά)

Παπαϊωάνου-Μαυρομιχάλη Φωτεινή

Καταγόταν από τη Σύμη. Δίδαξε στο Παρθεναγωγείο Μάκρης πριν από το 1910.

.

Παναγιώτα Ατσαβέ

Φιλόλογος ‒ ιστορικός

  • Το κείμενο βασίστηκε σε πληροφορίες από το αρχείο τής Φ.Ε. και στα βιβλία τής Μαρίας Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία» (Α+Β τόμος), τού Χρ. Σολομωνίδη «Η παιδεία στη Σμύρνη», τού Αρχέλαου Σαραντίδη και τού Χαρ. Σαπουντζακη που αναφέρονται στο κείμενο και στον τόμο «Η εν Αθήναις Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, Αρσάκεια-Τοσίτσεια Σχολεία, 160 χρόνια Παιδείας».

 

Oι Μικρασιάτισσες στο Αρσάκειο και Αρσακειάδες δασκάλες στην Μικρά ΑσίαI

Η ιστορία τής εκπαίδευσης των Ελλήνων στην Μικρά Ασία

 

Τα πρώτα χρόνια τού νεοσύστατου ελληνικού κράτους οι δομές που αφορούσαν στον τρόπο ζωής, στις συνήθειες και τις αντιλήψεις των γυναικών δεν ήταν ενιαίες σε όλο τον ελλαδικό χώρο. Οι γυναίκες στα νησιά τού Αιγαίου απολάμβαναν περισσότερες κοινωνικές ελευθερίες από τις γυναίκες στην ηπειρωτική Ελλάδα, διότι οι κάτοικοι των νησιών είχαν έντονη εμπορική επικοινωνία και συναλλαγές με την Δύση. Το γεγονός επισημαίνουν πολλοί ξένοι περιηγητές, αποδεικνύεται όμως και από δύο ακόμα στοιχεία: τον αριθμό των παρθεναγωγείων που υπήρχαν στα νησιά και το ότι οι δάσκαλοι και οι δασκάλες προτιμούσαν να διοριστούν στην Αθήνα, στο Ναύπλιο, στην Σύρο και σε άλλα νησιά.

348px Syra A Greek Island Carne John 1836

Η Ερμούπολη τής Σύρου το 1836. Wikipedia

Οι ομογενείς των παροικιών που έσπευσαν να εγκατασταθούν στα αστικά κυρίως κέντρα τού ελληνικού κράτους μετέφεραν νέα πρότυπα κοινωνικής ζωής, επηρεάζοντας τις παραδοσιακές απόψεις για την θέση των γυναικών στην κοινωνία. Παράλληλα οι αρχές τού Διαφωτισμού βοήθησαν ώστε στα αστικά κέντρα να γίνει σταδιακά αποδεκτή η εκπαίδευση των γυναικών. Η ελληνική κοινωνία πάντως παρουσιάζεται διχασμένη ανάμεσα στην διατήρηση των κανόνων τού παραδοσιακού κοινωνικού και δημόσιου βίου και στην υιοθέτηση δυτικών προτύπων. Από τη μία απαξίωνε μετά βδελυγμίας οτιδήποτε θύμιζε το «ανατολικό» παρελθόν και από την άλλη το συντηρούσε ως κομμάτι τής παράδοσής της.

Στις ορθόδοξες ελληνικές κοινότητες που βρίσκονταν στην Οθωμανική αυτοκρατορία λειτουργούσαν τα «Ανώτερα Σχολεία Θηλέων» ή «Ανώτερα Παρθεναγωγεία», τα οποία ώς το 1860 διαμόρφωναν «ανώτερες τάξεις». Τα σχολεία αυτά λειτουργούσαν στην Κωνσταντινούπολη, την Σμύρνη, την Θεσσαλονίκη, την Φιλιππούπολη και στις Σέρρες. Σε αυτά φοιτούσαν τα κορίτσια μετά την αποφοίτησή τους από το Αλληλοδιδακτικό και εκπαιδεύονταν ως υποψήφιες δασκάλες, αφού το δίπλωμα ενός τέτοιου σχολείου έδινε στην απόφοιτο το δικαίωμα να διδάσκει. Η φοίτηση διαρκούσε 3-6 χρόνια, φαίνεται δε ότι το περιεχόμενο των σπουδών ήταν κοινό για όλες τις μαθήτριες. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι η εκπαίδευση των διδασκαλισσών ταυτιζόταν με τη μέση εκπαίδευση των κοριτσιών, αφού στα περισσότερα σχολεία στο πρόγραμμα δεν περιλαμβάνονταν μαθήματα σχετικά με το αντικείμενο τής διδασκαλίας.

Βέβαια οι ορθόδοξοι Έλληνες που ζούσαν ακόμη υπό τον τουρκικό ζυγό δεν είχαν όλοι την ίδια νοοτροπία ούτε την ίδια οικονομική επιφάνεια. Οι κάτοικοι τής Κωνσταντινούπολης ξεχώριζαν λόγω τής μόρφωσης και τής αίγλης που είχε πάντα η Βασιλεύουσα και το Πατριαρχείο. Οι Σμυρνιοί κατοικούσαν σε ένα από τα μεγαλύτερα λιμάνια τής Ανατολικής Μεσογείου (μαζί με την Θεσσαλονίκη και την Αλεξάνδρεια) και λόγω τής επικοινωνίας τους με την Δύση διέθεταν εντελώς ευρωπαϊκή κουλτούρα και νοοτροπία. Δεν συνέβαινε όμως το ίδιο σε όλες τις ελληνικές κοινότητες τής Μικράς Ασίας. Εξαιρουμένων των παραλιακών πόλεων, των οποίων οι κάτοικοι είχαν άλλο αέρα λόγω τού εμπορίου, όσο πιο βαθιά προχωρούσε κανείς στο εσωτερικό τής Μ. Ασίας τόσο περισσότερο οι κοινωνική θέση τής γυναίκας ήταν υποβαθμισμένη ακολουθώντας τα ανατολικά πρότυπα.

Οι μόνοι τομείς στους οποίους ο μικρασιατικός ελληνισμός αρνούνταν να κάνει την παραμικρή υποχώρηση ήταν η θρησκεία, που αποτελούσε την ειδοποιό διαφορά από τους Τούρκους, και η παιδεία, που ήταν απαραίτητη για τη διατήρηση τής γλώσσας, των ηθών και των εθίμων, αλλά και για την εμπέδωση τής εθνικής τους ταυτότητας. Αυτός είναι και ο λόγος που οι Αρσακειάδες δασκάλες προτιμούσαν να διοριστούν σε ελληνικά σχολεία κοινοτήτων τής Καππαδοκίας ή άλλων περιοχών, όπου έπρεπε μεν να προσαρμοστούν σε ένα είδος ζωής πιο αυστηρό και σίγουρα διαφορετικό από αυτό που είχαν συνηθίσει, αλλά εξασφάλιζαν έναν μισθό και κυρίως σεβασμό και αποδοχή εκ μέρους τής τοπικής κοινωνίας .

Το Σχολείο τής Φιλεκπαιδευτικής Εταιρείας από την στιγμή τής ιδρύσεώς του είχε στόχο την οργάνωση και την καθιέρωση τής γυναικείας εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Ο στόχος αυτός δεν άργησε να επιτευχθεί, γιατί δεν αποτελούσε μόνο επιδίωξη των ιδρυτών της αλλά και επιθυμία όλων των Ελλήνων που κατοικούσαν εντός αλλά και εκτός των ορίων τού ελληνικού κράτους. Την ταχύτατη αύξηση τού αριθμού των μαθητριών, κυρίως αυτών που επιθυμούσαν να γίνουν δασκάλες, επιβεβαιώνει η Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου στο έργο της «Η Μέση Εκπαίδευση των γυναικών»: «την εποχή αυτή παρατηρείται μεγάλη έλλειψη από δασκάλες και η ζήτηση δεν περιορίζεται μόνο στο ελεύθερο κράτος αλλά και στον υπόδουλο ελληνισμό».

1886015

Αρσακειάδες δασκάλες απόφοιτες τού 1886 (Απο το Αρχείο της ΦΕ)

Έτσι στο Διδασκαλείο τής ΦΕ συναντούμε, κυρίως ως εσωτερικές, πολλές υπότροφες τής ΦΕ ή άλλων φορέων, όπως τής ελληνικής κυβέρνησης, δήμων, κοινοτήτων ή και συλλόγων. Στα Πρακτικά τού ΔΣ τής ΦΕ αναφέρονται αιτήσεις και ονόματα μαθητριών που ζητούσαν υποτροφία. Επίσης στα Πρακτικά των συνεδριάσεων των πτυχιακών εξετάσεων, εκτός των άλλων, αναφέρεται και ο τόπος καταγωγής κάθε μαθήτριας. Από τις δύο αυτές πηγές μπορούμε να συμπεράνουμε τον αριθμό και την προέλευση των μαθητριών. Όπως παρατηρεί η Μαρία Βαϊάννη στο βιβλίο της «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία (1836-1900)»: «ήδη από το 1837, πρώτο έτος λειτουργίας τού Σχολείου τής Εταιρείας, αναφέρονται δύο υπότροφοι τής ΦΕ από τη Σμύρνη, Σοφία Σαράντου και Σοφία Τολίου, ενώ το 1838 εισήχθη εις το κατάστημα η Ελένη Δημητριάδου από τις Κυδωνίες.» Στο ίδιο βιβλίο η συγγραφέας αναφέρει αποφάσεις τού ΔΣ τής ΦΕ στις οποίες φαίνεται το ενδιαφέρον τής ΦΕ για τον Ελληνισμό τής Μ. Ασίας.

Πρ. ΔΣ ΦΕ Β΄, 7/10/1840; «ενέκρινε ως υπότροφον τής Εταιρείας την θυγατέρα τού ιερέως Παϊσίου από την Καισάρεια.»

Πρ. ΔΣ ΦΕ, ΛΒ΄, 3/8/1842: «Διευκόλυνε σε οικονομικά θέματα την θυγατέρα τού Ν. Σαλτέλη», διότι όπως ανέφερε ο ίδιος «ών πενέστατος δεν δύναται να πληρώση πλέον των 50 δραχμών κατά μήνα διά την θυγατέρα του και παρακαλεί το Συμβούλιον να συγκατατεθεί εις τούτο.»

Πρ. ΔΣ ΦΕ, ΛΖ΄, 17/9/1869: Αποδέχθηκε το αίτημα τού γυμνασιάρχου «τής εν Σταυροδρομίω Σχολής Γαβριήλ Σοφοκλή» από την Κωνσταντινούπολη, προκειμένου «να στείλη έν κοράσιον διά να προπαρασκευασθή ως διδάσκαλος εις μίαν κώμην τής Καισαρείας».

Πρ. ΔΣ ΦΕ, ΛΒ΄,12/9/1873: Ενέκρινε έκπτωση διδάκτρων για την θυγατέρα τού εκ Μάκρης Μουσαίου «επειδή, διά τους πολλούς υπέρ τής διαδόσεως τού Ελληνισμού αγώνας του, είναι άξιος συνδρομής.»

Πρ.ΔΣ ΦΕ, ΛΑ΄, 26/11/1880: Ενέκρινε απαλλαγή διδάκτρων για την Μαρία Μπουρίνη από τα Αλάτσατα «τη συστάσει τού Εξάρχου τού Αγίου Τάφου».

Πρ ΔΣ ΦΕ ΛΘ΄ 27/10/1883: Προσέφερε οικονομικές διευκολύνσεις και διευκολύνσεις εγκατάστασης καθώς επίσης και απαλλαγή τού ημίσεως των τροφείων και των διδάκτρων στην Μελπομένη Σεραφείμ, υπότροφο τής κοινότητος Σπάρτης Πισιδίας, κατόπιν αιτήσεως τής εκεί Δημογεροντίας.

Όμως δεν είναι μόνο οι Μικρασιάτισσες Αρσακειάδες που επέστρεψαν στην γενέτειρα τους για να εργαστούν. Πολλές Αρσακειάδες δασκάλες προτίμησαν να εργαστούν στην Μ. Ασία ή την Ανατολική Θράκη . Ο διορισμός τους εκεί δεν οργανωνόταν από κάποιο κρατικό φορέα. Την φροντίδα για την στελέχωση των σχολείων των ελληνικών κοινοτήτων τής Μικράς Ασίας είχε αναλάβει η Εκκλησία μαζί με τους κατά τόπους κατοίκους, οι οποίοι προσπαθούσαν να παρακάμψουν τα εμπόδια που κατά καιρούς έθετε στον δρόμο τους η συμβίωση με τους Τούρκους. Έτσι φρόντιζαν να εκμεταλλεύονται τις πολιτικές μεταρρυθμίσεις και τις συγκυρίες, προκειμένου να μάθουν τα παιδιά τους την ελληνική γλώσσα και την ελληνική ιστορία.

Η Οθωμανική αυτοκρατορία το 1839-1856 προχώρησε σε πολιτικές μεταρρυθμίσεις, τις γνωστές ως Τανζιματ[1], και ενεργοποίησε τους Εθνικούς Κανονισμούς των Δικαιωμάτων των Υποδούλων (Χάτι ι Χουμαγιούν)[2]. Το Πατριαρχείο, οι κατά τόπους Εκκλησίες, ο Ελληνικός Φιλολογικός Σύλλογος Κωνσταντινουπόλεως και οι κατά τόπους φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι δραστηριοποιήθηκαν ώστε τα σχολεία τής Μ. Ασίας να στελεχωθούν με άξιους δασκάλους. Πολλές φορές αναζητούσαν ικανές δασκάλες απ’ ευθείας από την Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία. Όμως οι Αρσακειάδες δασκάλες έπρεπε μόνες τους να διαπραγματευτούν θέματα σχετικά με την πρόσληψη, τις απολαβές, τις υποχρεώσεις και την σταδιοδρομία τους, ενώ παράλληλα έπρεπε να αντιμετωπίσουν ένα νέο περιβάλλον, μικρό μισθό, επαγγελματική ανασφάλεια και αβέβαιο μέλλον. Δεν δίστασαν όμως να προσφέρουν τις πολύτιμες υπηρεσίες τους στον Ελληνισμό τής Ανατολής.

Όλα αυτά τα χρόνια τής ανόδου και τής ακμής των ελληνικών κοινοτήτων τα ελληνικά σχολεία στηρίζονταν οικονομικά στους πόρους που διέθετε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και οι αντίστοιχες κατά τόπους Μητροπόλεις (Βιθυνίας, Ιωνίας, Καρίας, Λυδίας, Παφλαγονίας, Καππαδοκίας, Πόντου κ.ά.). Η εκπαιδευτική αυτή δραστηριότητα συντηρήθηκε, βέβαια, και από τις κατά τόπους ελληνικές κοινότητες και τους φιλεκπαιδευτικούς συλλόγους. Η εκπαιδευτική κίνηση κάλυπτε όλες σχεδόν τις βαθμίδες τής εκπαίδευσης: νηπιαγωγεία, πρωτοβάθμια εκπαίδευση, αρρεναγωγεία, παρθεναγωγεία, Ελληνικά σχολεία, νυχτερινές σχολές, επαγγελματικά σχολεία και διδασκαλεία.

Διαδήλωση κατά τού Σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη (Wikipedia)

Το 1908, με την επικράτηση των Νεοτούρκων[3], άρχισε συστηματική προσπάθεια να αποσπαστούν τα ελληνικά σχολεία από την δικαιοδοσία τού Πατριαρχείου και να υπαχθούν στο Υπουργείο Παιδείας τής Τουρκίας. Άρχισαν να ασκούνται πιέσεις και να γίνονται αυθαιρεσίες κατά των Ελλήνων. Το 1912 το ελληνικό κράτος αναγνώρισε 31 ελληνικά γυμνάσια τής Μικράς Ασίας ως ισότιμα με τα σχολεία τής Ελλάδας.

Από τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο (1914) άρχισε ουσιαστικά η αντίστροφη πορεία. Η λειτουργία των σχολείων γινόταν ολοένα και πιο προβληματική. Πολλά σχολεία έκλεισαν και φιλεκπαιδευτικοί σύλλογοι διαλύθηκαν από τον φόβο των τουρκικών πιέσεων. Δεν ήταν λίγοι οι δάσκαλοι που διώχθηκαν. Κατά την διάρκεια τής Μικρασιατικής εκστρατείας οι Τούρκοι δεν επέτρεπαν σε όσους δεν ήταν Τούρκοι υπήκοοι να διδάσκουν στα ελληνικά σχολεία. Το μέτρο αυτό μάλιστα συμπεριέλαβε και την Ελένη Λουΐζου, την διευθύντρια τού Ομηρείου παρθεναγωγείου Σμύρνης, στην οποία οι Τούρκοι της Σμύρνης διεμήνυσαν ότι, κατ’ εξαίρεση, της επιτρέπουν να παραμείνει στο σχολείο αλλά χωρίς καμιά διδακτική ή διοικητική αρμοδιότητα.

Ο ελληνικός στρατός στην Αλμυρά Έρημο το1921. (Wikipedia)

Με την κατάρρευση τού Μετώπου[4], την καταστροφή τής Σμύρνης[5] και την ανταλλαγή των πληθυσμών[6] κορυφώνεται η καθοδική πορεία. Τον Αύγουστο τού 1922 τα πολεμικά και τα πολιτικά γεγονότα συμπαρέσυραν τα πάντα στην καταστροφή.

200px Caratheodory constantin

Ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή, ο διεθνούς φήμης Έλληνας μαθηματικός και επικεφαλής τού Ιωνικού Πανεπιστημίου Σμύρνης. (Wikipedia)

Ακόμη και το Ιωνικό Πανεπιστήμιο τής Σμύρνης[7] ,το οποίο είχε ιδρύσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος και τού οποίου η έναρξη λειτουργίας είχε προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο τού 1922 υπό την ηγεσία τού διεθνούς φήμης καθηγητή Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή, δεν πρόλαβε να λειτουργήσει Στις 23 Αυγούστου 1922 ο Καραθεοδωρή αποχαιρέτησε τους καθηγητές και έκλεισε το ίδρυμα, αφού πρώτα φρόντισε να πάρει τα βιβλία τής Βιβλιοθήκης και τα όργανα Φυσικής και Χημείας, τα οποία παρέδωσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

 

Παναγιώτα Αναστ. Ατσαβέ

φιλόλογος ‒ ιστορικός

 

  • Το κείμενο βασίζεται σε στοιχεία από το Αρχείο τής ΦΕ και τα βιβλία τής Μαρίας Ν. Βαϊάννη «Μικρασιατικός Ελληνισμός και Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία», τού Χρ. Σολομωνίδη «Η Παιδεία στη Σμύρνη» και τής Σιδηρούλας Ζιώγου-Καραστεργίου «Η Μέση Εκπαίδευση των γυναικών στην Ελλάδα».

 

[1] Τανζιμάτ: Πρόκειται για σειρά μεταρρυθμίσεων που είχαν στόχο την αναδιοργάνωση τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε επίπεδο διοίκησης, οικονομίας και σχέσεων με τους υπηκόους της. Η λέξη στα οθωμανικά σημαίνει «αναδιοργάνωση». Τοποθετείται χρονικά μεταξύ 1839 και 1856.

2.«Χάτι ι Χουμαγιούν»: Πρόκειται για αυτοκρατορικό διάταγμα που εξέδιδε ο Σουλτάνος. Το πιο γνωστό εκδόθηκε μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο, το 1856. Προέβλεπε ευνοϊκότερες συνθήκες ζωής για τις μη μουσουλμανικές κοινότητες τής Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

[3] Νεότουρκοι: Πρόκειται για το τουρκικό εθνικιστικό κόμμα «Ένωση και Πρόοδος» που ιδρύθηκε το 1908 στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη. Αξιωματικοί, πολιτικοί, αστοί και διανοούμενοι ξεσηκώθηκαν για την επαναφορά τού Συντάγματος τού 1876. Βασικός τους στόχος ήταν η κατάλυση τής απολυταρχίας τού Αβδούλ Χαμίτ Β΄ και η εγκαθίδρυση σύγχρονου κράτους σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα.

[4] Κατάρρευση τού Μετώπου: Ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές τού 1920, επικράτησαν οι βασιλικοί και επανήλθε στην Ελλάδα ο βασιλεύς Κωνσταντίνος. Οι σύμμαχοι ήραν σταδιακά την εμπιστοσύνη τους στην Ελλάδα. Την άνοιξη τού 1921 αποφασίστηκε η προέλαση τού ελληνικού στρατού προς την Άγκυρα και κατελήφθη το Εσκί-Σεχίρ και το Αφιόν- Καραχισάρ. Όμως τον Αύγουστο τού 1921 ο ελληνικός στρατός ηττήθηκε στον Σαγγάριο. Παράλληλα ο Κεμάλ σε μυστική συμφωνία με τους Γάλλους (20 Οκτωβρίου 1921) ακύρωσε την συνθήκη των Σεβρών. Ακολούθησε ένας χρόνος στασιμότητας κατά την διάρκεια τού οποίου το ηθικό τού ελληνικού στρατεύματος εφθάρη, ενώ ο Κεμάλ κέρδισε χρόνο για να αναδιοργανωθεί. Έτσι επήλθε η κατάρρευση τού Μετώπου που αποτέλεσε την αρχή για όσα επακολούθησαν.

[5] Καταστροφή τής Σμύρνης: Με τον όρο αυτό εννοούμε την σφαγή τού ελληνικού και τού αρμενικού πληθυσμού τής Σμύρνης από τον κεμαλικό στρατό, καθώς και την πυρπόληση τής πόλης το 1922. Η καταστροφή άρχισε επτά ημέρες μετά την αποχώρηση και τού τελευταίου ελληνικού στρατιωτικού τμήματος από την Μ. Ασία και αμέσως μετά την είσοδο τού τουρκικού στρατού, τού Μουσταφά Κεμάλ και των ατάκτων του στην πόλη.

[6] Ανταλλαγή των πληθυσμών: Έγινε το 1923 μεταξύ των πληθυσμών τής Ελλάδος και τής Τουρκίας και βασίστηκε στην θρησκευτική ταυτότητα των κατοίκων. Αφορούσε στους Ελληνορθόδοξους Χριστιανούς πολίτες τής Τουρκίας και τους μουσουλμάνους πολίτες τής Ελλάδας. Πρόκειται για αμοιβαία εκτόπιση πληθυσμών με βάση την θρησκεία. Η Σύμβαση για την ανταλλαγή υπεγράφη στην Λωζάννη τής Ελβετίας στις 30 Ιανουαρίου 1923. Οι μεταφερόμενοι έχαναν την υπηκοότητα τής χώρας που εγκατέλειπαν. Εξαιρούντο οι Ελληνορθόδοξοι Ρωμιοί τής Πόλης, οι μουσουλμάνοι κάτοικοι τής Ανατολικής Θράκης και οι κάτοικοι τής Ίμβρου και τής Τενέδου.

[7] Ιωνικό Πανεπιστήμιο Σμύρνης :Ήταν Ανώτατα Εκπαιδευτικό Ίδρυμα το οποίο συστήθηκε στη Σμύρνη κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Διοίκησης. Τον Σεπτέμβριο του 1919 ο Ελ. Βενιζέλος και ο Κωνσταντ. Καραθεοδωρή συναντήθηκαν  στο Παρίσι.Ο διάσημος μαθηματικός ήταν επικεφαλής του ιδρύματος. Το κτήριο βρισκόταν στο λόφο Μπαχρή-Μπαμπά στις Δυτικές παρυφές του Πάγου. Το Πανεπιστήμιο δεν λειτούργησε ποτέ. Τα εγκαίνια είχαν προγραμματιστεί για τον Σεπτέμβριο του 1922, όμως στις 23 Αυγούστου ο Κ. Καραθεοδωρή αποχαιρέτησε το προσωπικό , έκλεισε το κτήριο αφου διέσωσε τα βιβλία και τα όργανα για το μάθημα της Φυσικής και της Χημείας ,τα οποία παρέδωσε στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το κλειδί του ιδρύματος παρέδωσε συμβολικά στον Νικόλαο Πλαστήρα.